Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟ CRASH: «Με τη φτωχοποίηση επιδιώκουν να ροκανίσουν την ανεξαρτησία μας»

H πρώτη γυναίκα
πρόεδρος της ΕΔΕ

14 Ιουνίου 2012: Για πρώτη φορά μια γυναίκα, ανώτατη δικαστική λειτουργός, αναλαμβάνει τα ηνία τού μέχρι πρότινος ανδροκρατούμενου προεδρείου της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων….
Η αρεοπαγίτης Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, η ομάδα της οποίας στις πρόσφατες εκλογές των δικαστών συγκέντρωσε τις περισσότερες έδρες, έγινε χθες η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Ενωσης.
Η 62χρονη αρεοπαγίτης ξεκίνησε την πορεία της στο Δικαστικό Σώμα από τις 29 Απριλίου 1975, ενώ το Μάιο του 2008 προήχθη στον Άρειο Πάγο, όπου και υπηρετεί μέχρι σήμερα. Eκλεγόταν για χρόνια μέλος στη διοίκηση της Ένωσης, ενώ προ ετών είχε διατελέσει και αιρετό μέλος της Τριμελούς Διοίκησης του Εφετείου της Αθήνας.
Ωστόσο, το νέο προεδρείο της μεγαλύτερης δικαστικής ένωσης της χώρας έχει να επιδείξει και μία ακόμα πρωτιά: την ενωτική συγκρότησή του, καθώς σε καίριες θέσεις επελέγησαν εκπρόσωποι των άλλων δύο ομάδων που συμμετείχαν στις πρόσφατες αρχαιρεσίες.
«Αισθάνομαι ιδιαίτερα ικανοποιημένη που υλοποιήθηκε η πρότασή μας και για πρώτη φορά έγινε εφικτή η συγκρότηση ενωτικού προεδρείου, στο οποίο συμμετέχουν εκπρόσωποι από όλες τις ομάδες που συμμετείχαν στις εκλογές. Ενωμένοι, όλοι μαζί θα δραστηριοποιηθούμε για να πετύχουμε τους στόχους μας, που είναι: αναβάθμιση του κύρους της Δικαιοσύνης, αξιοπιστία των δικαστικών λειτουργών και βελτίωση των συνθηκών εργασίας», δήλωσε λίγη ώρα μετά την εκλογή της η κ. Θάνου-Χριστοφίλου.

KEIMENO
«Ο ελληνικός λαός μπορεί να συνεχίσει να εμπιστεύεται τους Έλληνες δικαστές, οι οποίοι εξακολουθούν να παραμένουν ανεξάρτητοι και υπερήφανοι και δεν εξαρτούν την άσκηση των καθηκόντων τους από το ύψος των αποδοχών τους» είναι η διαβεβαίωση που δίνει στους πολίτες η νέα πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η αρεοπαγίτης Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, η οποία βρέθηκε σ΄ αυτή την «ηλεκτρική καρέκλα» σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Τότε μάλιστα μίλησε για «διάθεση της κυβέρνησης να περιορίσει το φρόνημα και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης». «Μέσω της φτωχοποίησης των δικαστών», συμπληρώνει σήμερα και τολμά να πει: «Οι πολιτικοί δεν έθιξαν τις αποδοχές τους. Μόνο τις δικές μας».
Η κυρία Θάνου έσπασε μια μακρά παράδοση, «ρίχνοντας» το κάστρο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Είναι η πρώτη γυναίκα στην ιστορία του θεσμού σ’ αυτό το πόστο και ήδη βρίσκεται αντιμέτωπη με την ισχυρή αμφισβήτηση της Δικαιοσύνης εκ μέρους μεγάλου τμήματος του λαού, την ίδια ώρα που επιχειρείται από διάφορες πλευρές η απαξίωση του κλάδου αλλά και του λειτουργήματος του δικαστή.
Μέσα σε κάθε λογής κινητοποιήσεις, απεργίες, αιτήματα, κατηγορίες, προσπάθειες για παρεμβάσεις, απόπειρες επηρεασμού, πιέσεις και τεράστια λειτουργικά προβλήματα, η κυρία Θάνου μιλά χωρίς περιστροφές, ενώ είναι αντιμέτωπη με μια κυβέρνηση που εμφανίζεται αποφασισμένη να συγκρουστεί -για τους δικούς της λόγους- ακόμη και με τη Δικαιοσύνη.
«Ο ανεξάρτητος δικαστής είναι το θεμέλιο του Κράτους Δικαίου και η δικαστική ανεξαρτησία είναι ο πυλώνας που στηρίζει το δημοκρατικό πολίτευμα» μας είπε η κυρία Θάνου. Και ήταν σαφής όταν μιλούσε για μια κυβέρνηση που στοχοποίησε τη Δικαιοσύνη, επιδιώκοντας με τη φτωχοποίησή τους να περιορίσει την ανεξαρτησία και το φρόνημα των δικαστών.

