Ποιος και γιατί εκβίαζε τον Μητροπολίτη; – Ροζ ιστορίες με καταθέσεις χιλιάδων ευρώ!

«Ακολασίες στις δεσποτικές αυλές»; – “Ροζ” εκβιασμοί κάτω από το ράσο και πάνω από 400 χιλιάδες ευρώ σε λογαριασμό του εκβιαστή !..
Πληθώρα από ερωτηματικά παραμένουν αναπάντητα παρά την καταδίκη του κατηγορουμένου για τα ιλιγγιώδη ποσά που πέταξαν από το Καρπενήσι για χάρη του Δεσπότη.

Έτριβαν τα μάτια τους και δεν πίστευαν στα αυτιά τους όσοι προχθές παρακολουθούσαν την εξέλιξη μιας ποινικής υπόθεσης στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων στη Λαμία. Ήταν απλοί θεατές σ’ ένα «θέατρο του παραλόγου» όπου οι βασικοί πρωταγωνιστές απουσίαζαν.

Έτσι μάρτυρες και διάδικοι, όπως επίσης και οι δικαστές, προσπαθούσαν να καταλάβουν «τι έγινε στα δεσποτικά δώματα εκείνη την περίοδο», όπως χαρακτηριστικά διερωτήθηκε στην απαγόρευσή του ο εισαγγελέας κ. Κουκούτσης. Μια απορία που έμεινε μέχρι το τέλος. Μια απορία που υπήρξε οδηγός και στην απόφαση του δικαστηρίου και προβλημάτισε ιδιαίτερα τους Εφέτες.

Οι κατηγορίες βαρύτατες. Απάτη σε βάρος του Μητροπολίτη, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, όπως επίσης και εκβίαση. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αθώωσε τον κατηγορούμενο για την απάτη και τον θεώρησε ένοχο για την εκβίαση, επιβάλλοντας 8 χρόνια φυλάκιση και δίνοντας αναστολή στην έφεση. Έτσι παρά το σκληρό κατηγορητήριο ουσιαστικά ο κατηγορούμενος έπεσε στα μαλακά.

Ο ίδιος ήταν απών ενώ η υπεράσπιση του ζητούσε επίμονα να παρουσιαστεί για να καταθέσει ο Μητροπολίτης Καρπενησίου Νικόλαος, ο οποίος επίσης ήταν απών, γιατί όπως δήλωσε η υπεράσπιση «μόνο δύο άνθρωποι μπορούν να μας πουν τι ακριβώς έχει γίνει… ο κατηγορούμενος που το λέει και στην κατάθεσή του στον ανακριτή και επικαλείται ερωτική και σαρκική σχέση με τον Δεσπότη και ο Μητροπολίτης».

Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα όμως συνέχισε την ακροαματική διαδικασία γιατί ήταν εκεί οι γραμματοκομιστές, που αυτή τη φορά δεν κουβαλούσαν επιστολές ή οτιδήποτε άλλο. Πήγαιναν και έρχονταν μεταξύ του Επισκοπίου και των Τραπεζών καταθέτοντας τεράστια ποσά σ’ έναν τραπεζικό λογαριασμό χωρίς να γνωρίζουν τον άνθρωπο, χωρίς να γνωρίζουν τον λόγο και το κυριότερο χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς κρύβεται πίσω από αυτό το σκηνικό.

Ο Δεσπότης τηλεφωνούσε με αγωνία για να μαζέψει χρήματα

Αυτό το σκηνικό όμως διαμορφώνονταν από το πρωί μέχρι το μεσημέρι. Τότε δηλαδή που εργάζονταν οι τράπεζες. Για ενάμιση χρόνο το ίδιο σκηνικό. Το ίδιο δρομολόγιο ανάμεσα στον Επίσκοπο και τις τράπεζες του Καρπενησίου. 

Το σκηνικό δεν σταματούσε εκεί. Είτε το απόγευμα είτε το βράδυ, είτε άγρια χαράματα ορισμένοι, κυρίως επώνυμοι του Καρπενησίου, άκουγαν το τηλέφωνό τους να χτυπάει και στην άλλη άκρη της γραμμής τον Μητροπολίτη όχι να τους ρωτά αν έχουν τη δυνατότητα αλλά να τους ζητάει χρήματα από 2.000 μέχρι 8.000 € και μάλιστα άμεσα «γιατί ήθελε να βοηθήσει κάποιον που είχε μεγάλη ανάγκη». 
Δεν ήταν άλλωστε ένα συνηθισμένο τηλεφώνημα. Δεν είχαν τη δυνατότητα να μιλούν κάθε χάραμα ή μεταμεσονύκτιες ώρες με τον Δεσπότη τους. Στο σύνολό τους δεν ρωτούσαν πώς είχαν τα πράγματα αλλά κοιτούσαν πώς θα τα βολέψουν έτσι ώστε να φανούν συνεπείς στον Μητροπολίτη τους που περίμενε τα χρήματα. Ξημέρωναν στα υποκαταστήματα των τραπεζών του Καρπενησίου, έκαναν αναλήψεις και με τα χρήματα στα χέρια έπαιρναν τον δρόμο για το γραφείο του Δεσπότη Καρπενησίου να του τα δώσουν.

Τη συνέχεια την αναλάμβαναν άλλοι. Ο οδηγός του, κάποιος Διάκονος, ή ακόμα και κάποιος ιερέας, που με σημειώματα πήγαιναν στην τράπεζα και κατέθεταν σε συγκεκριμένο λογαριασμό χρήματα.

Υπήρχαν όμως και οι άλλοι οι οποίοι με τηλεφωνήματα ενημερώνονταν για το όνομα και το λογαριασμό και πήγαιναν κατευθείαν στην τράπεζα. Άλλοι επειδή απουσίαζαν την ώρα που ο Μητροπολίτης τους έπαιρνε τηλ. έστελναν τις γυναίκες τους για να καταθέσουν τα χρήματα που είχαν υποσχεθεί.

Συστηματικά επί 1,5 περίπου χρόνο οι άνθρωποι πήγαιναν και κατέθεταν χρήματα στο όνομα «Παναγιώτης Πολίτης» χωρίς να τον γνωρίζουν, χωρίς να έχουν πει ούτε καλημέρα και χωρίς κανείς να ενδιαφέρεται για το ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος και ποιες είναι οι σχέσεις του με τον Μητροπολίτη. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε 4 σελίδες στο παραπεμπτικό βούλευμα καταγράφονται ονόματα, ημερομηνίες και χρήματα τα οποία πήγαιναν σε έναν λογαριασμό. Ακόμη και ταξί πήγαινε από την Αθήνα στο Καρπενήσι για να πάρει φακελάκι και να επιστρέψει.

Συνολικά 360.000 €, ένα μυθικό ποσό για το Καρπενήσι, μπήκαν στον συγκεκριμένο λογαριασμό, κάτι που δεν αμφισβητείται από καμία πλευρά. Όλοι τους μιλούσαν για τρομακτικό ποσό.

Μάλιστα ο εισαγγελέας κ. Κουκούτσης που εκείνη την εποχή υπηρετούσε στο Καρπενήσι σχηματικά στην αγόρευσή του είπε πως «όπως έλεγε ένας παλιός Καρπενησιώτης στη δεκαετία του ’60 έβγαζε δίσκο η εκκλησία και σε ολόκληρη της Ευρυτανία δεν μάζευε ούτε δύο χιλιάδες δραχμές…», θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να δείξει τα λιγοστά οικονομικά περιθώρια, καθώς στις ακάλυπτες επιταγές του Μητροπολίτη μαζεύονταν χρήματα και τα κατέθεταν σε έναν λογαριασμό.

Όπως τουλάχιστον κατατέθηκε τη χθεσινή μέρα τα χρήματα επιστρέφονταν σε άλλους μετά από δύο ώρες, σε άλλους μετά από δύο μέρες και σε άλλους μετά από τρεις μήνες από τον ίδιο τον Μητροπολίτη.

Κανένας όμως στο δικαστήριο δεν είχε ζωντανές παραστάσεις, ή τέλος πάντων κάποιες ζωντανές μαρτυρίες για τους λόγους που οδηγούσαν τον μητροπολίτη να καταθέτει συνεχώς και αδιάλειπτα χρήματα παρά το γεγονός ότι «υπήρχε μια έντονη φήμη» κατά τον εισαγγελέα κ. Κουκούτση, ή ακόμη «υποψιών μεταξύ των πολιτών οι οποίοι άλλοι έλεγαν ότι ο μητροπολίτης φτιάχνει εξοχικό στη Σύρο, άλλοι ότι τα χρήματα θα στέλνει σε εξώγαμο που έχει…» όπως κατέθεσε ο Αρχιερατικός επίτροπος πατέρας κ. Λιάπης που ήταν μεταξύ των ανθρώπων που προσέτρεξε στον μητροπολίτη για να του πει να «προσέχει…» αλλά μάταια. 

