Σε μία περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα εξακολουθεί να αναζητεί εναγωνίως κεφάλαια προκειμένου να καλύψει τις “μαύρες τρύπες” και να καταφέρει να ανταποκριθεί στις…
συμβατικές της υποχρεώσεις με την τρόικα, αλλά και να επιστρέψει σταδιακά στο δρόμο της ανάπτυξης, η αξιοποίηση των εθνικών κληροδοτημάτων, των σχολάζουσων κληρονομιών, των “κατεχόμενων” ακινήτων, αλλά και των αδρανών καταθέσεων, θα μπορούσε δυνητικά να αποφέρει άμεσα και έμμεσα οφέλη για το ελληνικό Δημόσιο που αγγίζουν ακόμη και τα 13 δισ. ευρώ!
Η αξιοποίηση των Εθνικών Κληροδοτημάτων θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ για τη χώρα μας, ωστόσο απαραίτητη προϋπόθεση για να αρχίζουν να εισρέουν χρήματα στα κρατικά ταμεία, είναι να αλλάξει ένα μάλλον… παρωχημένο νομοσχέδιο το οποίο μετράει ήδη…74 χρόνια ζωής, καθώς θεσμοθετήθηκε στο…μακρινό 1939. Αξίζει χαρακτηριστικά να σημειωθεί ότι © Με τα σημερινά δεδομένα (όπου εκκαθαρίζονται το πολύ 20 υποθέσεις το χρόνο), για την εκκαθάριση όλων των Κοινωφελών Περιουσιών θα απαιτηθούν περισσότεροι από…τρεις αιώνες!
Η νομοπαρασκευαστική επιτροπή έχει ολοκληρώσει σε μεγάλο βαθμό το έργο της προκειμένου να αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο, στο οποίο προβλέπεται η σύνταξη Εθνικού Μητρώου Κληροδοτημάτων για την καταγραφή με συστηματικό και ενιαίο τρόπο των κοινωφελών περιουσιών, η απλοποίηση της διαδικασίας όσον αφορά τις σχολάζουσες κληρονομίες και o διορισμόw κηδεμόνα, με άμεσο αποτέλεσμα την ταχύτερη εγγραφή των δημοσίων εσόδων.
Το σύνολο των Κοινωφελών Περιουσιών είναι περίπου 15.000, ενώ κάθε χρόνο προστίθενται περίπου 70 νέες υποθέσεις. Εξ’ αυτών, 2.717 είναι ιδρύματα (τα 516 βρίσκονται στη Διεύθυνση Εθνική Κληροδοτημάτων του υπουργείου Οικονομικών και τα υπόλοιπα στις Περιφέρειες).
Τα εθνικά κληροδοτήματα αφορούν σε ακίνητα μεγάλης αξίας, καταθέσεις σε τράπεζες, μετοχές και ομόλογα ανθρώπων που δεν ζουν πια και τα οποία δεν διεκδικήθηκαν ποτέ από κληρονόμους. Τα περιουσιακά αυτά στοιχεία είτε έχουν ήδη περιέλθει στο Δημόσιο και παραμένουν αναξιοποίητα, είτε θα μπορούσαν μέσω συνοπτικών νομικών διαδικασιών να περιέλθουν στην κυριότητα του Δημοσίου. Σήμερα, τα περισσότερα εθνικά κληροδοτήματα βρίσκονται υπό τη διαχείριση ιδρυμάτων, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις κληροδοτημάτων που έχουν… εγκαταλειφθεί.
Αναφορικά με τις σχολάζουσες κληρονομιές», αυτές αφορούν σε περιουσίες αποθανόντων οι οποίοι δεν έχουν κληρονόμους. Η διαχείριση των περιουσιών αυτών ασκείται στις περισσότερες των περιπτώσεων από δικηγόρους. Αν δεν καταστεί δυνατόν να βρεθούν οι κατά τον νόμο κληρονόμοι, τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία περνούν στο κράτος.
