Της Φιλολόγου Γεωργίας Μανωλοπούλου*
Η αναγνώριση της σημασίας αλλά και της οικουμενικότητας της πολιτισμικής κληρονομιάς και η σταδιακή ενεργοποίηση της…
διεθνούς κοινότητας για την ευαισθητοποίηση των πολιτών σηματοδοτεί μια εξαιρετική εξέλιξη της πολιτιστικής πολιτικής στην παγκόσμια διάσταση της. Η αποδοχή του αξιώματος ότι τα σημαντικά πολιτιστικά αγαθά μιας χώρας είναι ταυτόχρονα συστατικά του πολιτισμού και ολόκληρης της ανθρωπότητας οδήγησε στη δημιουργία μιας συμβολικής συμμαχίας μεταξύ όλων των λαών και κυρίως ανάμεσα Ελλήνων και Ρώσων.
Σε μια εποχή ριζικών αλλαγών η έξοδος από την παρούσα κρίση, η οποία όπως όλοι γνωρίζουμε δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά ευρύτερα κοινωνική, πολιτισμική και αξιακή, μας προτρέπει να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε τον συνδετικό κρίκο και όλες εκείνες τις εστίες που συμβάλουν στη συνέχεια και την ανανέωση του πολιτισμού μας γιατί είναι είναι σαφές πως είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την ατομική και συλλογική μας ταυτότητα.
Η Πολιτιστική Κληρονομιά καθώς και ο Σύγχρονος Πολιτισμός διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο σύγχρονο κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι εν γένει και συνεισφέρει ουσιαστικά στην αύξηση της απασχόλησης για το σύνολο του ενεργού πληθυσμού, την αύξηση των επενδύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη, τη βελτίωση του επιπέδου της εκπαίδευσης και του κοινωνικού αποκλεισμού καθώς και στην ενδυνάμωση των δεσμών με τα άλλα έθνη. Η Πολιτιστική Κληρονομιά δεν μας παρέχει μόνο τα πρότυπα μιας ορθής διαχείρισης μέσα από τους παραδοσιακούς τρόπους και τεχνικές, τους πόρους για την οικονομική ανάπτυξη και την καινοτομία, τα εργαλεία για την κοινωνική ενσωμάτωση αλλά κυρίως μας προσφέρει ένα σημαντικότατο πεδίο δημιουργίας ενός νέου ανθρωποκεντρικού προσανατολισμού και πολυπρισματικής ερμηνείας του παρελθόντος. Ως απόρροια αυτού έρχεται η ανάπτυξη ενός ουσιαστικού διαλόγου για την πολιτιστική και κοινωνική διάσταση του παρελθόντος στο παρόν και στο μέλλον μας. Η επαφή μας με τα κινητά και ακίνητα πολιτιστικά αγαθά της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς όπως εμφανίζονται στη Σύμβαση της Χάγης για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς (μνημεία της αρχιτεκτονικής, της τέχνης και της ιστορίας, αρχαιολογικοί χώροι, έργα τέχνης, χειρόγραφα, βιβλία κ.ά.) τονώνει την εθνική συνείδηση ,δημιουργεί ψυχική ευφορία ,διδάσκει την πολιτιστική πολυμορφία και τη δημοκρατία. Αλλά κυρίως και πιο σημαντικό, κατά τη γνώμη μου ,είναι ότι αυτή η επαφή με τα πολιτιστικά αγαθά οδηγεί σε μονοπάτια προσωπικής αναζήτησης και μέθεξης μέσω της ευαισθητοποίησης της ψυχής και της ενεργοποίησης του νου που συντελείται . Ο Πολιτισμός και η Πολιτιστική μας Κληρονομιά λειτουργεί ενωτικά, δημιουργικά και λυτρωτικά για όλους τους λαούς.
Oι σύγχρονες κοινωνίες οφείλουν σήμερα να στηριχθούν στο αξιακό απόθεμα που φέρει η πολιτιστική μας κληρονομιά και κυρίως στις αξίες του σεβασμού της διαφορετικότητας και στις αρχές της αλληλεγγύης των πολιτών και των εθνών όπως πολύ εύστοχα επεσήμανε και ο σύγχρονος διανοητής και φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας πρόσφατα στο 23ο Παγκόσμιο Συνέδριο Φιλοσοφίας που πραγματοποιήθηκε πριν ένα μήνα εδώ στην Αθήνα στο χώρο της Ακαδημίας του Πλάτωνος και στο λίκνο της Δημοκρατίας στην Πνύκα.
Η ανάγκη για αναστοχασμό, επαναπροσδιορισμό αξιών, αρχών και δυνατότητας προσωπικών και κοινωνικών κατ’ επέκταση αναζητήσεων βρίσκει γόνιμο έδαφος στο ευρύ πεδίο των υλικών και άυλων πολιτιστικών μας αγαθών. Η Ελλάδα άλλωστε έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στο σημείο αυτό. Είναι μια πολιτιστική υπερδύναμη, φέρει την κληρονομιά του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού αλλά και του βυζαντινού μεσαιωνικού ελληνισμού καθώς και της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αντίστοιχα και η Ρωσία έχει να επιδείξει ένα σπουδαίο πολιτιστικό υπόβαθρο.
Αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι η ολιστική αναπτυξιακή και συνάμα η ανθρωπιστική θεώρηση, η οποία μπορεί να προσφέρει το πρότυπο ανάπτυξης με επίκεντρο τον άνθρωπο και την αλληλεγγύη στις κοινωνίες, την περίοδο αυτή της πολλαπλής κρίσης, απέναντι στα κάθε είδους οικονομικά, περιβαλλοντικά, κοινωνικά και κάθε είδους προβλήματα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από τον Πολιτισμό μας. Οι πολιτιστικές πολιτικές συνδέονται άμεσα με την κοινωνική ευθύνη, πράγμα που αποκτά ειδικό βάρος σήμερα όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε όλα τα υπόλοιπα έθνη. Παράλληλα, η πολιτιστική πολυμορφία, αναδεικνύεται «στο επίπεδο της κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας, τόσο απαραίτητη για την ανθρωπότητα, όσο και η βιοποικιλότητα για τη φύση», γεγονός, που σύμφωνα με την «Οικουμενική Διακήρυξη της ΟΥΝΕΣΚΟ για την Πολιτιστική Πολυμορφία», που υιοθετήθηκε από τη Γενική Διάσκεψη του Νοεμβρίου 2001, “η υπεράσπισή της” αποτελεί “ηθική επιταγή, άρρηκτα συνδεδεμένη με τον σεβασμό για την αξιοπρέπεια του ατόμου. Η πολιτιστική πολυμορφία προϋποθέτει την αναγνώριση, προαγωγή και ανάπτυξη των τοπικών πολιτισμών, των πολιτιστικών βιομηχανιών, των πολιτιστικών κρατικών πολιτικών και το άνοιγμα προς άλλους πολιτισμούς καθώς και την προστασία των γηγενών και εθνικών θεσμών και κεκτημένων, συμπεριλαμβάνονται η μεγάλη ποικιλία γλωσσών, οι γνώσεις των αυτοχθόνων, οι παραδόσεις, ο τρόπος ζωής, οι εκφράσεις της τέχνης και του πολιτισμού, η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και η πολυμορφία των εκπαιδευτικών συστημάτων.”
Επομένως η καλλιέργεια του πολιτισμού και η ενίσχυση του πολιτισμικού κεφαλαίου θα συμβάλλει στη δημιουργία και την εμπέδωση των κατάλληλων προϋποθέσεων για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ο Πολιτισμός και η Πολιτιστική Κληρονομιά αποτελούν μια στρατηγική ευκαιρία σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, μέσω της οποίας υποστηρίζεται η ανάληψη καινοτόμων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, με έμφαση στη βιώσιμη διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων. Οι δράσεις αυτές δεν περιορίζονται όμως μόνο στην οικονομική ανάπτυξη μέσω της ενίσχυσης των πολιτιστικών βιομηχανιών και του εμπορίου, αλλά αποκτούν μια ευρύτερα αναπτυξιακή διάσταση, που σχετίζεται την παιδεία και επιδρά άμεσα και ορατά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, οδηγούν στο πολυπόθητο ευ ζην του Πλάτωνα και Αριστοτέλη, σε μια άριστη Πολιτεία.
Επίσης, δημιουργεί σημαντικές οικονομίες σε δραστηριότητες που συνδέονται με τον Τουρισμό, σχετιζόμενες καταρχήν με τη φιλοξενία των επισκεπτών σε πόλους τουριστικού ενδιαφέροντος, αλλά και ευρύτερα με ένα μεγάλο φάσμα υπηρεσιών που εκτείνεται σε όλους τους τομείς της τουριστικής ανάπτυξης. Η προστασία, ανάδειξη και προβολή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς αποτελεί καθοριστικής σημασίας δράση για μια σειρά από παραγωγικούς κλάδους και ιδίως τον τουρισμό.
Σύμφωνα με την Πρόταση Πολιτικής στον Τομέα του Πολιτισμού για το διάστημα 2014-2020 του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού «η επιχειρούμενη αλλαγή του μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης «ήλιος – θάλασσα» με την παράλληλη διεύρυνση της τουριστικής περιόδου και την αύξηση του ποσοστού επισκεπτών , ενισχύει σημαντικά τις ευκαιρίες για την αξιοποίηση του πολιτιστικού αποθέματος προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης, του εμπλουτισμού και της μέγιστης διαφοροποίησης του τουριστικού προϊόντος. Ο πολιτιστικός τουρισμός, αποτελεί μια εκ των βασικών μορφών του εναλλακτικού τουρισμού, η περαιτέρω ανάπτυξη του οποίου μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση των υφιστάμενων προβλημάτων του ευάλωτου τουριστικού τομέα (εποχικότητα, περιοδική – μερική απασχόληση, προσέλκυση τουριστών χαμηλής εισοδηματικής στάθμης κ.λπ.) και στην ποιοτική βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους επισκέπτες.» Στο πλαίσιο αυτό, δράσεις, όπως η δημιουργία κοινωνικών δικτύων πολιτών και φορέων με έμφαση στη συμμετοχική πολιτική στην επιδίωξη συνεργειών, στην ανάπτυξη θεματικών πολιτιστικών διαδρομών (φυσικές ή εικονικές – ψηφιακές), τα πολιτιστικά φεστιβάλ και οι εξειδικευμένες εκδηλώσεις σε σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους προσφέρουν την ευκαιρία για την απαραίτητη διαφοροποίηση της τουριστικής εμπειρίας. Δημιουργώντας ένα δίκτυο επομένως υπηρεσιών προοριζόμενο για ένα ευρύ φάσμα επισκεπτών, που συντελεί στην ενεργή πρόσβαση, τη συμμετοχή και την απόλαυση του πολιτιστικού προϊόντος στο πλαίσιο του σεβασμού της πολιτιστικής πολυμορφίας και του βιώσιμου πολιτιστικού τουρισμού κατά τα πρότυπα των Διεθνών Συμβάσεων, Συστάσεων και Χαρτών. Συγκεκριμένα
· Επεμβάσεις σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους, που αποτελούν καθιερωμένους τουριστικούς προορισμούς, προκειμένου να ενισχυθεί ο ρόλος τους ως πόλων προσέλκυσης του τουριστικού ενδιαφέροντος σύμφωνα πάντοτε προς τις δύο βασικές Συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία της Αρχιτεκτονικής και της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς (Συμβάσεις Γρανάδας και Βαλέτας, καθώς και τα διεθνή πρότυπα και τις προδιαγραφές για τη διαχείριση, ερμηνεία και ανάδειξη της αρχαιολογικής κληρονομιάς και την καλλιέργεια του πολιτιστικού τουρισμού (Χάρτες ΙCOMOS, Συστάσεις ΟΥΝΕΣΚΟ και Συμβουλίου της Ευρώπης.
· Επεμβάσεις σε προορισμούς που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον επισκεπτών προερχόμενων από τις νέες τουριστικές αγορές (δίκτυα βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων, δίκτυα μνημείων της οθωμανικής περιόδου).
· Ανάδειξη μνημείων και αρχαιολογικών χώρων κατά μήκος των οδικών και θαλάσσιων δρόμων (μεγάλοι οδικοί άξονες, θαλάσσιες διαδρομές κρουαζιερόπλοιων, κ.λπ.) με την προοπτική της λειτουργικής τους δικτύωσης.
· Ανάδειξη των μουσείων ως πολυδύναμων πολιτιστικών και ψυχαγωγικών κέντρων με υψηλές παρεχόμενες υπηρεσίες, συστηματική προβολή του μουσειακού έργου, πρωτότυπες εκθέσεις και σύνδεσης του με τη τοπική κοινωνία αποτελώντας ένα ζωτικό κομμάτι της κοινωνικής και τουριστικής βιομηχανίας του τόπου.
Τα τελευταία χρόνια ,πρέπει να επισημάνουμε εδώ, στη χώρα μας, όπως όλοι γνωρίζουμε, έχει καταγραφεί το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των επισκεπτών της, που προέρχονται από τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, αλλά και κυρίως από αυτές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, για τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, καθώς και τα ορθόδοξα προσκυνήματα
Στο σημείο αυτό, πριν προχωρήσω, θα ήθελα να επισημάνω πως οι δεσμοί των δύο λαών Ελλάδας και Ρωσίας είναι πολύ δυνατοί και δεν είναι απόρροια μόνο της κοινής μας θρησκείας, της αδιαμφισβήτητης αμοιβαίας κατανόησης και αλληλοϋποστήριξης της εκάστοτε χρονικής συγκυρίας αλλά τοποθετείται στο πλαίσιο της βαθιάς και ειλικρινούς διάθεσης των δύο λαών να αλληλεπιδράσουν πολιτιστικά.
Στο πλαίσιο αυτό της πολιτιστικής αλληλεπίδρασης και της ενίσχυσης του θρησκευτικού τουρισμού θα αναφερθώ στο πρόσφατο γεγονός της μεταφοράς του Σταυρού του Αγίου Ανδρέα από την Πάτρα, την πόλη όπου κατάγομαι και διαμένω, στην Ρωσία και στη μεγάλη σημασία του για την σύσφιξη των σχέσεων των δύο χωρών και λαών, καθώς και για την ενίσχυση των ιστορικών,πολιτιστικών και θρησκευτικών μας δεσμών. Ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας ευχαρίστησε ιδιαιτέρως τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πατρών και όλη την Συνοδεία του, ανεφέρθη στην μεγάλη εορτή της συμπληρώσεως των 1025 ετών από τον εκχριστιανισμό των Ρώσων, των 400 ετών από την εγκαθίδρυση της δυναστείας των Ρωμανώφ και των 280 ετών από τα Εγκαίνια του Ιερού Ναού των Αγίων Πέτρου και Παύλου της Αγίας Πετρουπόλεως μεγίστης πνευματικής αξίας σημασίας του γεγονότος αυτού για τις χώρες της Ελλάδας και της Ρωσίας και ιδιαιτέρως για την Πάτρα, στην οποία μαρτύρησε ο Άγιος Απόστολος Ανδρέας.
Με αυτό τον τρόπο θα ήθελα Κυρίες και Κύριοι, αξιότιμοι σύνεδροι του 3ου ελληνο- ρωσικού συνεδρίου να ολοκληρώσω τη σημερινή μου ομιλία μέσα σε ένα τέτοιο πνεύμα πολιτιστικής συνύπαρξης, συνεργασίας, αμοιβαιότητας και βαθιάς κοινής θρησκευτικής πίστης δύο λαών που στο σύγχρονο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι οριοθετούν νέα θεμέλια μιας ειλικρινούς ,ειρηνικής και γόνιμης πολιτιστικής αλληλεπίδρασης.
*Η ομιλία της στο 3ο Eλληνο-ρωσικό κοινωνικό Forum.
Use Facebook to Comment on this Post