Πώς εξηγούνται οι κυβερνητικές εμμονές γύρω από την απρόσκοπτη διεξαγωγή των παρελάσεων και τι πραγματικά σημαίνει, με όρους του 1821 αλλά και του 2014, η παρουσία των ανθρώπων της εξουσίας στα έδρανα των επισήμων.
κήρυττε προεκλογικά την ανακατάληψη των πόλεων, κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι το εννοούσε κατ’ αυτόν τον τρόπο, με τόσο εκτεταμένη χρησιμοποίηση προσωπικού ασφαλείας, με κυκλοφοριακές απαγορεύσεις, με περιοριστικά μέτρα από την Ιερά οδό μέχρι του Φιξ και από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας μέχρι το Χίλτον, με τροποποιήσεις στην κίνηση των μέσων μαζικής μεταφοράς.
Και όμως, τα δρακόντεια μέτρα για τη σημερινή παρέλαση δεν θυμίζουν απλώς ανακατάληψη, αλλά κανονική κατάληψη της πόλης. Κι όλ’ αυτά για ποιο λόγο; Απλώς και μόνο για να γίνουν οι παρελάσεις πριβέ, μεταξύ ημών και ημών, χωρίς ενοχλητικούς διαδηλωτές, χωρίς διαμαρτυρόμενους, και γενικώς χωρίς αντεθνικώς σκεπτόμενα άτομα που θέλουν να αξιοποιήσουν την περίσταση για αντικυβερνητικούς σκοπούς και να αμαυρώσουν την περιφορά της στρατιωτικής αρετής των Ελλήνων.
Προσωπικά, πέρα από την ενόχληση λόγω της ασύμμετρης αστυνομικής κινητοποίησης, ουδόλως με ενδιαφέρει που μου απαγορεύουν να παρακολουθήσω το σόου – έτσι κι αλλιώς δεν θα το έκανα ούτε καν για να διαμαρτυρηθώ. Αντιπαθώ από παιδί τις παρελάσεις, κι όταν μεγάλωσα εμπέδωσα αυτή μου τη στάση με κριτήρια ιδεολογικά και αισθητικά. Δεν πιστεύω στους συμβολισμό τους, δεν συναινώ σε όλη αυτή τη στρατοκρατική επιδειξιομανία και, αν και ειρηνιστής, φρονώ ότι αυτός ο τρόπος επίδειξης αντίκειται ακόμα και στη στρατιωτική λογική. Οι παρελάσεις δεν θωρακίζουν το έθνος, αντιθέτως γελοιοποιούν την ίδια την ιδέα της αμυντικής ετοιμότητας.
Ειδικά στην περίπτωση του εορτασμού της 25ης Μαρτίου, η λογική και οι συμβολισμοί της παρέλασης αναιρούν την ουσία της επετείου. Παρά τη χρηστομάθεια των σχολικών εορτών, τις παλιομοδίτικες αφίσες με τα πορτρέτα των ηρώων της επανάστασης στις σχολικές αίθουσες και τα σκετς εν είδει ταινίας του Τζέιμς Πάρις, σχεδόν διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση έχει γίνει πια σαφής ο διπλός ρόλος της εναντίον των Τούρκων κατακτητών αλλά και των Ελλήνων συνοδοιπόρων και φοροεισπρακτόρων τους – των κοτζαμπάσηδων. Ε, λοιπόν, τις παρελάσεις τις οργανώνουν διαχρονικά οι εκάστοτε κοτζαμπάσηδες, αυτή είναι η αλήθεια, και τα μέτρα που λαμβάνονται τα τελευταία χρόνια σκοπό έχουν να επιτρέψουν σ’ αυτούς ακριβώς, στους ουραγούς της ελληνικής επανάστασης, να τις παρακολουθήσουν από τη θέση των τιμωμένων προσώπων χωρίς ενοχλητικές παρεκβάσεις εκ μέρους του λαϊκού στοιχείου.
Για όποιον έχει διαβάσει λίγη παραπάνω ιστορία της επανάστασης πέρα από τα σχολικά εγχειρίδια, όποιος έχει ρίξει μια ματιά στον Κορδάτο και στον Σκαρίμπα, και πιο πρόσφατα στον μόλις εκλιπόντα Κωστή Παπαγιώργη, έχει ασφαλώς αντιληφθεί ότι η πολεμική συνταγή του ’21 δεν συνάδει με τη λογική των παρελάσεων, με απαστράπτοντα άρματα μάχης και με τη δυτικότροπη στοίχιση των αγημάτων τακτικού στρατού.
Όσες φορές οι Μαυροκορδάτοι και οι Κωλέτηδες επιχείρησαν να οργανώσουν τακτικό στρατό (με οπλισμό, ας μην το ξεχνάμε, πανάκριβα αγορασμένο με τα πρώτα αλμυρά δάνεια από την Εσπερία, τη μαγιά του σημερινού δημοσιονομικού αδιεξόδου της χώρας), οι Έλληνες ηττήθηκαν κατά κράτος.
Η πολεμική τακτική που απέδωσε στην επανάσταση ήταν ο ανταρτοπόλεμος, ο αιφνιδιασμός από ομάδες εμπειροπόλεμων αλλά ελαφρά οπλισμένων ατάκτων, τα γιουρούσια σε ορεινά και δύσβατα περάσματα και, κυρίως, η παρτιζάνικη τακτική, οι γρήγοροι ελιγμοί και οι ευφυείς αναδιπλώσεις.
Αυτό ήταν το σχέδιο νίκης και αυτό πρέπει να μας εμπνέει απέναντι στις ανάγκες της σημερινής εθνικής συγκυρίας, μακριά από φαραωνικές εκδηλώσεις και ρωμαϊκές φιέστες.
Κι όσο για τον οπλισμό, τα πιο αποτελεσματικά όπλα που βρέθηκαν τότε σε ελληνικά χέρια ήταν αυτά που κάποιοι άρπαξαν από τον εχθρό σπάζοντάς του το κεφάλι με μια κοτρώνα ή με ό,τι άλλο βρέθηκε πρόχειρο τη στιγμή της ανάγκης. Αυτό είναι άλλο ένα μεγάλο δίδαγμα της επανάστασης, πολύ χρήσιμο -με τη μεταφορική έννοια- στους δύσκολους καιρούς που ζούμε και στις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.
Use Facebook to Comment on this Post