Οι «σχολάζουσες κληρονομιές» υπολογίζονται σε 3.000, με την αξία τους να ανέρχεται σε περίπου 4 δισ. ευρώ, ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η αξιοποίηση των 12.000 κληροδοτημάτων θα μπορούσε να αποφέρει μακροπρόθεσμα δημοσιονομικό όφελος περίπου 3 δισ. ευρώ ετησίως. Το μεγαλύτερο μέρος τόσο των κληρονομιών όσο και των εθνικών κληροδοτημάτων παραμένει αναξιοποίητο, καθώς η διαδικασία εκκαθάρισης μιας κληρονομιάς μπορεί να κρατήσει από 10 έως και 30 χρόνια.
Τέλος, οι αδρανείς καταθέσεις, όπως προκύπτει από τραπεζικές πηγές, υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ. Θα πρέπει να σημειωθεί πως με το ισχύον καθεστώς οι καταθέσεις, οι μετοχές και τα ομόλογα που δεν θα αναζητηθούν από τους φερόμενους ως δικαιούχους για μία εικοσαετία, περιέρχονται αυτοδίκαια στο Δημόσιο.
Ποιες αλλαγές προωθούνται
Η ειδική επιτροπή για τη μελέτη και σύνταξη σχεδίου νόμου του Κώδικα Εθνικών Κληροδοτημάτων και αναμόρφωσης των διατάξεων Σχολαζουσών Κληρονομιών, όπως αναφέρει το μέλος της Επιτροπής Παναγιώτης Πιλάτης, προωθεί μεταξύ άλλων την πλήρη καταγραφή όλων των κληροδοτημάτων και η λεπτομερής αποτύπωση της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους.
Ακόμη στο σχέδιο νόμου, θεσμοθετείται Νέος Κώδικας Κληροδοτημάτων, τροποποιώντας ριζικά το ν. 2039/1939. Υπάρχει η εισήγηση, η κάθε είδους εποπτεία επί των Κληροδοτημάτων να ανατεθεί αποκλειστικά στις κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, καθώς η εποπτεία από κάποιους άλλους φορείς (π.χ. το υπουργείο Παιδείας) σε τεράστιας, πολλές φορές, σημασίας κληροδοτήματα αποδείχθηκε από ανεπαρκής έως και ανύπαρκτη.
Παράλληλα, κατά τη θεσμοθέτηση και κυρίως, την εφαρμογή ενιαίων κανόνων οργάνωσης, λειτουργίας και εποπτείας των Κληροδοτημάτων πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιομορφίες συγκεκριμένων κληροδοτημάτων, ιδίως με γνώμονα του ποια είναι η φυσιογνωμία και η αποστολή των φορέων, με τους οποίους συνδέονται αμέσως τα κληροδοτήματα αυτά. Έτσι, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να επιδειχθεί κατά τη θεσμοθέτηση των κανόνων που διέπουν τα Κληροδοτήματα π.χ. των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ), της Ακαδημίας Αθηνών και των Ηπειρωτικών, υπό την ευρεία του όρου έννοια, Κληροδοτημάτων.
Προγραμματίζεται ακόμη η αλλαγή του πλαισίου διαχείρισης και εποπτείας των εθνικών κληροδοτημάτων και των σχολαζουσών κληρονομιών. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η δημιουργία Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και Κληροδοτημάτων στο υπουργείο Οικονομικών, το έργο της οποίας θα ελέγχεται και από τη Βουλή, καθώς και η σύσταση επτά γενικών διευθύνσεων στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (πρώην κρατικές περιφέρειες), με δύο υποδιευθύνσεις, η μια αρμόδια για τη δημόσια περιουσία και η δεύτερη για τα Κληροδοτήματα.
Τέλος, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, επιβάλλεται καθεστώς πλήρους διαφάνειας ως προς την οργάνωση και λειτουργία των κάθε είδους κληροδοτημάτων, ενώ προωθούνται και ρυθμίσεις που αφορούν στην τροποποίηση του ιδιαίτερα επιβαρυντικού για τα κληροδοτήματα ισοπεδωτικού φορολογικού συστήματος, στην αναπροσαρμογή του νομικού καθεστώτος δανεισμού των κληροδοτημάτων (με χαμηλότερα επιτόκια), στην καθιέρωση ειδικού πλαισίου ένταξης των κληροδοτημάτων σε ευρωπαϊκά προγράμματα κ.ά.
Σχολάζουσες κληρονομίες (παραδείγματα)
Οι σχολάζουσες κληρονομίες θα μπορούσαν να περιέλθουν στην κυριότητα του Δημοσίου και να επιφέρουν έσοδα δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ. Ήδη στα συρτάρια της Διεύθυνσης Εθνικών Κληροδοτημάτων και στις Περιφέρειες εκκρεμούν πάνω από 3.000 σχολάζουσες κληρονομιές που το μέγεθος των περιουσιών σε μετρητά και ακίνητα (διαμερίσματα- οικόπεδα- αγροκτήματα), παραμένει άγνωστο λόγω αδυναμίας στελέχωσης και έλλειψης τεχνικής υποδομής της αρμόδιας Διεύθυνσης Κληροδοτημάτων να καταγράψει και να επεξεργαστεί τα στοιχεία αυτών.
Χαρακτηριστικά της κρατούσας κατάστασης που επικρατεί είναι τα παρακάτω παραδείγματα:
A) σχολάζουσα κληρονομία από το 1999 της Μ. Χ. που έχει:
1. Κατοικία 284 τ.μ. στην Κηφισιά.
2. Διαμέρισμα 150 τ.μ. στην οδό Ποσειδώνος
3. Διαμέρισμα 58 τ.μ. στην οδό Μεσογείων
4. Τρία καταστήματα στην οδό Όθωνος.
5. Δύο καταστήματα στην οδό Ακαδημίας
6. Δώδεκα καταστήματα στην οδό Συγγρού( ποσοστό ιδιοκτησίας 33,33% εξ αδιαίρετου)
7. Οικόπεδο 1815 τ.μ. στην οδό Πίνδου, Πεύκη.
8. Οικόπεδο στον Βόλο
9. Θυρίδα θησαυροφυλακίου στην ALPHA BANK.
10. Καταθέσεις:
Στην Εθνική Τράπεζα 75.314 ευρώ
Στην Citibank 1.458.687 ευρώ ,
ήτοι σύνολο 1.534.001 ευρώ.
Επισημαίνεται ότι στο ποσό αυτό δεν έχουν συμπεριληφθεί τα μισθώματα και οι τόκοι από το Δεκέμβριο του 2004 και έπειτα.
Β) σχολάζουσα κληρονομία Δ. Π., που έχει 23 διαμερίσματα στην Γλυφάδα και ένα αγρόκτημα και η διαδικασία αναγνώρισης του Δημοσίου πραγματοποιήθηκε το 2010 δηλαδή κράτησε 16 χρόνια.
Γ) σχολάζουσα κληρονομία Μ. Π., που είχε στα Σπάτα Παιανίας 25 ακίνητα και η αναγνώριση του Δημοσίου Κράτους πραγματοποιήθηκε 10 χρόνια αργότερα.
Δ) σχολάζουσες κληρονομίες στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας που τις διαχειρίζονται οι κηδεμόνες με περιουσιακά στοιχεία που υπάρχουν μέχρι της 31-12-2010:
I) Ποσοστά ιδιοκτησίας σε 7.500 τ.μ. οικοπέδων εντός σχεδίου πόλεως
II) 70 διαμερίσματα
III) 180 στρέμματα αγροτεμαχίων
IV) Μετρητά ύψους 320.000 ευρώ.
Επιβάλλεται επομένως να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στον εκσυγχρονισμό όλων εκείνων των διατάξεων που σχετίζονται με τις σχολάζουσες κληρονομίες και στην ενίσχυση – στελέχωση των αντίστοιχων υπηρεσιών με έμπειρο, εξειδικευμένο προσωπικό, εάν θέλει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών να έχει τα προσδοκώμενα οικονομικά αποτελέσματα.
