Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη για ένα νέο, μεγάλο βήμα όσον αφορά την ενιαία αγορά. Η εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς θα βοηθούσε πολύ στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ένωσης. Τα παγιωμένα συμφέροντα ενδέχεται να είναι αντίθετα. Ωστόσο, μία κίνηση για να ανοίξουν οι αγορές, θα βοηθούσε την περιφέρεια της ευρωζώνης και θα κρατούσε τη Βρετανία στην Ένωση, πετυχαίνοντας με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια.
Μπορεί να φαίνεται περίεργο να …
προτείνει κανείς περισσότερη δουλειά όσον αφορά την ενιαία αγορά. Άλλωστε, η ίδια η Συνθήκη της Ρώμης δεν ήταν αυτή που υποσχέθηκε την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών και των υπηρεσιών σε ολόκληρη την (πλέον) Ευρωπαϊκή Ένωση το 1957; Δεν ολοκλήρωσε άλλωστε η ΕΕ την ενιαία αγορά το 1992; Και δεν πέρασε μία οδηγία κατοχύρωσης του ελεύθερου εμπορίου στον τομέα των υπηρεσιών το 2006;
Και ναι, και όχι. Το ελεύθερο εμπόριο δεν έχει να κάνει μόνο με την άρση ενδοκοινοτικών δασμών, οι οποίοι καταργήθηκαν πράγματι προ δεκαετιών. Έχει να κάνει και με τους ατελείωτους γραφειοκρατικούς κανόνες, οι οποίοι προστατεύουν τις τοπικές βιομηχανίες από τον ανταγωνισμό. Οι κανόνες αυτοί είναι ιδιαίτερα διαδεδομένοι στις βιομηχανίες υπηρεσιών.
Για αυτόν τον λόγο μπορούμε να πούμε ότι το έργο της απελευθέρωσης της εσωτερικής αγοράς απέχει πολύ από την ολοκλήρωσή του. Ακόμη και αν η οδηγία για τις υπηρεσίες κάλυπτε μόνο τους τομείς που αντιπροσωπεύουν λίγο περισσότερο από το 40 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές και οι τηλεπικοινωνίες, έμειναν εκτός. Επιπλέον, η νομοθεσία αραιώθηκε με τέτοιο τρόπο που ακόμη και οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στους τομείς που υποτίθεται ότι καλύπτονται, αναγκάζονται συχνά να περάσουν από χίλια μύρια κύματα για να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλες χώρες. Επιπλέον, συχνά οι κανόνες απλά δεν επιβάλλονται.
Οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν το 70 τοις εκατό του ΑΕΠ της ΕΕ, αλλά μόνο το 22 με 23 τοις εκατό των συναλλαγών ενδοκοινοτικού εμπορίου. Η ΕΕ είναι επίσης εμφανώς αναποτελεσματική όσον αφορά τις διατάξεις για την παροχή υπηρεσιών. Αυτός είναι ένας κύριος λόγος για τον οποίο η περιοχή είναι φτωχότερη από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η απελευθέρωση των υπηρεσιών θα ενθάρρυνε τον ανταγωνισμό. Αυτό θα οδηγούσε τις τιμές σε μείωση, προς όφελος των απλών καταναλωτών, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και εξοικονομώντας χρήματα για τις κυβερνήσεις υπό πίεση. Η καινοτομία, οι επενδύσεις και οι θέσεις εργασίας θα αυξάνονταν. Μία φιλόδοξη απελευθέρωση θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ έως και κατά 2,3 τοις εκατό, ποσοστό που αντιστοιχεί σε €294 δις, σύμφωνα με τον οργανισμό ερευνών Open Europe.
Δύο είναι οι προτεραιότητες που θα πρέπει να ακολουθηθούν όσον αφορά τη νέα ώθηση στην ενιαία αγορά. Πρώτον, θα πρέπει να δοθεί στις εταιρείες παροχής υπηρεσιών ένα «διαβατήριο» ώστε να λειτουργούν οπουδήποτε στην ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένες στη χώρα τους. Η ιδέα αυτή, την οποία υποστηρίζει ο οργανισμός Open Europe, θα βοηθούσε να απαλλαγούμε μονομιάς από χιλιάδες εμπόδια.
Εν τω μεταξύ, το διαβατήριο θα συνεπάγεται και μικρότερη εξάρτηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εξασφαλίζει ότι οι εθνικές κυβερνήσεις εφαρμόζουν σωστά τους λεπτομερείς κανόνες.
Ώθηση θα λάμβανε επίσης ο τομέας παροχής διασυνοριακών διαδικτυακών υπηρεσιών, ο οποίος είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον, αλλά σήμερα παραμένει μπλεγμένος σε ένα πολύπλοκο «δίχτυ» ρυθμίσεων.
Η δεύτερη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η επέκταση της οδηγίας για τις υπηρεσίες, σε τομείς που δεν καλύπτονται επί του παρόντος –κυρίως δηλαδή στην ενέργεια, τις μεταφορές και τις τηλεπικοινωνίες. Τα δίκτυα αυτά αποτελούν τις αρτηρίες και το νευρικό σύστημα της οικονομίες. Αλλά, είναι παράλογο, παραδείγματος χάρη, ότι μία εταιρεία που μεταφέρει εμπορεύματα από την Ισπανία στο Βέλγιο δεν επιτρέπεται να παραλάβει εμπορεύματα από τη Γαλλία στο δρόμο.
