Η κ. Μέρκελ ήταν πλήρως ενημερωμένη για τις πρώτες 50 ημέρες διακυβέρνησης της Ν.Δ. και για την ταχύτητα με την οποία κινείται ο κ. Μητσοτάκης. EPA/FELIPE TRUEBA
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ο πρώτος Ελληνας πρωθυπουργός που συναντά η Αγκελα Μέρκελ. Θέλει, όμως, να είναι, όπως είπε –σε συνέντευξή του στη FAZ–, «αυτός που παρουσιάζει μια νέα Ελλάδα». Αυτή ήταν και η βασική στόχευση της επίσκεψης στο Βερολίνο. Να σπάσει το στερεότυπο του Ελληνα που ζητάει χάρες, και αντ’ αυτού να μεταδώσει την εικόνα μιας κυβέρνησης που προτίθεται να βάλει το μαχαίρι στο κόκαλο και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που δεν τόλμησαν άλλες κυβερνήσεις. Είναι το περίφημο σχέδιο ελληνικής «ιδιοκτησίας», η απουσία του οποίου υπήρξε επί μνημονιακών χρόνων διαρκές «αγκάθι» στις σχέσεις της χώρας με τους θεσμούς και τους Ευρωπαίους εταίρους.
Ο κ. Μητσοτάκης δεν δίστασε να κάνει δημοσίως και μια κρίσιμη επισήμανση που δεν έχει γίνει τόσο ξεκάθαρα από Ελληνα πρωθυπουργό: ότι η συζήτηση για τα πλεονάσματα και την οικονομία είναι μια συζήτηση που γίνεται με τους θεσμούς (και όχι με την καγκελάριο). Η αντίστιξη με τη διαμετρικά αντίθετη προσέγγιση του Αλέξη Τσίπρα είναι προφανής. Εξάλλου, στο Μέγαρο Μαξίμου σχολίαζαν ότι κάνοντας τον γύρο των ευρωπαϊκών πρωτευουσών ο κ. Μητσοτάκης «σβήνει μεθοδικά τα ίχνη που άφησε η διπλωματία της επαιτείας τα τελευταία τέσσερα χρόνια», γεγονός που εξηγεί την «αμηχανία», όπως έλεγαν, του ΣΥΡΙΖΑ έναντι της υποδοχής του πρωθυπουργού στο Παρίσι και στο Βερολίνο.
Η αποστροφή
«Οι αλλαγές θα γίνουν από εμάς, γιατί αφορούν πρωτίστως εμάς», ήταν η χαρακτηριστική αποστροφή του πρωθυπουργού, η οποία από μόνη της υποδεικνύει τι εννοεί ο κ. Μητσοτάκης όταν λέει ότι επιδιώκει αλλαγή πλαισίου στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Αυτή συνίσταται στην επιδίωξη η Ελλάδα να μην αντιμετωπίζεται ως ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης, αλλά ως μια κανονική χώρα της Ευρωζώνης, η οποία μάλιστα συνιστά και ελκυστική επενδυτική επιλογή. Υπό αυτή την έννοια, πράγματι ο πρωθυπουργός ζήτησε γερμανική συνδρομή: επενδύσεις και δη στον τομέα της πράσινης ενέργειας, όπου γνωρίζει ότι υπάρχει γερμανικό ενδιαφέρον. Κυβερνητικές πηγές δεν έκρυβαν, άλλωστε, ότι στη συζήτηση που έλαβε χώρα στην καγκελαρία έγινε αναφορά και σε ενδιαφέρον για το ελληνικό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που θα μπορούσε να αφορά τη ΔΕΗ, τα ΕΛΠΕ και τη ΔΕΠΑ. Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση απορριμμάτων, θα μπορούσε να αφορά αυτή της Θεσσαλονίκης ή της Αττικής.
Το επενδυτικό φόρουμ, που ανακοινώθηκε, θα διεξαχθεί στο Βερολίνο μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2020 παρουσία του πρωθυπουργού και της καγκελαρίου και με τη συμμετοχή Ελλήνων και Γερμανών επενδυτών. Ο κ. Μητσοτάκης δεν κρύβει ότι η χώρα αναζητεί κεφάλαια από παντού. Αλλά, προφανώς, αν εκτός από τις υφιστάμενες, προσελκυσθούν και νέες γερμανικές επενδύσεις, θα πρόκειται για μια ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία.
Πάντως, όσα διαμείφθηκαν ανάμεσα στον κ. Μητσοτάκη και στην κ. Μέρκελ, ενώπιον στενών συνεργατών, δικαιώνουν, όπως έλεγε κυβερνητικός παράγων, την απόφαση του πρωθυπουργού να τρέξει γρήγορα τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης και να προβεί σε ουσιαστικές και συμβολικές πρωτοβουλίες, αλλά και σε ψήφιση σημαντικών νομοσχεδίων, για να στείλει προς τα έξω το μήνυμα ότι είναι αποφασισμένος να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, τις οποίες παρουσίασε ενώπιον της κ. Μέρκελ. Κι αυτό, διότι η καγκελάριος ήταν πλήρως ενημερωμένη για τις πρώτες 50 ημέρες διακυβέρνησης της Ν.Δ., για τις πυρκαγιές στην Ελλάδα, για όσα έγιναν στο Μάτι, για την ταχύτητα με την οποία κινείται ο κ. Μητσοτάκης και για θέματα όπως η άρση του «φρένου» στις προσλήψεις και η ΔΕΗ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κ. Μέρκελ ρώτησε ακόμη και για τις εξελίξεις στην ΕΡΤ, κάτι που, όπως παραδεχόταν πρόσωπο που μετείχε στη συνάντηση, προκάλεσε εντύπωση στην ελληνική αντιπροσωπεία. Ο πρωθυπουργός την ενημέρωσε μάλιστα για την υπόθεση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων του ποδοσφαίρου και το «ψαλίδι» που επέβαλε.
«Εμείς δεν κάνουμε κωλοτούμπες. Είναι πολύ ωραίο να λες σε όλους ότι θα εφαρμόσεις το πρόγραμμά σου, αυτό για το οποίο σε εξέλεξαν οι πολίτες». Η επισήμανση αυτή του κ. Μητσοτάκη σε συνομιλία που είχε με δημοσιογράφους στο Βερολίνο, μετά τη συνάντησή του με τη Γερμανίδα καγκελάριο, ήταν απλώς η υπενθύμιση ότι με κανέναν τρόπο δεν παραιτείται από τη δέσμευσή του για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων – συζήτηση που θέλει να ανοίξει για το 2021, αφού προχωρήσει σε κινήσεις και μεταρρυθμίσεις που θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία της χώρας.
Στο μεταξύ, γνωρίζει ότι το ευνοϊκό περιβάλλον που διαμορφώνουν τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού συνδράμει στη σχετική συζήτηση. Ο πρωθυπουργός σκοπίμως επαναλαμβάνει ότι τα πλεονάσματα που συμφωνήθηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι «ιδιαιτέρως υψηλά», επειδή στην εξίσωση δεν υπήρχε ο παράγων της αξιοπιστίας (εξ ου και τα επιτόκια δανεισμού ήταν υψηλά). Το δεύτερο ακυρώνεται στην πράξη με τη θετική ανταπόκριση των αγορών στην πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα. Το πρώτο επιδιώκει να ακυρώσει ο ίδιος με απτά δείγματα γραφής, ενώ επιμένει στους Ευρωπαίους συνομιλητές του ότι θα χρησιμοποιήσει τον όποιο δημοσιονομικό χώρο για να προχωρήσει στις μειώσεις φόρων που προβλέπει το πρόγραμμά του και όχι σε πελατειακές πρακτικές. Οσο για τη βιωσιμότητα του χρέους, αυτή τίθεται σε νέα βάση, καθώς αλλάζει το περιβάλλον των επιτοκίων και των ρυθμών ανάπτυξης.
Η πολιτική προστασία
Την ίδια ώρα, κυβερνητικές πηγές στέκονταν ιδιαίτερα στο γεγονός ότι η κ. Μέρκελ εμφανίστηκε να συμμερίζεται τις απόψεις του πρωθυπουργού για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, την ανάγκη για άμεση μετεξέλιξη του οποίου είχε θέσει και στη συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν. Συγκεκριμένα, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε στην καγκελάριο ότι απαιτούνται οικονομίες κλίμακος ώστε να είναι πιο ελκυστική η παραγγελία πυροσβεστικών αεροπλάνων κι ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει σε εθνικό επίπεδο, αλλά σε ευρωπαϊκό, μέσω της ενεργοποίησης του RescEU. Σημειώνεται ότι ο μηχανισμός είναι μια υπόθεση που είχε συναντήσει την αντίσταση των χωρών της Βόρειας Ευρώπης, καθώς θεωρήθηκε μια υπόθεση του ευρωπαϊκού Νότου. Πάντως, η γερμανική πλευρά, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, φέρεται πλέον έτοιμη να συνδράμει ώστε να προχωρήσει το RescEU.
Θετικές προσδοκίες για το πλεόνασμα
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι λίγα ειπώθηκαν από την κυβέρνηση για τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Χρήστου Σταϊκούρα –παρών και ο Γιώργος Ζαββός– με τον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομικών Ολαφ Σολτς. Στη συνάντηση συζητήθηκαν όλα τα θέματα της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη έμφαση στον τραπεζικό τομέα, ενώ προφανώς συζητήθηκε και η πρόταση τα κέρδη των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFAs και SMPs) να συνυπολογίζονται στα έσοδα του προϋπολογισμού, κάτι που θα ισοδυναμούσε με έμμεση μείωση του πλεονάσματος. Αρμόδιες πηγές εμφάνιζαν αισιοδοξία για το θέμα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες δεν αποκλείεται ευτυχής κατάληξη σύντομα (και, πάντως, μετά τις τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις στη Γερμανία). Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Euroworking Group του ερχόμενου Οκτωβρίου ή Νοεμβρίου, η Κομισιόν (που στηρίζει το αίτημα) θα κάνει την πρώτη κρούση, ώστε ένα μέρος από τα προαναφερθέντα κέρδη να «πέσουν» στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, δοκιμάζοντας με αυτό τον τρόπο τα νερά για τον μηχανισμό που αναζητείται ώστε να υπολογίζονται αυτά ως έσοδα του προϋπολογισμού. Μια τέτοια κίνηση, πάντως, θα ισοδυναμούσε με μείωση του πλεονάσματος κατά 600 εκατ. ευρώ.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post