Συμβουλές για το πώς «κλέβουν» το μέλλον και πληρώνουν το παρόν
Του Δ. Γ. Παπαδοκωστόπουλου
Ενα χρόνο πριν, στις 6 Ιουνίου 2000, ο κ. Παπαντωνίου, υπό την πίεση της κριτικής για τον αργό ρυθμό των…
Πολύ γρήγορα ο ίδιος ανακάλυψε με επώδυνο τρόπο ότι όχι μόνο φθηνά δεν μπορούσε να πωλήσει, αλλά ούτε καν να «ξεπουλήσει», καθώς κανένας δεν ενδιαφερόταν να αγοράσει την πραμάτειά του. Ηταν ο καιρός που οι αποκρατικοποιήσεις (μετοχοποιήσεις επί το ελληνικότερον) έφθαναν στο τέλος τους (λόγω της κατάρρευσης του ΧΑΑ που συνεχίζεται μέχρι σήμερα) με αποτέλεσμα το Δημόσιο να στερηθεί πολυτίμων εσόδων. Οι εισπράξεις από τις μετοχοποιήσεις κατευθύνοταν στη μείωση του χρέους, που παραμένει η βασική οικονομική προϋπόθεση για να μπορέσει να σταθεί πραγματικά η χώρα στα πόδια της.
Ετσι οι φωστήρες ανακάλυψαν νέες μεθόδους για είσπραξη εσόδων. Είχαν δύσκολα ονόματα, που γοήτευαν τους τραπεζίτες φίλους της κυβέρνησης και προκαλούσαν ρίγη σε όλους τους ανίδεους περί του τι θα πει για παράδειγμα «Τιτλοποίηση μελλοντικών απαιτήσεων»! Η ιδέα ήταν καταπληκτική και οι γραφειοκράτες που λίγο πριν αντλούσαν πόρους πουλώντας μετοχές των ΔΕKΟ στο ΧΑΑ, τώρα θα εξοικονομούσαν χρήματα, κάνοντας χρήση σύγχρονων χρηματοικονομικών μέσων. Η τραγική ειρωνεία έφθανε στο αποκορύφωμά της, όταν οι αρμόδιοι εμφανίζονταν να επιχαίρουν για τα νέα εργαλεία που δεν έκαναν τίποτε άλλο από το «κλέβουν» το μέλλον της χώρας.
Το κόστος που πληρώνει το Δημόσιο στις τράπεζες για τη χρήση αυτών των εργαλείων είναι τεράστιο και βρίσκεται πάντα κάτω από ένα σκοτεινό πέπλο αδιαφάνειας. Οι περιβόητες τιτλοποιήσεις, οι προεισπράξεις μελλοντικών εσόδων ή όποιο άλλο από τα νέα χρηματοοικονομικά εργαλεία χρησιμοποιεί σήμερα το υπουργείο Οικονομικών, είναι στην ουσία τρανταχτή αποδοχή της αποτυχίας της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής.
Η τελευταία, μετά την είσοδο στην ΟΝΕ, δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στο σοκ και παρέμεινε αγκυλωμένη στα τερτίπια της δημιουργικής λογιστικής της προ ΟΝΕ περιόδου.
Με τις τιτλοποιήσεις, αλλά και τις προεισπράξεις των εσόδων, φέρνουν στο σήμερα πόρους από το μέλλον που εκ των πραγμάτων προορίζονταν για χρήση από τις ερχόμενες γενιές.
Αυτό δεν φαίνεται να ενοχλεί τον κ. Παπαντωνίου, αλλά ούτε και τον κοινωνικά ευαίσθητο πρωθυπουργό Kώστα Σημίτη. Εξάλλου, αυτό φάνηκε καθαρά στην περίπτωση του ΧΑΑ, όπου χιλιάδες Ελληνες μικροεπενδυτές είδαν τις οικονομίες τους να εξανεμίζονται, αφού έκαναν το λάθος να πιστέψουν στην ισχυρή οικονομία. Για να εισπράξουν από τηλεόρασης την απαξιωτική αντιμετώπιση του κ. Σημίτη με εκείνο το αυτάρεσκο «ας πρόσεχαν»!
Kαι όλα τούτα γίνονται σε μια στιγμή κατά την οποία το κράτος αδυνατεί να πληρώσει ακόμα και τα χρέη των δημοσίων νοσοκομείων, ύψους 355 δισ. δραχμών. Μόλις πρόσφατα το υπουργείο Οικονομικών ξεκίνησε τις διαδικασίες για να εξοφλήσει τα χρέη των νοσοκομείων, που προέκυψαν επειδή το Δημόσιο έδινε στα νοσηλευτικά ιδρύματα λιγότερα χρήματα και από εκείνα που έγραφε στον προϋπολογισμό. Ηταν η περιβόητη τακτική συγκράτησης των δαπανών που ξεκίνησε το 1997 και βοηθούσε στο να υποστηρίζουν οι κ. Παπαντωνίου και Χριστοδουλάκης ότι μειώνουν τα ελλείμματα. Στην περίπτωση των νοσοκομείων θα εφαρμοσθεί ένα περίπλοκο σύστημα τιλοποίησης και προείσπραξης, το οποίο σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, θα αποφέρει σημαντικά κέρδη στις τράπεζες που θα κάνουν τη δουλειά.
