“του Νικολάου Π. Παππά, Πολιτικού Επιστήμονος”.
Η δυτική ιστοριογραφία έχει μια τάση να παρερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό ή να αγνοεί σημαντικά κομμάτια της ιστορίας του ελληνικού κόσμου. Δύο από αυτά είναι οι περίοδοι της ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (ή αλλιώς του Βυζαντίου) και της οθωμανικής κατοχής, όπου η ιστορία του Ελληνισμού έχει «λασπολογηθεί» από τον Δυτικό κόσμο, και ιδίως στη χώρα μας.
Το Βυζάντιο, μάλιστα, επιχειρείται από πολλούς καθεστωτικούς ιστορικούς να βγει από την ελληνική ιστορία, και γι’ αυτόν το σκοπό αγνοούνται πτυχές του οι οποίες αποδεικνύουν με επιστημονική ακρίβεια την συνέχεια του Ελληνισμού, από τον πολιτισμό μέχρι το πολιτικό σύστημα και την οικονομία.
Από την άλλη, στην περίοδο της Οθωμανοκρατίας, έχει στηριχθεί όλη η θεωρία περί «καθυστερημένου» ελληνικού κόσμου, ο οποίος δεν «πέρασε» Διαφωτισμό, όπως όλη η Δύση, και γι’ αυτό σήμερα αδυνατεί να φτάσει τις χώρες της πρωτοπορίας. Βέβαια, το ότι ο Ελληνισμός παρά την κατοχή ήταν ο πιο πλούσιος λαός -ελέγχοντας χιλιάδες μεγάλες επιχειρήσεις- αγνοείται ηθελημένα ή δικαιολογείται ως αποτέλεσμα του «εξευρωπαϊσμού» του.
Ένα από τα σημαντικά στοιχεία του ελληνικού κόσμου που έχει παρερμηνευθεί ή αγνοηθεί είναι το οικονομικό του σύστημα στις δύο αυτές περιόδους (Βυζάντιο και Οθωμανική κατοχή), το οποίο είναι αποδεικτικό στοιχείο μιας εξελικτικής πορείας που ξεκινάει από τους Κρητομυκηναϊκούς χρόνους και φτάνει ως την επιβολή της Βαυαροκρατίας. Ο Ελληνισμός, με την αλλαγή της πρωτεύουσας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον Μέγα Κωνσταντίνο, ξεκινάει στην Κωνσταντινούπολη την κοινωνικο-οικονομική του οργάνωση στη βάση των επαγγελματικών ενώσεων, δηλαδή στις συντεχνίες.
Φυσικά δεν είναι μόνο το οικονομικό σύστημα που έχει παρερμηνευθεί στο Βυζάντιο. Ο δυτικός κόσμος, για να μπορέσει να οικοδομηθεί την εποχή του Μεσαίωνος, χρειαζόταν να διαφοροποιηθεί από την ανατολική Ρωμαιοσύνη, η οποία ήταν πολύ ανώτερη σε όλες τις πτυχές της. Στην προσπάθεια αυτή εμφάνισε το Βυζάντιο ως την αιτία όλων των δεινών του κόσμου, τους βασιλείς του τους χειρότερους σκοταδιστές, με αποτέλεσμα όλη η δυτική ιστοριογραφία να οικοδομείται σε αυτές τις σαθρές απόψεις(1) .
Αυτή η λασπολογία είχε σαν αποτέλεσμα να αγνοηθεί σε μεγάλο βαθμό η πολιτική οργάνωση του Βυζαντίου. Λίγοι γνωρίζουν ότι η οργάνωσή της ήταν βασισμένη στο σύστημα των πόλεων-κρατών. Η Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη ήταν το σύμβολο της αυτοκρατορίας, όμως η κάθε πόλη είχε δική της οργάνωση και πολιτικό σύστημα. Μάλιστα, ακόμη και τα πολιτεύματα μπορούσαν να διαφέρουν. Σε ορισμένες πόλεις η οργάνωση ήταν πιο μοναρχική και σε άλλες πιο δημοκρατική. Αυτό συνεχίζεται και κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας. Η κατασυκοφάντηση του πολιτικού συστήματος οδήγησε και συνδυάστηκε με την συκοφάντηση του οικονομικού συστήματος.
Η οργάνωση της οικονομικής ζωής μιας κρατικής οντότητος ήταν και θα είναι πάντοτε εκ των βασικοτέρων πυλώνων για την ευημερία και την κοινωνική ειρήνη. Στην ιστορία της ανθρωπότητος μπορούμε να δούμε διάφορες μορφές που έχει πάρει η οικονομική οργάνωση, όμως σε καμία δε συναντάμε μια τόσο ιδιαίτερη και αξιοσημείωτη καινοτομία, όσο στον Ελληνικό κόσμο.
Οι Έλληνες δεν ήταν υπεράνθρωποι, ούτε είχαν κάτι καλύτερο στο DNA τους από τους άλλους λαούς. Η γεωγραφική τους θέση, σε συνδυασμό με κάποιες συγκυρίες και γεγονότα, τους οδήγησε να δημιουργήσουν τις πρώτες κοινωνίες εν ελευθερία και τα πρώτα ανθρωποκεντρικά συστήματα στον πλανήτη.
Εφόσον ο ελληνικός κόσμος είχε κοινωνίες οι οποίες πλέον διεκδικούσαν τις ελευθερίες τους (είτε ατομικές, είτε οικονομικές, είτε πολιτικές(2) ), με τον ίδιο τρόπο η οργάνωση του οικονομικού τους συστήματος έπρεπε να έχει και μια πολύ διαφορετική μορφή από τον υπόλοιπο πλανήτη που ζούσε σε δεσποτικά ή ημι-δεσποτικά κράτη. Το οικονομικό σύστημα στον ελληνικό κόσμο πήρε σε όλη την πορεία του διάφορες μορφές, με αποκορύφωμα την εποχή της Βυζαντινής οικουμένης και την οργάνωση των συντεχνιών.
Η σωματειακή ή συντεχνιακή(3) οργάνωση ήταν αποτέλεσμα της υψηλής ανθρωποκεντρικής εξέλιξης των Ελλήνων, η οποία οδηγούσε στο αίτημά τους για οικονομική (και πολιτική-καθολική) ελευθερία από την εποχή ακόμη της προ-δημοκρατικής εποχής της «σχόλης»(4) τον 5ο αιώνα π.Χ. Η ελλιπής γνώση της σημερινής καθεστωτικής διανόησης σχετικά με την πολιτικο-κοινωνική φύση του Βυζαντίου, είχε ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί η σημασία των συντεχνιών και να κατασυκοφαντηθούν, όπως άλλωστε συνέβη και με ολόκληρη την οργάνωση των κοινών της Βυζαντινής πολιτείας και της φύσεώς τους.
Η ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (ή Βυζάντιο) έχει να δείξει την ανώτερη μορφή οικονομικής οργάνωσης σε όλη την ανθρώπινη ιστορία από άποψη ελευθερίας, καθώς οι συντεχνίες κατάφεραν να λύσουν προβλήματα που αντιμετώπιζε ο ελληνικός κόσμος επί αιώνες σχετικά με την επίτευξη της καθολικής ελευθερίας (για περισσότερα βλ. ανάλυση στο κεφ. 3).
Όμως η νεωτερική αντίληψη, επηρεασμένη κι από τους προ-νεωτερικούς ιστορικούς της Δύσης που κατασυκοφάντησαν το ανατολικό κομμάτι της Ρωμαιοσύνης, αρνείται να δει την πραγματική υπόσταση των σωματείων. Και όχι μόνο αρνείται, αλλά και κατατάσσει τις συντεχνίες στα πιο σκληρά και άδικα οικονομικά συστήματα που έχουν υπάρξει στην ιστορία. Δεν το πράττουν συνειδητά, απλώς ο δυτικός κόσμος, όπως και σε πολλά άλλα θέματα, παρανόησε τον ελληνικό κόσμο λόγω της αδυναμίας του να τον αντιληφθεί πραγματικά και ουσιαστικά.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι Έλληνες (ή Ρωμιοί) διατήρησαν το οικονομικό αυτό σύστημα και μετά την πτώση της Βυζαντινής οικουμένης, κατά τη διάρκεια δηλαδή της οθωμανικής κατοχής. Ο εισβολέας όχι μόνο σεβάστηκε το υπάρχον βυζαντινό σύστημα, αλλά και το βοήθησε να επιβιώσει σε όλη τη διάρκεια της κατοχής (για τους δικούς του λόγους, τους οποίους θα αναφέρουμε σε σχετικό κεφάλαιο).
Αυτό που θα επιχειρήσει αυτή η σειρά άρθρων (συνολικά 8) είναι μια διαφορετική ερμηνεία περί των συντεχνιών, η οποία βρίσκεται στον αντίποδα της επιστημονικής αντίληψης. Οι απόψεις αυτές βασίζονται αυστηρά σε πηγές αλλά και σε ιδέες που έχουν εκφράσει σημαντικοί επιστήμονες πάνω στο θέμα αυτό.
Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στον καθηγητή πολιτικής επιστήμης και ιστορίας Γεώργιο Κοντογιώργη, στις επιστημονικές μελέτες του οποίου βασίζεται όλη η φιλοσοφία της εργασίας. Η ανάλυση του κ. Κοντογιώργη σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των συντεχνιών αλλά και των βυζαντινών πόλεων-κοινών είναι ο οδηγός του γράφοντος και της φιλοσοφίας της εργασίας γενικότερα.
Επιπλέον, η πρωτοποριακή του ιδέα περί του οικονομικού συστήματος του ελληνικού κόσμου από την αρχαιότητα μέχρι το Βυζάντιο, επίσης είναι βάση των όσων αναλύουμε. Η άποψη περί «σχόλης» στην αρχαιότητα και εταιρικής κοινωνίας στη Βυζαντινή κοσμόπολη είναι ιδέες που έχουν αναλυθεί διεξοδικά σε βιβλία του κορυφαίου πολιτικού επιστήμονα.
Σημειώσεις:
(1) Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Έγελος, Γερμανός φιλόσοφος, ο οποίος θα γράψει: «Η γενική της όψη παρουσιάζει μια ξεχωριστή εικόνα ηλιθιότητος. Άθλια και ανισόρροπη με τα πάθη της, έπνιγε την ανάπτυξη κάθε ευγενούς σκέψεως ή πράξεως: Επαναστάσεις στρατηγών, εκθρονίσεις των αυτοκρατόρων από υπηκόους τους ή από τις πανουργίες των αυλικών, δολοφονίες ή δηλητηριάσεις των αυτοκρατόρων από τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους, γυναίκες γεμάτες λαγνεία και βδελυμίες κάθε είδους. Τέτοιες είναι οι εικόνες που η ιστορία μας παρουσιάζει, μέχρις ότου, επί τέλους, στα μέσα του 15ου αιώνος (1453) το σαθρό οικοδόμημα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας σκορπίστηκε σε κομμάτια μπροστά στην παντοδυναμία των Τούρκων».
(2) Σχετικά με την καθολική ελευθερία (ατομική, οικονομική και πολιτική) βλ. στο έργο του Γιώργου Κοντογιώργη «Η δημοκρατία ως ελευθερία», εκδ. Πατάκη, 2007
(3) Οι «συντεχνίες» σε όλη τους την πορεία παίρνουν διάφορες ονομασίες. Γνωστές είναι, επίσης, και ως ρουφέτια και εσνάφια.