Ο Δεσπότης δεν ακούει κανέναν. Συνεχίζει να καταθέτει χρήματα στον ίδιο λογαριασμό για τον ίδιο άνθρωπο και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις καταγράφονται ποσά κατατίθενται 2 και 3 φορές την ημέρα.

Ποιος ήταν ο Πολίτης

Μπορεί να καταβλήθηκε προσπάθεια να παρουσιαστεί ως ένας εκβιαστής όμως, όπως προκύπτει από το ίδιο το κατηγορητήριο είχε ιδιαίτερες σχέσεις με ιερωμένους. Η δουλειά του ήταν στις πωλήσεις κάποιων εκκλησιαστικών ειδών.

Μπορεί κανείς να μην γνώριζε από τους ιερωμένους που ήταν μάρτυρες τη χθεσινή μέρα όμως ο ίδιος έχει στην θητεία πολλών ετών στην Ευρυτανία. Από το 2000 ήταν τρόφιμος στο μοναστήρι του Προυσσού όπου εκεί ήταν ηγούμενος ο Χρυσόστομος, ο αδελφός του Δεσπότη. Εκεί όμως διακονούσε και η Μαργαρίτα που ήταν αδερφή του ηγούμενου Χρυσόστομου και αδερφή του Δεσπότη.

Όπως τουλάχιστον κατατέθηκε στο δικαστήριο, πριν αποκτήσει επαφές με τον Μητροπολίτη Καρπενησίου κκ Νικόλαο έπαιρνε διάφορα βοηθήματα από τον Ηγούμενο της Μονής Προυσσού. Μάλιστα ο ίδιος κατέθεσε χθες στο δικαστήριο ότι «τον βοηθούσε γιατί είχε ανάγκες…» χωρίς όμως να αναφερθεί σε ποσά και να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες όπου παρά τις επίμονες ερωτήσεις υπογράμμισε ότι «όλα αυτά εντάσσονται στο απόρρητο των μυστηρίου τις εξομολόγησης…».

Όπως τουλάχιστον προέκυψε από την κατάθεση μέχρι το 2004 ο Παναγιώτης Πολίτης είχε διαρκώς πρόσβαση στο παγκάρι του Μοναστηριού του Προυσσού, καθώς κανείς δεν μπορούσε να αποτρέψει τον ηγούμενο να τον τροφοδοτεί με χρήματα.

Εισαγγελέας: ”Δεν μπορώ να απαντήσω στα ερωτήματα”

Έσκασε η βόμβα

Έχασαν κυριολεκτικά την μιλιά τους και οι ιερωμένοι που περίμεναν να καταθέσουν ως μάρτυρες αλλά και οι εφέτες όπως επίσης και οι δικηγόροι της πολιτικής αγωγής όταν άκουγαν με την έναρξη της διαδικασίας των πατέρα Χρυσόστομο Δρόσο ηγούμενο της μονής του Προυσσού και αδερφό του Μητροπολίτη να επιβεβαιώνει στο δικαστήριο ότι ακόμα και δύο μέρες πριν από τη δική τροφοδοτούσε με χρήματα τον κατηγορούμενο.

Μάλιστα ο ίδιος επιβεβαίωσε συνεχείς καταθέσεις χρημάτων είτε με εμβάσματα είτε με ταχυδρομικές επιταγές συνολικού ύψους 40.000 € στο τέλος του 2012 και τις αρχές του 2013. Μάλιστα επιβεβαίωσε ότι έστειλε και περίπου 1500 € πριν από δύο μέρες στον ίδιο τον κατηγορούμενο χωρίς να απαντήσει για πιο λόγο.

Κυριολεκτικά έμειναν κάγκελο οι Εφέτες όταν ο δικηγόρος της υπεράσπισης κατέθεσε στο δικαστήριο κάποια αποκόμματα ταχυδρομικών επιταγών και εμβασμάτων από τα οποία εμφανίζονται να εισπράττει ο κατηγορούμενος ακόμη και το τελευταίο διάστημα 40.000 €.

Την κατάθεση μάλιστα των συγκεκριμένων χρημάτων επιβεβαίωσε λίγο αργότερα η αδερφή τους, τα οποία μάλιστα ενέταξε μέσα σε ένα πλαίσιο μετανοίας.

Λίγο αργότερα η πολιτική αγωγή αμφισβήτησε ορισμένα από αυτά τα στοιχεία τα οποία θεώρησε ως πλαστά και κατασκευασμένα ωστόσο όμως όλα αυτά τα στοιχεία αποτέλεσαν και έναν ουσιαστικά οδηγό γιατί κανείς δεν μπορούσαν να τεκμηριώσει γιατί αυτά τα χρήματα έφτασαν και πάλι στον κατηγορούμενο παραμονές των δικαστηρίων. 

Ουσιαστικά διαπιστώθηκε ότι υπάρχει ομφάλιος λώρος ή τέλος πάντων, κάτι που ενώνει τις σχέσεις του μοναστηριού του Προυσσού με τον κατηγορούμενο.

Έτσι λοιπόν μιλάμε ότι σε όλες αυτές τις σχέσεις που έχουν διαμορφωθεί δεν είναι μόνο οι 360.000 που περιλαμβάνει το κατηγορητήριο ότι έφυγαν από τα χέρια του μητροπολίτη προς τον Παναγιώτη Πολίτη, ουσιαστικά είναι άλλα 40.000 € που δόθηκαν το τελευταίο διάστημα όπως επίσης είναι και άλλα χρήματα που δόθηκαν πριν ο Παναγιώτης Πολίτης δημιουργήσει περίεργες γέφυρες με τον μητροπολίτη Καρπενησίου, τα οποία μάλιστα είναι απροσδιόριστα και προέρχονται από τις σχέσεις που είχε με τον ηγούμενο της Μονής Προυσσού που ήταν αδερφός Μητροπολίτη.

Κανείς βέβαια δεν γνωρίζει μέχρι στιγμής το ακριβές ύψος των χρημάτων που έφτασε στα χέρια του Παναγιώτη Πολίτη από τους ιερωμένους και τα μοναστήρια.

Οι καταθέσεις

Το κεντρικό επιχείρημα σύμφωνα με το κατηγορητήριο ήταν ότι ο Μητροπολίτης έπεσε στα χέρια απατεώνα ο οποίος με κάθε τρόπο τον έπειθε στην αρχή και τον εκβίαζε στο τέλος για να του πάρει χρήματα.

Όλοι οι μάρτυρες που πέρασαν χθες από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων παρουσίασαν τον μητροπολίτη σαν έναν ευκολόπιστο άνθρωπο που δεν έχει δώσει δικαιώματα σε κανέναν και μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις υπογράμμισαν ότι αυτή η βοήθεια που έδιδε αρχικά ήταν ενταγμένη μέσα στο ποιμαντικό του έργο.

Μάλιστα τον περιέγραψαν σαν έναν «καλόγηρο» που δεν είχε πολλές σχέσεις και που πράγμα έναν ασκητικό βίο ακόμη και μέσα στο Επισκοπείο. Όλοι τους όμως μιλούσαν

για τρομακτικά μεγάλα ποσά, κανείς δε γνώριζε το ακριβές μέγεθος και ένιωθαν έκπληξη όταν άκουγαν ότι όλο αυτό το σκηνικό έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις 360.000 €.

Παρουσίασαν τον κατηγορούμενο ως έναν στεγνό εκβιαστή που «απειλούσε με ανυπόστατες αποκαλύψεις σε βάρος του Μητροπολίτη Καρπενησίου» όπως χαρακτηριστικά τόνισαν και παρουσίασαν τον μητροπολίτη να προσπαθεί να διαφύλαξη την υστεροφημία του ενδίδοντας σε αυτούς τους εκβιασμούς.

Κανείς τους όμως ούτε συνάντησε ούτε συνομίλησε με τον κατηγορούμενο. Υποστήριξαν ότι νυχτερινές ώρες μετά τις 12 ο Δεσπότης δέχονταν τηλεφωνήματα απειλητικά από τον κατηγορούμενο και το ξημέρωμα της επόμενης μέρας έψαχνε για χρήματα για να τον τροφοδοτήσει. Μυθικές ήταν οι περιγραφές που κατατέθηκαν χθες στο δικαστήριο από ιερωμένους αλλά και λαϊκούς για όλο αυτό το σκηνικό.

