Εδώ και μία εβδομάδα η Catherine Zeta Jones έχει εισαχθεί σε κλινική (για θεραπεία 30 ημερών) προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μανιοκατάθλιψης από το οποίο πάσχει τα τρία τελευταία χρόνια. Πολλές οι φήμες και οι θεωρίες για τους λόγους και τις αφορμές που προκάλεσαν τη διπολική διαταραχή στη σταρ, αλλά όπως ο σύζυγός της Michael Douglas δείχνει, δεν αφήνει οτιδήποτε να χαλάσει τη σχέση τους και τη διάθεσή του. Έτσι, αν και μόνος, εμφανίστηκε ευδιάθετος, χαλαρός και χαμογελαστός στην παρουσίαση της κολεξιόν του αγαπημένου του φίλου Jean Pigozzi.
Δεν πτοείται λοιπόν ο σταρ και με πλατύ χαμόγελο πόζαρε για τον φωτογραφικό φακό χωρίς να δείχνει ίχνος ανησυχίας ή προβληματισμού. Όπως φίλοι του ζεύγους αναφέρουν, “είναι πολύ δεμένοι, είναι ένα. Είναι πολύ αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλον”. Ο Douglas μετά τη νίκη στη μάχη κατά του καρκίνου δείχνει φανερά πιο ανανεωμένος, ενώ παρά τις φήμες που τον ήθελαν να μετακόμισε αφήνοντας μόνη τη σύζυγό του, εκείνος δείχνει να τη στηρίζει πιο πολύ από ποτέ σ’ αυτήν τη δοκιμασία για την υγεία της, αν και όπως η εκπρόσωπός της ανέφερε με δήλωσή της, η εισαγωγή στην κλινική είναι προληπτική και μέρος μίας συνολικής θεραπείας.
Τι είναι η μανιοκατάθλιψη;
Αναζητήσαμε πληροφορίες για την μανιοκατάθλιψη σε ένα απόσπασμα κειμένου του συνεργάτη μας, Ψυχιάτρου Πέτρου Σκαπινάκη, Επίκουρου Καθηγητή Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Τι είναι η Διπολική Διαταραχή;
Η Διπολική Διαταραχή, γνωστή και ως μανιοκατάθλιψη, θεωρείται μια διαταραχή της εγκεφαλικής λειτουργίας, η οποία φέρει ασυνήθιστες εναλλαγές της συναισθηματικής διάθεσης, της δραστηριότητας και της γενικότερης λειτουργικότητας του ατόμου. Σε αντίθεση με τη συνήθη μεταβλητότητα της διάθεσης, τα “πάνω” και τα “κάτω”, στην περίπτωση της διπολικής διαταραχής, οι εναλλαγές αυτές έχουν ιδιαίτερα σοβαρό χαρακτήρα. Συνοδεύονται από σημαντική έκπτωση στον κοινωνικό και επαγγελματικό τομέα της ζωής του ατόμου ή στη σχολική επίδοση, ακόμη και μερικές φορές και από αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Ωστόσο, η διπολική διαταραχή είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, δίνοντας στο άτομο τη δυνατότητα να έχει μια παραγωγική ζωή.
Ο κίνδυνος νόσησης από μανιοκατάθλιψη ανέρχεται, κατά μέσο όρο, στο 1% στην διάρκεια τη ζωής. Μια δεδομένη χρονική στιγμή, 0.3%-0.5% του γενικού πληθυσμού μπορεί να πάσχει από μανιοκατάθλιψη. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα μπορεί να πάσχουν από 10.000-20.000 από το πρόβλημα αυτό. Εμφανίζεται συνήθως περί το τέλος της εφηβείας ή ενωρίς στην ενήλικη ζωή, ενώ δεν αποκλείεται τα πρώτα συμπτώματα να παρουσιαστούν κατά την παιδική ηλικία ή ακόμη και πολύ αργότερα στη ζωή. Συνήθως δε γίνεται άμεσα αντιληπτή η νοσηρότητα των συμπτωμάτων. Πολλοί άνθρωποι υποφέρουν χρόνια, πριν γίνει η διάγνωση και εφαρμοσθεί η κατάλληλη θεραπεία. Όπως και με τον σακχαρώδη διαβήτη ή κάποια καρδιολογικά νοσήματα, η διπολική διαταραχή έχει χρόνιο χαρακτήρα και απαιτεί προσεκτική αντιμετώπιση καθόλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου.