Δεν έκρυψε ποτέ τις θέσεις και απόψεις της, χαρακτηρίζοντας από την πρώτη στιγμή «έκρυθμη» την κατάσταση στο χώρο της Δικαιοσύνης και δηλώνοντας δυο μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, στις 22 Σεπτεμβρίου, εν μέσω κινητοποιήσεων και σφοδρής σύγκρουσης με την κυβέρνηση, ότι οι δικαστές «δεν είναι μια κάστα υψηλόμισθων και αδιάφορων για το σοβαρό πρόβλημα της χώρας, αλλά βιώνουν και αυτοί στην οικογενειακή τους ζωή τα ίδια με όλους τους πολίτες προβλήματα ως μέρος της ελληνικής κοινωνίας».
Τα επιχειρήματά της ακούγονται ακλόνητα.
«Οι δικαστές -λέει- καλύπτουν με δικές τους δαπάνες όλα τα έξοδα που απαιτούνται κατά τις συχνές μεταθέσεις τους, καθώς και τα έξοδα για τη διατήρηση γραφείου-βιβλιοθήκης, συντήρηση ηλεκτρονικού υπολογιστή στην κατοικία τους, όπου είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται και κατά τις νυκτερινές ώρες και κατά τις αργίες και εορτές, για να αντεπεξέλθουν στο μεγάλο φόρτο εργασίας. Πώς να τα βγάλει πέρα κάποιος με 1.300 και 1.500 ευρώ;»…
Τη στιγμή που από πολλές πλευρές οι δικαστές βάλλονται και κατηγορούνται ότι αργούν υπερβολικά να βγάλουν αποφάσεις, ενώ, απεργώντας, καθυστερούν την απονομή δικαιοσύνης μόνο και μόνο για να περιφρουρήσουν τις παχυλές αμοιβές τους, η Χαλκιδιώτισσα αρεοπαγίτης λέει με κατηγορηματικό τρόπο ότι οι αποδοχές τους μέχρι τώρα έχουν μειωθεί κατά 38% και δρομολογούνται νέες αναδρομικές (από 1ης Ιουλίου 2012) περικοπές, ύψους 22%.
Μάλιστα, η πρόεδρος της ΕΔΕ χαρακτήρισε «άκαμπτη, ισοπεδωτική και εξοντωτική εισπρακτική λογική» την τακτική που ακολουθεί το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και κατέληξε ότι η άσκηση του λειτουργήματος των δικαστών και των εισαγγελέων αξίζει σεβασμού.
Αυτή την περίοδο που υπάρχει μια σχετική ηρεμία, αν και κανείς δεν ξέρει αν και πότε θα ξανα-ξεσπάσει θύελλα, μιλήσαμε με την πρόεδρο Δικαστών και Εισαγγελέων και τη ρωτήσαμε:
Κυρία Θάνου, είμαι βέβαιος ότι ακούτε και σχολιάζετε δυσάρεστες και για σας δηλώσεις… Για «παρεμβάσεις, που τα τελευταία χρόνια πυκνώνουν ως πολιτικές, κυβερνητικές, δικαστικές, ιδιωτικές και δημόσιες παρεμβάσεις εξουσίας», για ανθρώπους που «ασκούν εξουσία, παρεμβαίνοντας στη Δικαιοσύνη, επιβάλλοντας πρωτοφανείς, εξοντωτικές ποινές, μακράν από την έννοια της δίκαιης δίκης», αλλά και για παράγοντες «που παρεμβαίνουν στο χώρο της Δικαιοσύνης κατά τη μυστική προδικασία και μετατρέπουν τα εισαγγελικά και ανακριτικά γραφεία σε αφανή κέντρα Τύπου, με επιλεκτικές και κατευθυνόμενες διαρροές σε δημοσιογράφους και ανθρώπους των ΜΜΕ, που πλήττουν την προσωπικότητα και τα δικαιώματα του κατηγορουμένου»… Τι λέτε; Υπάρχουν παρεμβάσεις;
«Προσπάθειες παρέμβασης στο έργο του δικαστή γίνονται αρκετές φορές. Εξαρτάται από τον ίδιο να βρίσκει το σθένος να αποκρούει τις τυχόν παρεμβάσεις και να αποδεικνύει με την αμεροληψία του και την αντικειμενικότητα των αποφάσεών του ότι είναι ανεξάρτητος. Δεν πρέπει να επιτρέπει σε κανέναν να πιστεύει ότι είναι δεκτικός σε παρεμβάσεις, δεν πρέπει να κομματικοποιείται και δεν πρέπει να επηρεάζεται από τα ΜΜΕ ή να παρασύρεται από την κοινή γνώμη . Όσο για εκείνους οι οποίοι είτε προσπαθούν να ασκήσουν παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, είτε, εάν οι αποφάσεις του δικαστή δεν είναι αρεστές, προβαίνουν σε αρνητικές δηλώσεις , προσπαθώντας έτσι να κλονίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, τους απαντώ ότι θα πρέπει, επιτέλους, να κατανοήσουν ότι ο ανεξάρτητος δικαστής είναι το θεμέλιο του Κράτους Δικαίου και ότι η δικαστική ανεξαρτησία είναι ο πυλώνας που στηρίζει το δημοκρατικό πολίτευμα».

Πριν από λίγες ημέρες, ο αναπληρωτής υπουργός κ. Αθανασίου, από τους στυλοβάτες της Δικαστικής Εξουσίας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, πριν από την υπουργοποίησή του, συνέστησε στους δικαστές και τους εισαγγελείς να μην απορρίπτουν τα ελαφρυντικά του «πρότερου βίου» των κατηγορουμένων πολιτών. Τι απαντάτε;
«Κανείς δεν δικαιούται να υποδεικνύει στους δικαστές πώς και με ποιον τρόπο θα κρίνουν και θα αποφαίνονται, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για πρώην δικαστές και, εάν το πράττει, ασφαλώς δεν πρόκειται να εισακούεται από τους δικαστές».

Για τον κ. Βενιζέλο, που σας κάλεσε δημόσια να αποφεύγετε κάθε χειραγώγησή σας από την κοινή γνώμη, ώστε να αποφεύγονται έτσι και μέθοδοι «ροβεσπιερισμού», τι λέτε; Μα, ισχύει κάτι τέτοιο; Πώς το εννοούσε αυτό ο Βενιζέλος;
«Προανέφερα ήδη ότι οι δικαστές οφείλουν να παραμείνουν ανεπηρέαστοι. Και πιστεύω ότι έτσι ανεπηρέαστα και αντικειμενικά κρίνουν όλοι οι δικαστές. Φαινόμενα “ροβεσπιερισμού” ή “επίδειξης εξουσίας” δεν νομίζω ότι εμφανίζονται στην Ελληνική Δικαιοσύνη».