Ανάμεσά τους και τα αδέλφια του Δεσπότη που μόλις αποκαλύφθηκε όλο το σκηνικό ουσιαστικά παρουσίασαν μια κατάσταση ότι τον έθεσαν υπό την κηδεμονία τους, είτε παρακολουθώντας τα τηλέφωνα είτε απομακρύνοντας τον μητροπολίτη από το να έρχεται σε επαφή με τον κατηγορούμενο τηλεφωνικά.

Στις καταθέσεις τους ενώπιον του δικαστηρίου υποστήριξαν πως «ακούγαμε στα τηλέφωνα αισχρά πράγματα που δεν μπορούμε να σας περιγράψουμε». Μάλιστα υπογραμμίστηκε πως ουσιαστικά η οικογένειά του δηλαδή τα αδέλφια του ήταν εκείνα που τον πίεσαν να κατατεθεί η σχετική μήνυση για να ξεκινήσει η διαδικασία της έρευνας για να οδηγηθεί στο ακροατήριο συγκεκριμένη υπόθεση μετά από αρκετά χρόνια.

Τι ισχυρίζεται

Αντίθετα ο αδελφός του κατηγορουμένου που κατέθεσε χθες στο δικαστήριο έκανε λόγο για συνεχείς επαφές, και για ανάγκες του αδερφό του, καθώς προσπαθούσε να σώσει μια πατρική περιουσία και μια επιχείρηση που έχει πέσει έξω από πολλά χρόνια και υπογράμμισε με απόλυτο τρόπο πως « τα χρήματα δεν δόθηκαν στον αδερφό μου για να

τα επιστρέψει… άλλωστε δεν μπορούσε να τα επιστρέψει».

Μάλιστα όταν ρωτήθηκε επίμονα επανέλαβε τους ισχυρισμούς που κατέθετε ο αδερφός του ενώπιον του ανακριτή ότι δηλαδή «ο Δεσπότης στην αρχή τον αγαπούσε και ήθελε να τον βοηθήσει. Μετά είχαν ερωτικές σχέσεις και βρίσκονταν ποτέ στο Καρπενήσι και πότε σε διαμέρισμα που διατηρούσε ο Δεσπότης στην Αθήνα…».

Μάλιστα ο ίδιος υποστήριξε κάποιος οδηγός ταξί πήγε πέντε ή έξι φορές στο Καρπενήσι για να πάρει χρήματα μέσα σε φακελάκι. Περιέγραψε πως τον υποδέχτηκε ο Δεσπότης και τον φίλεψε πριν αναχωρήσει για την Αθήνα. Πάντως και ο ίδιος έδειξε να μην θέλει να πει τίποτα παραπάνω από όσα έχει καταθέσει και ενώπιον του ανακριτή ο αδελφός του και κατηγορούμενος.

Μαρτύρια από πρώτο χέρι

Ίσως την δική του «μαρτυρική κατάθεση» προσπάθησε να δώσει ο εισαγγελέας της έδρας και αντιεισαγγελέας Εφετών κ. Κουκούτσης που εκείνη την κρίσιμη περίοδο

υπηρετούσε ως εισαγγελέας πρωτοδικών στην Ευρυτανία και επομένως από πρώτο χέρι γνωρίζει πρόσωπα, πράγματα και γεγονότα.

Ο κ. Κουκούτσης στην αγόρευσή του προσπάθησε να περιγράψει το σκηνικό σε ολόκληρη την Ευρυτανία την προηγούμενη δεκαετία κάνοντας λόγο για «πολλά μαύρα

σύννεφα» πάνω από την Ευρυτανική πρωτεύουσα. Μίλησε για μια φήμη η οποία είχε απλωθεί σε όλο το Καρπενήσι, μια φήμη για πακτωλό χρημάτων που πάει σε περίεργες κατευθύνσεις, μία φήμη για «ακολασίες στις δεσποτικές αυλές» όπως χαρακτηριστικά τόνισε.

