«Μανιφέστο» με τους λόγους που τον οδηγήσαν να επιχειρήσει να αποδράσει με ελικόπτερο από τις φυλακές Τρικάλων, έδωσε αποκλειστικά στο Έθνος της Κυριακής ο Παναγιώτης Βλαστός από το κελί του, στο οποίο επέστρεψε τις προηγούμενες μέρες.
Ο βαρυποινίτης μιλάει για την αποτυχημένη απόδραση του και υποστηρίζει ότι «αποτέλεσε μια κραυγή αγανάκτησης και δυσφορίας ενάντια στην άνιση μεταχείριση μου από τις κρατικές αρχές».
Από το κελί του στη φυλακή Τρικάλων, όπου κρατείται τραυματισμένος μετά την πτώση του από το ελικόπτερο, ο Παναγιώτης Βλαστός αναφέρει ότι «η απόδραση ενός κρατούμενου αποτελεί μία κοινωνική κατακραυγή και σε καμία περίπτωση μία παράνομη και κολάσιμη πράξη».
«Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και κατά το ποινικό δίκαιο η απόδραση κρατουμένου χαρακτηρίζεται πλημμέλημα, με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος… Ο νομοθέτης, επομένως, αναγνωρίζει την έμφυτη τάση του ανθρώπου προς απόκτηση της ελευθερίας του και της εξ αυτής ψυχική φόρτιση, που μπορεί να έχει ο δράστης και γι’ αυτό η ποινή που προβλέπεται είναι μικρή» ισχυρίζεται ο βαρυποινίτης.
Στη συνέχεια προσθέτει: «Άλλωστε ο ίδιος ο νομοθέτης αναγνωρίζει την ανάγκη του κρατούμενου για απόκτηση της ελευθερίας του, αλλά και την ύπαρξη της ψυχικής φόρτισης, που αυτός βιώνει, όντας έγκλειστος σε ένα κατάστημα κράτησης. Η ύπαρξη της ψυχικής αυτής φόρτισης θεωρείται δεδομένη για τον νομοθέτη και για τον λόγο αυτό η προβλεπόμενη ποινή για το αδίκημα της απόδρασης κρατούμενου είναι τόσο μικρή».
Η θέση του αυτή δικαιολογείται, όπως αναφέρει ο ίδιος, από το γεγονός ότι: «Οι απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούν στα καταστήματα κράτησης καθώς και ο απάνθρωπος τρόπος που οι κρατούμενοι αντιμετωπίζονται από τις σωφρονιστές αρχές, η στέρηση των συνταγματικών τους δικαιωμάτων καθώς και η καταπάτηση αυτών ακόμη πολλές φορές και η παράνομη πράξη των βασανιστηρίων, κατάφωρα αντίθετα προς το ουσιαστικό, το σωφρονιστικό αλλά και το διεθνές δίκαιο για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, οδηγούν συχνά τον κρατούμενο σε πράξεις απελπισίας, στην ανάγκη του για απόκτηση της ελευθερίας του, που τόσο βασανιστικά του στερείται».
Παράλληλα ισχυρίζεται ότι οι αρχές «οφείλουν ακόμη και τη στιγμή της απόδρασης εντός κρατουμένου, να σέβονται την αξία της ανθρώπινης ζωής και της αξιοπρέπειας και σε καμία περίπτωση να μην προβαίνουν σε πράξεις που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές».
Επιπλέον αναφέρει ότι «όταν κάποιος τρέχει προς την ελευθερία του, δεν τον πυροβολείς ποτέ στην πλάτη, πολλώ δε μάλλον θέτοντας σε κίνδυνο και άλλες ανθρώπινες ζωές».
«Ο κρατούμενος εξακολουθεί και κατά τη διάρκεια της έκτισης της ποινής του να είναι φορέας όχι μόνο υποχρεώσεων αλλά και δικαιωμάτων. Η προστασίας της ανθρώπινης ζωής, αλλά και της αξιοπρέπειάς του είναι επιβεβλημένες, τόσο από τα σωφρονιστικά όργανα, όσο και από τις κρατικές αρχές, οι οποίες οφείλουν να τα σέβονται και να τα προστατεύουν. Η απόδραση ενός κρατουμένου αποτελεί μία κοινωνική κραυγή και σε καμία περίπτωση μία παράνομη και κολάσιμη πράξη» εξομολογείται ο Παναγιώτης Βλαστός.
Για τα όσα συνέβησαν την ημέρα της απόπειρας απόδρασης ο βαρυποινίτης αναφέρει: «Ο κρατικός μηχανισμός προέβη σε μία ασύλληπτη στάθμιση αγαθών, πρωτόγνωρη για τα ποινικά, αλλά και τα κοινωνικά δεδομένα, ώστε η αποτροπή της απόδρασης ενός κρατουμένου που παλεύει για την ελευθερία του, να κρίνεται πιο σημαντική από την αξία τόσων ανθρώπινων ζωών».
Επιπλέον χαρακτηρίζει την αποτυχημένη προσπάθεια απόδρασής του ως «κραυγή αγανάκτησης και δυσφορίας ενάντια στην άνιση μεταχείρισή του από τις κρατικές αρχές». Και συνεχίζει: «Εκτίοντας ποινές επί είκοσι ολόκληρα χρόνια, ως αποτέλεσμα της θέλησης του κρατικού μηχανισμού να μου στερήσει για πάντα την ελευθερία μου, διότι δεν επιθυμεί την ένταξή μου στο κοινωνικό σύστημα, του οποίου βιώνω τη σκληρότητα και βαναυσότητα, δεν σταμάτησα εντούτοις ποτέ να επιθυμώ να παλεύω για τα δικαιώματά μου, την ελευθερία μου και την ανάγκη μου για ίση μεταχείριση».
«Εκείνοι που δεν σεβάστηκαν σε καμία περίπτωση της συνταγματικές αρχές της προστασίας της ανθρώπινης ζωής και της αξιοπρέπειας, είναι οι κρατικές αρχές οι οποίες έδρασαν ασυλλόγιστα, επικίνδυνα και εγκληματικά. Σε μία προσπάθεια του ”κράτους εν κράτει” να αποδείξει στον ελληνικό λαό την αποτελεσματικότητα και αμεσότητα της αντίδρασής του απέναντι στους φερόμενους από αυτό «κρατικούς κινδύνους», έδρασε με τρόπο εγκληματικό, θέτοντας σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Η προσπάθειά μου για απόδραση ήταν μεμονωμένη και προσωπική. Δεν ήθελα ποτέ να θέσω σε κίνδυνο άλλες ζωές. Ο κρατικός μηχανισμός είναι εκείνος που επιδεικτικά έπραξε κάτι τέτοιο. Η προσπάθειά μου αυτή αποτέλεσε μια εσωτερική ανάγκη για ελευθερία ή τουλάχιστον έναν αγώνα για επίτευξη αξιοπρεπών συνθηκών κράτησης. Δεν είναι δημόσιος κίνδυνος!» τονίζει ο Παναγιώτης Βλαστός.
Στη συνέχεια καταλήγει ως εξής: «Όντας κρατούμενος επί είκοσι χρόνια και έχοντας βιώσει επί μακρό τις συνθήκες που επικρατούν στα καταστήματα κράτησης, βιώνω όλα αυτά τα χρόνια τον αποκλεισμό και την άρνηση των αρχών να με αντιμετωπίσουν με ισότητα και επιείκεια. Έχοντας αντιληφθεί και συνειδητοποιήσει τον κρατικό πόλεμο, που υφίσταμαι όλα αυτά τα χρόνια, ως μία επιθυμητή ύπαρξη για το κοινωνικό γίγνεσθαι, εξακολουθώ να παλεύω για τα δικαιώματά μου και τις ελευθερίες μου, εξακολουθώ να παραμένω άνθρωπος με ανάγκες, δικαίωμα και όνειρα. Μέσα στη φυλακή, το άτομο διαμορφώνει μία ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση που πολλές φορές τείνει να τον οδηγήσει σε αποφάσεις παράλογες και παρορμητικές, πάντα όμως ανθρώπινες και δικαιολογημένες. Δεν είμαι ”δημόσιος κίνδυνος”, είμαι ένα μέρος του κοινωνικού φαινομένου, που θα έπρεπε να αφυπνίσει τις αρχές προς άλλες όμως κατευθύνσεις, ώστε να αντιληφθεί και να αντιμετωπίσει ένα δυσχερές και απάνθρωπο κοινωνικό φαινόμενο που ονομάζεται καταστήματα κράτησης».
Πηγή: Εθνος