(4) Η «σχόλη» ήταν μια διαδικασία σταδιακής αποστασιωποιήσεως της κοινωνίας από τη συμμετοχή στην εργασία, η οποία θεωρούσαν ότι στεκόταν εμπόδιο στην απόκτηση της καθολικής ελευθερίας και της συμμετοχής της κοινωνίας στα κοινά. Η απελευθέρωση της κοινωνίας από την «εξαρτημένη εργασία» και η απρόσκοπτη συμμετοχή της στα κοινά, ήταν βασική προϋπόθεση κατά τον Αριστοτέλη για την επίτευξη του «εύ ζήν». Περί της «σχόλης» βλ. Αριστοτέλης, Πολιτικά (1337β-1338 α). Επιπλέον, βλ. ανάλυση για κοινωνία της «σχόλης» στο έργο του Γιώργου Κοντογιώργη «Η δημοκρατία ως ελευθερία», εκδ. Πατάκη, 2007, σελ. 250-272
τέλος πρώτου μέρους
Οι συντεχνίες στον Ελληνικό κόσμο – Το «Επαρχικόν Βιβλίο» του Λέοντος του Σοφού (δεύτερο μέρος)
Πριν διαβάσετε το β’ μέρος της σειράς, διαβάστε το α’ μέρος ΕΔΩ
Οι επαγγελματικές συντεχνίες ήταν ένας από τους βασικούς πυλώνες της βυζαντινής οικονομικής ζωής από την εποχή που ο Μέγας Κωνσταντίνος τις εισήγαγε στο εσωτερικό της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ομάδες εργαζομένων σχημάτιζαν συντεχνίες με σκοπό την υπεράσπιση των κοινωνικο-οικονομικών τους συμφερόντων. Η σχέση των συντεχνιών με τις κρατικές αρχές ήταν πάντοτε στενές, κι ο έλεγχος πολύ αυστηρός. Στον Ιουστινιάνειο Κώδικα (Codex Iustinianus 1.28.4) διαβάζουμε: «Πάντα τα εν Κωνσταντινουπόλει σωματεία και οι πολίται και οι από του δήμου πάντες τω επάρχω της πόλεως υποκείσθωσαν» . Δηλαδή, όλα τα σωματεία-συντεχνίες και τα μέλη τους υπόκεινταν στον έλεγχο του Επάρχου, ο οποίος ήταν και ο Γενικός Διοικητής της κοινότητος.
Όμως οι συντεχνίες δε θα πρέπει να θεωρούνται απλώς οργανώσεις που στηρίζονται στην προστασία του συμφέροντος της κάθε επαγγελματικής ομάδας. Στο εσωτερικό τους υπήρχε βαθιά ριζωμένο το στοιχείο της αλληλεγγύης. Εάν κάποιος από τους συνεταίρους αντιμετώπιζε οικονομικό πρόβλημα, η συντεχνία, στην οποία λειτουργούσε ένα κοινό ταμείο, μπορούσε να του δανείσει χρήματα ή ακόμη και να τον βοηθήσει προνοιακά.
Η κύρια πηγή που έχουμε για τις βυζαντινές επαγγελματικές ενώσεις είναι το «Επαρχικόν Βιβλίο», το οποίο γράφτηκε την εποχή της βασιλείας του Λέοντος ΣΤ’ (κατά άλλους χρονολογείται και στην εποχή του Νικηφόρου Φωκά). Στο εν λόγω έργο, μας δίδονται πληροφορίες για τον τρόπο λειτουργίας των συντεχνιών στην Κωνσταντινούπολη τον 10ο αιώνα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι κανόνες ίσχυαν μόνο για την πρωτεύουσα. Η οργάνωση αυτή ήταν εγκαθιδρυμένη σε όλη την επικράτεια.
Για να μπει κάποιος σε μια συντεχνία δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Έπρεπε να γίνει δεκτός από όλα τα μέλη της. Ο ενδιαφερόμενος για να εισέλθει στην συντεχνία που τον ενδιέφερε, έπρεπε να κάνει σχετική αίτηση στον αρμόδιο έπαρχο. Το πρώτο που είχε σημασία ήταν η οικονομική κατάσταση του αιτούντα. Ένας φτωχός, για παράδειγμα, δεν μπορούσε να εισέλθει στη συντεχνία, καθώς στους όρους εισόδου στη συντεχνία υπήρχε ως προϋπόθεση η επάρκεια των οικονομικών μέσων .
Σε περίπτωση που ο αιτών ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις, αίτηση έπρεπε να συνυπογραφεί από πέντε τιτλούχα μέλη της συντεχνίας, τα οποία εγγυώνται για την ηθική, την τιμιότητα και τις επαγγελματικές ικανότητες του ενδιαφερομένου. Στη συνέχεια ο υποψήφιος, εφόσον δεν υπήρχε αντίρρηση από κάποιο μέλος της συντεχνίας, γινόταν και επίσημα μέλος της.
Από τη στιγμή που γινόταν κάποιος μέλος σου σωματείου, η θέση του καταστήματός του, η ποσότητα του εμπορεύματος και το περιθώριο κέρδους, ήταν όλα προκαθορισμένα από τους κανονισμούς της εκάστοτε συντεχνίας. Οι κανόνες αυτοί εγκρίνονταν και ελέγχονταν από τους κρατικούς λειτουργούς .
Οι εμπορικές και βιοτεχνικές συντεχνίες ήταν πολλές. Ο κατάλογος ξεκινάει με τους συμβολαιογράφους (ταβουλλάριοι), οι οποίοι είχαν ως ένα από τα κύρια έργα τους την σύνταξη εγγράφων σχετικά με αγοραπωλησίες , και συνεχίζεται με όλες τις υπόλοιπες επαγγελματικές ομάδες όπως τους εμπόρους μεταξιού, τους αργυροπράττες (κοσμηματοπώλεις), τους εμπόρους μάλλινων υφασμάτων, τους αρτοποιούς, τους κρεοπώλες, τους ιχθυεμπόρους, τους πανδοχείς, τους εμπόρους αλόγων, τους εργολάβους οικοδομών κ.α.
Σημειώσεις:
(1) 1.28.4 Imperatores Valentinianus, Theodosius, Arcadius . Omnia corporatorum genera, quae in constantinopolitana civitate versantur, universos quoque cives atque populares praefecturae urbanae regi moderamine recognoscas.
(2) Λανθασμένα πολλοί υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι αυτοί απορρίπτονταν απλώς λόγω της κοινωνικο-οικονομικής τους θέσης. Όμως δεν ήταν ακριβώς έτσι η πραγματικότητα. Οι φτωχοί, ήταν συνήθως και άστεγοι. Συνεπώς δεν μπορούσαν να συμμετέχουν στις χονδρικές συλλογικές αγορές. Επιπλέον, οι δραστηριότητες κατασκευής και εμπορίας απαιτούσαν επαρκείς οικονομικούς πόρους (αυτοχρηματοδότηση, πιστωτική διαθεσιμότητα), κάτι που οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορούσαν να διαθέτουν. Με λίγα λόγια δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν αλλά ούτε και να διατηρήσουν ένα μαγαζί από μόνοι τους. Άρα θα ήταν καταστροφικό για την επιβίωση της συντεχνίας να τους εντάξει στο εσωτερικό της. Για περισσότερα βλ. τη μελέτη «The Domain of Private Guilds in the Byzantine Economy», George Maniatis, εκδ. Dumbarton Oaks, Trustees for Harvard University, 2001, κεφ. Tenth to Fifteenth Centuries σημ. 2
(3) Ζεράρ Βαλτέρ, Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο, εκδ. Παπαδήμα, 1988, σελ. 133-135
(4) Για περισσότερα σχετικά με τους Ταβουλλάριους βλ. τη μελέτη της βυζαντινολόγου Βασιλικής Νεράντζη-Βαρμάζη με τίτλο «Οι βυζαντινοί Ταβουλλάριοι», εκδ. Ε.Μ.Σ., 1984
τέλος δευτέρου μέρους Labels Άρθρα Loading… Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Πηγή – ksipnistere.com
Use Facebook to Comment on this Post