Μάλιστα έμμεσα ομολόγησε ο ίδιος από την πρώτη στιγμή είχε κινηθεί στην κατεύθυνση να διατάξει προκαταρκτική έρευνα. «Δεν προλάβαμε να δράσουμε. Υπήρξε η κατάθεση της μήνυσης και προχώρησε η διαδικασία. Μας πρόλαβαν αυτά τα γεγονότα…» είπε χαρακτηριστικά ο εισαγγελέας τονίζοντας ότι είναι ανάγκη «να φωτιστεί τι πραγματικά έγινε στα δεσποτικά δώματα εκείνη την περίοδο».

Ο ίδιος ο εισαγγελέας χαρακτήρισε «ιλιγγιώδες το ποσό» που αναφέρεται στο κατηγορητήριο και ότι ο ίδιος παρά την ακροαματική διαδικασία και τη μελέτη του κα-

τηγορητηρίου «δεν εξήγαγα ασφαλές συμπέρασμα..» όπως τόνισε. Χαρακτηρίζει απίστευτο το ποσό που αναφέρεται και πολύ το μυστήριο που ξεπερνά τα όρια της ελεημοσύνη στις εκκλησίας. Παρουσιάζει στην αποτύπωση των γεγονότων επιφανείς κατοίκους του Καρπενησίου «να απασχολούνται από τον μητροπολίτη ορθρινές ώρες..» και μάλιστα προσδιόρισε ότι όλο αυτό το σκηνικό δείχνει ότι ο μητροπολίτης είχε μια συμπεριφορά ως «πρόβατο επί σφαγή υπό την μάχαιρα της εκβίασης» όπως τόνισε.

Προσπάθησε να αποτυπώσει ενώπιον του δικαστηρίου τις δύο εκδοχές από τη συγκεκριμένη υπόθεση.

« Η απόδειξη για τα τεκμήρια μένουν έξω από την πόρτα όταν μέσα από αυτή είναι δύο. Το ποσό προκαλεί μυστήριο. Να υιοθέτησω την άποψη που δείχνει οδό όφεως επί λίθου κυλιομένου; Να υιοθετήσουμε την άποψη ότι πρόκειται για αντάλλαγμα υπογάστριων γλυκασμών; Αδύνατον να απαντήσω στο πρόβλημα» είπε χαρακτηριστικά ο εισαγγελέας κατά τη διάρκεια της αγόρευσης του ενώ στη συνέχεια παρουσιάζει τον μητροπολίτη να εκβιάζεται εξακολουθητικός και το οικείο περιβάλλον του. 

Μάλιστα εξέφρασε και την απορία του για το πως αντιμετώπισε το συγκεκριμένο θέμα η διοίκηση της εκκλησία σε σχέση με τον μητροπολίτη και την διακονία του.

Ο ίδιος υποστήριξε ότι ο μητροπολίτης έπεσε σε ένα σκληρό εκβιασμό και μάλιστα τον παρουσίασε εκβιαζόμενο ακόμα και από το κρεβάτι του νοσοκομείου της Λάρισας όπου βρίσκονταν πριν λίγες μέρες.

Πάντως ο εισαγγελέας ζήτησε την απαλλαγή του κατηγορουμένου από την κατηγορία της απάτης όπως επίσης την απαλλαγή του και από άλλες κατηγορίες που έχουν σχέση με άλλους ιερωμένους.

Αντίθετα ζήτησε την ενοχή του για «κακουργηματική εκβίαση» την οποία και τεκμηρίωσε.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αρκετά στάδια της διαδικασίας ο ίδιος ο Πρόεδρος του δικαστηρίου, Πρόεδρος Εφετών κ. Παπακώστας, εξέφρασε ανοιχτά την απορία του για

το λόγο που δόθηκαν τα 40.000 € το τελευταίο διάστημα χωρίς όμως να πάρει πειστικές απαντήσεις μιας και από την πλευρά της υπεράσπισης τονίστηκε ότι ήταν στοιχείο  διαπραγμάτευσης για να κλείσει η δίκη.

Μάλιστα ανοικτά σχολίασε πως ο κατηγορούμενος «αν συμβαίνει αυτό και τις 40.000 πήρε αλλά και εδώ δεν ήρθε. Το πιο έντιμο που θα μπορούσε να κάνει είναι να αρνηθεί τα χρήματα και να ζήτησε να καταθέσει ενώπιον μας την αλήθεια». Όμως σε αυτά τα ερωτήματα ο πρόεδρος του δικαστηρίου δεν πήρε απαντήσεις.

