Σαφής είναι εδώ και καιρό η διαφοροποίηση της γενικής γραμματείας του υπουργείου Πολιτισμού, που θέτει και τα περισσότερα εμπόδια, κατά τους επενδυτές.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Προσπάθεια να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της και να εγκρίνει το επενδυτικό σχέδιο της Cosco στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς κατέβαλε χθες η κυβέρνηση. Η προσπάθεια δεν είναι άμοιρη πολιτικών σκοπιμοτήτων, αλλά ακόμη και έτσι δεν φαίνεται να ομονοούν όλες οι πλευρές της κυβέρνησης, με σαφή τη διαφοροποίηση της γενικής γραμματείας του υπουργείου Πολιτισμού, που θέτει και τα περισσότερα εμπόδια, κατά τους επενδυτές. Αν και παραμένει ακόμη άγνωστο υπό ποίες προϋποθέσεις θα εγκριθούν, αν εγκριθούν, οι επενδύσεις ύψους 612 εκατομμυρίων ευρώ, στην Ακτή Μιαούλη όπου βρίσκεται η έδρα του ΟΛΠ, επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία πως θα δοθεί τελικά η πολυαναμενόμενη αδειοδότηση. Καταλύτης για την αξιολόγηση της όποιας απόφασης θα είναι οι προϋποθέσεις που θα θέσει το υπουργείο Πολιτισμού, το οποίο από τον Φεβρουάριο, οπότε και άρχισε η κλιμάκωση του θέματος, δημιουργεί ζητήματα.
Ετσι, χθες Δευτέρα, συνεδρίασε η Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (ΕΣΑΛ), που είναι το αρμόδιο όργανο της κυβέρνησης για την έγκριση του επενδυτικού σχεδίου της Cosco. Σε αυτή συμμετείχαν τόσο ο ΟΛΠ και το ΤΑΙΠΕΔ όσο και οι εκπρόσωποι των συναρμόδιων υπουργείων, μεταξύ των οποίων και το Πολιτισμού. Η σύγκληση της ΕΣΑΛ έγινε κατόπιν πρωτοβουλίας του Μαξίμου, αν και επισήμως αναφέρθηκε στους συμμετέχοντες που προσκλήθηκαν αιφνιδιαστικά την προηγούμενη εβδομάδα ότι η επιτροπή έπρεπε να συνεδριάσει εντός τριμήνου από την κατάθεση του υπομνήματος της Cosco σχετικά με τις παρατηρήσεις της επί της πρώτης απόφασης της ΕΣΑΛ τον Φεβρουάριο. Και αυτό διότι διαφορετικά, σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης του ΟΛΠ, μετά την παρέλευση τριμήνου, αν δεν υπάρχει απάντηση από το Δημόσιο οι αδειοδοτήσεις θεωρούνται αυτοδικαίως εγκριθείσες. Με δεδομένο πως το υπόμνημα της Cosco υποβλήθηκε λίγο πριν από το Πάσχα φτάσαμε στη χθεσινή ημερομηνία.
Υπενθυμίζεται πως οι συνολικές επενδύσεις της Cosco στον ΟΛΠ που προβλέπει το master plan, ανέρχονται σε 612 εκατ. ευρώ. Τα 293,7 εκατ. ευρώ εξ αυτών αφορούν τις λεγόμενες υποχρεωτικές επενδύσεις, οι οποίες πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως το 2021 προκειμένου να μεταβιβαστεί στην Cosco και το υπόλοιπο 16% των μετοχών του ΟΛΠ, πέραν του 51% που απέκτησε τον Αύγουστο του 2016 έναντι 293,7 εκατ. ευρώ. Για την απόκτηση αυτού του επιπλέον ποσοστού, δηλαδή του 16%, έχουν από το 2016 κατατεθεί σε λογαριασμό μεσεγγύησης (escrow account) 88 εκατ. ευρώ, τα οποία δεν μπορεί να εισπράξει το Δημόσιο πριν «κλείσει» η μεταβίβαση. Η Cosco έχει προσθέσει στο δεσμευτικό επενδυτικό πρόγραμμα και επιπλέον επενδύσεις 318 εκατ. ευρώ, με τη διοίκηση του ΟΛΠ να επισημαίνει πως το master plan είναι ενιαίο και αναπτύχθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία συμβούλων McKinsey. Ηδη με επιστολή της προς το ΤΑΙΠΕΔ η Cosco διεκδικεί την απόδοση σε αυτή αυτού του 16% επειδή το Δημόσιο δεν έχει εδώ και τρία έτη δώσει τις απαραίτητες αδειοδοτήσεις.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως το master plan αυτό, ύστερα από αλλεπάλληλες αναβολές που αποδίδονται σε καθυστερήσεις του Δημοσίου, συζητήθηκε από την ΕΣΑΛ στα τέλη Φεβρουαρίου αλλά «κόπηκε» μεγάλος αριθμός επενδύσεων, ενώ ενεπλάκη και το υπουργείο Πολιτισμού στην αδειοδότηση χωρίς αυτό, κατά τον επενδυτή, να προβλέπεται. Αποτέλεσμα ήταν οι εντονότατες διαμαρτυρίες της Cosco, που οδήγησαν σε σύσκεψη την Παρασκευή 5 Απριλίου στο Μαξίμου, εν γνώσει του πρωθυπουργού και παρουσία της Κινέζας πρέσβειρας Zhang Qiyue, στην οποία «αποφασίστηκε να δρομολογηθεί η έγκρισή του σε σύντομο χρονικό διάστημα», σύμφωνα με όσα διέρρευσαν τότε.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post