Οι τράπεζες γνωρίζουν ότι το Δημόσιο έχει περιέλθει σε αλγεινή θέση και για το λόγο αυτόν μπορούν εύκολα να επιβάλουν τους όρους τους. Ούτως ή άλλως, το όποιο κόστος των προμηθειών υπάρξει θα χαθεί μέσα στο δημόσιο χρέος, που σε πέντε χρόνια θα είναι ακόμα μεγαλύτερο.
Στην περίπτωση των νοσοκομείων οι τράπεζες θα αναλάβουν να εξοφλήσουν τα νοσηλευτικά ιδρύματα, ενώ θα εισπράξουν τα χρήματά τους μετά 3 ή 5 χρόνια, προσαυξημένα κατά το ύψος των προμηθειών που θα συμφωνηθούν με το Δημόσιο.
Ανάλογη θλιβερή περίπτωση κραυγαλέας προεξόφλησης του μέλλοντος είναι και η περίπτωση της προείσπραξης εσόδων ύψους περίπου 600 δισ. δραχμών από το Γ’ KΠΣ. Ηδη το υπουργείο Οικονομικών προωθεί τις σχετικές διαδικασίες, για να εισπράξει μέχρι το καλοκαίρι τα χρήματα. Οι συγκεκριμένοι πόροι αποτελούν μελλοντικές εισπράξεις, που βέβαια δεν θα υπάρχουν μετά 3 ή 4 χρόνια!
Προεξοφλήσεις εσόδων (για 10 χρόνια) είχαμε και πρόσφατα με τις περιπτώσεις των Kρατικών Λαχείων και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, από τα οποία το Δημόσιο εισέπραξε περίπου 500 δισ. δραχμές, λίγο πριν από το τέλος του 2000. Το ποσό διατέθηκε στη μείωση του χρέους και ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι ήταν μια αναγκαία πράξη. Υποτίθεται όμως ότι οι πόροι αυτοί κάπου διετίθεντο μέχρι τώρα. Εφ’ εξής αυτή η δυνατότητα δεν θα υπάρχει, καθώς τα έσοδα θα κατευθύνονται στις τράπεζες που δάνεισαν το Δημόσιο. Ετσι οι πηγές που καλύπτονταν από τις εισπράξεις των Kρατικών Λαχείων και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων θα πρέπει μέχρι το τέλος της δεκαετίας να καλύπτονται από τον προϋπολογισμό…
Παλαιότερα ως μέθοδος αναλόγων προεισπράξεων (ή τραβηχτικών) είχαν χρησιμοποιηθεί τα γνωστά προμέτοχα που ανταλλάσσονταν με μετοχές των ΔΕKΟ που εισέρχονταν στο ΧΑΑ. Σήμερα το συγκεκριμένο προϊόν δεν πουλάει πλέον και τούτο γιατί κανένας δεν γνωρίζει πότε θα αρχίσει να κινείται ανοδικά η καταταλαιπωρημένη Σοφοκλέους. Η κυβέρνηση, βιώνοντας σοβαρά οικονομικά αδιέξοδα, δεν αποκλείει τη χρήση των προμετόχων στην περίπτωση της ΔΕΗ (η μετοχοποίηση της οποίας αναβάλλεται συνεχώς), αλλά και στην εταιρεία «Τουριστικά Ακίνητα».
Επιμύθιο
Ολα υποτίθεται ότι γίνονται για να αντιμετωπισθεί το χρέος. Αποδεικνύουν όμως κατά τον πλέον περίτρανο τρόπο ότι η οικονομία δεν είναι ούτε όπως την περιγράφει ο κ. Παπαντωνίου ούτε όπως την φαντάζονται τα περισσότερα στελέχη της κυβέρνησης. Είναι σίγουρα σε καλύτερο σημείο απ’ ό,τι ήταν δέκα χρόνια πριν, αλλά συνεχίζει να έχει σοβαρά προβλήματα που την κρατούν καθηλωμένη. Θα ήταν σίγουρα καλύτερα αν η κυβέρνηση παραδεχόταν τις ανισορροπίες της οικονομίας και ζητούσε κατανόηση από την κοινωνία. Αντ’ αυτού υποκρίνεται ότι όλα πάνε καλά και ξεκινά την αθρόα προεξόφληση μελλοντικών εσόδων του KΠΣ, μελλοντικών ιδιωτικοποιήσεων και, γιατί όχι, των εσόδων του ΦΠΑ, αλλά και άλλων άμεσων και έμμεσων φόρων. Λύνει έτσι το πρόβλημα της εξεύρεσης εσόδων για φέτος.
Οταν τα επόμενα χρόνια τα έσοδα (π.χ. του KΠΣ) αντί του δημόσιου ταμείου καταλήξουν στα ταμεία των δανειστριών τραπεζών, θα δημιουργηθούν άλλα προβλήματα, που θα κληθεί να καλύψει η ευρηματικότητα των μελλοντικών υπουργών.
Είναι γνωστό ότι οι υπουργοί αναλαμβάνουν να επιλύουν τα σημερινά προβλήματα και όχι τα μελλοντικά. Ωσάν, δηλαδή, να πρόκειται η χώρα στο μέλλον να διοικηθεί από κάποιους άλλους (όχι Ελληνες), που θέλουμε με κάθε τρόπο να εκδικηθούμε.