Τα παγιωμένα συμφέροντα, ιδίως στην παραδοσιακά μη φιλελεύθερη Γαλλία και στη συντηρητική Γερμανία, δεν επιθυμούν την απελευθέρωση της αγοράς. Ορισμένοι Γάλλοι θα ισχυριστούν ότι οι εθνικοί κανόνες είναι απαραίτητοι για την προστασία των καταναλωτών από τις υπηρεσίες κακής ποιότητας από το εξωτερικό, ακόμη και αν οι δικές τους εταιρείες προσφέρουν ηλεκτρικό, δημόσιες μεταφορές και διαχείριση αποβλήτων στη φιλελεύθερη Βρετανία. Ορισμένοι Γερμανοί θα πουν ότι το σύστημα μαθητείας τους, διασφαλίζει ότι οι νέοι εκπαιδεύονται ώστε να κατέχουν πλήρως τα επαγγέλματα όπως αυτό του υδραυλικού ή του ηλεκτρολόγου, κρατώντας έτσι την ποιότητα σε υψηλά επίπεδα.
Το αντεπιχείρημα είναι ότι οι καταναλωτές επωφελούνται σημαντικά από την επιλογή. Δεν θέλουμε όλοι, ή δε μπορούμε να αντέξουμε οικονομικά, το αντίστοιχο μίας BMW σε υδραυλικές υπηρεσίες. Αν οι Γερμανοί πράγματι προσφέρουν υπηρεσίες ανώτερης ποιότητας, τότε σίγουρα θα μπορούν να τις πωλήσουν ως προϊόντα/υπηρεσίες πολυτελείας στο κατάλληλο μερίδιο της αγοράς του εξωτερικού. Γιατί είναι αναγκασμένοι οι ντόπιοι καταναλωτές να μη μπορούν να χρησιμοποιήσουν χαμηλού κόστους Πολωνούς υδραυλικούς, για παράδειγμα, αν το προτιμούν;
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων τρόπων παροχής της ίδιας υπηρεσίας θα ενδυνάμωνε την οικονομία της ΕΕ. Φυσικά, οι καταναλωτές θα πρέπει να προστατεύονται. Αλλά, αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα μέσω της διαφάνειας όσον αφορά την έδρα του παρόχου υπηρεσιών και της ταχείας αποζημίωσης σε περιπτώσεις κακής ποιότητας υπηρεσιών.
Επιπλέον, αν δεν «πιάσουν» αυτά τα καθαρά οικονομικά επιχειρήματα, μπορούμε να αναφερθούμε σε ένα-δυο πολιτικά.
Πρώτον, οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης αναγκάζονται να ανοίξουν τις αγορές τους, ως προϋπόθεση των πακέτων διάσωσής τους. Η Γερμανία έχει λειτουργήσει ως αρχιερέας, κηρύττοντας την αρετή της αυξημένης ανταγωνιστικότητας. Πόσο δίκαιο είναι λοιπόν να διατηρεί τις δικές της αγορές κλειστές; Η απελευθέρωση των αγορών θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους Γερμανούς να δαπανούν περισσότερα χρήματα στις υπηρεσίες –κάτι που θα συνέβαλε στο να συρθεί η περιφέρεια εκτός ύφεσης, για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι θα βοηθούσε τους Ανατολικού Ευρωπαίους να καλύψουν τη διαφορά που έχουν από τα «ξαδέρφια» τους στη Δύση.
Το δεύτερο πολιτικό επιχείρημα αφορά τη Βρετανία, η οποία είναι ήδη με το ένα πόδι εκτός ΕΕ. Από την άλλη μεριά, έχει υπάρξει εδώ και καιρό υπέρμαχος της ενιαίας αγοράς και υπερέχει στον τομέα των υπηρεσιών. Ένα φιλόδοξο πρόγραμμα για την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς θα μπορούσε, επομένως, να χρησιμοποιηθεί ως ισχυρό επιχείρημα για την παραμονή εντός ΕΕ, στην περίπτωση μελλοντικού δημοψηφίσματος. Δεδομένου ότι η Γερμανία δεν θέλει να δει τη Βρετανία να αποχωρεί, αυτός θα ήταν ένας τρόπος να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, χωρίς να παραχωρηθεί ειδική μεταχείριση στη Βρετανία.
Το αρχικό πρόγραμμα του 1992 προωθήθηκε από έναν Βρετανό επίτροπο ενιαίας αγοράς, τον Λόρδο Cockfield, με την υποστήριξη της Βρετανίδας πρωθυπουργού, Μάργκαρετ Θάτσερ. Ο Ντέιβιντ Κάμερον θα πρέπει να προσπαθήσει να επαναλάβει αυτό το κόλπο. Στόχος του θα πρέπει να είναι η τοποθέτηση ενός ακόμα δυναμικού Βρετανού ως επιτρόπου της ενιαίας αγοράς, κατά την εκλογή επιτρόπου που λαμβάνει χώρα του χρόνου. Και θα πρέπει να εξασφαλίσει συμφωνία με τους ηγέτες-εταίρους του ώστε να θέσουν προθεσμία –ας πούμε, το τέλος του 2019- για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς.
sofokleous10