Όταν ο κ. Δένδιας είπε ότι «μια μειοψηφία λειτουργών της Θέμιδος επιλέγει να εθελοτυφλεί απέναντι στην πρόκληση που συνιστά για το πολίτευμα και τη ζωή των πολιτών η ένοπλη τρομοκρατική δράση» απαντήσατε πολύ… ήπια. Συστήσατε στους πολιτικούς να είναι «ιδιαίτερα προσεκτικοί και συγκρατημένοι όταν αναφέρονται στους χειρισμούς ή στις αποφάσεις των δικαστικών λειτουργών». Υπάρχει -θεωρείτε- κρίση στις σχέσεις Εκτελεστικής και Δικαστικής Εξουσίας; Ευθεία αντιπαράθεση;
«Όταν οι δικαστικές αποφάσεις δεν είναι αρεστές, οι πολιτικοί συχνά προβαίνουν σε επικριτικές δηλώσεις, προκαλώντας έτσι τις αντιδράσεις των δικαστών. Θα ήθελα λοιπόν γενικότερα να υπογραμμίσω, απευθυνόμενη προς τους λειτουργούς των άλλων δύο εξουσιών (Εκτελεστικής και Νομοθετικής), ότι οφείλουν να σέβονται και να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και να αποφεύγουν δηλώσεις ή άλλες ενέργειες, οι οποίες δικαιολογημένα πυροδοτούν τις αντιδράσεις μας. Μόνο με τη συνεργασία των λειτουργών των τριών Εξουσιών μπορεί να λειτουργήσει ομαλά το Κράτος Δικαίου».

Πώς αισθάνεστε ως επικεφαλής δικαστών και εισαγγελέων όταν ο κ. Στουρνάρας και στη συνέχεια ο κ. Κεδίκογλου «αδειάζουν» τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Α. Μανιτάκη για την πορεία των διαπραγματεύσεων για την εφεδρεία ( διαθεσιμότητα) και τον «καρφώνουν», λέγοντας ότι «πρέπει να υλοποιήσουμε το σχέδιο Μανιτάκη με ταχύτερους ρυθμούς υλοποίησης»;
«Έχω εκφράσει -μας είπε- κατ΄ επανάληψη την άποψη ότι οι δικαστές πρέπει πάντοτε, αλλά κυρίως στην κρίσιμη αυτή περίοδο της δοκιμασίας του ελληνικού λαού, να προστατεύουν με τις αποφάσεις τους τα δικαιώματα, ατομικά και εργασιακά, των πολιτών. Εξάλλου, προς αυτή την κατεύθυνση «μίλησαν» οι δικαστές με πολλές πρόσφατες αποφάσεις τους, αρκετές εκ των οποίων αφορούν και τη διαθεσιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων , την οποία έκριναν ως αντισυνταγματική».

Όταν ο κ. Κεδίκογλου λέει ότι «η καθυστέρηση έχει να κάνει σε πολλές περιπτώσεις με την εγγενή αντίδραση ενός μηχανισμού που δεν θέλει να αλλάξει», θεωρείτε ότι σας επιτίθεται;
«Εάν υποθέσουμε ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, με τις δηλώσεις του αυτές “φωτογραφίζει” τους δικαστές, απαντώ ότι ασφαλώς το Δικαστικό Σώμα δεν αποτελεί “μηχανισμό που δεν αλλάζει”, αλλά, αντίθετα, αποτελεί το εχέγγυο για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Καθήκον των δικαστών δεν είναι να διευκολύνουν την κυβερνητική πολιτική, αλλά να αποδίδουν Δικαιοσύνη. Πρέπει να επιμείνω γιατί οι “σπόντες” για τους δικαστές από πολιτικούς ήταν πολλές τον τελευταίο καιρό».

Υπάρχει και μια άλλη πλευρά: Πώς αντιδράτε όταν ένας ήδη καταδικασμένος, υπόδικος για άλλα αδικήματα, ο κ. Τσοχατζόπουλος, δηλώνει: «Δεν μπορεί, κάτι τρέχει με τη Δικαιοσύνη»; Και λέει μάλιστα: «Σε “δίωξη δικαστών” με πολιτικό μανδύα εναντίον μου εξελίχθηκε η απόφαση στη δίκη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών. Το δικαστήριο αυτό “κατάφερε” με δύο ψήφους -η μία εφέτης ψήφισε αθώος- να εκδώσει μια πρωτοφανή, μια μοναδική απόφαση στη μεταχουντική δημοκρατική Ελλάδα».
«Οποιοσδήποτε πολίτης καταστεί κατηγορούμενος και μάλιστα για πολύ σοβαρά αδικήματα, συνήθως αρνείται να αναγνωρίσει και να αποδεχθεί τις ευθύνες του και αποδίδει τη φερόμενη ως εμπλοκή του στους δήθεν εσφαλμένους ή κακούς ή και κατευθυνόμενους χειρισμούς των δικαστικών λειτουργών. Η άποψή μου είναι ότι ο συγκεκριμένος πρώην υπουργός θα έπρεπε να είναι γενικότερα πολύ πιο συγκρατημένος και πιο ολιγόλογος στις δηλώσεις του και όχι έτσι επιθετικός και προσβλητικός προς τη Δικαιοσύνη. Η ιδιότητά του ως κατηγορουμένου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την υπέρβαση ορισμένων ορίων».

