Του Γιώργου Καραμπελιά
Εν τέλει, ο Γιάννης Βαρουφάκης αποκαλύπτει τον Αλέξη Τσίπρα…
Δηλώνει πως, σύμφωνα με εντολή του τελευταίου, από τον περασμένο Δεκέμβριο, προετοίμαζε μυστικό σχέδιο για το πώς θα ελέγξει κρυφά τις καταθέσεις όλων των Ελλήνων έτσι ώστε να μπορεί, μέσα σε μία μέρα, να μετατρέψει το νομισματικό σύστημα της χώρας και να περάσει από το ευρώ στη δραχμή, χωρίς να το γνωρίζουν οι ίδιοι οι πολίτες της χώρας. Παρότι ο Βαρουφάκης διαθέτει πλούσια φαντασία, είναι μυθομανής και διακρίνεται για τις μπαρούφες του (εξ ου και το τόσο ταιριαστό γι’ αυτόν όνομά του, που φαίνεται πως κρατάει από κάποια μακρά οικογενειακή παράδοση), είμαι πεισμένος πως αυτό το σχέδιο ήταν πραγματικό, στο πλαίσιο βέβαια πάντα της συριζαίικης πραγματικότητας.
Το ότι είναι πραγματικό και όχι αποκύημα της φαντασίας του Βαρουφάκη καταδεικνύεται από μία πληθώρα στοιχείων. Πρώτα και κύρια, από το γεγονός ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δεν τολμούν να τον διαψεύσουν, ενώ συναρτάται άμεσα με την κήρυξη του δημοψηφίσματος και το κλείσιμο των τραπεζών, ως το προοίμιο για τη μετάβαση στη δραχμή. Μόνο που, την τελευταία στιγμή, ο Τσίπρας, κάτω από ποικίλες πιέσεις τις οποίες έχουμε αναλύσει σε άλλα κείμενα, έκανε πίσω. Αυτό, εξάλλου, υποδηλώνει ο τρόπος που για έξι μήνες δήθεν διαπραγματευόταν η κυβέρνηση, οδηγώντας τα πράγματα στο τελικό αδιέξοδο, στα τέλη Ιουνίου.
Επιπλέον ενδείξεις ή και αποδείξεις για την ύπαρξη αυτού του σχεδίου μας δίνει η μερική του αποκάλυψη από τον πρόεδρο των εφοριακών υπαλλήλων και νυν ανταμειφθέντα με υπουργείο, Τρύφωνα Αλεξιάδη, ο οποίος είχε δηλώσει, σε ανύποπτο χρόνο, την Άνοιξη, πως οι εφορίες θα ήταν δυνατό να αντικαταστήσουν τις τράπεζες, δήλωση την οποία και αμέσως απέσυρε μετά τον σχετικό σάλο που προκάλεσε. Επρόκειτο άραγε για εφαρμογή του σχεδίου Βαρουφάκη, περί παράλληλου τραπεζικού συστήματος; Στην ίδια κατεύθυνση επίσης εντάσσεται το σχέδιο Λαφαζάνη και η δήλωση της Βαλαβάνη, το βράδυ του δημοψηφίσματος, ότι θα ελέγχονται και οι τραπεζικές θυρίδες, καθώς και η απόσυρση μεγάλου χρηματικού ποσού της μητέρας της από το τραπεζικό σύστημα.
Εάν καθίσουμε εκ των υστέρων και καταγράψουμε τα γεγονότα και τις ενδείξεις των προθέσεων αυτής της συμμορίας των δραχμολάγνων της συμφοράς, δεν μπορεί να μείνει καμία αμφιβολία για το ότι το σχέδιο αυτό είχε τεθεί σε εφαρμογή· τα ΑΦΜ όλων μας είχαν περάσει κάτω από τον έλεγχο των Τσίπρα-Βαρουφάκη και φτάσαμε στο παρά ένα για την ολοκλήρωση του σχεδίου.
Και, προφανώς, η βασική απόδειξη της συνενοχής παραμένει το βασικό στοιχείο που αναφέραμε, η έλλειψη διάψευσης από την κυβέρνηση καθώς και η παραμονή του Βαρουφάκη μέχρι σήμερα στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλα αυτά υποδηλώνουν πως φοβούνται ότι ο Βαρουφάκης έχει καταγεγραμμένα, με τον ένα ή άλλο τρόπο, τα στοιχεία αυτής της συνωμοσίας και γι’ αυτό άλλωστε τα κυκλοφορεί ο ίδιος, σε μια μορφή ανοικτής πρόκλησης προς τον Τσίπρα. Τώρα, εξάλλου, μπορούμε να κατανοήσουμε το νόημα της δήλωσής του, πως είχε καταγράψει όλες τις συνομιλίες στο Eurogroup της Ρίγας. Επρόκειτο για μία έμμεση απειλή προς τον πρωθυπουργό να μη θελήσει ποτέ να τον διαψεύσει διότι αυτός καταγράφει τα πάντα. Διαφορετικά, μια τέτοια δήλωση, όπως καταλαβαίνουμε, δεν είχε νόημα, στον βαθμό που ξεσήκωσε όλους τους υπουργούς Οικονομικών εναντίον του. Άρα είχε πραγματοποιηθεί για εσωτερική κατανάλωση.
Το σκανδαλώδες σε όλη αυτή την ιστορία είναι πως οι πάντες, ο Τύπος, η δικαιοσύνη, οι τηλεοπτικοί σταθμοί, τα κόμματα της αντιπολίτευσης παριστάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι το πρόβλημα δεν αφορά τον «διαταραγμένο» Βαρουφάκη, αλλά κατ’ εξοχήν τον ίδιο τον Τσίπρα. Αυτός, όπως έχουμε τονίσει τόσες και τόσες φορές, έπαιζε από την αρχή ένα διπλό, τουλάχιστον, παιχνίδι. Από τη μία πλευρά προσπαθούσε να καθησυχάσει το «σύστημα», εγχώριο και διεθνές –επιλογή Παυλόπουλου, αγκαλιές με τη Μέρκελ, επιλογή Πανούση στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη–, και από την άλλη προετοίμαζε την πιθανότητα μίας «ρήξης», εξ ου και η επιλογή Βαρουφάκη για το υπουργείο Οικονομικών και η προετοιμαζόμενη από τον Δεκέμβριο του ’14 συνομωσία, η επιλογή της Ζωής Κωνσταντοπούλου για την Προεδρία της Βουλής, και οι συνακόλουθες «επιτροπές αλήθειας», η τοποθέτηση Λαφαζάνη στο υπουργείο Ενέργειας, ως δίαυλο των επαφών με τους Ρώσους. Και η μόνη σταθερά και στις δύο αυτές εκδοχές παρέμενε η στήριξη στο φιλο-αμερικάνικο λόμπι (Κοτζιάς, Καμμένος, Αναγνωστοπούλου κ.λπ.).
Το οικονομικό κόστος της «καταστρόικα»
Αυτή η εξάμηνη συνομωσία είχε ένα τεράστιο κόστος.
Κόστος οικονομικό: 40 δισεκατομμύρια μείωση καταθέσεων, 20 δισεκατομμύρια πτώση της χρηματιστηριακής αξίας των Τραπεζών και έξοδος μετόχων, ήρθαν να αποτελειώσουν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Ένα τραπεζικό σύστημα που, πέντε χρόνια πριν, ήταν το ισχυρότερο των Βαλκανίων, με 220 δισεκατομμύρια καταθέσεις και παρουσία σε όλες τις βαλκανικές χώρες, αποσυντέθηκε μάλλον οριστικά κατά τους τελευταίους έξι μήνες, έτσι ώστε να το αγοράσουν οι καραδοκούντες, Γερμανοί και Γάλλοι κυρίως, ενώ παράλληλα οι γερμανικές Τράπεζες θα υποκαταστήσουν πλήρως τις ελληνικές στα Βαλκάνια. Έτσι, το μόνο όπλο που διέθετε η Ελλάδα για να προωθήσει μία προσέγγιση των οικονομιών των βαλκανικών χωρών που ήταν οι Τράπεζές της, ετέθη νοκ άουτ. Κάτω οι τραπεζίτες, ζήτω οι «συμμορίτες της δραχμής». Εξάλλου, όπως τονίζει ο Γιάννης Μηλιός και οι αντιεξουσιαστές antifa βορείων προαστίων, οι Έλληνες είναι οι «ιμπεριαλιστές των Βαλκανίων» και το κλείσιμο των ελληνικών τραπεζών από τον Βαρουφάκη αποτελεί αντιιμπεριαλιστική πράξη· V ως vendetta.
Το κόστος της εξάμηνης οικονομικής διαχείρισης, εκτός από τις Τράπεζες, ήταν τεράστιο για όλους τους παραγωγικούς τομείς (πρόβλεψη για μείωση 3% του ΑΕΠ έναντι ανόδου 2,5%, περίπου, 8-10 δισεκατομμύρια ευρώ μείωση. Πράγμα που μεταφράζεται σε πτώση των εξαγωγών, μείωση της βιομηχανικής παραγωγής και στασιμότητα ακόμα και του τουρισμού, που προβλεπόταν να έχει πάρα πολύ μεγάλη άνοδο, λόγω της κρίσης στη Β. Αφρική και την Τουρκία. Αυξήθηκαν κατά 2 με 3 δισεκατομμύρια ευρώ οι οφειλές του κράτους προς τους ιδιώτες, ενώ κατέρρευσαν τα έσοδα του δημοσίου, τους πρώτους εφτά μήνες, κατά 2 με 3 δισεκατομμύρια. Συνέπεια όλων αυτών είναι η επιδείνωση της κατάστασης στα νοσοκομεία, όπου οι κρατικές επιχορηγήσεις μειώθηκαν δραματικά (πάνω από 80%), ενώ η ανεργία άρχισε και πάλι να ανεβαίνει μετά τη μικρή πτώση που είχε σημειώσει την προηγούμενη περίοδο. Το δε κλείσιμο των Τραπεζών και ο έλεγχος κεφαλαίων έχει ένα κόστος στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας που υπολογίζεται, σε καθημερινή βάση, από το ελάχιστο των 300 εκατομμυρίων έως 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Και δεδομένου ότι επλήγη ανεπανόρθωτα η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, ακόμα και όταν –και αν–, μετά από αρκετούς μήνες. αρθούν οι έλεγχοι, για χρόνια, οι Έλληνες θα συνεχίσουν να καταθέτουν τις αποταμιεύσεις τους ή τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό, μη έχοντας εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι χωρίς τέλος ενώ, τώρα, έρχεται ο μεγάλος λογαριασμός των προαπαιτούμενων του παλαιού μνημονίου, το κόστος του οποίου εκτινάχθηκε στα 8 με 9 δισεκατομμύρια ευρώ, από τα 2 δις τα οποία ζητούσαν μέχρι τον Φεβρουάριο οι δανειστές. Το καταστροφικό κόστος της διαχείρισης Βρουφάκη-Τσίπρα, στην πραγματικότητα, βρίσκεται στα 100 δισεκατομμύρια (οι υπολογισμοί κυμαίνονται από το ελάχιστο των 60 δισεκατομμυρίων στο μέγιστο των 200 δισ). Κατά την αμέσως επόμενη περίοδο, αυτό το κόστος θα αρχίσει να μετακυλίεται με δραματικό τρόπο και σε όσους Έλληνες δεν είχαν πληγεί ιδιαίτερα μέχρι τώρα και αποτελούν συχνά τους χαζοχαρούμενους χειροκροτητές του κυρίου Τσίπρα – διότι όλοι όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα έχουν ήδη γευθεί τα αγαθά της αριστερής διακυβέρνησης. Οι συνέπειες της κατάρρευσης, τους επόμενους μήνες, θα επεκταθούν δραματικά στο σύνολο των Ελλήνων – με την εξαίρεση βεβαίως μερικών χιλιάδων Συριζαίων, οι οποίοι διορίστηκαν σε υπουργεία, γ. γραμματείες κ.λπ, και αποτελούν τη μόνη πραγματική κοινωνική βάση της κυβέρνησης. Διότι η καταβαράθρωση της οικονομικής δραστηριότητας και των Τραπεζών οδηγεί ήδη σε αύξηση των φόρων – έμμεσων (ΦΠΑ) και άμεσων (φορολογικές δηλώσεις, ΕΝΦΙΑ κ.λπ)–, καθώς και σε μείωση των συντάξεων και των μισθών του δημοσίου. Οι εκπαιδευτικοί, που στήριξαν τόσο σθεναρά την κυβέρνηση, θα πληγούν όχι μόνο στο εισόδημά τους αλλά, όπως ήδη ανακοινώνεται, με την αύξηση των ωρών εργασίας τους, εξαιτίας της έλλειψης εκπαιδευτικών και της αδυναμίας προσλήψεων.
Όμως, η καταστροφική παρουσία των κυβερνώντων δεν περιορίστηκε στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, όπου τα μόνα τους επιτεύγματα είναι η διόγκωση των μεταναστευτικών ρευμάτων και η ψήφιση του εθνοκτόνου νόμου για την ιθαγένεια, αλλά προκάλεσαν και μια τεράστια υποβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης και των δυνατοτήτων της χώρας.
Το γεωπολιτικό κόστος
Κατ’ αρχάς, προφανώς, μόνο και μόνο η γεωπολιτική υποβάθμιση, εξαιτίας της επιδείνωσης της οικονομικής κρίσης, θα ήταν αρκετή. Το γεγονός των συνεπειών της στα Βαλκάνια, και όχι μόνο, εξαιτίας της κατάρρευσης των ελληνικών Τραπεζών, είναι προφανής: ο Έντι Ράμα στην Αλβανία αναθεώρησε ήδη τις αποφάσεις για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, και προβάλλει, ανενδοίαστα, σενάρια μεγάλης Αλβανίας. Η βουλγαρική κυβέρνηση στράφηκε ενάντια στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Σκόπια επιμένουν στη μακεδονική τους εμμονή, ενώ η Τουρκία εμφανίζεται διατεθειμένη να μας βοηθήσει στην… αποπληρωμή των δανείων μας! Η Κύπρος βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο σχέδιο Ανάν και συνεχίζει να απομακρύνεται από την Ελλάδα, με την αμέριστη συμπαράσταση του υπουργείου Εξωτερικών και της Σίας Αναγνωστοπούλου.
Το γεγονός αυτό καθεαυτό, το ότι, δηλαδή, η Γερμανία και άλλες χώρες της ευρωζώνης έθεσαν ανοικτά ζήτημα εξώσεως της Ελλάδας από αυτή, αποτελεί ένα αρνητικό προηγούμενο τεράστιας σημασίας. Η χώρα μας αντιμετωπίζεται διακηρυγμένα ως ο παρίας της ευρωζώνης. Η σχέση μας με τη Ρωσία επλήγη από τις παλινωδίες υπουργών και πρωθυπουργού, ενώ έγινε περισσότερο υποτελής η σχέση με τις ΗΠΑ. Το εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οδήγησε σε γεωπολιτική υποβάθμιση τη χώρα, η αμυντική μας ικανότητα περιορίζεται και άλλο, με τις περικοπές των αμυντικών δαπανών των νέων μνημονίων. Ποτέ άλλοτε στην πρόσφατη ιστορία δεν υπήρξαν τόσο περιφρονητικές δηλώσεις για την Ελλάδα από κυβερνήσεις (Ραχόι, Κάμερον, Βέλγιο, Σλοβακία, Φιλανδία κ.ά.) όσες αυτό το εξάμηνο, ιδιαίτερα τους δύο τελευταίους μήνες. Ακόμα και με τους παραδοσιακούς φίλους του ΣΥΡΙΖΑ, τους Ποδέμος, οι σχέσεις έγιναν πολύ πιο ψυχρές και η Ελλάδα αντιμετωπίζεται από αυτούς και από την Ιρλανδία ως ο επικίνδυνος, μπατιριμένος και αναξιόπιστος συγγενής που πρέπει να αποφεύγεται. Αντί για ενίσχυση των συμμαχιών, είχαμε απώλεια ακόμα και των παραδοσιακών. Και το γεγονός ότι πάρα πολλοί άνθρωποι στην Ευρώπη συμπαραστέκονται στην Ελλάδα, ως θύμα της γερμανικής πολιτικής, και της επιθυμίας της για έξωσή μας από την ευρωζώνη, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις τεράστιες ζημιές που προκλήθηκαν. Όταν μάλιστα οι παλινωδίες της κυβέρνησης Τσίπρα και η υποχώρησή της στους εκβιασμούς των Γερμανών άφησε ξεκρέμαστους όλους εκείνους που είχαν θελήσει να μας στηρίξουν την προηγούμενη περίοδο.
Η «ρεβάνς» για τη Βάρκιζα!
Αλλά, εκτός από την οικονομία και τη γεωπολιτική θέση της χώρας, η «κυβερνώσα αριστερά» των Τσίπρα, Βαρουφάκη, Κωνσταντοπούλου, Λαφαζάνη, Φλαμπουράρη και Σίας, κινδυνεύει να καταστρέψει για πολλά χρόνια και τις ίδιες τις αξίες του δημοκρατικού αντιμνημονιακού κινήματος. Κατ’ αρχάς, με την εσπευσμένη άνοδό του στην εξουσία, και τις καταστροφές που προκάλεσε, κατέστρεψε το αντιμνημονιακό κίνημα, μεταβάλλοντάς το σε υποπόδιο του 3ου μνημονίου. Έτσι, γελοιοποίησαν την έννοια του αντιμνημονιακού χώρου, και στο μόνο που μπορούν να ελπίζουν πλέον είναι πως, επειδή αυτός ο τεράστιος όγκος χρεών δεν είναι εξυπηρετήσιμος, θα υποχρεωθούν οι δανειστές να προσφέρουν μία επιμήκυνση του χρέους και μια μείωση των επιτοκίων. Παράλληλα, επειδή η αριστερή διακυβέρνηση θα έχει αποδειχθεί η χειρότερη διακυβέρνηση στη νεότερη ιστορία της χώρας, θα προκαλέσουν μια κυριολεκτική ιδεολογική αντεπανάσταση, όπου οι αξίες του ανταγωνισμού, του νεο-φιλελευθερισμού, της ελαστικοποίησης της εργασίας, των γενικευμένων ιδιωτικοποιήσεων, της άρνησης κάθε κοινωνικής αλληλεγγύης, θα μεταβληθούν σε κυρίαρχες για πολλά χρόνια. Ό,τι συνέβη στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού μετά την κατάρρευσή του, θα κατορθώσουν να το επιτύχουν οι μεταμοντέρνοι αριστεροί του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, παίρνοντας αυτοί τη «ρεβάνς» της Βάρκιζας. Οι αξίες της δεξιάς, που τόσο εξορκίζουν, θα καταστούν κυρίαρχες, μετά τη σύντομη διακυβέρνηση της ασυδοσίας τους.
Αν αυτές οι καταστροφές προκαλούνταν από οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση, θα είχαν ξεσηκωθεί και οι πέτρες. Και, πιθανώς, οι υπουργοί θα είχαν διαφύγει με ελικόπτερα. Και όμως, για την ώρα, οι Έλληνες δείχνουν μια απίστευτη ανοχή και μάλιστα εξακολουθούν σε όλες τις δημοσκοπήσεις να υποστηρίζουν τον Τσίπρα ως τη μόνη εναλλακτική λύση. Αυτό βέβαια έχει να κάνει με δύο παράγοντες. Πρώτον, τη βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος – τόσο των μνημονιακών κομμάτων, όσο και της Χ.Α., που έχει κυριολεκτικώς λουφάξει· δεύτερον, με το ότι οι Έλληνες τρομοκρατήθηκαν τόσο πολύ από την προοπτική μιας ολοκληρωτικής πτώχευσης, ώστε στηρίζουν τον πρωθυπουργό, όποιος κι αν είναι αυτός, για να αποφύγουν τα χειρότερα.
