Τη φράση “οι λαοί έχουν τον ηγέτη που τους αξίζει” την πρωτάκουσα το 1989 από τον Γερ. Αρσένη και μου άρεσε.
Τα χρόνια πέρασαν και σ’ αυτή τη διαδρομή άλλαξα γνώμη. Έγινα, άραγε, σοφότερος; Ότι και να σημαίνει αυτό, η αλλαγή γνώμης σημαίνει διαφορετική παιδεία, πάνω στον….
ίδιο άνθρωπο.
Την ξανάκουσα, πριν λίγες μέρες, από τον αρχηγό που έμεινε εκτός δεύτερου γύρου για λίγους ψήφους: “Στη Δημοκρατία ο λαός ψηφίζει αυτό που του ταιριάζει. Στη πλειοψηφία του ψήφισε ότι δεν είμαστε εμείς”.
Το πρώτο πράγμα που δεν ξέρει αυτός ο αρχηγός είναι ότι δεν έχουμε δημοκρατία. Αυτό που ξέρουμε ή δεν ξέρουμε είναι θέμα Παιδείας. Το είδος της διαχρονικής παιδείας που λαμβάνει ο καθένας μας καθορίζει και τη γνώμη που έχει είτε για τον εαυτό του είτε για τους άλλους. Και κάποιος δεν ξέρει ή κάνει πως δεν ξέρει.
Τίνος είναι η πατρότητα της φράσης;
Βάζοντας την στην αναζήτηση, βρίσκω ότι την έχει πει ο Ουίνστον Τσώρτσιλ. Την έχει πει και ο Κίσσινγκερ. Κάτι παραπλήσιο έχει πει και ο Σαρλ Ντε Γκωλ: “Οι λαοί έχουν την ιστορία που τους αξίζει”.
Και, γενικώς, οι “Μεγάλοι Άνδρες” δεν φαίνεται να έχουν σε μεγάλη εκτίμηση το λαό.
Ο Ζαν Ζακ Ρουσσό δεν διστάζει να το πει: “Αν υπήρχε λαός αποτελούμενος από θεούς, θα κυβερνιόταν δημοκρατικά. Τόσο τέλειος τρόπος Διοίκησης είναι ακατάλληλος για ανθρώπους”.
Ο πατέρας της σύγχρονης Ρεπούμπλικας, ο συγγραφέας του “Κοινωνικού Συμβόλαιου”, είναι σαφής: Δεν πρέπει και δεν μπορούμε στον κόσμο που γεννιέται να έχουμε Δημοκρατία. Μας λέει ότι είναι κάτι που ταιριάζει στους θεούς, ερχόμενος σε πλήρη αντίθεση με τους αρχαίους Έλληνες, εμπνευστές και πατέρες της Πολιτικής και της Δημοκρατίας.
Μόνο στην Ελλάδα, από ολόκληρο τον κόσμο , ονομάζουμε “Δημοκρατία” τη Ρεπούμπλικα. Και αυτό είναι θέμα Παιδείας. Μεταφράσαμε μια ξένη λέξη με λάθος τρόπο. Κάποιοι μας έκαναν να λησμονήσουμε το νόημα των ελληνικών λέξεων.
Επειδή κάτι δεν μου καθόταν καλά, συνέχισα την αναζήτηση της πατρότητας. Δεν έχω το χρόνο για έρευνα σε πρωτογενείς πηγές, οπότε κάθε λάθος μου, παρακαλώ, να είναι συγχωρητέο. Σε ένα άρθρο, που μου φαίνεται ότι το γράφει κάποιος που γνωρίζει περισσότερα, η αναζήτηση της πατρότητας πάει πιο βαθειά:
“Η πατρότητα της διατύπωσης του τίτλου έχει αποτελέσει αντικείμενο έριδας: κάποιοι την αποδίδουν στο Τοκβίλ, άλλοι στον Μαρξ και άλλοι στον Τσώρτσιλ. Η αλήθεια ωστόσο είναι πως αυτή η πρόταση ανήκει στον συντηρητικό Γάλλο φιλόσοφο και διπλωμάτη Joseph De Maistre ο οποίος ανέλαβε εργολαβικά την υπεράσπιση των ιεραρχικών κοινωνιών και της μοναρχίας μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789”.
Και ο αρθρογράφος , κ. Δημ. Χριστόπουλος, θεωρεί ορθή τη φράση.
Ο κ.Δημ. Χριστόπουλος(αν δεν πρόκειται για συνωνυμία) είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας και υποψήφιος ευρωβουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι ξέρει, λόγω των σπουδών του, περισσότερα από μένα. Ο Δημήτρης Χριστόπουλος, ήταν υπεύθυνος του ΚΕΜΟ (Κέντρο Ερεύνης Μειονοτικών Ομάδων), χρηματοδοτούμενος από το υπουργείο Εξωτερικών, σύμβουλος του Γιώργου Παπανδρέου, συνδεδεμένος με τις ΜΚΟ που συμμετείχαν στην κατεδάφιση της Γιουγκοσλαβίας, σημιτικός, μνημονιακός και, εσχάτως… αντιμνημονιακός( μας υπενθυμίζει ο κ. Γ. Καραμπελιάς).
Από τον διαφωτιστή Ρουσσώ, στον Ολιγαρχικό De Maistre, στον Τσώρτσιλ, στον Κίσσινγκερ, στον Ντε Γκώλ, στους στυλοβάτες της σημερινής συγκυβέρνησης, για να καταλήξουμε στον ΣΥΡΙΖΑ! Τι ωραία! Έχουμε διαφορετικές επιλογές από την ίδια μήτρα: Τη νεωτερική αντίληψη περί Δημοκρατίας. Καμία σχέση με την ελληνική ουσία της λέξης.
Όλα αυτά είναι “Διδασκαλία” καθηγητών, διαφωτιστών και μεγάλων ανδρών, “αριστερών” και “δεξιών” με γνωστό ρόλο στη νεωτερική παγκόσμια ιστορία. Είναι όλοι αυτοί, που με το κύρος τους, μετατρέπουν μια φράση σε απόφθεγμα, σε δόγμα και νόμο της “φύσης” των ανθρώπων. Είναι αυτοί που διδάσκουν και διαμορφώνουν συνειδήσεις και Παιδεία. Και κανείς δεν παρατήρησε ότι όλοι αυτοί, που τέτοια λένε, υπηρέτησαν και υπηρετούν Ολιγαρχικές λογικές και πολιτεύματα.
Τα δικά μου γραφτά δεν διαθέτουν το κύρος των προβεβλημένων και σοφών ανδρών(απουσιάζουν οι γυναίκες). Δεν ανήκουν στη χορεία των “αποφθεγμάτων σοφών ανδρών” (και γυναικών, αν υπήρχαν). Για να διδάξεις πρέπει να είσαι “Κάποιος”. Ο λόγος του αγνώστου και ανώνυμου ενάντια στο λόγο τόσων γνωστών και επώνυμων χάνει κατά κράτος. Χάνει και χάνεται.
Όσα επιχειρήματα και αν επικαλεστώ υπέρ της δική μου άποψης, η Πίστη στο λόγο των σοφών είναι ισχυρότερη, από τη Λογική (μου). Ο Λόγος των “Σοφών” έχει γίνει Ευαγγέλιο.
Αν δεν βρω μια φράση, “με κύρος”, την έβαψα. Μέσα στην απελπισία μου, βρήκα μία στη σοφία του ανώνυμου λαού. Στην παροιμία: “Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι”. Ή αυτή η φράσ,η που εγώ υιοθετώ, ισχύει ή το αντίθετο της: “οι λαοί έχουν τον ηγέτη που τους αξίζει”. Και καλώ, τώρα, εαυτόν να την υπερασπιστεί.
Για βοήθεια, επιστρατεύω και την παροιμία: “Με όποιον δάσκαλο θα κάτσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις”. Δάσκαλος μου ο λαός (και άλλοι). Για τους προλαλήσαντες, δάσκαλος είναι η σωρεία των Ολιγαρχικών Πατέρων της νεωτερικής εξουσίας.
Η φράση του De Maistre και όσων την έχουν κάμει σημαία, χάνει κάθε εγκυρότητα, όταν συμφωνήσουμε ότι δεν υπάρχει Δημοκρατία. Και Δημοκρατία προκύπτει εκ των πραγμάτων ότι δεν έχουμε. (Όποιος τολμήσει να υπερασπιστεί το αντίθετο, τα ξαναλέμε). Η σε τακτά χρονικά διαστήματα επιλογή ηγητόρων, με τη βοήθεια του χρήματος, των ΜΜΕ, της Παιδείας και του σχολείου δεν είναι Δημοκρατία. Δημοκρατία είναι, εκ της ετυμολογίας της ελληνικότατης λέξης, το κράτος του Δήμου, η εξουσία του λαού. Και ο λαός δεν ψηφίζει τους νόμους του. Και δεν υπάρχει σοβαρή πολιτικό σχήμα ή κόμμα, που να ευαγγελίζεται ένα πολίτευμα , στο οποίο ο λαός θα είναι Αυτόδικος, Αυτόνομος και Αυτοτελής, όπως θα έλεγε και ο Θουκυδίδης.
Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, γιατί ένοχοι και υπεύθυνοι για την κατάσταση μας είναι οι Δάσκαλοι που εκπαιδεύουν το λαό με λάθος πράγματα και όχι “ο λαός που αποφασίζει”, με βάση αυτά που τον έμαθαν. Κι εγώ συνένοχος, στο μερίδιο που μου αναλογεί.
