«Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών. Έλληνες, οι Γερμανοί εισβολείς ευρίσκονται εις…
τα πρόθυρα των Αθηνών. Έλληνες, κρατείστε ψηλά την σημαία του Μετώπου. Σε λίγο ο σταθμός αυτός δεν θα είναι ελληνικός. Θα μεταδίδει ανακοινωθέντα του εχθρού».
Με αυτά τα δραματικά λόγια, σαν σήμερα την Κυριακή 27 Απριλίου του 1941 – κατά σύμπτωση ήταν και τότε Κυριακή του Θωμά- ο εκφωνητής Κώστας Σταυρόπουλος ανήγγειλε και επίσημα την είσοδο των Γερμανών στην πόλη της Αθήνας.
Η εμπροσθοφυλακή των στρατευμάτων της ναζιστικής Γερμανίας κατηφόριζε από την Κηφισιά, και ταυτόχρονα συντεταγμένα τμήματα εισήλθαν στην Αθήνα από την Ιερά Οδό.
Μία επιτροπή, αποτελούμενη από τον φρούραρχο στρατηγό Καβράκο, τον νομάρχη Αττικοβοιωτίας αντιναύαρχο Πεντζόπουλο και τους δημάρχους Αθηναίων Αμβρόσιο Πλυτά και Πειραιωτών Μιχαήλ Μανούσκο, περίμεναν τους κατακτητές ώστε να τους παραδώσουν την πόλη.
Οι κάτοικοι μουδιασμένοι, φοβισμένοι και με βουρκωμένα μάτια, κλείστηκαν στα σπίτια τους. Δεν άντεχαν να δουν την παράδοση της Αθήνας στη γερμανική Βέρμαχτ.
Ο επικεφαλής του αποσπάσματος, διοικητής του τάγματος αναγνώρισης μοτοσικλετιστών της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας συναντά την ελληνική αντιπροσωπεία και χαιρετά τους παριστάμενους.
«Σας διαβεβαιώ ότι ο γερμανικός στρατός έρχεται ως φίλος φέρων την ειρήνη εις την Ελλάδα» είπε ο αντισυνταγματάρχης Σέϊμπεν στην Επιτροπή, και μετά τις τυπικές προσφωνήσεις και αντιφωνήσεις υπογράφουν το πρωτόκολλο παραδόσεως της πόλεως των Αθηνών σ΄ ενα στρογγυλό μεταλλικό τραπεζάκι του καφενείου «Παρθενών» μπροστά από την βίλα του Νικολάου Θών, αυλάρχη του βασιλιά Γεωργίου του Α’.
Η Βαλκανική εκστρατεία
Η Αθήνα ήταν και τυπικά γερμανοκρατούμενη πόλη. Με αυτό τον τρόπο γράφτηκε ο επίλογος της βαλκανικής εκστρατείας ή «επιχείρηση Μαρίτα» που σχεδίασε το επιτελείο του Χίτλερ και υλοποίησε η διαβόητη και ανίκητη μέχρι τότε Βερμαχτ.
Μία επιχείρηση που οργανώθηκε άρον – άρον, έπειτα από την πρωτοφανή αντίσταση των ελληνικών στρατευμάτων στο Αλβανικό Μέτωπο, αλλά και την ξαφνική μεταστροφή της Γιουγκοσλαβίας, η οποία λίγο μετά τη συμφωνία για είσοδο στις δυνάμεις του Άξονα, άλλαξε τη στάση της, έπειτα από ένα πραξικόπημα που οδήγησε στην ανατροπή του τότε πρωθυπουργού Ντάγκιτσα Τσβέτκοβιτς.
Ο Άξονας παράλληλα δέχθηκε την πρώτη του ταπεινωτική ήττα στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, καθώς τα ελληνικά στρατεύματα όχι μόνο απέκρουσαν την ιταλική επίθεση, αλλά πέρασαν και στην αντεπίθεση, προωθήθηκαν βαθιά μέσα στο έδαφος της Αλβανίας.
Ο Χίτλερ λοιπόν αποφάσισε να χτυπήσει. Στις 6 Απριλίου η πάνοπλη γερμανική 12η Στρατιά υπό τη διοίκηση του στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ ξεκινούσε την επίθεσή της σε Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα.
Παρά την ηρωική αντίσταση των ελληνικών και των γιουγκοσλαβικών στρατευμάτων, η Βέρμαχτ εξοπλισμένη με τα πιο σύγχρονα όπλα της εποχής, ανάμεσά τους τα τα τρομερά τεθωρακισμένα και τα βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως, κατάφερε να διασπάσει τις γραμμές άμυνας και να προελάσει βαθιά μέσα στο ελληνικό έδαφος.
Η βρετανική βοήθεια δεν αρκούσε για να σταματήσει τους γερμανούς, ο κύριος όγκος των ελληνικών δυνάμεων βρισκόταν στην Αλβανία, με αποτέλεσμα έπειτα από 20 ημέρες αιματηρών μαχών τελικά η Βέρμαχτ να φτάσει στην Αθήνα.
Είχε μεσολαβήσει η άνευ όρων παράδοση στη Βέρμαχτ του ανώτατου διοικητή των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην Αλβανία Γιώργου Τσολάκογλου, μία απόφαση που εξαργύρωσε αργότερα όταν και έγινε ο πρώτος δοσίλογος πρωθυπουργός της χώρας.
Οι ιταλοί από την πλευρά τους ταπεινωμένοι από την πρωτοφανή ήττα που γνώρισαν πίεσαν τους γερμανούς να μην αποδεχτούν την παράδοση και ζήτησαν να συνεχίσουν να πολεμούν μέχρι μπουν ως κατακτητές στην Αθήνα. Και αυτή η στάση χλευάστηκε μέχρι και από αρχηγό επιτελείου της Βέρμαχτ, τον Βίλχελμ Κάιτελ.
Ο πόλεμος ωστόσο συνεχίστηκε σε ελληνικό έδαφος αφού ακολούθησε η αιματηρή μάχη της Κρήτης που διήρκεσε μέχρι και την πρώτη Ιουνίου.
www.newpost.gr
Use Facebook to Comment on this Post