Έσοδα ύψους 2,5 δισ. ευρώ, όσο το συνολικό χαράτσι στα ακίνητα, έχασε το ελληνικό Δημόσιο…
Ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά τρία ολόκληρα χρόνια «κοσκινίζουν» οι αρμόδιες υπηρεσίες το νομοσχέδιο για την εγκατάσταση συστήματος ιχνηλασιμότητας για την καταπολέμηση της λαθρεμπορίας των τσιγάρων. Στο μεταξύ, η λαθραία διακίνηση καπνικών προϊόντων στη χώρα μας οργιάζει, ελέω κρίσης, ζημιώνοντας το ελληνικό Δημόσιο κατά περίπου 800 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Ποσό που για τα τρία τελευταία χρόνια ισοδυναμεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, με το συνολικό χαράτσι που επέβαλε η κυβέρνηση στα ακίνητα, δηλαδή περίπου σε δυόμισι δισεκατομμύρια ευρώ!
Σημειώνεται ότι η εγκατάσταση συστήματος ιχνηλασιμότητας για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καπνικών προϊόντων προβλέπεται στον νόμο 3943 του 2011, στην παράγραφο 3 του άρθρου 25. Ωστόσο, ο σχεδιασμός και η προσπάθεια για την εγκατάσταση ενός τέτοιου συστήματος είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Συγκεκριμένα, την άνοιξη του 2010 αντιπροσωπεία τελωνειακών είχε επισκεφτεί τις αντίστοιχες Αρχές της Τουρκίας προκειμένου να εξετάσει την αποτελεσματικότητα του συστήματος και είχε υποβάλει και σχετική έκθεση, ώστε να προχωρήσουν ανάλογες οι διαδικασίες και στη χώρα μας. Από τότε μέχρι σήμερα, όμως, πολύ λίγα έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή. Οι καπνοβιομηχανίες φαίνεται να αντιστέκονται αξιώνοντας να ελέγχουν οι ίδιες την παραγωγή τους, δηλαδή ο ελεγχόμενος να είναι και ο ίδιος που θα ελέγχει. Μάλιστα, ισχυρά λόμπι του χώρου ασκούν πιέσεις προς την κατεύθυνση αυτή και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάντως, για την κωλυσιεργία των Αρχών στην υλοποίηση ενός τέτοιου συστήματος στη χώρα μας, δεν είναι λίγοι όσοι «κλείνουν το μάτι» με νόημα και λένε πως «όποιος δεν θέλει να ζυμώσει…». Επισημαίνουν μάλιστα ότι αν όλο αυτό το διάστημα είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε το σύστημα ιχνηλασιμότητας, θα είχαμε γλιτώσει εν μέσω κρίσης τουλάχιστον το έκτακτο χαράτσι στα ακίνητα ή κάποιο άλλο ισοδύναμο μέτρο, όπως είναι οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις.
Αντ’ αυτού, οι αρμόδιοι υπουργοί ψάχνουν να βρουν τρόπους να αντλήσουν ακόμα περισσότερα χρήματα από τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα, που έχουν ξεπεράσει πλέον τα όριά τους. Και αυτό, μάλιστα, τη στιγμή που η εγκατάσταση ενός τέτοιου συστήματος για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου δεν επιβαρύνει ούτε στο ελάχιστο την τσέπη του φορολογούμενου.
Σύστημα ιχνηλασιμότητας
Στην πραγματικότητα, με το σύστημα ιχνηλασιμότητας η σήμανση των καπνικών προϊόντων γίνεται με μια ταινία νέων προδιαγραφών που δεν παραχαράσσεται. Η ταινία «διαβάζεται» με ειδικό μηχάνημα και με τον τρόπο αυτό εντοπίζεται αμέσως η «εφοδιαστική αλυσίδα» του προϊόντος, η οποία καθίσταται συνυπεύθυνη στην περίπτωση παράνομης εμπορίας. Ετσι, όποιο τσιγάρο παράγεται ή εισάγεται στη χώρα μας από νόμιμες εταιρείες δεν θα μπορεί να διατεθεί λαθραία, γιατί θα εντοπίζεται αμέσως ο κατασκευαστής, ο εισαγωγέας και ο διακινητής του προϊόντος. Σημειώνεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις τα λαθραία τσιγάρα παράγονται από νόμιμες εταιρείες για αγορές του εξωτερικού και γι’ αυτό δεν δασμολογούνται. Επανεισάγονται λαθραία και διατίθενται στη μαύρη αγορά αδασμολόγητα. Με το σύστημα αυτό, κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν, γιατί θα εντοπίζεται αμέσως όποιος εμπλέκεται στην αλυσίδα παραγωγής και διάθεσης του προϊόντος αυτού.
Για τη λειτουργία και την εγκατάσταση του συστήματος αυτού ο Έλληνας πολίτης δεν θα ξοδέψει ούτε ένα ευρώ. Το ελάχιστο κόστος του συστήματος υπολογίζεται ότι μπορεί να καλυφθεί από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ). Για την ακρίβεια, υπολογίζεται ότι αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 0.5% του ΕΦΚ. Και βέβαια, αν συνυπολογιστούν η ανάκτηση των εσόδων από το λαθρεμπόριο αλλά και η μείωση από την επιβάρυνση που προκαλείται στη δημόσια υγεία λόγω του καπνίσματος -και δη προϊόντων που δεν ελέγχονται-, τότε τα οφέλη είναι πολλαπλά.
Από το 2011
Ο νόμος που προβλέπει την εγκατάσταση του συστήματος έχει συνταχθεί από το 2011, ενώ παράλληλα η υποχρέωση αυτή για τη χώρα μας απορρέει και από το αντίστοιχο Πρωτόκολλο που έχουμε υπογράψει με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αλλά και από την επικείμενη οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η καπνοβιομηχανία, όμως, εμφανίζεται να έχει ισχυρά κίνητρα προκειμένου να εμποδίσει την υιοθέτηση ενός ανεξάρτητου συστήματος ιχνηλασιμότητας, το οποίο θα θέσει την παραγωγή της υπό τον έλεγχο του Δημοσίου. Μάλιστα, προς την κατεύθυνση αυτή έχουν συνασπιστεί, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τέσσερις μεγάλες καπνοβιομηχανίες προκειμένου να προωθήσουν ένα δικό τους σύστημα αυτοελέγχου. Σύστημα το οποίο, αν και το διαθέτουν δωρεάν, μέχρι στιγμής δεν έχει υιοθετηθεί από καμία κυβέρνηση παγκοσμίως. Ταυτόχρονα, αντιτίθενται στην εφαρμογή συστημάτων που ισχύουν ήδη σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Τουρκία, οι ΗΠΑ ή ο Καναδάς.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όλοι συμφωνούν ότι η αποτελεσματική καταπολέμηση τα λαθρεμπορίας -στην περίπτωση βέβαια που οι αρμόδιοι στη χώρα μας αποφασίσουν να βγάλουν από το συρτάρι τον σχετικό νόμο και να υλοποιήσουν τα όσα αυτός προβλέπει-, αφενός θα μειώσει την κατανάλωση του τσιγάρου, γενικότερα, και αφετέρου θα αυξήσει την κατανάλωση στα νόμιμα καπνικά προϊόντα, ειδικότερα. Αυτό σημαίνει σημαντική αύξηση των εσόδων για τα δημόσια ταμεία και ταυτόχρονα όφελος για τη δημόσια υγεία.
Του Χαράλαμπου Μπελιά