260 συνυποψήφιοι του προλαλήσαντος αποτυχημένου υποψήφιου δεν βρήκαν λανθασμένη τη φράση του. Έτσι εκπαιδεύτηκαν. Εκπαιδεύτηκαν να πιστεύουν στο αλάθητο και στην ικανότητα ενός μέτριου ηγέτη (Από την εποχή που εμφανίστηκε ο “Κοινοβουλευτισμός” ως πολίτευμα, στην Αγγλία του 1689, όλοι οι πολιτικοί ηγέτες είναι μέτριοι έως κάκιστοι).
Όταν επικαλείσαι μια φράση για να κατακρίνεις αυτούς που δεν σε ψήφισαν, αυτό λέγεται Ύβρις. Κι ας φαίνεται “ουδέτερη”:
Η ύβρις ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. Όταν κάποιος, υπερεκτιμώντας τις ικανότητες και τη δύναμή του (σωματική, αλλά κυρίως πολιτική, στρατιωτική και οικονομική, συμπεριφερόταν με βίαιο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στους άλλους, στους νόμους της πολιτείας και κυρίως απέναντι στον άγραφο θεϊκό νόμο -που επέβαλλαν όρια στην ανθρώπινη δράση-, θεωρούνταν ότι διέπραττε «ὕβριν», δηλ. παρουσίαζε συμπεριφορά με την οποία επιχειρούσε να υπερβεί τη θνητή φύση του και να εξομοιωθεί με τους θεούς, με συνέπεια την προσβολή και τον εξοργισμό τους.
Έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου και βαθύτατη περιφρόνηση για όσους δεν έχουν την ίδια ιδέα για σένα και με σένα. Ο ίδιος δεν χρησιμοποίησε ποτέ και δεν θα το κάμει και στο μέλλον, αυτή τη φράση για να κρίνει τις δικές του επιλογές. Π.χ. δεν θα πει ποτέ ότι “οι λαοί έχουν τον ηγέτη που τους ταιριάζει”, όταν αναφέρεται στον Σημίτη, τον Σαμαρά ή τον Βενιζέλο. Η φράση δεν έχει διαχρονική αξία. Είναι επιλεκτική, βολική και σκόπιμη. Χρησιμοποιείται, όταν ο λαός δεν υιοθετεί τον ίδιο ως πατερούλη και τις επιλογές του ως θρησκεία.
Είναι μια φράση για τα σκουπίδια της ιστορίας. Κι ας είναι κυρίαρχη, σήμερα. Κάθε φορά, κάποιοι βρίζουν τους υπόλοιπους για τις επιλογές τους. Κι ας είναι επιλογές, που είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένης γνώσης, παιδείας και κριτικής ικανότητας. Κι ας είναι επιλογές που οφείλονται και στις δικές τους πολιτικές. Οι Κυρίαρχες λογικές διαμορφώνουν τα εκλογικά αποτελέσματα και τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό του ο λαός.
Είναι Ύβρις να απαιτείς την αναγνώριση και τη δικαίωση του εαυτού σου.
Εμείς δεν το κάναμε. Συμμετέχοντας στις εκλογές, δεν είπαμε και δεν θα πούμε ποτέ ότι “η καλύτερη πολιτική πρόταση”, η δική μας, δεν έγινε αποδεκτή γιατί ο λαός είναι ηλίθιος και “έχει τους ηγέτες που του αξίζουν”. Ξέρουμε τις δικές μας ευθύνες, τα δικά μας όρια, ξέρουμε τις δυσκολίες, ξέρουμε και τους κυρίαρχους κανόνες του παιχνιδιού. Και θα συνεχίσουμε τη μάχη της ανατροπής των κατεστημένων αντιλήψεων και καταστάσεων. Με μοναδική “φιλοδοξία” να σώσουμε τις περιουσίες μας, την εργασία μας, τη ζωή μας και την αξιοπρέπεια της.
Αυτοί που τόσα χρόνια ήταν στο απέναντι από μας στρατόπεδο ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ τι σημαίνουν όλα αυτά.
ΕΜΕΙΣ ΞΕΡΟΥΜΕ ότι δεν είμαστε θεοί και γι’ αυτό θέλουμε Δημοκρατία. Επειδή η Δημοκρατία δεν είναι για τους θεούς, αλλά για τους ανθρώπους που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα. (Ας αφήσουμε τον Ρουσσώ εκεί που τον έθαψαν οι Γάλλοι: στο Πάνθεον).
“Γηράσκω αεί διδασκόμενος”, αρκεί να θέλω να διδάσκομαι και να αμφισβητώ τις δικές μου γνώσεις, ως το τέλος της ζωής μου.
Καλημέρα, Καλή Κυριακή και “καλό βόλι”.
(Φωτογραφία ενός σπουδαίου φωτογράφου: Παναγής Καβαλλιεράτος)