Ενα σπαρταριστό άρθρο που απευθύνεται στον υπουργό Οικονομικών γράφει ο πρόεδρος της Δημιουργίας!Ξανά Θάνος Τζήμερος. Εξηγεί πώς το κράτος «ο μέγας απατεών, ο φεσαδόρος των 7,5 δις «το παίζει» εγγυητής της νομιμότητας και δίνει το ρυθμό στο χορό της παρανομίας παραβαίνοντας τους νόμους που θέσπισε». Και αναφέρει τα φέσια που «έφαγε» ο ίδιος…
Το 2009 έφαγα 105.000 ευρώ «φέσι» από 6 πελάτες. Πλήρωσα ΦΠΑ που δεν εισέπραξα. Πλήρωσα αγγελιόσημο που δεν εισέπραξα. Πλήρωσα τις διαφημιστικές τους καταχωρήσεις στα ΜΜΕ. Πλήρωσα τους τυπογράφους για τα έντυπά τους. Πλήρωσα τους υπαλλήλους μου που τα σχεδίασαν. Πλήρωσα φόρο για εισοδήματα που δεν απέκτησα. Πλήρωσα προκαταβολή φόρου που υπολογίστηκε σε ανύπαρκτα κέρδη. Πλήρωσα επιπλέον και έκτακτη εισφορά διότι λογιστικά η εταιρεία μου είχε κέρδος πάνω από 100.000 ευρώ. Το κράτος δεν δέχεται ότι υπάρχει περίπτωση και να μην πληρωθείς! Θεωρεί ότι αφού κόπηκε τιμολόγιο έχει νομοτελειακά εξοφληθεί. Και σε φορολογεί.
Παρένθεση-ερώτηση 1η προς τους φωστήρες του οικονομικού επιτελείου: όταν υπολογίζετε το ύψος των ακάλυπτων επιταγών (το 2012 ήταν 1,3 δις, με 2,3 δις το 2011 – κι εκεί ύφεση έχουμε!), έχετε υπολογίσει τους φόρους που αναλογούν και θα μπουν στην τσέπη σας, χωρίς να έχουν μπει ποτέ στην τσέπη του φορολογούμενου;
Αυτός, λοιπόν, που τρώει τη μια μαχαιριά από την ακάλυπτη επιταγή, τρώει και τη δεύτερη από την εφορία για να τον αποτελειώσει. Κάποιοι καταρρέουν και κλείνουν. Κάποιοι αντέχουν, γιατί είχαν κρατήσει «καβάτζα» για τα δύσκολα, από προηγούμενες χρήσεις. Άντεξα κι εγώ. Τα 45 χιλιάρικα αποφάσισα να τα ξεχάσω. Ήταν από εταιρείες, σωστές στις πληρωμές τους, παλιούς συνεργάτες, που είχαν φάει κι αυτοί φέσι. Ντόμινο. Οι 60.000 όμως ήταν από μία νέα Α.Ε., τυπικό δείγμα ελληνικού μάνατζμεντ, που είχε να πληρώσει, αλλά οι διευθύνοντες προτιμούσαν να κάνουν dolce vita με τα λεφτά άλλων. Δεν παίζει μόνο στο Δημόσιο αυτό το σενάριο…
Ανέχτηκα ένα χρόνο την κοροϊδία «στο τέλος του μήνα θα σας εξοφλήσουμε, ξαναπάρτε» και πλέον, καθώς είχαμε φτάσει στα μέσα του 2010, τους απείλησα με αγωγή. Οπότε, μίλησα με το δικηγόρο τους. Μου λέει «να συμβιβαστούμε, να σου δώσω 4 χιλιάρικα και να το κλείσουμε». Από τις 60 χιλιάδες, μόνο οι 12.000 αφορούσαν αμοιβή της εταιρείας μου. Οι 48.000 ήταν έξοδα τρίτων: τυπογραφικά, πληρωμές σε ΜΜΕ, ΦΠΑ, αγγελιόσημο (το χαράτσι υπέρ τρίτων, που πάει στη σύνταξη του Τράγκα και του Χατζηνικολάου – να μην το ξεχνάμε). Απόρησα με το θρασύ ποσοστό του «κουρέματος» – τότε τα μπαρμπέρικα χρεών δεν ήταν ακόμα της μόδας. Του το εξέφρασα. Η απάντησή του ήταν κυνική και αφοπλιστική. «Να λες κι ευχαριστώ. Θα μπορούσα και μη σου δώσω φράγκο. Γιατί αν πας δικαστικά θα κάνει καμιά 15αριά χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει και θα φας τα μισά στους δικηγόρους. Κι όταν βγει η απόφαση, θα έχουμε κλείσει και, μετά, πιάσ’ το αυγό και κούρευ’ το!». Σε άψογο ενικό και με λιμανίσια «αξάν», μολονότι ήταν η πρώτη φορά που μιλούσαμε. «Μόνο οι μαζόχες πάν’ στα δικαστήρια» με προειδοποίησε. «Μαζόχας» δεν είμαι. Αλλά στο δικαστήριο θα πήγαινα.
Την κατέθεσα την αγωγή. Η πρώτη δικάσιμος ορίστηκε, από το 2010, για φέτος, στις 30 Μαΐου. Η εξέλιξη εντελώς προβλέψιμη. Εμφανίζεται στο δικαστήριο μια νέα δικηγόρος του αντιδίκου που λέει «μόλις χτες μου ανέθεσαν την υπόθεση, να ο φάκελος του κούριερ, και δεν έχω προφτάσει να τη μελετήσω. Ζητάμε αναβολή». Αυτό είναι το ένα από τα τρία μόνιμα κόλπα για αναβολή. Τα άλλα δύο είναι «είμαι άρρωστος» ή «έχω δικαστήριο αλλού».
Παρένθεση-ερώτηση 2η προς τους νομοθέτες. Γιατί αυτή η απροκάλυπτη ασέβεια στη δικαιοσύνη να γίνεται αποδεκτή, χωρίς επιπτώσεις; Είχες 3 χρόνια μπροστά σου να ετοιμάσεις την υπεράσπιση και άλλαξες δικηγόρο την παραμονή της εκδίκασης; Η υπόθεση θα εκδικασθεί ούτως ή άλλως! Ας ξενυχτούσε να τη διαβάσει. Παλιότερα έδιναν αναβολή σε όλες αυτές τις μεθοδεύσεις. Τώρα είναι πιο αυστηροί. Αλλά πάλι είναι σε ποιον θα πέσεις, θέμα τύχης. Ήμουν τυχερός, λοιπόν, και το δικαστήριο δεν δέχθηκε την αναβολή. Η υπόθεση εκδικάσθηκε, ουσιαστικά, ερήμην του αντιδίκου. Ναι, αλλά δεν ξέρω επίσημα αν δικαιώθηκα! Η απόφαση θα βγει σε 7 μήνες!
Παρένθεση-ερώτηση 3η προς τους φωστήρες του Υπουργείου Δικαιοσύνης: έχει πάρει το αυτί σας κάτι που λέγεται μηχανογράφηση; Κάτι που έχουν όλα τα σοβαρά κράτη, ανάμεσά τους και η Τουρκία, και λέγεται e-justice; Έχετε μετρήσει πόσοι γραμματείς αναλογούν σε ένα δικαστή εδώ και πόσοι στην Αγγλία, ας πούμε; Είναι δυνατόν να περιμένουμε 7 μήνες να… καθαρογραφεί μια απόφαση; Άκου, «καθαρογραφεί»! Tην εποχή που άλλοι ετοιμάζουν κβαντικούς υπολογιστές!
Όταν βγει η απόφαση, το δικαστήριο επιδικάζει ένα ποσό άμεσα καταβλητέο (αν υπάρχει) και τα υπόλοιπα τα παίρνεις (αν έχει μείνει τίποτε) όταν τελεσιδικήσει η υπόθεση, κάτι που όπως φαίνεται από τις ημερομηνίες που ορίζονται αυτή τη στιγμή για πρωτοείσακτες υποθέσεις, θα πάει μετά το 2020!
Κι εδώ η λογική, αλλά και η επιχειρηματικότητα, σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Γιατί από τη στιγμή που κάποιος χάνει πρωτόδικα την υπόθεση δεν υποχρεώνεται να εξοφλήσει το χρέος του στο σύνολο; Έχει καταδικαστεί, έτσι δεν είναι; Καταδίκη χωρίς «ποινή» γίνεται; Αν στο εφετείο κερδίσει την υπόθεση, να πάρει όλο το ποσό πίσω! Αλλά τώρα, που την έχασε, με ποια λογική το κρατάει; Γιατί το κράτος «βάζει πλάτη» στον απατεώνα; Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις εταιρειών που κέρδισαν αγωγές στους «φεσατζήδες» πρωτόδικα, τις κέρδισαν και στο εφετείο, αλλά, εν τω μεταξύ, ο… faux Ντάριο Φο (δεν πληρώνω – δεν πληρώνω) είχε προφτάσει να κάνει τις νομικές αλχημείες και δεν βρήκαν τίποτε να πάρουν. Δεκάρα τσακιστή. Ο απατεώνας περνάει ζωή και κότα με την ευγενική χορηγία της Ελληνικής Δικαιοσύνης και ο συνεπής καταρρέει.
Επίσης, γιατί όλες οι υποθέσεις να έχουν δικαίωμα έφεσης; Όταν προσπαθούμε να αποσυμφορήσουμε το σύστημα απονομής δικαιοσύνης, μια λύση δεν είναι κάποιες, μη ποινικές τουλάχιστον, υποθέσεις να μην μπορούν να προσφύγουν σε δεύτερο βαθμό; Αν, ας πούμε, η καταδίκη είναι παμψηφεί και σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση; Αν είναι αυτό που λέμε «καραμπινάτη περίπτωση, που βγάζει μάτι»; Δηλαδή, όταν κάποιος έχει αποδεχθεί όλα σου τα τιμολόγια, τα έχει καταχωρήσει, έχει αφαιρέσει τον ΦΠΑ, τα έχει παρουσιάσει ως έξοδα στον ισολογισμό του και δεν σε πληρώνει με το «έτσι γουστάρω», τι διαφορετικό θα πει στο εφετείο; Αν δεν έχει ούτε καν εμφανιστεί στην εκδίκαση πρωτοδίκως, γιατί να εμφανιστεί στο εφετείο; Χρόνο προσπαθεί να κερδίσει. Δεν είμαι νομικός, κοινό νου έχω, απ’ ό,τι διαβάζω όμως ανάλογες προτάσεις έχουν διατυπώσει και έγκριτοι νομικοί.
Και πάμε στο ουσιαστικότερο. Αν, τελικά, δεν εισπραχθεί το ποσό, διότι η εταιρεία θα κλείσει ή δεν έχει μετρητά ή υπάρχουν κι άλλες απαιτήσεις «στην ουρά» πριν από σένα, γιατί το ποσό να μην επιστρέφεται από την εφορία ως αχρεωστήτως καταβληθέν; Αν, δηλαδή, αποδείξεις τελεσίδικα, ότι τον ΦΠΑ που πλήρωσες ουδέποτε τον εισέπραξες και τα εισοδήματα για τα οποία φορολογήθηκες ουδέποτε τα είχες, γιατί το κράτος να επιμένει να παρακρατεί ένα ποσό που δεν του ανήκει; Με ποια λογική; Με ποια ηθική; Με ποια αναπτυξιακή οπτική, διάολε;
Αλλά, θα μου πείτε, τι ψάχνω να βρω όταν ο μεγαλύτερος φεσατζής είναι το ίδιο το κράτος. Σε 7,5 δις έφτασαν φέτος οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του κράτους στην αγορά, για να παρουσιάσει, δήθεν, λογιστικό πλεόνασμα… Μεγαλοφυές! Δεν σε πληρώνω και εμφανίζω αυτά, τα δικά σου λεφτά, τα κλεμμένα από την αγορά λεφτά, σαν οικονομική πρόοδο, μπας και κοροϊδέψω λίγο ακόμα τους «κουτόφραγκους» και τους ψηφοφόρους. Όταν, ο μέγας απατεών, ο φεσαδόρος των 7,5 δις «το παίζει» εγγυητής της νομιμότητας, όταν το ίδιο το κράτος δίνει το ρυθμό στο χορό της παρανομίας παραβαίνοντας τους νόμους που θέσπισε, ακόμα και τη συμφωνία που υπέγραψε με τους δανειστές, όπου προβλέπεται ρητά η εξόφληση των κρατικών χρεών, για ποιο θεσμικό πλαίσιο να συζητάμε;
Ίσως ο «μάγκας» δικηγόρος να είχε, τελικά, δίκιο: «μαζόχες» είμαστε. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγηθεί το ότι εξακολουθούμε να δίνουμε, κυριολεκτικά, ψήφο εμπιστοσύνης σε ανθρώπους που όλη τους τη ζωή την πέρασαν στην ασφάλεια της οικονομικής θεωρίας και της κρατικής αγκαλιάς (με τα δικά μας χρήματα, ε;) και δεν διακινδύνεψαν να χάσουν ούτε μισό ευρώ, κουμαντάροντας έστω και μια βαρκούλα, στη θάλασσα της πραγματικής οικονομίας;
Use Facebook to Comment on this Post