Την καταβολή του ποσού των 600.000 ευρώ, επικύρωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, στους συγγενείς της…
Ειδικότερα, στις 14.1.2001 το επίμαχο ελικόπτερο του ΕΚΑΒ σηκώθηκε από το αεροδρόμιο του Ελληνικού με πλήρωμα τέσσερα μέλη (κυβερνήτη, συγκυβερνήτη, την γιατρό Σοφία Μπεφόν και τον νοσηλευτή Γ. Λεβεντζώνη) προκειμένου να πραγματοποιήσει αεροδιακομιδή από την Πάτμο στην Αθήνα ασθενούς που είχε υποστεί καρδιακό επεισόδιο.
Όμως, το ελικόπτερο του ΕΚΑΒ ενώ επέστρεφε στην Αθήνα σε απόσταση επτά ναυτικών μιλίων του Σουνίου, λόγω της κακοκαιρίας που επικρατούσε το βράδυ εκείνο, εξαφανίστηκε από τις οθόνες τωντριών ραντάρ του συστήματος PALLAS (Ελληνικού, Υμηττού και Μερέντα) παύοντας κάθε εκπομπή του.
Με αριστερή κλίση και μεγάλη γωνία βύθισης το ελικόπτερο προσέκρουσε με σφοδρότητα στην επιφάνεια της θάλασσας, πρόσκρουση από την οποία αποκόπηκε το ουραίο τμήμα, ενώ η καμπίνα διαλύθηκε και βυθίστηκε αμέσως. Λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης (άνω των 20 g’s) οι ζώνες των επιβαινόντων έσπασαν με αποτέλεσμα να επέλθει ο ακαριαίος θάνατός τους και τα σώματά τους να παρασυρθούν από τα θαλάσσια ρεύματα, μακριά από το σημείο της πτώσης.
Η διερεύνηση του ατυχήματος για τις συνθήκες πτώσης του ελικοπτέρου SX-XOT έγινε από την Επιτροπή Διερεύνησης Ατυχημάτων και Ασφαλείας Πτήσεων.
Το πόρισμα της επίμαχης επιτροπής για την πτώση του μοιραίου ελικοπτέρου του ΕΚΑΒ επισημαίνει ότι από τον ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας του αεροδρομίου της Μυκόνου δόθηκε στον κυβερνήτη του ελικοπτέρου δελτίο καιρού προγενέστερο του ισχύοντος με αποτέλεσμα ο καιρός να φαίνεται καλύτερος του επικρατούντος (π.χ. η ορατότητα που του δόθηκε ήταν 7 km αντί της πραγματικής η οποία ήταν 1 km).
Επίσης, με το νεότερο μετεωρολογικό δελτίο (που δεν έλαβε ο κυβερνήτης) προέκυπτε η ραγδαία επιδείνωση του καιρού.
Εάν ο κυβερνήτης είχε λάβει το νεότερο δελτίο, τότε σύμφωνα με την κοινή λογική και τους κανόνες της επαγγελματικής ειδικότητας, θα προσγειωνόταν το ελικόπτερο στο αεροδρόμιο της Σύρου που έχει και νοσοκομείο.
Σύμφωνα με την εφετειακή απόφαση, την οποία επικύρωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, ακόμη και εάν ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας της Μυκόνου δεν είχε λάβει το νεότερο δελτίο καιρού, όταν μίλησε με τον κυβερνήτη του ελικοπτέρου, έπρεπε να είχε την πρόνοια όταν το έλαβε να επικοινωνήσει εκ νέου με τον κυβερνήτη, προκειμένου να τον ενημερώσει για το «καθοριστικό για την εξέλιξη της πτήσης δελτίο καιρού».
Παράλληλα, σύμφωνα πάντα με το Εφετείο, αλλά και το σχετικό πόρισμα της ΕΔΑΑΠ, το ελικόπτερο του ΕΚΑΒ «δεν έτυχε της επιβαλλόμενης μεταχείρισης και από τον ελεγκτή του Approach Αθηνών, όπως επιβάλλεται στις sanitary πτήσεις (αεροδιακομιδή ασθενών) και μάλιστα κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες».
Και αυτό γιατί, «ο ελεγκτής των Αθηνών, καθ’ ύλην αρμόδιος να προβεί στην μετεωρολογική ενημέρωση του ελικοπτέρου, ο οποίος γνώριζε, σύμφωνα με τηλεφωνική συνεννόηση, που είχε προηγηθεί της απογείωσής του ελικοπτέρου από την Πάτμο, ότι το ελικόπτερο θα ενημερωνόταν από τον Approach (Αθηνών) σχετικά με τον καιρό των Αθηνών, κατά την πρώτη ραδιοτηλεφωνική επαφή που είχε μαζί του στις 16.13΄.21΄΄, δεν τον ρώτησε εάν είχε πάρει τον ισχύοντα τη στιγμή εκείνη καιρό και σε αρνητική απάντηση να του δώσει πλήρες μετεωρολογικό δελτίο της ώρας εκείνης, ώστε να είναι σε θέση να αποφασίσει σωστά αν μπορεί να συνεχίσει ή όχι».
Αντ΄αυτού αρκέστηκε σε μια γενική και αόριστη ενημέρωση «υπάρχει βαρύς καιρός κύριε γύρω από το Α/Δ, πάνω από το Α/Δ και εκτείνεται μέχρι 20 ναυτικά μίλια από το Α/Δ».
Με άλλα λόγια, ο ελεγκτής της Μυκόνου εφοδίασε τον κυβερνήτη του ελικοπτέρου με ανεπίκαιρο δελτίο καιρού, ενώ ο ελεγκτής των Αθηνών δεν ενημέρωσε «προσηκόντως το ελικόπτερο για τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν πάνω και γύρω από το αεροδρόμιο του Ελληνικού και γενικώς δεν ασχολήθηκε με αυτό όσο επιβαλλόταν, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για πτήση που μετέφερε ασθενή».
Κατόπιν αυτών, κρίθηκε ότι υπάρχει ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου για να αποζημιώσει τους συγγενείς των θυμάτων (σύμφωνα με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα) λόγω των παραλείψεων και παράνομων ενεργειών των οργάνων των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας των αεροδρομίων της Μυκόνου και της Αθήνας. Παραλείψεις οι οποίες ήταν σε «αιτιώδη συνάφεια προς το ατύχημα».
Στη συνέχεια το Εφετείο επιδίκασε ως αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης από 200.000 ευρώ στους δυο γονείς της 35χρονης Μπεφόν και από 100.000 ευρώ στον σύζυγό της και την αδελφή της για τον διαρκή και έντονο ψυχικό πόνο που τους προκλήθηκε από το θάνατό της (Το Πρωτοδικείο είχε αρχικά επιδικάσει από 300.000 και 200.000 ευρώ αντίστοιχα, ενώ οι συγγενείς διεκδικούσαν από ένα εκατομμύριο περίπου ο καθένας).
Οι γονείς της γιατρού ζητούσαν ακόμη να τους επιδικαστεί το ποσό των 27.000 ευρώ για εφάπαξ αποζημίωση, λόγω «της απώλειας διατροφής και συνεισφοράς στον πατρικό οίκο». Όμως, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από τη Δικαιοσύνη.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας είχαν προσφύγει τόσο το Ελληνικό Δημόσιο, όσο και οι τέσσερεις συγγενείς της άτυχης γιατρού, ζητώντας για αντίθετους κάθε πλευράς λόγους, να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση που επιδίκασε την αποζημίωση.
Το Β΄Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με τις υπ΄αριθμ. 1183 και 1184/2013 αποφάσεις του απέρριψε ως αβάσιμες τις αναιρέσεις των δυο πλευρών (Δημοσίου – συγγενών) κρίνοντας ότι η εφετειακή απόφαση είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη.