Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Με τις βιωματικές εμπειρίες του δράματος της Μικρασιατικής καταστροφής και της κοινωνικής τραχύτητας του μεσοπολέμου, εμφανίστηκε στην ελληνική λογοτεχνία ο Μενέλαος Λουντέμης. Η αισθητική του τεχνοτροπία εντάσσεται στον κοινωνικό ρεαλισμό και χρονικά εντάσσεται στη γενιά του μεσοπολέμου, που πιο…
Τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές χώρες, ιδίως στα ανατολικά κράτη στα οποία εκτοπίστηκε ο Λουντέμης λόγω της στράτευσής του στην αριστερά. Και έδρεψε πολλούς επαίνους και διεθνή βραβεία. Το βιβλίο του ιδιαίτερα «Ένα παιδί μετράει τ΄ άστρα» έγινε μπέστ σέλερ και αποτέλεσε αναγνωστικό ορόσημο για πολλές γενεές. Εκδήλωσε ακόμα ο μικρασιάτης συγγραφέας και μεγάλες ποιητικές αρετές. Τα ποιήματά του μάλιστα «Ερωτικό κάλεσμα» το μελοποίησαν οι αδελφοί Κατσιμήχα και έγινε μεγάλη επιτυχία, ενώ σπουδαία τραγουδιστική επιτυχία έγινε και το ποίημα του «Οι κερασιές θ΄ ανθίσουν και φέτος», που μελοποίησε ο Σπύρος Σαμοίλης και ερμήνευσε ο Αντώνης Καλογιάννης. Ο Λουντέμης υπήρξε πολυγραφότατος και θεωρείται από τους πιο παραγωγικούς έλληνες συγγραφείς. Το 1938 μάλιστα και σε νεαρή ηλικία βραβεύτηκε με το Μέγα Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας για τη συλλογή διηγημάτων του «Τα πλοία δεν άραξαν». Ήταν ένας βασανισμένος άνθρωπος που χτυπήθηκε αλύπητα από τους μηχανισμούς της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Εξορίστηκε, εκτοπίστηκε, μα δε λύγισε ποτέ. Υπήρξε μια ελεύθερη και αδούλωτη συνείδηση. Ένας ασυμβίβαστος ιδεολόγος που πλήρωσε ακριβό προσωπικό τίμημα για τις ιδέες του. Στην κατοχή εντάχθηκε στις γραμμές του ΕΑΜ και διατέλεσε γραμματέας της οργάνωσης διανοουμένων. Συνελήφθη την περίοδο του εμφυλίου ως αριστερός και δικάστηκε σε στημένη δίκη επ΄ εσχάτη προδοσία και καταδικάστηκε σε θάνατο. Η ποινή του δεν εκτελέστηκε, αλλά εξορίστηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Μακρόνησο και του Αη Στράτη μαζί με τους Μίκη Θεοδωράκη και Γιάννη Ρίτσο. Το 1956 ο Λουντέμης και με την υπαγόρευση του εμφυλιοπολεμικού νόμου 509/47 μετεφέρθη από την εξορία του στην Αθήνα, για να δικαστεί για το βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες», που κατά τη θλιβερή λογοκρισία της εποχής περιείχε «προπαρασκευαστικές πράξεις» εσχάτης προδοσίας. Οι κατασκευασμένοι μάρτυρες στη δίκη υποστήριξαν ότι με το βιβλίο του «προπαγανδίζει τας πολιτικάς του ιδέας, θίγει την έννοια του κράτους, κλονίζει την εμπιστοσύνη του λαού στη Δικαιοσύνη, καλλιεργεί το μίσος». Στη μεγάλη αυτή δοκιμασία του Λουντέμη προσέτρεξαν να τον υπερασπιστούν πλήθος πνευματικών μας ανθρώπων, όπως ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο Κώστας Βάρναλης, ο Στρατής Δούκας, ο Ασημάκης Πανσέληνος, ο Κώστας Κοτζιάς κ.α. υποστηρίζοντας με θέρμη ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και με πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Κατά τη διάρκεια μάλιστα της απολογίας του συνέβη και το εξής εκπληκτικό. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου του απευθύνθηκε και του είπε «αν πράγματι νοιώθεις στοργή για το παιδί και τη γυναίκα σου, θα ΄πρεπε να ΄χεις κάνει δήλωση αποκήρυξης του ΚΚΕ». Αλλά αγέρωχη και μοναδική υπήρξε και η απάντηση του μεγάλου συγγραφέα και διανοουμένου. «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δυο. Δεν θα τα κάνω πάλι τέσσερα εγώ». Αφότου έγινε αυτή η δίκη, το ήδη βαρύ κλίμα για τον Λουντέμη επιτάθηκε περισσότερο. Εκπατρίστηκε έτσι στο Βουκουρέστι. Ενώ η χούντα του Παπαδόπουλου του στέρησε την ελληνική ιθαγένεια. Συνέχισε όμως απρόσκοπτα το συγγραφικό του έργο στη Ρουμανία. Με την κατάρρευση της Απριλιανής εκτροπής και το πέρασμα στη δημοκρατική ομαλότητα, ο Λουντέμης επέστρεψε στην πατρίδα. Στα άγια χώματα της Ελλάδας που αγάπησε με τη θέρμη και τη δύναμη της οικουμενικής του καρδιάς. Στα πικρά χρόνια της εξορίας έγραφε σε ένα φίλο του, μέσα από τους τοίχους της ηθικής του μόνωσης «ένα ελληνικό καφεδάκι, μια ρέτσιαν». Δυστυχώς δεν μπόρεσε να χαρεί παρά λίγες στιγμές ευτυχίας στην απελεύθερη πια και δημοκρατική Ελλάδα. Οι ατέρμονες διώξεις από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς ασφαλείας και οι εξορίες είχαν υποσκάψει βαθιά την υγεία του. Στις 22 Ιανουαρίου του 1977 πέθανε από καρδιακή προσβολή και ενταφιάστηκε στο Α΄ νεκροταφείο. Ο Μενέλαος Λουντέμης είχε γεννηθεί το 1907 ή κατά άλλους το 1912 στο χωριό Αγία Κυριακή της Μικράς Ασίας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτρης Μπαλάσογλου ή Βαλασιάδης. Το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο το εμπνεύστηκε από την εργασία του ως επιστάτης στα έργα του Γαλλικού ποταμού Λουδίας. Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα απο τον κύκλο δοκιμίων μου «Κορυφαίοι της ελληνικής πεζογραφίας» και έχει δημοσιευτεί σε εφημερίδες της Ηλείας και περιοδικά πνευματικού στοχασμού.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Use Facebook to Comment on this Post