ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
• Το ζήτημα των συμπληρωματικών στοιχείων που μπορούν να ληφθούν υπόψη από τον φορολογικό έλεγχο, για καταρχήν παραγεγραμμένα έτη (δηλαδή για όσα έχει παρέλθει πενταετία από το τέλος του έτους εντός του οποίου υπήρχε υποχρέωση υποβολής της φορολογικής δήλωσης), επαναφέρει στο προσκήνιο η ΔΕΔ με απόφασή της (1853/2019). Συγκεκριμένα, κάνει δεκτό ότι κινήσεις ελβετικών τραπεζικών λογαριασμών των ετών 2008-2011 μπορούν να αξιοποιηθούν από τον έλεγχο ως συμπληρωματικά στοιχεία, με την αιτιολογία ότι πριν από το 2012 δεν υπήρχε σύμβαση ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας.
• Εντούτοις, η «Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας» έχει κυρωθεί από το ελληνικό Κοινοβούλιο ήδη από το 2005 με τον ν. 3363/2005, έχοντας θεσπίσει καθεστώς ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμοδίων αρχών της Ελβετίας και κάθε κράτους-μέλους (άρα και της Ελλάδας). Κατά συνέπεια, τα δεδομένα των σχετικών ελβετικών λογαριασμών ήταν από τότε στη διάθεση της φορολογικής διοίκησης, η οποία μπορούσε να έχει πρόσβαση σε αυτά, κατόπιν αιτήματος στο πλαίσιο ελέγχου. Η δυνατότητα ανταλλαγής στοιχείων πολύ πριν από το 2012, βάσει της παραπάνω συμφωνίας, δεν επιτρέπει να θεωρηθούν αυτά συμπληρωματικά και να ληφθούν υπόψη από τον έλεγχο για παραγεγραμμένα έτη, όπως ρητά αναφέρεται και σε πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (4748/2018).
• Η ΔΕΔ με την παραπάνω απόφασή της έκρινε περιορισμένη την ισχύ της νομολογίας των δικαστηρίων επί των αποφάσεων της διοίκησης και να διαφοροποιηθεί από την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου. Η διαφοροποίηση αυτή έρχεται πιθανώς σε αντίθεση με άλλες αποφάσεις της ΔΕΔ ως δικαιοδοτικού οργάνου που έχει δημιουργήσει δική του «νομολογία», με τις οποίες είχαν ρητά υιοθετηθεί αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων.
• Αναβιώνουν, λοιπόν, υποθέσεις σχετιζόμενες με ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς (π.χ. λίστες Λαγκάρντ, Μπόργιανς), εάν επικρατήσει το σκεπτικό της παραπάνω απόφασης της ΔΕΔ; Το θέμα μάλλον θα κληθεί να λύσει οριστικά το Συμβούλιο της Επικρατείας, με το περιεχόμενο των αποφάσεων του οποίου η φορολογική διοίκηση (ΑΑΔΕ) εκδίδει, μέχρι στιγμής, εγκυκλίους σε πλήρη συμμόρφωση. Η ασφάλεια δικαίου την οποία έχει δημιουργήσει η πρόσφατη αυτή πρακτική της ΑΑΔΕ είναι όχι μόνο πρωτοφανής στα ελληνικά φορολογικά χρονικά, αλλά αποτελεί απαραίτητη συνθήκη για ένα υγιές επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον.
• Θεσπίζεται Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων στο υπουργείο Οικονομικών, όπου υποχρεούνται να καταχωρίζουν ηλεκτρονικά στοιχεία σχετιζόμενων φυσικών προσώπων (μέλη Δ.Σ., εντεταλμένους συμβούλους, διευθυντές, εταίρους, μετόχους κ.λπ.) όλα τα νομικά πρόσωπα και οντότητες που έχουν έδρα ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα. Η καταχώριση θα πρέπει να πραγματοποιείται από τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου στο TAXISnet εντός 60 ημερών από τη σύστασή του.
• Για τα νομικά πρόσωπα που έχουν ήδη συσταθεί, η καταχώριση θα πραγματοποιηθεί σταδιακά ανάλογα με τον νομικό τύπο τους. Πιο συγκεκριμένα, η καταχώριση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί από 16/9/2019 έως 14/10/2019 για δικηγορικές και ναυτικές εταιρείες, από 30/9/2019 έως 1/11/2019 για ΙΚΕ και υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών και από 14/10/2019 έως 29/11/2019 για Ανώνυμες Εταιρείες, ΕΠΕ, Ο.Ε. κ.λπ., πάντα με ευθύνη του εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου τους στο TAXISnet.
• Πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση στο εν λόγω μητρώο θα έχουν οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, ενώ πρόσβαση για την άντληση πληροφοριών θα έχουν και τα νομικά και φυσικά πρόσωπα, με πληρωμή ετήσιου τέλους 100 ευρώ ή παραβόλου 20 ευρώ για 10 αναζητήσεις, αντίστοιχα. Τυχόν μη συμμόρφωση με την υποχρέωση καταχώρισης θα συνεπάγεται την απαγόρευση λήψης φορολογικής ενημερότητας, καθώς και πρόστιμο 10.000 ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής, το πρόστιμο διπλασιάζεται (Απόφαση Υπ. Οικ. 67343 Ε.Ξ. 2019).
• Σε φόρο 10% υπόκεινται τα μερίσματα και τα bonus των υπαλλήλων που καταβάλλονται από τις αλλοδαπές ή ημεδαπές ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Αναφερόμενη στα bonus, η σχετική διάταξη του νόμου κάνει λόγο για «διανομή ποσών επιπλέον των μισθών». Το λεκτικό αυτό θεωρούμε ότι ενδεικνύει πως, πέρα από τα μερίσματα, και οι εν λόγω αμοιβές και ποσοστά (bonus) θα πρέπει να προκύπτουν από τα κέρδη των ναυτιλιακών επιχειρήσεων (προκειμένου να φορολογηθούν με 10% όπως τα μερίσματα) και όχι να αποτελούν λειτουργικά έξοδα (που θα φορολογούνταν με τους συντελεστές των φυσικών προσώπων, όπως ο μισθός τους). Ομοίως η πρόσφατη σχετική απόφαση της ΑΑΔΕ (Α.1223/2019) δεν φαίνεται να ξεκαθαρίζει το ζήτημα. Κατά τη γνώμη μας, πρέπει να δοθούν άμεσα επιπλέον διευκρινίσεις από τη φορολογική διοίκηση επί του συγκεκριμένου σημείου, προκειμένου να μην υπάρχουν ούτε αμφιβολίες από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα ούτε ανισορροπίες κατά τις διαδικασίες φορολογικής συμμόρφωσης και ελέγχου.
Πηγή: Grant Thornton
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr