Όλη αυτή η γελοία φαρσοκωμωδία που ζήσαμε την εβδομάδα 14-18 Ιανουαρίου μέσα κι έξω απ΄ το Κοινοβούλιο όπου «παιζόταν» η τελευταία πράξη της σύγχρονης Ελληνικής Τραγωδίας , μια δημιουργία που σίγουρα θα ζήλευαν ο Σοφοκλής κι ο Ευριπίδης , μου έφερε έντονα στο μυαλό την πρώτη μέρα που έμπαινα στη Βουλή, το Μάρτιο του 2004, πιστεύοντας ακράδαντα ότι κάτι πολύ σπουδαίο μού είχε συμβεί…
Και ήταν πάνω από 100 οι άνθρωποι που έμπαιναν για πρώτη φορά στη Βουλή, αντιμετωπίζοντας με δέος το περιβάλλον, τα πρόσωπα αλλά και το μέλλον. Ώριμοι πολίτες οι περισσότεροι, επαγγελματίες, επιστήμονες , επιχειρηματίες, που κατεβαίνοντας στην πολιτική και πετυχαίνοντας την εκλογή τους «με την πρώτη» νόμιζαν ότι είχαν αγγίξει την καταξίωση, πίστευαν βαθιά μέσα τους ότι –κατά κάποιον τρόπο- έπαιρναν τις τύχες της χώρας στα χέρια τους.
Αηδίες. Όλα αποδείχτηκαν «όνειρο απατηλό». Και δεν χρειάστηκε πολύ για να το καταλάβουν. Δυο, δυόμισυ χρόνια έφταναν για να μηδενίσουν το όνειρο και να μετατρέψουν το δέος σε αμφισβήτηση, τη χαρά σε απογοήτευση, το αίσθημα της καταξίωσης σε αίσθημα πλήρους απαξίωσης. Αυτή ήταν η άμεση Κοινοβουλευτική Δημοκρατία; Πέντε –δέκα άνθρωποι από ΄δω και δέκα – είκοσι άνθρωποι από ΄κει έκαναν ό,τι ήθελαν, αποφάσιζαν όπως γουστάριζαν, δεν έδιναν δεκάρα για τις αντίθετες γνώμες και απόψεις, αρνιόντουσαν τον διάλογο, οδηγούσαν το πλοίο κατ ευθείαν στην ξέρα ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι δεν έπαιρναν τις σωστές αποφάσεις; Κι όταν κάποιος προσπαθούσε να αντιδράσει, άκουγε τη νουθεσία: «Πρόσεχε. Δεν σε βλέπω καλά. Κληρονομήσαμε καμένη γή. Δεν βλέπεις τι είχαν κάνει οι προηγούμενοι;»
Ήταν μια λογική κι αυτή. Και ήταν γεγονός ότι «οι προηγούμενοι» τα είχαν κάνει μαντάρα. Αλλά και οι προ – προηγούμενοι το ίδιο. Και οι προ- προ- προηγούμενοι επίσης. Τι στο διάολο γινόταν τέλος πάντων εν κρυπτώ και παραβύστω, πίσω από κλειστές πόρτες και στη συνέχεια, νομιμοποιείτο στο «Ναό της Δημοκρατίας» σε Δημόσιες συνεδριάσεις;
Την εβδομάδα 14 – 18 Ιανουαρίου 2013 λοιπόν, παίχτηκε η τελευταία πράξη του δράματος. Η πρώτη πράξη πότε είχε παιχτεί; Το 2000; Το 1996; Νωρίτερα; Πότε είχε αρχίσει το πανηγύρι που μας οδήγησε εδώ; Το βέβαιο είναι ότι η σημερινή πολιτική ηγεσία, υπέγραψε τη Συνθήκη Παράδοσης, αθωώνοντας μάλιστα και τους τελευταίους ενόχους. Τέλος καλό, όλα καλά.
Και φυσιολογικά, έχοντας παρακολουθήσει λεπτό προς λεπτό τις εξελίξεις με αποκορύφωμα τα του νέου Φορολογικού, τα της νομιμοποίησης μέσω νομοσχεδίου των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου, που όριζαν σειρά από δημοσιονομικά, μισθολογικά και άλλα θέματα, όλα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης και τα της «Λίστας Λαγκάρντ» αναρωτήθηκα ως απλός πολίτης : «Μα όλοι αυτοί ΔΕΝ μιλάνε με κόσμο; ΔΕΝ διαβάζουν εφημερίδες; ΔΕΝ κυκλοφορούν στο δρόμο; ΔΕΝ έχουν γνωστούς με προβλήματα; ΔΕΝ ξέρουν πώς είναι η Ελλάδα του σήμερα;»
Και επειδή κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μάλλον ΔΕΝ τους ενδιαφέρει , προφανώς γιατί οι ίδιοι δεν σκοπεύουν να συνεχίσουν να ζουν στη «Νέα Ελλάδα» τα επόμενα χρόνια και έχουν προφανώς λύσει τα προβλήματά τους και τα προβλήματα της οικογένειάς τους εις το διηνεκές , τους αφιερώνω το παρακάτω κείμενο, ένα από τα πολλά δημοσιογραφικά κείμενα που τους τελευταίους μήνες απεικονίζουν με γλαφυρό τρόπο την πραγματικότητα της σημερινής Ελλάδας. Με την υπόμνηση ότι ακόμα και αν τα «φάγαμε μαζί», ήταν τα λίγα αυτά που «φάγαμε». Γιατί τα πολλά, είχαν πάει αλλού. Τα΄χαν φάει μόνοι τους:
« Μια ακόμα καλή πρακτική – πράξη αλληλεγγύης προς τους άστεγους αλλά και τους αδύναμους οικονομικά συμπολίτες μας έχουν υιοθετήσει τα νοικοκυριά στη χώρα μας (ο αριθμός τους μέρα με την ημέρα μεγαλώνει): συσκευάζουν το φαγητό που περισσεύει από τα γεύματα (ψωμί, μακαρόνια, όσπρια, μερίδες μαγειρεμένου φαγητού κτλ.) και το κρεμούν στα «αυτιά» των κάδων απορριμμάτων προκειμένου να το βρει κάποιος που το έχει ανάγκη. Τα περιστατικά είναι πολλά, ειδικά στο Δήμο Αθηναίων, όπως αποκαλύπτει ο προϊστάμενος του τμήματος Αποκομιδής και Ανακύκλωσης του Δήμου Αθηναίων Δ. Κοσμάτος. «Οι νοικοκυρές αφήνουν κανονικά γεύματα περιποιημένα και καθαρά». Φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα μια μερίδα με λαχανοντολμάδες και μια φέτα ψωμί που βρέθηκε «κρεμασμένη» σε κάδο απορριμμάτων στην οδό Φαιδριάδων, στην Κυψέλη. Ανάλογα περιστατικά έχουν καταγραφεί στου Γκύζη, στο Νέο Κόσμο και σε άλλες περιοχές της Αθήνας κι ολόκληρης της Ελλάδας.
Την ίδια ώρα, άποροι περιμένουν το κλείσιμο των σούπερ μάρκετ, προκειμένου να πάρουν κάποια από τα ληγμένα τρόφιμα που προορίζονται για τα σκουπίδια. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία η χώρα μας μετρά 1,5 εκατ. ανέργους και δύο εκατ. Φτωχούς.
Την ίδια στιγμή, οι 20 χιλιάδες άστεγοι όπως καταγράφηκαν από τα τελευταία στοιχεία, μέχρι το 2012 σχεδόν διπλασιάστηκαν! Άτομα με υψηλό μορφωτικό επίπεδο που μένουν άνεργα, άνθρωποι πνιγμένοι στα χρέη που έμειναν στο δρόμο, χιλιάδες Έλληνες που κοιμούνται σε παγκάκια, γέφυρες, πλατείες, στοές. Αυτή είναι η θλιβερή εικόνα της χώρας μας σήμερα.»
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα αναστενάζει. Αλλά τον αναστεναγμό τον ακούν ΜΟΝΟ όσοι αναστενάζουν κι οι ίδιοι.