• Δεν δεσμεύει τον φορολογικό έλεγχο η διόρθωση (αύξηση) τιμήματος μεταβίβασης ακινήτου με καταβολή πρόσθετου ποσού φόρου μεταβίβασης ακινήτου (3%), κατά το μέρος που ελέγχεται η προσαύξηση του εισοδήματος. Φορολογούμενος ο οποίος επικαλείται έναντι (των διαπιστώσεων) του φορολογικού ελέγχου ή με ενδικοφανή προσφυγή του το μεταγενέστερο συμβόλαιο, προκειμένου να αποφύγει ή να αμφισβητήσει την επιβολή εις βάρος του φόρου εισοδήματος από την άσκηση επιχείρησης αγοραπωλησίας ακινήτων, φέρει το βάρος να αποδείξει ότι το αναγραφόμενο στο μεταγενέστερο συμβόλαιο τίμημα είναι το πραγματικό, ήτοι το αληθώς καταβληθέν (ΣτΕ 2607/2018).
• Εχει σημειωθεί το φαινόμενο να υποχρεώνονται αυθαίρετα σε ασφάλιση από τον ΕΦΚΑ μη αμειβόμενα μέλη Δ.Σ. Α.Ε. που δεν είναι μέτοχοι σε ποσοστό άνω του 3% στην ίδια εταιρεία. Συγκεκριμένα, έχει παρατηρηθεί μέτοχοι αλλοδαπών μητρικών εταιρειών, που παράλληλα συμμετέχουν ως άμισθα μέλη στο διοικητικό συμβούλιο ελληνικής θυγατρικής ανώνυμης εταιρείας, να υποχρεώνονται συλλήβδην σε ασφάλιση ως «ελεύθεροι επαγγελματίες» (ασφάλιση στον πρώην ΟΑΕΕ). Το επιχείρημα του ΕΦΚΑ είναι ότι τα παραπάνω πρόσωπα συμμετέχουν έμμεσα στο κεφάλαιο της ελληνικής εταιρείας και συνεπώς πρέπει να αντιμετωπισθούν ασφαλιστικά όπως ακριβώς τα μέλη Δ.Σ. Α.Ε. που είναι μέτοχοι άνω του 3% στην ίδια εταιρεία, παρά το γεγονός ότι το παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει από το γράμμα της διάταξης του νόμου.
• Η παραπάνω λογική όχι απλά αποτελεί λανθασμένη ερμηνεία του νόμου, αλλά επιπροσθέτως οδηγεί σε παράλογο αποτέλεσμα. Αρχικά, κατ’ ουσίαν ο ΕΦΚΑ προβαίνει σε έλεγχο απαιτώντας την προσκόμιση δικαιολογητικών που αποδεικνύουν τη μετοχική σύνθεση όχι απλά της ελληνικής θυγατρικής αλλά και της αλλοδαπής μητρικής εταιρείας. Επιπροσθέτως, αναρωτιέται κανείς για ποιο λόγο θεωρείται ορθό να αξιώνονται ασφαλιστικές εισφορές από επενδυτές ξένων εταιρειών και μάλιστα επί των μερισμάτων που διανέμουν οι ξένες αυτές εταιρείες.
• Σε 20,28% (πριν 26,95%) διαμορφώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές για όσους αντιμετωπίζονται ασφαλιστικά ως «ελεύθεροι επαγγελματίες» από 1.1.2019. Ωστόσο, το ελάχιστο ασφαλιστέο εισόδημα (586 ευρώ μηνιαίως) και η ελάχιστη καταβλητέα εισφορά (168 ευρώ μηνιαίως) παραμένουν αμετάβλητα. Η μείωση δεν καταλαμβάνει ελεύθερους επαγγελματίες που αντιμετωπίζονται ασφαλιστικά ως «οιονεί μισθωτοί» (απασχολούμενοι με μπλοκάκι σε μέχρι δύο εργοδότες). Στην παραπάνω κατηγορία ασφαλισμένων ανήκουν τα μέλη Δ.Σ. Α.Ε. που είναι παράλληλα και μέτοχοι άνω του 3% στην ίδια εταιρεία, οι εταίροι ΕΠΕ και προσωπικών εταιρειών, οι διαχειριστές ΙΚΕ, ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ, καθώς και ελεύθεροι επαγγελματίες που τιμολογούν κατ’ έτος περισσότερους από 2 πελάτες.
• Αποτελεί φορολογητέα παροχή σε είδος η παραχώρηση εταιρικού οχήματος σε απασχολούμενους με μπλοκάκι, που φορολογούνται κατ’ εξαίρεση ως μισθωτοί, επειδή πληρούν τις προϋποθέσεις της περ. Στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ. Ενδεικτικά, στην κατηγορία αυτή εντάσσονται όσοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε μέχρι 3 πελάτες βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου χωρίς να έχουν την εμπορική ιδιότητα και χωρίς να διατηρούν επαγγελματική εγκατάσταση διαφορετική από την κατοικία τους. Στην παραπάνω περίπτωση, το εισόδημα που αποκτά ο φορολογούμενος από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας εντάσσεται, για τη φορολόγησή του, στο εισόδημα από μισθωτή εργασία, ενώ έχουν εφαρμογή και οι προβλεπόμενες μειώσεις φόρου. Ο λήπτης των υπηρεσιών χορηγεί στην περίπτωση αυτή βεβαίωση αποδοχών (ΔΕΑΦ Α 1072863 ΕΞ 2018).
• Αντίθετα, δεν αποτελεί φορολογητέα παροχή σε είδος η παραχώρηση εταιρικού οχήματος σε απασχολουμένους με μπλοκάκι που φορολογούνται κανονικά ως ελεύθεροι επαγγελματίες επειδή δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της περ. Στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ. Ενδεικτικά, στην κατηγορία αυτή εντάσσονται απασχολούμενοι με μπλοκάκι με επαγγελματική εγκατάσταση διαφορετική της κατοικίας τους. Η παραπάνω περίπτωση προβληματίζει αναφορικά με την έκπτωση της σχετικής δαπάνης για την εταιρεία.
• Δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης, για τα έτη 2015 και επόμενα, στο εισόδημα αλλοδαπής προέλευσης που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο Ελλάδας και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης, βάσει ισχύουσας σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας. Για τον ίδιο λόγο, δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης στο εισόδημα ημεδαπής προέλευσης που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο αλλοδαπής και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης βάσει ισχύουσας σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας. Με εγκύκλιο η ΑΑΔΕ κατέληξε στο ως άνω συμπέρασμα, που πηγάζει από την απόφαση ΣτΕ 2465/2018, και το επέκτεινε και για τις 56 συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συνάψει η Ελλάδα, δεδομένου ότι η εισφορά συνιστά φόρο ουσιωδώς παρόμοιο με τον φόρο εισοδήματος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των συμβάσεων. Με τον τρόπο αυτό η διοίκηση ανακάλεσε την αντίθετου περιεχομένου προηγούμενη εγκύκλιό του ΠΟΛ.1099/2018 αλλά διατηρεί τον περιορισμό ότι η εφαρμογή της ερμηνείας αυτής καταλαμβάνει τα έτη 2015 και επόμενα (Ε. 2009/2019).
Πηγή: Grant Thornton
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post