Λίγο αργότερα το δικαστήριο (πρόεδρος Εφετών κ. Παπακώστας και οι Εφέτες κα Γκίκα και κα Λιανού) υιοθέτησαν την εισαγγελική πρόταση αθωώνοντας τον κατηγορούμενο από την κατηγορία της απάτης και του απέδωσαν την κατηγορία της εκβίασης, ενώ σε ό,τι αφορά την ποινή ο Εισαγγελέας πρότεινε 8ετή φυλάκιση και η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα ενώ ζήτησε κατάθεση εγγύησης 10.000 € και να παρουσιάζεται μια φορά τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα, πρόταση που την έκανε αποδεκτή το δικαστήριο επιβάλλοντας ακριβώς την ίδια ποινή.

Ακόμη και ο αντεισαγγελέας Εφετών Κουκούτσης δεν μπόρεσε να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα για το τι ακριβώς έγινε στα Δεσποτικά δώματα εκείνη την περίοδο, δηλαδή από το καλοκαίρι του 2004 και μετά, παρά το γεγονός ότι εκτός από τα στοιχεία της δικογραφίας είχε και προσωπικά ερεθίσματα καθώς αυτή την ιστορία στο ξεκίνημα της την παρακολούθησε από πολύ κοντά ως Εισαγγελέας Πρωτοδικών της Ευρυτανίας.

Οι χαρακτηρισμοί του σε σχέση με το ποσό που διακινήθηκε ήταν ιδιαίτερα εύστοχοι. Ουσιαστικά αποτυπώνει τα κρίσιμα ερωτήματα τα οποία θέτει ο καθένας στην καθημερινότητα για το πού βρέθηκαν τα συγκεκριμένα χρήματα. Συνάμα η απουσία του Μητροπολίτη, όπως επίσης και η απουσία του κατηγορουμένου, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να συνεισφέρει στην αποτύπωση της αλήθειας.

Τι πραγματικά έγινε εκείνη την περίοδο; Η δικαστική απόφαση αποτυπώνει βέβαια ένα καθοριστικό στοιχείο. Εκείνο που αποτυπώνει είναι ότι ουσιαστικά ο κατηγορούμενος έπεσε στα μαλακά.

Ένα δεύτερο στοιχείο που αποτυπώνει είναι ότι αν αυτή η δίκη εξελίσσονταν μακριά από το ράσο ίσως να είχε διαφορετικό περιεχόμενο και ίσως και διαφορετική εξέλιξη. 

Και μόνο το γεγονός όπου παρουσιάζεται το περιβάλλον αυτών που παρουσιάζονται εκβιαζόμενοι να τροφοδοτούν με χρήματα, τον κατηγορούμενο, ακόμα και παραμονές των δικαστηρίων είναι ουσιαστικά μια χειροβομβίδα που πέφτει μέσα στη δικαστική με δεδομένη την έκπληξη όλων των εμπλεκομένων και μη.

Πολλά τα ερωτηματικά, πολλαπλά και τα μηνύματα της δικαστικής απόφασης

Το μόνο που έγινε σαφές είναι ότι ο Μητροπολίτης Καρπενησίου κ.κ. Νικόλαος απευθύνονταν χαράματα ή τα βαθιά μεσάνυχτα σε διάφορους επώνυμους στο Καρπενήσι ζητώντας με μεγάλη αγωνία χρήματα για να «βοηθήσει έναν άνθρωπο». Όλοι γνώριζαν το ίδιο σκηνικό. Υπήρχαν όμως και κάποιοι που προσπάθησαν να τον αποτρέψουν, όμως η  προσπάθειά τους έπεσε στο κενό.

Όλο αυτό το σκηνικό δείχνει να σταματά από τη στιγμή ουσιαστικά που ο Μητροπολίτης Καρπενησίου τίθεται υπό «καθεστώς επιτροπείας» από τα αδέλφια του, τα οποία εγκαθίστανται εκεί και παίρνουν πρωτοβουλίες. 

Εκείνο που προκαλεί βέβαια πληθώρα από ερωτηματικά είναι γιατί όλη αυτή η «Μητροπολιτική καμαρίλα» δεν κατάλαβε τίποτα και να μπορέσει από το καλοκαίρι του 2004 έως το καλοκαίρι του 2005 να σταματήσει όλη αυτή την οικονομική αιμορραγία.

Μάλιστα ορισμένοι από τους ιερωμένους επέμεναν πως «σε άλλες περιοχές τον κατηγορούμενο τον πέταξαν έξω με τις κλωτσιές από τα πρώτα βήματα». Αυτό άραγε τι σημαίνει;

Συγχρόνως δεν μπορώ παρά να σταθώ ιδιαίτερα και σε κάποιες καταθέσεις κληρικών, οι οποίοι προσπάθησαν τουλάχιστον για τα προσχήματα να διατηρήσουν την αξιοπρέπειά τους απέναντι στο δικαστήριο και το ακροατήριο.

«Έπρεπε να προσφύγει ο Μητροπολίτης στη δικαιοσύνη από τα πρώτα δείγματα εκβιασμού που είχε» υπογράμμισε ο γέροντας της Ι. Μ. Τατάρνας, πατέρας Στυλιανός Κανέλλος. Ήταν αυτός ανάμεσα σε εκείνους που τον πήρε τηλέφωνο στις έντεκα και μισή το βράδυ για να του ζητήσει 6.500€,που τα πήγε την άλλη μέρα το πρωί χωρίς να ρωτήσει τίποτα περισσότερο. Μάλιστα ο Μητροπολίτης του ζήτησε και συγγνώμη γιατί καθυστέρησε να του τα επιστρέψει.

Πιθανώς και κάποιοι επώνυμοι, όπως για παράδειγμα ο πρώην δήμαρχος Γιάννης Παπαδόπουλος, που χωρίς να έχει ιδιαίτερες σχέσεις με τον Μητροπολίτη ακούει και αυτός κάποιο βράδυ το τηλέφωνό του να χτυπά. Γεγονός ότι του ζητούσε 5 χιλιάδες ευρώ άμεσα. Προβληματίστηκε αργότερα όταν το «σούσουρο» είχε ξεπεράσει το Καρπενήσι οι αποκαλύψεις διαδέχονταν η μία την άλλη.

Την ίδια στιγμή ελάχιστα φωτίστηκε η υπόθεση για το μητροπολιτικό διαμέρισμα στην οδό Αρματολών στην Αθήνα. Μένει δηλαδή το ερώτημα αν η οδός άλλαξε από Αρματολών σε «Αμαρτωλών» όπως εύστοχα παρατήρησε παριστάμενος δικηγόρος αδιάφορος με την υπόθεση.

Και εδώ λοιπόν προκύπτει ένα καθοριστικό ερώτημα. Πού βρίσκονταν πια όλα αυτά τα χρήματα για να συγκεντρωθούν και να κατατεθούν σε έναν λογαριασμό; Για να μην πάμε στα μεγάλα ποσά, δεν είναι εύκολο να σκεφτεί κάποιος πώς είναι δυνατόν να βρίσκει μέσα σε λίγες ημέρες ένας μοναχός 40.000 € και να τα στέλνει σ’ έναν άνθρωπο με τη μορφή βοήθειας, γνωρίζοντας ότι δεν θα τα πάρει ποτέ; Μήπως όλη αυτή η δικογραφία με τη διακίνηση χρημάτων θα έπρεπε να πάει στους οικονομικούς εισαγγελείς για να δούμε όλη αυτή την ιστορία όπως διαμορφώνεται με τόση μεγάλη ευκολία;

Δεν μιλάμε για το κέντρο της Αθήνας. Δεν μιλάμε για κάποια πλούσια Μητρόπολη. Μιλάμε για το Καρπενήσι και μιλάμε για την Ευρυτανία. Σε κάθε περίπτωση εκείνο που μένει δεν είναι η ποινή.

Είναι ουσιαστικά το μήνυμα που στέλνει η δικαστική απόφαση, όχι προς τον κατηγορούμενο αλλά προς τα «Δεσποτικά δώματα», όχι μόνο του Καρπενησίου αλλά δια του Καρπενησίου σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι ένα μήνυμα σαφές, κατανοητό και απόλυτο, που σε καμία περίπτωση δεν χωρά παρερμηνείες.

Πηγή: Εφημερίδα “ΗΜΕΡΑ”.

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *