ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Καλή η απελευθέρωση πολλών αγορών, καλή και η άνθηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, αρκεί, βεβαίως, να τηρούνται οι κανόνες. Αυτό θα μπορούσε να είναι το βασικό συμπέρασμα από την ετήσια έκθεση του Συνηγόρου του Καταναλωτή για τα πεπραγμένα του 2018, την οποία παρέδωσε χθες ο επικεφαλής της Αρχής Λ. Ζαγορίτης στον πρόεδρο της Βουλής Ν. Βούτση.
Οι αναφορές που υποβλήθηκαν το 2018 στον Συνήγορο του Καταναλωτή και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Καταναλωτή Ελλάδας και αφορούσαν αιτήματα φιλικής εξωδικαστικής επίλυσης εγχώριων και διασυνοριακών καταναλωτικών διαφορών, ανήλθαν σε 10.843, αριθμός σημαντικά αυξημένος κατά 11,1% σε σχέση με το 2017. Το σύνολο των εμπορικών κλάδων, εκτός των υπηρεσιών υγείας, παρουσίασε αύξηση του αριθμού των αναφορών που δέχθηκαν το 2018 σε σχέση με το 2017, με σημαντικότερη την αύξηση που σημειώθηκε στους κλάδους των υπηρεσιών μεταφορών (46,1%), των υπηρεσιών αναψυχής (26,8%), της ενέργειας-ύδρευσης (19,9%) και των ηλεκτρονικών επικοινωνιών-ταχυδρομικών υπηρεσιών (16,7%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αιτίες στις οποίες ο Συνήγορος του Καταναλωτή αποδίδει την αύξηση των καταγγελιών. Κατ’ αρχάς, έχουμε μία νέα κατηγορία αναφορών που συνδέονται με την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και εκπορεύονται από προβλήματα κατά τη διαδικασία αλλαγής προμηθευτή και, ιδίως, από τη μη ορθή προσυμβατική ενημέρωση των καταναλωτών, τόσο για τα τιμολόγια προμήθειας (μέγεθος εκπτώσεων, ρήτρες προσαρμογής, ρήτρα οριακής τιμής συστήματος) όσο και, γενικότερα, για τα νόμιμα δικαιώματά τους (π.χ. υπαναχώρηση).
Στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών η αύξηση οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο φαινόμενο της άγρας πελατών με επιθετικές πολιτικές και παραπλανητικούς ισχυρισμούς. Για παράδειγμα, οι εταιρείες δίνουν ψευδείς διαβεβαιώσεις ότι η μετάβαση των καταναλωτών σε άλλον πάροχο, ενόσω βρίσκονται σε ισχύ συμβόλαια ορισμένου χρόνου με τους υφιστάμενους παρόχους τους, δεν επισείει καμία εις βάρος τους αρνητική συνέπεια, ενώ στην πραγματικότητα μία τέτοια ενέργεια ενεργοποιεί συμβατικές ρήτρες περί επιβολής χρηματικών ποινών λόγω πρόωρης αποδέσμευσης.
Στον τομέα των καταναλωτικών αγαθών, όπου επίσης καταγράφηκε αύξηση των καταγγελιών, αυτή οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο εξής φαινόμενο: ηλεκτρονικά καταστήματα που ασκούν τη δραστηριότητά τους διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Facebook, Instagram) δελεάζουν τους καταναλωτές με όχημα τις υπερβολικά χαμηλές τιμές, ενώ στην πραγματικότητα τους εξαπατούν, αφού δεν αποτελούν επιχειρήσεις που έχουν κάνει νομίμως έναρξη, δηλώνουν ψευδή στοιχεία επικοινωνίας και, επιπλέον, εμπορεύονται συχνά μη γνήσια προϊόντα (συνήθως ένδυσης-υπόδησης), τα οποία είτε δεν αποστέλλουν καθόλου στους καταναλωτές είτε τα αποστέλλουν, χωρίς όμως τα προϊόντα αυτά να ανταποκρίνονται στις παραγγελίες τους.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post