“Κατεχόμενα” ακίνητα
Σημαντικά έσοδα στα κρατικά ταμεία μπορούν να αποφέρουν και τα λεγόμενα “κατεχόμενα ακίνητα”. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν υποβάλει οι Κτηματικές Υπηρεσίες του Δημοσίου στη διεύθυνση Δημοσίων Κτημάτων, η αξία των 21.123 κατεχόμενων ακινήτων, μαζί με αυτήν των 4.500 κατεχόμενων στη Δωδεκάνησο και των 25.000 Μουσουλμανικών ανταλλάξιμων ακινήτων, εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 3 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για ακίνητα εντός ή εκτός σχεδίου, τα οποία κατέχονται ακόμα και άνω των 60 ετών, ενώ οι κάτοχοί τους έχουν υποβάλει στο Δημόσιο αιτήσεις εξαγοράς τους οι οποίες εκκρεμούν…Μόνο στο Λεκανοπέδιο Αττικής εκτιμάται ότι εκκρεμούν προς εξέταση τουλάχιστον 3.000 αιτήσεις εξαγοράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για φαινόμενο το οποίο άρχισε από τη σύσταση του ελληνικού κράτους, όπου η ακίνητη περιουσία αυτού αποτέλεσε αντικείμενο αυθαίρετων καταπατήσεων εκ μέρους ιδιωτών, με αποτέλεσμα το δημόσιο να εμπλέκεται σε ατέρμονες δικαστικούς αγώνες, πολλές φορές να χάνει σημαντικά ακίνητα, αλλά και όταν δικαστικά δικαιώνεται, λόγω της παγιωθείσας, εδώ και πολλά χρόνια, κατάστασης αλλά και του κοινωνικού κόστους, να μην μπορεί να αποβάλει τους καταπατητές.
Για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής εκδόθηκαν κατά καιρούς διάφοροι νόμοι (1539/1938, 3800/1957, 263/1968, 719/1977) με τους οποίους δόθηκε η δυνατότητα στους κατόχους δημοσίων κτημάτων να τα εξαγοράσουν με μειωμένο τίμημα ανάλογα με το χρόνο κατοχής αυτών. Με την εκποίηση ενός σημαντικού αριθμού δημοσίων κτημάτων, αφενός μεν εισέρευσαν στον Κρατικό Προϋπολογισμό σημαντικά έσοδα και ικανοποιήθηκαν ταυτόχρονα αρκετά αιτήματα ιδιωτών, αφετέρου δε, αποδεσμεύτηκαν οι αρμόδιες υπηρεσίες και τα δικαστήρια από σημαντικό φόρτο εργασίας.
Ωστόσο, λόγω των αυστηρών προϋποθέσεων που έθεταν οι παραπάνω νόμοι, ο αιθαίρετος κάτοχος κατά την εξέταση της αίτησης εξαγοράς ακινήτου του Δημοσίου έπρεπε να είχε ακίνητη περιουσία άνω των 50 εκατ. δραχμών (ήτοι 146.700 ευρώ) ή μέσο ετήσιο εισόδημα τα 3 προηγούμενα χρόνια μεγαλύτερο των 7 εκατ. δραχμών (ήτοι 20.543 ευρώ). Οι υπάρχουσες σήμερα συνθήκες (αύξηση αντικειμενικών αξιών και ατομικού εισοδήματος) αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντα για το πλήθος των αυθαίρετων κατόχων και το πρόβλημα των καταπατημένων ακινήτων του Δημοσίου δεν λύθηκε.
Για το λόγο αυτό, ο επιτελικός γενικός διευθυντής Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων του υπ. Οικονομικών κ. Παναγιώτης Πιλάτης έχει στείλει επιστολή στον κ. Στουρνάρα στην οποία επισημαίνεται η ανάγκη για αλλαγή του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου με ένα νέο νόμο ο οποίος θα στοχεύει στην εισροή εσόδων στο Δημόσιο αλλά θα έχει παράλληλα και κοινωνικό χαρακτήρα, μιας και προκαθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της αξίας του ακινήτου με το αντικειμενικό σύστημα (η αγοραία αξία, όπου δεν ισχύει η αντικειμενική), την καταβολή τιμήματος, τη μέριμνα για τις ευπαθείς ομάδες (πολύτεκνους, ανάπηρους κ.ά.) και τη ρύθμιση επιτέλους μιας χρονίζουσας διοικητικής, δικαστικής και κοινωνικής αναταραχής.
ethnos.gr