Όταν εκλεγήκατε πρόεδρος της ΕΝΔΙΚΕΙ τον Ιούνιο και τα σχόλια ήταν ότι «ρίξατε το ανδροκρατούμενο κάστρο», τι άποψη, τι εντύπωση είχατε για τη λειτουργία -και την καθυστέρηση έκδοσης αποφάσεων- της Δικαιοσύνης;
«Η εκλογή μου στη θέση της προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ήταν για μένα πρόκληση, όχι μόνον διότι ήμουν η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Ένωσης, στη διάρκεια των 55 χρόνων από την ίδρυσή της, αλλά και διότι ανέλαβα την προεδρία στην πιο δύσκολη περίοδο για την Ελληνική Δικαιοσύνη. Η λέξη “έκρυθμη”, την οποία χρησιμοποίησα για την κατάσταση στο χώρο της Δικαιοσύνης, απέδιδε την έντονη δυσαρέσκεια και τις δικαιολογημένα έντονες αντιδράσεις των δικαστών στην επιμονή της κυβέρνησης για τις υπερβολικές περικοπές των αποδοχών τους. Η καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης είναι ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα, το οποίο οφείλεται σε πολλές ελλείψεις ή και σε παθογένειες του δικονομικού συστήματος και σε πολύ μικρό ποσοστό μπορεί να αποδοθεί σε ευθύνη των δικαστών».
Σε άρθρο σας γράφατε ότι «οι κινητοποιήσεις των δικαστικών ξεκίνησαν αφού εξαντλήθηκε κάθε περιθώριο διαπραγμάτευσης με την εκτελεστική εξουσία. Τους είπαμε ότι οι δικαστές δεν αρνούμαστε να συμβάλουμε, αλλά αντιδρούμε στο υπερβολικό ύψος των νέων μειώσεων». Και αναρωτηθήκατε: «Η κυβέρνηση αδιαφορεί για την ομαλή λειτουργία της Δικαιοσύνης;». Πώς βλέπετε σήμερα τα πράγματα για τους δικαστές και όλους τους Έλληνες;
«Η κυβέρνηση αντιμετώπισε με άκαμπτο τρόπο τους δικαστές και επέβαλε σ΄ αυτούς τις υψηλότερες περικοπές αποδοχών (περίπου 60%). Αγνόησε ότι οι δικαστές έχουν συνταγματικά αναγνωρισμένη ισοτιμία με τους λειτουργούς των άλλων δύο εξουσιών (των οποίων, όπως είναι γνωστό, οι αποδοχές δεν εθίγησαν από τη μνημονιακή πολιτική), όπως, επίσης, αγνόησε και ότι έχουν συνταγματική προστασία του μισθολογίου τους, το οποίο πρέπει να διατηρείται σε ένα επίπεδο τέτοιο ώστε να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των δικαστών. Και, τέλος, αγνόησε ότι με τις υπερβολικές περικοπές των αποδοχών τους, πέραν του ότι τίθεται σε κίνδυνο η ανεξαρτησία τους, δημιουργείται και πρακτικό πρόβλημα για την άσκηση των καθηκόντων τους, διότι οι δικαστές καλύπτουν με δικές τους δαπάνες όλα τα έξοδα που απαιτούνται, κατά τις συχνές μεταθέσεις τους (διαμονή-μετακινήσεις κ.λπ.), καθώς και τα έξοδα για τη διατήρηση γραφείου-βιβλιοθήκης, συντήρηση ηλεκτρονικού υπολογιστή στην κατοικία τους, όπου είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται και κατά τις νυκτερινές ώρες και κατά τις αργίες και εορτές, για να αντεπεξέλθουν στο μεγάλο φόρτο εργασίας. Η κατάσταση, λοιπόν, στο χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης είναι πολύ δύσκολη, αφού ο νεοδιοριζόμενος δικαστής (πάρεδρος), ο οποίος έχει καθαρές μηνιαίες αποδοχές 1.300 ευρώ και ο πρωτοδίκης από 1.500 έως 1.800 ευρώ, ανάλογα με τα χρόνια υπηρεσίας, είναι αδύνατο πλέον να επιβαρυνθεί με όλες αυτές τις δαπάνες, τις αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων του. Έτσι, τα μεγάλα προβλήματα που χρονίζουν στο χώρο της Δικαιοσύνης, εξαιτίας των κενών οργανικών θέσεων, των ελλείψεων υποδομής, του μεγάλου φόρτου εργασίας, της καθυστέρησης, επιτείνονται ακόμη περισσότερο με την αντικειμενική οικονομική αδυναμία των δικαστών για την κάλυψη των αναγκαίων δαπανών τους. Όσοι εξ αυτών βαρύνονται και με στεγαστικά ή καταναλωτικά δάνεια, βρίσκονται πλέον σε οικτρή κατάσταση».

Τι λέτε για τον εισαγγελέα και τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου που έδωσαν εντολή για περικοπές στις αποδοχές των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών που απείχαν των καθηκόντων τους ή κατέβαιναν σε στάσεις εργασίας; Πώς είναι οι σχέσεις σας;
«Αντέδρασα με σχετική ανακοίνωση στην εντολή του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και του προέδρου του Συμβουλίου Επιθεώρησης, περί περικοπής μισθού στους δικαστικούς λειτουργούς και η εντολή αυτή δεν υλοποιήθηκε (πλην μίας περίπτωσης), αφού οι δικαστές συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις εφαρμόζοντας την απόφαση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ενώ, εξάλλου, η περικοπή μισθού σε βάρος των δικαστών είναι αντισυνταγματική. Η διαφωνία , όμως, αυτή με τον εισαγγελέα και τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου δεν ήταν προσωπική και, ασφαλώς, δεν θα μπορούσε να διαταράξει τις προσωπικές μας σχέσεις».

Το Σεπτέμβριο, στα «ΝΕΑ», έγραψαν για σας: «Μια βαμμένη συνδικαλίστρια ζητάει να μην πειραχθούν οι μισθοί των δικαστικών γιατί έχουν το προνόμιο αυτοί και μόνο, ελέω Θεού, να έχουν αξιοπρέπεια και αυτών και μόνον η μείωση θεωρείται αντισυνταγματική». Τι αισθανθήκατε; Οργή; Εκνευρισμό; Αδικία;
«Ο δικαστής οφείλει να συγκρατεί τα συναισθήματά του και όταν δέχεται επιθέσεις και μάλιστα επιθέσεις για τη συνδικαλιστική του δραστηριότητα. Εξάλλου, το συγκεκριμένο δημοσίευμα, στο οποίο αναφέρεστε, ήταν γενικώς χαμηλού επιπέδου, με εμπάθεια και χωρίς λογικά ή επιστημονικά επιχειρήματα, ώστε δεν άξιζε να το λάβει κανείς σοβαρά υπόψη».

Στα τέλη Οκτωβρίου, ο κ. Τσίπρας δήλωνε: «Η επίθεση της μνημονιακής κυβέρνησης θέτει σε κίνδυνο την αξιοπρέπεια και την ανεξαρτησία των Ελλήνων δικαστικών. Κάποιοι θέλουν η Ελληνική Δικαιοσύνη να μην ασκεί απερίσπαστα τα καθήκοντά της». Είχατε σχολιάσει μιλώντας για «διάθεση της κυβέρνησης να περιορίσει το φρόνημα και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης». Μα υπάρχει, λέτε, μια κυβέρνηση που το θέλει αυτό;
«Η κοινή πεποίθηση όλων των δικαστικών λειτουργών είναι ότι οι υπερβολικές περικοπές του μισθολογίου τους (όπως σας προανέφερα συνολικού ποσοστού 60% ) δεν ήταν ούτε αναγκαίες ούτε αναλογικές και ότι η κυβέρνηση στοχοποίησε τη Δικαιοσύνη, επιδιώκοντας έτσι (με τη φτωχοποίησή τους) να περιορίσει την ανεξαρτησία και το φρόνημα των δικαστών».

Διάβασα και αρκετά καλά σχόλια για σας. Για παράδειγμα ότι «Φαίνεται πως υπάρχουν δικαστές και μάλιστα γυναίκες που είπαν “όχι” στην τρόικα και δεν της άνοιξαν την πόρτα για να συζητήσουν τα προβλήματα στην Ελληνική Δικαιοσύνη». Κι αυτό σ΄ένα σχόλιο αναφερόμενο στο «όχι» που είπατε όταν πήρατε έγγραφο από την τρόικα, που ζητούσε συνάντηση μαζί σας. Νιώσατε ικανοποίηση απ΄ αυτό το σχόλιο ή φόβο; Αισθάνεστε δικαιωμένη;
«Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσής μας απάντησε “όχι” στην πρώτη πρόσκληση για συνάντηση με την τρόικα, προς την οποία διαμηνύσαμε ότι οι Έλληνες δικαστές απολαμβάνουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας, την οποία δεν είναι διατεθειμένοι να διαπραγματευθούν με κανέναν. Στη συνέχεια, όμως, μας διαβεβαίωσαν ότι η συζήτηση θα αναφερθεί μόνο σε ζητήματα πρακτικών προβλημάτων λειτουργίας (όπως μηχανοργάνωσης των δικαστηρίων με εξασφάλιση κονδυλίων του ΕΣΠΑ, τρόπου επιτάχυνσης της διαδικασίας κ.λπ.), στα οποία και πράγματι περιορίστηκε η συζήτηση, στη συνάντηση που επακολούθησε».
Την επόμενη ερώτηση τη σκεφτόμουν ώρα πριν την κάνω. Αλλά την έκανα…
Πώς κρίνετε το βίο και την πολιτεία του κ. Στουρνάρα; Να σημειώσω ότι είχε πει για τους δικαστικούς: «Θεωρούν ότι αδικούνται από τις μισθολογικές μειώσεις και δεν κάνουν το πατριωτικό τους καθήκον».
«Απαντήσαμε τότε ότι οι δικαστές έχουν πλήρη επίγνωση των υποχρεώσεών τους και ότι δεν επιτρέπουν σε κανέναν να τους υποδεικνύει το πατριωτικό τους καθήκον».

Ένα αρκετά αιχμηρό σχόλιο εναντίον σας – που αν μη τι άλλο αντικατοπτρίζει τη δυσαρέσκεια ενός μέρους του λαού απέναντι στη συμπεριφορά κάποιων δικαστών- λέει: «Οι δικαστές αργήσατε να αντιδράσετε! Τα αντανακλαστικά σας για τη σχεδόν ολοσχερή κατάλυση του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τους απλούς Έλληνες πολίτες ήταν σε βαθιά ύπνωση και ξύπνησαν μόλις οι αντισυνταγματικότητες άγγιξαν τις τσέπες σας».
«Από το χρονικό σημείο που ανέλαβα την προεδρία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, οι αντιδράσεις υπήρξαν άμεσες και έντονες. Εξάλλου, οι δικαστές, όπως προανέφερα, με πολλές αποφάσεις τους έχουν κηρύξει αντισυνταγματικά πολλά από τα επιβληθέντα οικονομικά μέτρα, προστατεύοντας έτσι τα δικαιώματα των πολιτών».

Πού πάει σήμερα η Ελληνική Δικαιοσύνη; Πολλοί Έλληνες που προσβλέπουν σ΄ εσάς, αναρωτιούνται …
«Διαβεβαιώνω τον ελληνικό λαό ότι μπορεί να εξακολουθεί να εμπιστεύεται τους Έλληνες δικαστές, οι οποίοι εξακολουθούν να παραμένουν ανεξάρτητοι και υπερήφανοι και δεν εξαρτούν την άσκηση των καθηκόντων τους από το ύψος των αποδοχών τους».

crashonline.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *