Του Πάνου Χατζηγεωργιάδη
Μουσικοσυνθέτης, Λογοτέχνης
Και Δημοσιογράφος
Υπεύθυνος Πολιτισμού Πατριωτικού Συνδέσμου
«Το κατά κόσμον όνομα, Παράσχος Αχιλλέας
Μεγίστην τύχη έλαβε ως άλλος βασιλέας
Μα οτι και αν έγραψε, το έσβησε η λήθη
Θνητού θυσία πρόσκαιρος, στα μανιασμένα πλήθη»…
Νικηφόρος Βυζαντινός για τον Αχιλλέα Παράσχο
Τι να πείς σε έναν κόσμο που αργοπεθαίνει και έχει φτάσει στο ναδίρ.
Τι να πείς σε έναν κόσμο που δεν βλέπει εμπρός του παρά σκοτάδι, δεν
διακρίνει την παραμικρή προοπτική ανάτασης πνευματικής πρωτίστως και
με πολύ μεγάλη δυσκολία προσπαθεί να επιβιώσει.
Σε αυτόν τον κόσμο νιώθω προσωπικά την ανάγκη να μιλήσω δυναμώνοντας
την ένταση της φωνής μου. Αυτός ο κόσμος ο αποστεωμένος ηθικής,
πνεύματος, ειλικρινούς αγάπης και ενδιαφέροντος για τον δίπλα,
καλλαισθησίας, σε αυτόν τον κόσμο, οφείλεις να μιλάς με περισσότερο
νοιάξιμο. Αυτός είναι ο κόσμος που εν τέλλει έχει περισσότερο ανάγκη
τις παραστάσεις μιάς άλλης κατάστασης, μιάς κατάστασης που μοιάζει σαν
σε όνειρο χαμένη μέσα στην λήθη και την αχλή του χρόνου. Να του
μιλήσεις για ανθρώπινες φιγούρες όπου περπάτησαν στην γη δεκαετίες ή
και αιώνες πίσω, να τις αντιπαραβάλλεις με το σήμερα σε μιάν
προσπάθεια ανέλπιδα αν το θέλετε μα αναγκαία, να επέλθει η βελτίωση
του παρόντος διαμέσω της μελέτης του παρελθόντος.
Διότι όλα είναι εκεί. Η ομορφιά, η αρχαία γειτονιά της Πλάκας κάτω απο
την Ακρόπολη, τα απομεσήμερα τα έμπλεα λαμπρού αττικού φωτός, τα
γιασεμιά, η όμορφη ζωή με ρυθμούς ανθρώπινους με λίγα λόγια, η οποία
χάθηκε σκεπασμένη κάτω απο τα φώτα του δήθεν σύγχρονου πολιτισμού.
Ενός «πολιτισμού» βαθιά αντιανθρώπινου που σκοπό μόνον έχει την
αποκτήνωση του πλάσματος αυτού του Θεού.
Στο «στόχαστρο» λοιπόν για σήμερα, ο Αχιλλέας Παράσχος. Να σας είπω
την αλήθεια ποτέ δεν με ενδιαφέρει η κατά σάρκαν παρουσία κάποιου,
αλλά το «ίχνος» που αφήνει μέσα στο χρόνο και τους γύρω του αλλά και
όσους ακολουθούν, η υστεροφημία κάποιου ως ορίζεται απο την
αρχαιοελληνική κοσμοθεώρηση των πραγμα΄των. Αυτό θεωρώ πως έχει την
μεγαλύτερη σημασία για όλους μας, απο την κατά σάρκαν παρουσία μας επί
γης. Το κλίμα μιάς ολάκερης εποχής, μιάς εποχής άκρατου ρομαντισμού σε
αντιδιαστολή με την σημερινή κατάσταση της παντελούς έλλειψης του.
Πέραν τούτων των σκέψεων όμως ας δούμε και δύο πράγματα περί του
Παράσχου. Ο Αχιλλέας Παράσχος (πραγματικό όνομα Νασάκης ή Νασίκογλου),
γεννίεται στο Ναύπλιο την τότε πρωτεύουσα της Ελλάδας, στα 1838.
Υπήρξε ο βασικότερος και ο πλέον σημαντικός, αυτός που άφησε το στίγμα
του περισσότερο απο κάθε άλλον αναφορικα΄με το κίνημα του ρομαντισμού
στην ποίηση για τον 19ο αιώνα στην Ελλάδα και σημαντικός ποιητής της
πρώτης Αθηναικής σχολής. Με καταγωγή απο το νησί της Χίου, ο πατέρας
του Παράσχος Νασάκης ή Νασίκογλου (απο κεί πήρε και το φιλολογικό του
ψευδώνυμο ο μικρός Αχιλλέας) κάποια στιγμή έρχεται στην μικρή ακόμη
τότε Αθήνα, μιά Αθήνα που θύμιζε περισσότερο μεγάλο χωριό παρά
πρωτεύουσα κράτους, για μια καλύτερη τύχη τόσο για αυτόν, όσο και για
την οικογένεια του.
Μέσα στο κλίμα της αμέσου μετεπαναστατικής Ελλάδας, ο Αχιλλέας
Παράσχος αρχίζει και διαμορφώνει και με την βοήθεια του μεγαλύτερου
αδελφού του Γεωργίου ο οποίος και αυτός με την σειρά του υπήρξε λόγιος
της εποχής, το ποιητικό του προφίλ, εμπνεόμενος απο τους αγωνιστές της
επανάστασης, αλλά και απο το κίνημα του ρομαντισμού το οποίο και με
διαφορά φάσης θα έλεγε κανείς υπήρχε εδώ και καιρό στην Ευρώπη.
Ο Παράσχος λόγω μάλλον περισσότερο της μποέμικης φύσης του, δεν
αναλώθηκε σε σπουδές και τα τοιαύτα, οι γνώσεις του θα έλεγε κανείς
πως είναι επιφανειακές και ευκαιριακού χαρακτήρα, όμως η ποίηση του
όντας απλή και εντελώς λειτουργική παρά τις ως είναι φυσικό ατέλειες
της, τις επαναλήψεις και τις χασμωδίες, υπήρξε εξαιρετικά αγαπητή στον
λαό. Χαρακτηρίστηκε όσο ζούσε ως «εθνικός ποιητής» και η ποίηση υπήρξε
για αυτόν το κυριότερο έσοδο και τρόπος βιοπορισμού, αν και πέθανε
πτωχός εξαιτίας του οτι ποτέ δεν σκέφτονταν το «μέλλον του καλλιτέχνη»
που είναι τις περισσότερες φορές σκληρότατο όσον αφορά το τέλος.
Υπήρξε μέλος της αντιοθωνικής «Χρυσής Νεολαίας» μα σαν πέθανε ο Όθων,
έγραψε ποίημα συγκινητικόν υπέρ του. Τέτοιος ήταν ο Αχιλλέας Παράσχος,
φύσις αντιφατική, ρομαντική, ύμνησε την πατρίδα, αγάπησε τις ηρωίδες
των ποιημάτων του περισσότερο απο οτιδήποτε άλλο και έζησε μιά ζωή
πέρα απο την πεπατημένη των πολλών, αν και δημιούργησε οικογένεια.
Πεθαίνει το 1895 και η κηδεία του παίρνει πάνδημο χαρακτήρα ως και ο
Βασιλέας παρίσταται εκεί, μα σήμερα λόγω του οτι υπηρέτησε αξίες που
δεν υπάρχουν πιά, παραμένει τεχνιέντως ίσως λησμονημένος απο τον δήθεν
«πνευματικό κόσμο», ο οποίος διατηρώ πάντοτε την εντύπωσιν πως δεν τον
γνωρίζει κάν, παρά το οτι τον αντιμάχεται ως έναν αντίπαλο μιάς παλιάς
περασμένης κατάστασης, η οποία ενδεχομένως έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Για την ιστορία, παραθέτω δύο στροφές του γνωστότατου ποίηματος του
«Αλλού να μ΄αγαπάς», ποίημα γραμμένο στην ελαφρά καθαρεύουσα,
ακατάληπτο σχεδόν απο τους σημερινούς ανθρώπους – σκουπίδια του
«πνεύματος» ίσως δυστυχώς και δια τους αναγνώστας, καθώς και την
καταληκτική στροφή απο το ποίημα του «Προτιμήσεις».
Τούτες οι στροφές θαρρώ πως είναι αντιπροσωπευτικές του ύφους του
Παράσχου, αλλά και ολάκερης της κίνησης του Ρομαντισμού ο οποίος ήλθε
στην Ελλάδα, ενώ στην Ευρώπη είχε ήδη πνεύσει τα λοίσθια, παραμένει
όμως λίαν ευχάριστος, συγκρινόμενη με τα σημερινά περιττώματα της
τέχνης, διότι αποπνέει εκείνο το γλυκόπνοο αεράκι μιάς θερινής νύκτας
στην θάλασσα και ενός έρωτος ανεκπλήρωτου…
Απο το «Αλλού να μ΄αγαπάς»
«Δὲν θέλω νὰ μὲ ἀγαπᾷς ὡς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι,
μ’ ἀγάπην ὁμοιάζουσαν τῆς αὔρας τὰς ριπάς·
τὸ αἴσθημα τοῦ ἔρωτος στιγμὴν ὡς ἄνθος θάλλει,
ἐδῶ ὑπάρχει θάνατος· ἀλλοῦ νὰ μ’ ἀγαπᾶς!
Κ’ ἐδῶ, κ’ ἐδῶ θὰ σ’ ἀγαπῶ κ’ ὑπὸ τὴν γῆν κ’ ἐπάνω,
καὶ εἰς θανάτου ἔρεβος κ’ εἰς βίου ἀστραπάς·
δὲν εἶναι χῶμα ἡ ψυχή· ποτὲ δὲν θ’ ἀποθάνω·
– Εἶναι ζωὴ κι’ ὁ θάνατος ὁπόταν ἀγαπᾷς!»
Και η καταληκτική στροφή του ποίηματος του «Προτιμήσεις»
«Τοιούτος είμαι. Προτιμώ την νύκτα της ημέρας.
Το πίπτον φύλλον και ουχί ναρκίσσους μυροβόλους.
Από το άστρον της αυγής τους δύοντας αστέρας,
και προτιμώ ένα νεκρόν από τους ζώντας όλους.»