Η μανιοκατάθλιψη επηρεάζει τόσο τη συναισθηματική διάθεση όσο και τη λογική σκέψη. Κινητοποιεί ανεπιθύμητες ή ακραίες συμπεριφορές και συχνά περιορίζει την ίδια την επιθυμία, τη θέληση του ατόμου να ζήσει. Αν και θεωρείται ότι έχει κυρίως νευροβιολογική βάση, το άτομο βιώνει την ψυχολογική διάσταση του προβλήματος. Ακόμη και στις περιπτώσεις που το άτομο παρουσιάζει ευφορία, αυτή δεν είναι ευχάριστη και το άτομο πραγματικά υποφέρει.
“Έχω την τύχη να έχω επιβιώσει από την αρρώστια μου, έχω την τύχη να έχω δεχθεί την καλύτερη δυνατή θεραπευτική φροντίδα, έχω την τύχη να έχω αυτούς τους φίλους, τους συναδέλφους και την οικογένεια που έχω…”. Αυτά γράφει η K. Jamison, μια κλινική ψυχολόγος καθηγήτρια στην Αμερική, που έχει μανιοκατάθλιψη και έχει περιγράψει το πρόβλημά της στο έξοχο βιβλίο “An unquiet mind.
Ποια είναι τα συμπτώματα της Διπολικής Διαταραχής;
Η Διπολική Διαταραχή προκαλεί έντονες μεταβολές της συναισθηματικής διάθεσης, από ευφορία ή/και ευερεθιστότητα σε μελαγχολία και απελπισία. Πρόκειται για επεισόδια μανίας και κατάθλιψης αντίστοιχα, τα οποία έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται διαδοχικά, συχνά με μεσοδιαστήματα φυσιολογικής διάθεσης. Παράλληλα παρατηρούνται σημαντικές μεταβολές στην ενεργητικότητα και τη συμπεριφορά.
Τα συμπτώματα του μανιακού επεισοδίου συμπεριλαμβάνουν:
* Αυξημένη δραστηριότητα και ανησυχία
* Υπερβολικά ευφορική διάθεση
* Ακραία ευερεθιστότητα
* Γρήγορη σκέψη, γρήγορος λόγος και εναλλαγές ιδεών
* Διάσπαση της προσοχής και αδυναμία συγκέντρωσης
* Μειωμένη ανάγκη για ύπνο
* Διογκωμένη αυτοεκτίμηση
* Χαμηλή κριτική ικανότητα
* Άκριτη αύξηση των δαπανών για αγορές κ.λ.π
* Ασυνήθιστη συμπεριφορά κατά την τελευταία περίοδο
* Αυξημένη σεξουαλική δραστηριότητα
* Κατάχρηση ουσιών (πχ. κοκαΐνη, αλκοόλ, ηρεμιστικά)
* Παρορμητική ή επιθετική συμπεριφορά
* Άρνηση του ασυνήθιστου χαρακτήρα της διάθεσης και συμπεριφοράς
Προκειμένου να είναι δυνατή η διάγνωση της μανίας, 3 ή περισσότερα από τα παραπάνω συμπτώματα πρέπει να είναι παρόντα κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, σχεδόν κάθε ημέρα και για διάστημα μεγαλύτερο της μιας εβδομάδας. Στην περίπτωση που η διάθεση χαρακτηρίζεται από ευερεθιστότητα, 4 επιπλέον συμπτώματα πρέπει να είναι παρόντα για τη διάγνωση
Τα συμπτώματα του καταθλιπτικού επεισοδίου συμπεριλαμβάνουν:
* Καταθλιπτική διάθεση, άγχος, αίσθηση κενού
* Απελπισία ή απαισιοδοξία
* Αισθήματα ενοχής, αναξιότητας, αβοηθητότητας
* Απώλεια ενδιαφέροντος ή ικανοποίησης από τη συμμετοχή σε δραστηριότητες που θεωρούνταν προηγουμένως ευχάριστες
* Απώλεια ενέργειας, κόπωση, αίσθηση “επιβράδυνσης”
* Δυσκολία στη συγκέντρωση και τη μνήμη, μειωμένη αποφασιστικότητα
* Ανησυχία ή ευερεθιστότητα
* Διαταραχές του ύπνου
* Διαταραχές της όρεξης
* Χρόνιος πόνος ή άλλα επίμονα σωματικά συμπτώματα που δεν μπορούν να εξηγηθούν παθολογικά
* Σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονίας ή απόπειρες αυτοκτονίας
Ποια είναι η θεραπεία της Διπολικής Διαταραχής;.
Στις περισσότερες περιπτώσεις διπολικής διαταραχής, ακόμη και στις πιο βαριές, μια ουσιώδης εξισορρόπηση των εναλλαγών της διάθεσης και μια ύφεση των σχετικών συμπτωμάτων είναι δυνατό να επιτευχθεί με την εφαρμογή της κατάλληλης θεραπείας. Το γεγονός, ότι η διπολική διαταραχή αφορά σε ένα κύκλο διαδοχικών επεισοδίων, απαιτεί, σχεδόν πάντα, μια χρόνια, προληπτική χορήγηση φαρμάκων. Ένα θεραπευτικό σχήμα, που συμπεριλαμβάνει τόσο τη φαρμακευτική αγωγή όσο και την ψυχοκοινωνική παρέμβαση, θεωρείται το βέλτιστο για τη αντιμετώπιση της νόσου στο χρόνο.
Η συνεχιζόμενη, χωρίς διακοπές, θεραπευτική αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής είναι ιδιαίτερα σημαντική. Βεβαίως, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, είναι δυνατό να παρατηρηθούν αλλαγές στη διάθεση. Κάτι τέτοιο οφείλει να γίνεται άμεσα γνωστό στον θεράποντα ιατρό, προκειμένου να αποτραπεί πιθανή έξαρση της νόσου, με κατάλληλες τροποποιήσεις του θεραπευτικού σχήματος. Η στενή συνεργασία με το γιατρό, καθώς και η ανοιχτή επικοινωνία μαζί του, για τυχόν προβληματισμούς που αφορούν στη θεραπεία, είναι δυνατό να ενισχύσει την αποτελεσματικότητά της.
Επιπλέον, η καθημερινή καταγραφή των παρατηρούμενων συμπτωμάτων, του θεραπευτικού σχήματος, πιθανών διαταραχών του ύπνου και στρεσσογόνων γεγονότων στη ζωή του ατόμου είναι δυνατό να συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση της νόσου τόσο από το ίδιο το άτομο όσο και από το οικογενειακό του περιβάλλον, καθώς και στην παροχή εξατομικευμένης και, συνεπώς, πιο αποτελεσματικής θεραπευτικής φροντίδας.
Α. Φαρμακευτική Αγωγή
Η φαρμακευτική αγωγή για τη διπολική διαταραχή παρέχεται από ψυχιάτρους, οι οποίοι έχουν ειδικευθεί στη διάγνωση και θεραπεία των ψυχικών διαταραχών. Παρόλο που άλλοι γιατροί της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, οι οποίοι δεν έχουν την ειδικότητα του ψυχιάτρου, είναι σε θέση να συνταγογραφήσουν τα συγκεκριμένα φάρμακα, συνιστάται η επίσκεψη σε ψυχίατρο για τον καθορισμό της θεραπείας.
Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα φαρμάκων, γνωστών και ως “φάρμακα σταθεροποιητικά της διάθεσης”, που ενδείκνυται για την αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εκτεταμένα χρονικά διαστήματα (δηλ. χρόνια). Στην περίπτωση που θεωρηθεί αναγκαίο, επιπλέον φάρμακα προστίθενται για τυπικά μικρότερες χρονικές περιόδους, προκειμένου να ελέγξουν μια πιθανή έξαρση της νόσου παρά τη χρήση των “σταθεροποιητικών της διάθεσης”.
Η χορήγηση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων κρίνεται, επίσης, απαραίτητη σε οξέα καταθλιπτικά επεισόδια. Ωστόσο, σχετικές μελέτες στο χώρο έχουν δείξει, ότι άτομα με διπολική διαταραχή που βρίσκονται σε αντικαταθλιπτική αγωγή αντιμετωπίζουν διαρκώς τον κίνδυνο εκδήλωσης υπομανιακού / μανιακού επεισοδίου ή ταχείας εναλλαγής φάσεων. Για το λόγο αυτό, η χορήγηση “σταθεροποιητών της διάθεσης” είναι αναγκαία είτε μόνη είτε σε συνδυασμό με τα αντικαταθλιπτικά.
Β. Ψυχοκοινωνική Προσέγγιση
Επιπρόσθετα της φαρμακευτικής αντιμετώπισης, η ψυχοκοινωνική προσέγγιση ατόμων με διπολική διαταραχή και των οικογενειών τους συμβάλλει σημαντικά στη στήριξη και την εκπαίδευσή τους αναφορικά με τα συμπτώματα των μανιακών και καταθλιπτικών επεισοδίων. Σχετικές μελέτες στο χώρο έδειξαν, ότι η ψυχοκοινωνική παρέμβαση συνδέεται με αυξημένη σταθερότητα της διάθεσης, μειωμένη ανάγκη νοσηλείας και αυξημένη λειτουργικότητα σε ποικίλους τομείς. Ένας ψυχολόγος, ένας κοινωνικός λειτουργός ή ένας σύμβουλος τυπικά παρέχει αυτού του τύπου θεραπείες, συχνά σε συνεργασία με τον ψυχίατρο για τη στενή παρακολούθηση της προόδου του ατόμου με διπολική διαταραχή. Η διάρκεια, η συχνότητα εφαρμογής και ο τύπος της θεραπείας αποτελεί συνάρτηση των εξατομικευμένων αναγκών του ατόμου.
Η ψυχοκοινωνική προσέγγιση ατόμων με διπολική διαταραχή αναφέρεται κυρίως στην υποστηρικτική θεραπεία, τη γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, την οικογενειακή θεραπεία και την εκπαίδευση. Συγκεκριμένα,
* Η Υποστηρικτική Θεραπεία συμβάλλει στη διαχείριση των ανεπιθύμητων συνεπειών της νόσου στους διάφορους τομείς της ζωής, καθώς και στην ενίσχυση της εκδήλωσης συνέπειας στη θεραπευτική αγωγή.
* Η Γνωσιακή-Συμπεριφορική Θεραπεία βοηθάει στην εκμάθηση τεχνικών τροποποίησης των δυσλειτουργικών ή αρνητικών δομών σκέψης και συμπεριφοράς σε σχέση με τη νόσο.
* Η Οικογενειακή Θεραπεία κάνει χρήση συγκεκριμένων στρατηγικών, προκειμένου να επιτύχει τη μείωση του άγχους που βιώνει η οικογένεια, το οποίο μπορεί να ενισχύει ή να απορρέει από τα συμπτώματα του μέλους με διπολική διαταραχή.
* Η Εκπαίδευση του ατόμου με διπολική διαταραχή ή και της οικογένειάς του, σχετικά με τα σημεία και τα συμπτώματα της νόσου, καθώς και τη θεραπευτική αντιμετώπιση αυτής, μπορεί να λειτουργήσει προληπτικά ως προς την πιθανότητα υποτροπής με την αναγνώριση των συμπτωμάτων του αρχόμενου επεισοδίου.
Οπως και με την φαρμακευτική αντιμετώπιση, είναι σημαντικό να ακολουθείται πιστά ο θεραπευτικός σχεδιασμός οποιασδήποτε ψυχοκοινωνικής προσέγγισης, προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Γ. Εναλλακτικές Μέθοδοι Αντιμετώπισης
Σε περιπτώσεις που η φαρμακευτική αγωγή μόνη ή σε συνδυασμό με την ψυχοκοινωνική προσέγγιση έχει αποδειχθεί ανεπαρκής ή αντενδείκνυται για την αντιμετώπιση ορισμένων οξέων περιστατικών (πχ. παρουσία ψυχωτικών συμπτωμάτων και αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς, κύηση, κλπ.), η χρήση της ηλεκτροσπασμοθεραπείας (ECT) μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία. Η εν λόγω τεχνική είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική, ενώ οι ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση της (πχ. βραχυπρόθεσμη απώλεια μνήμης) έχουν περιοριστεί στις ημέρες μας. Ωστόσο, τα οφέλη και οι κίνδυνοι που δυνητικά επιφυλάσσει η εφαρμογή της θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη και να συζητηθούν τόσο με το ίδιο το άτομο όσο και με το στενό του περιβάλλον.
Είναι η Διπολική Διαταραχή μια χρόνια νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά;
Παρόλο που τα επεισόδια μανίας και κατάθλιψης έρχονται και φεύγουν, είναι αναγκαίο να κατανοήσουμε, ότι η διπολική διαταραχή είναι μια χρόνια νόσος, η οποία, για την ώρα, δεν επιδέχεται πλήρους και ριζικής ίασης. Ακολουθώντας, ωστόσο, πιστά την προτεινόμενη θεραπεία, ακόμη και σε περιόδους που η συμπτωματολογία δεν είναι έκδηλη, είναι δυνατό να ελέγξουμε τη νόσο και να περιορίσουμε το ενδεχόμενο υποτροπής.