Η ονομασία του φαρμάκου είναι EBC-46 και μία και μόνο ένεση απευθείας σε μελανώματα, καθώς επίσης και σε όγκους στο κεφάλι, τον λαιμό και το παχύ έντερο στα ζώα, είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή τους, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70% των περιπτώσεων, αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης, ο Δρ. Γκλεν Μπόιλ.
«Σε προκλινικές δοκιμές που κάναμε, παρατηρεί κανείς ότι σε διάστημα πέντε λεπτών από τη χορήγηση της ένεσης η περιοχή παίρνει μια μωβ απόχρωση, σαν να πρόκειται για μελανιά. Επειτα από ένα 24ωρο το σημείο όπου υπάρχει ο καρκινικός όγκος γίνεται μαύρο, ενώ μερικές ημέρες αργότερα σχηματίζεται μία κρούστα, η οποία εξαφανίζεται σε μία εβδομάδα αφήνοντας το δέρμα καθαρό χωρίς όγκο. Η ταχύτητα οπωσδήποτε με εξέπληξε», δηλώνει στην εφημερίδα Γκάρντιαν ο Γκλεν Μπόιλ.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το φάρμακο προκαλεί μια κυτταρική αντίδραση, η οποία διακόπτει την παροχή αίματος στον όγκο.
«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο βλέπουμε να δημιουργείται μιας μορφής μελανιά. Αυτό φαίνεται ότι οδηγεί σε ενεργοποίηση του ίδιου του ανοσοποιητικού συστήματος του σώματος», προσθέτει ο Μπόιλ.
Το φάρμακο έχει δοκιμαστεί μέχρι στιγμής από κτηνιάτρους σε περίπου 300 περιπτώσεις ζώων όπως σκύλους, γάτες και άλογα. Ωστόσο, όπως εξηγεί ο επικεφαλής της έρευνας, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η θεραπεία θα είναι αποτελεσματική σε μεταστατικούς καρκίνους.
Το φάρμακο παράγεται από την QBiotics, θυγατρική της εταιρείας που το ανακάλυψε και η οποία ονομάζεται EcoBiotics.
Πάντως ακόμα και στην περίπτωση που οι κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους αποδειχτούν επιτυχείς, το φάρμακο θα ήταν απίθανο να αντικαταστήσει τη συμβατική μέθοδο της χημειοθεραπείας, εξηγεί ο Μπόιλ.
«Η χημειοθεραπεία εξακολουθεί να εφαρμόζεται επειδή είναι αποτελεσματική για πολλούς ανθρώπους», είπε. «Αλλά το φάρμακο EBC-46 θα μπορούσε ίσως να χρησιμοποιηθεί σε άτομα που, για κάποιο λόγο, η χημειοθεραπεία δεν αποδίδει ή σε ηλικιωμένους ασθενείς των οποίων το σώμα δεν μπορεί να αντέξει έναν ακόμη γύρο χημειοθεραπείας».
Η επίσημη ονομασία του φυτού είναι «Hylandia» και είναι ευρέως γνωστό ως «blushwood».