Προοδευτικός, νεοφιλελεύθερος ως τις ακρες των φαγωμένων του νυχιών.
Μιλά απο την τηλεόραση, γεμάτος ηχηρό πάθος, προφέροντας σιγά, σιγά τις λέξεις και με τέτοια…
Τα αναποδογυρισμένα ρουθούνια του αντιφασίστα φουσκώνουν με σαρκοβόρα βουλιμία καθώς προαισθάνεται την λεία του, την Ελλάδα, και εμείς ακούμε καθαρά το τομάρι τού ρινόκερου να τρίζει με αυτοπεποίθηση κάτω απο το καλοραμμένο κουστούμι του…
Το επίπεδο του λόγου του αντιφασίστα είναι αφόρητα χαμηλό, ένα συνονθύλευμα ξερολησμού και ασυναρτησίας.
Λόγια ενός ξεπεσμένου σαλτιμπάγκου που άρπαξε την ευκαιρία που του έδωσε ο κύριος Δένδιας και για να διασκεδάσει αποφάσισε να κατέβει από το δέντρο για να παίξει θέατρο.
Τα λόγια του τα διακρίνει μία έκπτωση του ιστορικού λόγου σε ιδεολόγημα, μία υποβάθμισή του έντεχνη, άσκηση φτηνής και κακοντιαγραμμένης μικροπολιτικής παράλληλα με την αδίστακτη υιοθέτηση του Ιησουΐτικου κανόνα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Τον διακρίνει ένα μικροπολιτκάντικος επαγγελματισμός, εξουσιαστική φίμωση, μικρονοϊκή αμβλυωπία, πολιτική παιδαριωδία.
Εκφράζεται απαξιωτικά για το δικαίωμα των ελλήνων να έχουν γνώμη.
Προσπαθεί να επιβάλλει τις ξεπερασμένες απόψεις του και συκοφαντεί όσους διαφωνούν μαζί του, ενώ συμμαχεί με τα πλέον σκοτεινά στοιχεία της δημόσιας ζωής, νταραβερίζεται με τα φερέφωνα των διεθνών νταβατζήδων, οι μυστικές υπηρεσίες δεν του είναι άγνωστες και πολύ εύκολα υπερασπίζεται καταχραστές του δημοσίου χρήματος, τρομοκράτες, ληστές, λαμόγια και μιζαδόρους.
Ο αντιφασίστας είναι επικίνδυνος για όλους.
Ο καλός αυτός άνθρωπος, ο κύριος αντιφασίστας, διέθεσε και διαθέτει πάντοτε όλα τα κύτταρα του μυαλού του, που δεν ήταν ποτέ πολλά, αλλά και ούτε καλής ποιότητας για να σχηματίζει ωραίες, παραστατικές, αλλά πάντοτε κενές φράσεις, αδιαφορώντας για την ουσίαν των, για την στιγμή που τα γράφει ή τα λέει και για τον σκοπόν προς το οποίον αποβλέπουν. Το δυστύχημα του, αληθινά επικίνδυνο, είναι η ευκολία του λόγου όταν δεν συνοδεύται από μυαλό.
Ακούς εκεί, να νομίζει ο αντιφασίστας ότι μπορεί, αποκαλώντας τους Έλληνες πατριώτες εθνικιστές, φασίστες, νεοναζί να φέρει τη ζωή της Ελλάδας στα μέτρα του.
Εδώ απέτυχαν κατακτητές ο ένας μετά τον άλλον να σκηνοθετήσουν την ζωή και την μοίρα του έθνους και θα το κατορθώσει ο αντιφασίστας.
Χρειάστηκε να περάσει χρόνος για να προσέξουμε τα μακαρονίστικα κείμενα του αντιφασίστα για να ψυλλιαστούμε, για να μας ζώσουν τα φίδια. Έχει πείσει τον εαυτό του ότι είναι κάτοχος της απόλυτης σοφίας.
Ο μολιερικός του αρχοντοχωριατισμός τον έχει πείσει και νομίζει ότι πράττει το απόλυτα σωστό.
Καμία υποψία δεν περνάει από το φτωχό του το μυαλό, ότι δεν είναι παρά ένα μικρό καρφάκι στα χέρια αυτών που θέλουν να σταυρώσουν την Ελλάδα.
Ένα μπουλόνι στους μηχανισμούς εξανδραποδισμού των Ελλήνων
Ο αντίφασίστας δεν είναι κανένα σπάνιο είδος.
Στους διαδρόμους των παράκεντρων της εξουσίας κάτι τύποι σαν και αυτόν περισσεύουν.
Έχει την εντύπωση ότι μπορεί να μπει στον κόσμο της εξουσίας.
Έχει την εντύπωση ότι για χάρη του δηλητηρίου που ξερνάει κατά των Ελλήνων θα ανοίξουν οι πόρτες και θα εισέλθει στους ναούς του κόσμου τροπαιοφόρος και νικητής.
Φρούδες ελπίδες ενός αφηνιασμένου ρινόκερου που βλέπει την φωτιά της ανυπαρξίας να τον περικυκλώνει και προσπαθεί να βρει διέξοδο.
Πρέπει να είναι πολύ μεγάλος ο τρόμος που έχει σμιλέψει στην ψυχή του ένα τόσο κακότεχνο μνημείο εγωισμού. Απολύτως παγιδευμένο ανθρωπάκι στήνει δόκανα στον ίδιο τον εαυτό του, κατακομματιασμένη θλιβερή ύπαρξη.
Κάθε είδος σεβασμού προς τους άλλους, κάθε αξιοπρέπεια την έχει ξεριζώσει από μέσα του σαν βρόμικο άντερο και το έχει κάνει θηλιά στο λαιμό του.
Δεν είναι παρά ένας δούλος βουτηγμένος μέσα στην σκληρότητα της έπαρσης και του ναρκισσισμού του.
Ανίκανος για δημιουργικό λόγο τραβάει ο ίδιος το σκοινί, γυρίζει γύρω γύρω τυφλωμένος από τον πόνο και έχει την εντύπωση ότι αυτό το τυφλό σημειωτόν είναι τρόπος ζωής, και δημιουργίας.
Κουραστικός και κενός στα όρια της εκπόρνευσης, πανικόβλητος, οδηγημένος μονάχα από τον εκτραχηλισμό της πολιτικής και τους εμπρηστικούς λόγους των πουλημένων νεροκουβαλητών του αμερικανισμού, τροΐκανισμού και της Νέας Τάξης περιμένει μόνο το εύγε των πλανητικών νταβατζήδων.
Ο λόγος του αντιφασίστα δεν είναι παρά ο απόηχος μιας αβουλίας.
Ανίκανος να υψώσει νέο λόγο μηρυκάζει τα συνθήματα των καιρών, αραδιάζει τσιτάτα έχοντας καταπιεί τα δολώματα σαν χάνος.
Με τον φόβο να του ροκανίζει τα ποδάρια και την οδύνη φωλιασμένη βαθιά στην ψυχή του αγωνίζεται, φωνάζει: “νάμαι και εγώ εδώ!”.