Μία διαφορετική πτυχή της κρίσης φέρνει στο φως η οικονομολόγος και ευρωβουλευτής Ινέσε Βαϊντέρε από τη
Λετονία: Τις επιπτώσεις για τα ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα.
Σε έκθεσή της, που εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Ινέσε Βαϊντέρε αξιολογεί πολυάριθμες διεθνείς συνθήκες και επιστημονικές μελέτες και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χρηματοπιστωτική κρίση «αναπαράγει τον εαυτό της», καθώς υπονομεύει την κοινωνική συνοχή και στερεί από τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού ευκαιρίες και δυνατότητες για να ξεπεράσουν την κρίση.
Το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης: «Οι ομάδες που είναι ούτως ή άλλως πιο ευάλωτες αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα, για παράδειγμα οι γυναίκες και τα παιδιά. Περισσότερα από 60 εκατομμύρια παιδιά δεν μπορούν να πάνε σχολείο. Πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, κυρίως γυναίκες, γιατί είναι οι πρώτες που χάνουν τη δουλειά τους σε περίοδο κρίσης- κάτι που προκαλεί ψυχολογική επιβάρυνση όχι μόνο στις ίδιες, αλλά και στους άνδρες τους, γιατί αισθάνονται ότι μεγαλώνει η δική τους ευθύνη» λέει η ευρωβουλευτής από τη Λετονία στην Deutsche Welle.
Ανισότητα σε Ρωσία και …Ελλάδα
Η έκθεση αφορά χώρες εκτός ΕΕ, ωστόσο πολλά από τα συμπεράσματά της έχουν γενικότερη εφαρμογή. Παράδειγμα, το πρόβλημα της υπερβολικής ανισοκατανομής εισοδήματος: τα τελευταία δέκα χρόνια ο δείκτης ανισότητας έχει αυξηθεί στο 25% των αναπτυσσομένων χωρών, ωστόσο τα τρία τέταρτα των πτωχών εξακολουθούν να ζουν σε χώρες με «μέσο εισόδημα», μεταξύ αυτών και πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
«Πράγματι, όταν χρησιμοποιούμε στην ανάλυσή μας τον συντελεστή GINI᾽ για την ανομοιόμορφη κατανομή του εισοδήματος, βγάζουμε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα» λέει η Ινέσε Βαϊντέρε και αναφέρει τα εξής παραδείγματα: «Η Ρωσία είναι μία χώρα μέσου εισοδήματος, στην οποία όμως οι πάμπλουτοι ζουν δίπλα στους πάμφτωχους. Στην ΕΕ παρόμοια καταγραφή έχουμε στην Ελλάδα, μία χώρα στην οποία βλέπω αμύθητο πλούτο, αλλά και τεράστια φτώχεια. Νομίζω ότι πρέπει να σκεφτούμε κάποια ανακατανομή, να βοηθήσουμε τους πιο ευάλωτους στην κρίση».
Αυτά ως προς τη διάγνωση του προβλήματος. Ποια μπορεί να είναι όμως η θεραπεία; «Αυτό που κυρίως προτείνω είναι να αξιοποιήσουμε μέρος των εσόδων από τον φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αυτήν την εποχή θεσπίζουμε τον φόρο στην ΕΕ και αν τον καθιερώσουμε παγκοσμίως, θα είχαμε έσοδα για να βοηθήσουμε τις πιο ευάλωτες ομάδες. Άλλωστε αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο ως οικονομολόγο, είναι πώς θα δημιουργήσουμε νέο πλούτο».
Ο «φαύλος κύκλος» της κρίσης
Η Ινέσε Βαϊντέρε επικρίνει το γεγονός ότι για να αντιμετωπιστεί η χρηματοπιστωτική κρίση πολλές φορές γίνονται περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, στα κονδύλια για την παιδεία -όπως έγινε πρόσφατα στην Πορτογαλία- ή, παραδόξως, ακόμα και στα χρήματα που διατίθενται ακριβώς στις δράσεις για την καταπολέμηση της κρίσης. Αποτέλεσμα, η κρίση παράγει από μόνη της περισσότερη κρίση.
«Κάποιες κυβερνήσεις δεν επιδεικνύουν την ευφυΐα που χρειάζεται σε περίοδο κρίσης και κόβουν κονδύλια στην παιδεία ή στις υποδομές. Κι όμως, αυτοί οι τομείς θα μας επέτρεπαν να δημιουργήσουμε νέο πλούτο και θέσεις εργασίας. Και βέβαια δεν πρέπει να μειώνονται οι δαπάνες για την αστυνόμευση, γιατί η κρίση συνήθως επιφέρει αύξηση της εγκληματικότητας».
Ένας νέος κίνδυνος για τις χώρες της κρίσης είναι η πρόσθετη απώλεια ιδιωτικής περιουσίας με τις αγοραπωλησίες σε τιμή ευκαιρίας. Κάποιοι το βλέπουν ως θεμιτή επένδυση, άλλοι το θεωρούν «κερδοσκοπία». Η Ινέσε Βαϊντέρε έχει μελετήσει πολλά τέτοια παραδείγματα από την πατρίδα της και τις γειτονικές χώρες και θεωρεί ότι αυτή η απώλεια πλουτοπαραγωγικών πηγών έχει αρνητικές επιπτώσεις:
«Αν επιτρέψουμε τέτοιου είδους ‘επένδυση᾽, στερούμε από τους φτωχούς τη δυνατότητα να παράγουν, άρα τους αναγκάζουμε να γίνουν φτωχότεροι. Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί. Θυμάμαι ότι στη Δανία υπήρχε προβληματισμός για την υψηλή ζήτηση εξοχικής κατοικίας από Γερμανούς αγοραστές και οι Δανοί επέβαλαν κάποιους περιορισμούς. Πάντως στη Λετονία πολλοί αγρότες με μικρές ιδιοκτησίες δέχονται πιέσεις να πουλήσουν το χωράφι τους. Και όταν το κάνουν αυτό, συνήθως αναγκάζονται να μεταναστεύσουν, γιατί δεν έχουν άλλη πηγή εισοδήματος».
Πηγή: Deutsche Welle