Ο Μάιος ονομάστηκε έτσι από τη ρωμαϊκή θεότητα Maja (Μάγια) η οποία δεν είναι άλλη από την Ελληνίδα θεά Μαία, μητέρα του Ερμή στον οποίον και αφιερώθηκε ο μήνας.
Σύμφωνα με τον τρόπο διαίρεσης του χρόνου των Αρχαίων Ελλήνων, ο Μάιος αντιστοιχούσε σε μέρος του Μουνιχιώνα και του Θαργηλιώνα.
Οι Αρχαίοι Έλληνες, ως φλογεροί φυσιολάτρες, γιόρταζαν το
άνοιγμα των λουλουδιών και το φτάσιμο της άνοιξης. Aπό τα αρχαιότερα χρόνια του πολιτισμού τους, μαζί με τις Oρφικές διδασκαλίες, το ρόδο έγινε σύμβολο και υμνήθηκε.
Ο Aνακρέων ύμνησε έτσι το άνθος αυτό του Mαγιού:
«Pόδον, άνθος των ερώτων αναμίξωμεν τω Bάκχω ρόδον, ωραίον άνθος ενθέντες τοις κροτάφοις ευθυμήσωμεν εν τούτοις».
Η γιορτή, όμως, της άνοιξης, η Αρχαία Πρωτομαγιά, πήρε σιγά-σιγά κι επίσημη μορφή. Από τις παλαιότερες γιορτές, δημιουργήθηκαν τα Ανθεστήρια, η γιορτή των λουλουδιών. Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη γιορτή ανθέων των Ελλήνων. Ιδρύθηκε πρώτα στην Αθήνα, όπου με μεγαλοπρέπεια βάδιζαν προς τα ιερά πομπές με κανηφόρες, που έφερναν άνθη. Έπειτα τα Ανθεστήρια διαδόθηκαν και σ άλλες πόλεις της Ελλάδος και πήραν πανελλήνια μορφή.
Στα Ανθεστήρια της Ελλάδας «ανασταινόταν» ο… σκοτωμένος Ευάνθης θεός, επίθετο του Διόνυσου, που από το χυμένο αίμα του φύτρωσε, σύμφωνα με το μύθο, η άμπελος.
Δρώμενο της Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα κατά τα νεότερα χρόνια ήταν η ανάσταση του Μαγιόπουλου. Ένας έφηβος εμιμείτο στα ξέφωτα του δάσους τον πεθαμένο, Διόνυσο. Κοπέλες τον στόλιζαν με άνθη και του τραγουδούσαν τον κομμό, το θρήνο και τον οδυρμό, μέχρι που να «αναστηθεί» και μαζί με αυτόν όλη η φύση.
Την ανοιξιάτικη λαμπρότητά ψάλλει ο ουράνιος Πίνδαρος:
Φοίνικος έρνος οπότ΄οιχθέντος Ωράν θαλάμου.
Εύοδμον επαιωσιν έαρ, φυτά νεκτάρεα.
Τότε βάλλεται , τότ΄επ΄αμβρόταν χέρσον εραταί
ίων φόβαι ρόδα τε κόμαισι μίγνυται,
αχεί τ΄ομφαί μελέων συν αυλοίς,
αχεί τε Σεμέλαν ελικάμπυκα χοροί.
(Το βλαστάρι του φοίνικα, των Ωρών σαν ανοίξει ο θάλαμος
και τα μυρωδάτα φυτά μυριστούν την εύοσμη άνοιξη,
τότε πετιέται, τότε στη γη των αθανάτων σωρός
χαριτωμένοι μενεξέδες και τριαντάφυλλα
με τα μαλλιά ανακατεύεται
και ηχεί γλυκιά φωνή με λυρικούς αυλούς
και σέρνουνε χορούς για την ανθοστεφάνωτη Σεμέλη).
Το πρωτομαγιάτικο στεφάνι είναι, σχεδόν, το μοναδικό έθιμο που εξακολουθεί να μας συνδέει με την παραδοσιακή Πρωτομαγιά, μια γιορτή της άνοιξης και της φύσης με πανάρχαιες ρίζες, πλούσια σε εκδηλώσεις σε παλαιότερες εποχές.
Στις μέρες μας η Πρωτομαγιά με το μάζεμα των λουλουδιών για το πρωτομαγιάτικο στεφάνι, ενισχύει τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση, από την οποία οι περισσότεροι έχουμε απομακρυνθεί, ζώντας στις πόλεις.
Σύμφωνα με κείμενο του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Μιχάλη Τιβέριου, το μαγιάτικο κλαδί ή το άνθινο στεφάνι, έχει τις ρίζες του στην Αρχαιότητα:
«Είναι γνωστό ότι στην Αρχαία Ελλάδα τέτοια κλαδιά ή στεφάνια τα χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά. Δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι δεν έλειπαν από καμία σημαντική εκδήλωση του δημόσιου, ιδιωτικού και θρησκευτικού βίου. Επιπλέον, είναι αξιοπρόσεκτο ότι μια σημαντική γιορτή ενός μήνα των Αρχαίων, του Θαργηλίωνος, που αντιστοιχούσε, περίπου, με το δικό μας Μάιο, περιλάμβανε στα δρώμενά της την κατασκευή ενός κλαδιού ανάλογου με το μαγιάτικο. Το κλαδί αυτό δεν το έφτιαχναν με άνθη, αλλά με κλαδιά οπωροφόρων δέντρων, στα οποία αναρτούσαν κρεμμύδι και σκόρδο».
Στις μέρες μας έχουμε καθιερώσει στεφάνια από λουλούδια του αγρού ή των κήπων, τα οποία τοποθετούμε για μερικές μέρες στην κύρια είσοδο των σπιτιών μας. Δύσκολα μπορεί, πια, να ανιχνευτεί συμβολισμός στο σύγχρονο πρωτομαγιάτικο στεφάνι, κατά το Μιχάλη Τιβέριο, αφού για τους περισσότερους δεν αποτελεί, ίσως, τίποτα περισσότερο από μια όμορφη και μυρωδάτη σύνθεση λουλουδιών, χωρίς να παραπέμπει σε συσχετισμούς σύμφωνα με τους οποίους «χαρίζει» στους ενοίκους ενός σπιτιού υγεία, καλή τύχη, ειρήνη, ευτυχία και ευφορία. Σίγουρα, όμως, η κατασκευή του χαρίζει ευφορία σε μεγάλους και μικρούς, που ξεφεύγοντας από τις πόλεις αναζητούν τη χαρά της άνοιξης στην ολάνθιστη φύση.