Όμως, αποφασιστικό ρόλο διαδραματίζει και η συντριπτική ηγεμονία της αριστεράς στον χώρο της διανόησης, των ΜΜΕ, των πανεπιστημίων, του συνδικαλισμού, του καλλιτεχνικού κόσμου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε δε και τον φόβο των ιδιοκτητών των ΜΜΕ, από τις απειλές για αφαίρεση των αδειών, για υποχρέωση να καταβάλουν τα θαλασσοδάνεια, τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές που οφείλουν. Γι’ αυτό και όλο το σύστημα προσπαθεί να μεταβάλει τον Βαρουφάκη, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Λαφαζάνη στους αποδιοπομπαίους τράγους της κατάρρευσης και να προφυλάξουν τον Τσίπρα, ώστε «να ολοκληρώσει τη δουλειά» και να στραφεί οριστικά ενάντια στους παλαιούς δραχμικούς του συμμάχους.
Εξάλλου, είναι πολύ αστεία, και ταυτόχρονα κυριολεκτικώς άσεμνη, η μόνιμη αναφορά δημοσιογράφων, διανοουμένων και δημοσιολογούντων στην Αριστερά και το «ήθος» της, αδιαφορώντας παντελώς για τις συνέπειες της διακυβέρνησής της στην οικονομία και στους ανθρώπους της χώρας. Χαρακτηριστική είναι η συζήτηση που διεξάγεται ανάμεσα στους οπαδούς της εμμονής στο όχι και τους υποστηρικτές της γραμμής του πρωθυπουργού. Οι μεν πρώτοι επιμένουν πως η κυβέρνηση πρόδωσε το όχι του λαού στο δημοψήφισμα, οι δε κυβερνητικοί ισχυρίζονται ότι αποτελούν τη μόνη δυνατότητα διατήρησης της Αριστεράς στην εξουσία, και ότι, μόνο και μόνο γι’ αυτό, θα πρέπει να στηριχθούν παρά τις «κωλοτούμπες» τους. Η συζήτηση δηλαδή, μεταξύ των διαφορετικών πτερύγων της αριστεράς, δεν διεξάγεται με αναφορά στην πραγματική κοινωνία και τους πραγματικούς ανθρώπους, αλλά με το πόσο «συνεπείς αριστεροί» είναι οι μεν και οι δε. Μια αριστερά, η οποία έχει αποκοπεί από την πραγματική κοινωνία εδώ και δεκαετίες, από τότε δηλαδή που κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός, και η οποία, στις συνθήκες της κρίσης του συστήματος, βρέθηκε στην εξουσία, καταδεικνύει με αυτή τη σουρεαλιστική συζήτηση τον βαθύτατα παρασιτικό και αναχρονιστικό χαρακτήρα της. Δεν έχει καμία σημασία εάν κατεστράφη η οικονομία της χώρας, εάν περισσότεροι νέοι θα μείνουν άνεργοι και θα μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, εάν υποστούμε δεινές συρρικνώσεις στα εθνικά θέματα, από την Κύπρο έως τα Σκόπια, όχι! Το μόνο ζήτημα που τους ενδιαφέρει είναι η αντιστοιχία της πραγματικότητας με τα «ιδανικά της αριστεράς» και όχι, αντίθετα, η σχέση της αριστεράς με την πραγματικότητα.
Πρόκειται για ένα τεράστιο ιδεολογικό και πολιτικό παράδοξο: επειδή η ηττημένη Αριστερά του Εμφυλίου δεν ανήλθε ποτέ «αυτοπροσώπως» στην εξουσία –μόνο, εμμέσως, μέσω του Ανδρέα–, η ιδεολογία της δεν είχε ηττηθεί ολοκληρωτικά στο εσωτερικό της χώρας, είχε ηττηθεί απλώς στρατιωτικά, και μάλιστα εξαιτίας της επέμβασης των ξένων. Με τον ΣΥΡΙΖΑ, και στις συνθήκες κατάρρευσης του πολιτικού κόσμου, εξ αιτίας των μνημονίων, της δόθηκε η ευκαιρία να πάρει τη «ρεβάνς» τόσο μεταχρονολογημένα, και εκτός τόπου και χρόνου, ώστε η άνοδός της πήρε τη μορφή μεταμοντέρνας καρικατούρας, όπου συμφύρονται πολλαπλές φιγούρες της διαδρομής της Αριστεράς. Ο Μανόλης Γλέζος εκπροσωπεί τη γενιά της Αντίστασης και του εμφυλίου, ο Λαφαζάνης τους κνίτες της δικτατορίας, ο Φλαμπουράρης και ο Στέλιος Παπάς το ΚΚΕ εσωτ., ο Βαρουφάκης, ο Λαπαβίτσας και ο Τσακαλώτος, τους «ριζοσπάστες» πανεπιστημιακούς του αγγλοσαξονικού χώρου, παντελώς άσχετους με την πραγματικότητα, και ο «Αλέξης», ο «Γαβριήλ», η «Ζωή», τη χαβιαροαριστερά της σύμφυσης Κολωνακίου –Εξαρχείων. Γι’ αυτό και μοιάζουν τόσο παράταιρα και ψεύτικα τα βαριά «ταξικά» και εμφυλιοπολεμικά συνθήματα που χρησιμοποιούν, προπαντός όταν ακούγονται από το στόμα της… Ζωής Κωνσταντοπούλου. Όμως το μεταμοντέρνο kitsch της Αριστεράς δεν μοιάζει πλέον να ενοχλεί κανέναν και θα πρέπει να ανέλθει ως «καταστρόικα» στην εξουσία για να νομιμοποιήσει και ιδεολογικά, εξήντα πέντε χρόνια μετά, τους… στρατιωτικούς νικητές του εμφυλίου!
Καιρός να φεύγουν
Δηλαδή, η άνοδός τους στην εξουσία, απεδείχθη καταστροφική και στα τρία επίπεδα. Σε εκείνο της πραγματικής οικονομίας και κοινωνίας, σε εκείνο της γεωπολιτικής ισχύος και θέσης της χώρας και, τέλος, στο ίδιο το ιδεολογικό πεδίο, όπου κινδυνεύει το πρώτη φορά αριστερά να γίνει, ποτέ άλλοτε αριστερά και πάντα δεξιά.
Και για να λάβουν τέλος οι αρνητικές συνέπειες της ανόδου τους στην εξουσία, ένα και μόνο δρόμο θα είχαν.Να την εγκαταλείψουν πάραυτα και να αφήσουν την εξουσία σε κάποια κυβέρνηση «τεχνοκρατών» ή «ειδικού σκοπού» για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Διότι, η επιμονή τους να παραμείνουν μόνο αρνητικές συνέπειες θα έχει για τη χώρα. Ήδη, με το δημοψήφισμα οδήγησαν στο κλείσιμο των Τραπεζών και υποχρεώθηκαν να υπογράψουν την πιο ταπεινωτική συμφωνία για νέο μνημόνιο. Εάν επιμείνουν να διατηρήσουν την εξουσία, είτε μέσα από νέες εκλογές είτε με την παραμονή τους ως κυβέρνηση μειοψηφίας –επειδή προφανώς δεν θέλουν με τίποτα να εγκαταλείψουν τις καρέκλες τους–, κινδυνεύουν είτε να οδηγήσουν τη χώρα στην ολοκληρωτική κατάρρευση, επαναφέροντας τα σενάρια του grexit, είτε να χρεωθούν αυτοί, και μαζί τους οι «αγανακτισμένοι», τις δραματικές συνέπειες του μνημονίου που θα υπογράψουν.
Και επειδή οι ίδιοι δεν δείχνουν διατεθειμένοι να κάνουν τις μόνες κινήσεις που επιβάλλουν οι περιστάσεις, για να θεραπεύσουν κατά το δυνατόν τις πληγές που προκάλεσαν, ως εξουσιομανείς και σπιθαμιαίοι, δεν είναι άραγε καιρός όλοι εκείνοι οι διανοούμενοι, οι «πατριώτες της αριστεράς», οι «αναλυτές», οι «φιλόσοφοι», όλοι εκείνοι που συνεχίζουν ασύγγνωστα να τους υποστηρίζουν κα να λιβανίζουν τον «Αλέξη», να αναλογιστούν τις ευθύνες τους; Προτιμούν να επιμένουν στις φαντασιώσεις τους, να αρνούνται την αναγνώριση των σφαλμάτων τους, και όχι, όπως αρμόζει σε όσους θέτουν το συμφέρον της πατρίδας πάνω απ’ όλα, να ανακρούσουν πρύμναν έστω την ύστατη στιγμή, και να καταδείξουν στον ατάλαντο νεαρό πως είναι καιρός να εγκαταλείψει το προσκήνιο, διότι η παραμονή του θα επιφέρει ακόμα περισσότερες συμφορές;
Αν θέλουν και μπορούν να ξεφύγουν από τη μεταπολιτευτική παρακμή, που τους έφθειρε, μία πράξη έχουν να κάνουν. Να αναγνωρίσουν, με μια βαθύτατη αυτοκριτική, πως πήραν λάθος τη ζωή τους. Άλλοι από αυτούς, οι περισσότεροι, στο παρελθόν, υποστήριξαν τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ, άλλοι περιπλανήθηκαν στα αδιέξοδα μονοπάτια του ΚΚΕ ή του αριστερισμού, σχεδόν όλοι εφθάρησαν μέσα από θέσεις, καριέρες, ευρωπαϊκά προγράμματα και κοινωνικές αταβιστικές συμπεριφορές. Μπορούν, σήμερα τουλάχιστον, να σιωπήσουν; Να παύσουν να συνεργούν στην καταστροφή της χώρας τους; Αύριο θα είναι πολύ αργά. Διότι θα έχουν συμβάλει, με τη συμμετοχή και τη συναίνεσή τους, στην καταστροφή της χώρας τους και στο χαντάκωμα των ιδεωδών τα οποία υποτίθεται ότι υπηρετούν.
Αν δεν φύγουν σήμερα, θα φύγουν αύριο με πολύ μεγαλύτερο κόστος. Δεν υπάρχει η δυνατότητα, όπως νομίζουν πολλοί από τους υποστηρικτές τους, να μείνουν επί μακρόν στην εξουσία. Τα κάψανε τα καράβια τους. Με το ρεσάλτο της 25ης Ιανουαρίου, με τους Βαρουφάκηδες και τους Καμμένους, με την Κωνσταντοπούλου, τη Χριστοδουλοπούλου, με την Αναγνωστοπούλου και τον Χαϊκάλη. Δεν υπάρχει δυνατότητα να ξαναπαιχτεί το παιχνίδι ενός ανανεωμένου ΠΑΣΟΚ. Δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος ούτε το χρήμα, ούτε η γεωπολιτική συγκυρία. Το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο. Ας φροντίσουν να μειώσουν τη ζημιά για τη χώρα και για τους ίδιους.
Υ. Γ. Και για να μη μένουμε μόνο στο δράμα, ας δούμε και την κωμική πλευρά του θέματος. Εμείς οι παλαιότεροι έχουμε παρακολουθήσει στις οθόνες μια σειρά έργων του Μάριο Μονιτσέλι με κεντρικό ήρωα τον Μπρανκαλεόνε, που τον έπαιζε υπέροχα ο Βιττόριο Γκάσμαν. Ο Μπρανκαλεόνε, ένας ιππότης της ελεεινής μορφής, την εποχή των Σταυροφοριών, συγκροτεί μια στρατιά από κουτσούς, τυφλούς, ζητιάνους κ.λπ. και αναλαμβάνει να τους οδηγήσει στους Αγίους Τόπους. Επιβιβάζονται σε ένα καΐκι και, όταν αποβιβάζονται, ανακαλύπτουν πως το μόνο που είχαν επιτύχει ήταν να αποβιβαστούν μερικά χιλιόμετρα πιο κάτω από το μέρος στο οποίο είχαν επιβιβαστεί! Το όνειρο των Αγίων Τόπων έμεινε άπιαστο όνειρο…
ardin-rixi.gr
Use Facebook to Comment on this Post