Τι δείχνουν για την Ελλάδα άλλα νομισματικά διαζύγια – Πόσο γρήγορα θα ανακάμψουμε και τι να περιμένουμε (εικόνες)

1Ανάλυση στο Bloomberg View εξετάζει επεισόδια όπου οικονομίες στενά συνδεδεμένες με το δολάριο προσπάθησαν να απεμπλακούν και χρησιμεύσουν ως οδηγός για το τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα.

Η Ελλάδα, χωρίς μια νέα τολμηρή πρωτοβουλία, βρίσκεται σε πορεία εξόδου από την ευρωζώνη. Πόσο άσχημο θα είναι το πλήγμα για την οικονομία; Πόσο γρήγορα θα μπορεί να ελπίζει πως θα ανακάμψει;
Μια έξοδος από νομισματική ένωση δεν είναι τόσο συχνή όσο μια έξοδος από σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες. Υπάρχουν λίγα επεισόδια όπου οικονομίες στενά συνδεδεμένες με το δολάριο προσπάθησαν να απεμπλακούν από το δολάριο και να επιστρέψουν σε εγχώριο νόμισμα.
Αυτά τα επεισόδια μπορούν να χρησιμεύσουν σαν οδηγός για το τι μπορεί να περιμένει η Ελλάδα. Ένα σημαντικό στοιχείο της ελληνικής υπόθεσης είναι η προοπτική της υποχρεωτικής μετατροπής των τραπεζικών καταθέσεων σε ένα νέο εγχώριο νόμισμα σε συνθήκες ακραίων οικονομικών πιέσεων. Από το 1982, πέντε επεισόδια απεικονίζουν καλύτερα αυτό το συνδυασμό. Τα διδάγματα που πρέπει να αντληθούν από αυτά τα επεισόδια είναι ότι η έξοδος της Ελλάδας θα περιλαμβάνει ένα βαθύ και διαρκή τραύμα.
Πρώτα, ωστόσο, είναι βέβαιο ότι θα συμβεί μια αναγκαστική μετατροπή των καταθέσεων εάν η Ελλάδα βγει από το ευρώ;
Η απάντηση είναι ναι. Η εμπιστοσύνη στο status quo θα έχει καταρρεύσει, οδηγώντας σε ραγδαία κλιμάκωση των εσωτερικών ληξιπρόθεσμων οφειλών, τόσο προς το δημόσιο όσο και προς τον ιδιωτικό τομέα. Ο ιδιωτικός τομέας χρεοκοπεί στα χρέη του και περίπου τα μισά των τραπεζικών δανείων της χώρας είναι μη-εξυπηρετούμενα. Μαζί με το χρέος από τις πιστωτικές κάρτες το μέγεθος αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερο. Δεν πληρώνονται φόροι και ο κόσμος φυλάει τα ευρώ του. Η κυβέρνηση χρηματοδοτεί τις λειτουργίες της μην πληρώνοντας τους λογαριασμούς της. Η Τράπεζα της Ελλάδας δεν μπορεί νομικά να “τυπώσει” ευρώ για να καλύψει τις αναλήψεις μετρητών.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η αναγκαστική μετατροπή των καταθέσεων από ευρώ σε δραχμές θα είναι αναπόφευκτη.
Πέντε επεισόδια που αντανακλούν αυτά τα χαρακτηριστικά είναι, σε αντίστροφη χρονολογική σειρά: Αργεντινή το 2002, Αργεντινή το 1989, Περού το 1985, Βολιβία το 1982 και Μεξικό το 1982. Όλες ήταν οικονομίες υπό πίεση με βάση το δολάριο, οι οποίες προχώρησαν στην υποχρεωτική μετατροπή των δολαριακών καταθέσεων σε εγχώριο νόμισμα.
Τι συνέβη; Σε γενικές γραμμές, από το σημείο εκκίνησης μιας οικονομίας ήδη σε κρίση, η αναγκαστική μετατροπή συνοδεύτηκε από τη φυγή κεφαλαίων (πίνακας 1), μείωση της παραγωγής (πίνακας 2) και σοβαρή συρρίκνωση της εγχώριας χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης (πίνακας 3).
Η φυγή κεφαλαίων σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν συνήθως σε εξέλιξη πριν από τη μετατροπή, αλλά συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια και στη συνέχεια – συχνά με ταχύτερο ρυθμό και παρά την επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων. Μια επίπτωση είναι ότι η μετατροπή δεν πέτυχε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στη σταθερότητα του νέου νομίσματος. Τα εξαιρετικά υψηλά premiums στις παράλληλες αγορές στα νέα νομίσματα κατά τη διάρκεια και μετά τη μετατροπή υπογραμμίζουν αυτό το σημείο. (Όσο υψηλότερο το premium, τόσο μεγαλύτερη η αναμενόμενη υποτίμηση).
Οι έλεγχοι κεφαλαίων συνήθως παρέμειναν σε ισχύ για πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι αρχές είχαν αρχικά υποδείξει. Να σημειωθεί ότι και στις πέντε περιπτώσεις, εν μέρει επειδή υπήρχαν διαρροές στους ελέγχους, οι αρχές επέλεξαν να χαλαρώσουν την αρχική απαγόρευση στις δολαριακές καταθέσεις. Στην καλύτερη περίπτωση, με άλλα λόγια, η προσπάθεια να προχωρήσει η “αποδολαριοποίηση” και η στροφή στο εγχώριο νόμισμα πέτυχε μόνο εν μέρει. Κατά τον ίδιο τρόπο, μια ελληνική προσπάθεια για την “αποευρωποίηση” ενδεχομένως να αποτύχει.
Η περίπτωση του Μεξικού το 1982 είναι ιδιαίτερα απογοητευτική. Η απόδολαριοποίηση επιτεύχθηκε εν μέρει, αλλά οι κεφαλαιακές εκροές υπερδιπλασιάστηκαν και ο τραπεζικός δανεισμός στον ιδιωτικό τομέα υποχώρησε σχεδόν κατά το ήμισυ τα δύο χρόνια μετά τη μετατροπή. Ο πληθωρισμός παρέμεινε υψηλός και η ανάπτυξη ήταν θλιβερή για πολλά χρόνια. Στις τέσσερις από τις πέντε περιπτώσεις, η ανάπτυξη σημείωσε βουτιά κατά το έτος της μετατροπής και αυτό επαναλήφθηκε και το επόμενο έτος.
Η αναγκαστική μετατροπή σε συνδυασμό με τη φυγή κεφαλαίων, τα υψηλά premiums στις παράλληλες αγορές και η ύφεση δεν προκαλούν έκπληξη ότι η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση συρρικνώθηκε κατά τη διάρκεια αυτών των κρίσεων. Ακόμα και έτσι, η ένταση είναι εντυπωσιακή. Η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση – όπως μετράται από τις τραπεζικές καταθέσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ – τείνει να έχει ανοδική τάση καθώς οι οικονομίες αναπτύσσονται. Κατά τη διάρκεια αυτών των κρίσεων, η χρηματοοικονομική ανάπτυξη μπήκε σε αρνητική τροχιά και για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Η κατάρρευση της χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης στην Αργεντινή το 1989 και το Μεξικό το 1982 είναι εντυπωσιακή. Το έτος πριν τη μετατροπή, οι τραπεζικές καταθέσεις ήταν στο 20% με 30% του ΑΕΠ. Το έτος της μετατροπής, σημείωσαν βουτιά διολισθαίνοντας μέχρι το χαμηλό του 5% με 8% του ΑΕΠ.
Μια ελληνική έξοδο από το ευρωσύστημα δεν χρειάζεται να συμβεί. Μια ουσιαστική συμφωνία μείωσης του χρέους και η διαβεβαίωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για το τραπεζικό σύστημα θα μπορούσαν να αποτρέψουν ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Αλλά εάν συμβεί η έξοδος και ακολουθήσει η αναγκαστική μετατροπή των καταθέσεων, ο αρνητικός αντίκτυπος για την ελληνική οικονομία αναμένεται να είναι μεγάλος και να έχει διάρκεια.

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *