xOrisOria News

Ο φαύλος κύκλος της οικονομικής συρρίκνωσης και της αβεβαιότητας

Ανδρέας Θεοφάνους*


Δύο από τις μεγαλύτερες διαστάσεις της κυπριακής οικονομικής κρίσης στην παρούσα συγκυρία είναι η αυξανόμενη αβεβαιότητα καθώς και η απουσία ρευστότητας. Tο χρηματοπιστωτικό σύστημα παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας καθιστώντας σχεδόν αδύνατη την επανεκκίνηση της οικονομίας…
Επιπρόσθετα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα αρνητικά δεδομένα μεταξύ των οποίων η αναξιοπιστία, τα περιοριστικά μέτρα και η ολοένα αυξανόμενη ψαλίδα μεταξύ καταθέσεων και δανείων θα πρέπει να προβληματισθούμε πολύ σοβαρά για το πώς προχωρούμε. Στην περίπτωση της Κύπρου λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη μορφή που έλαβε η ούτω καλούμενη εξυγίανση επήλθε ένα τεράστιο πλήγμα. 
 Δεν μπορούμε στην πραγματικότητα να μιλούμε για επανεκκίνηση της οικονομίας αν προηγουμένως δεν διοχετευθεί ρευστότητα στην αγορά και αν δεν τερματισθεί η αβεβαιότητα. Επιπρόσθετα, και να μην υπήρχε θέμα εμπιστοσύνης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων η μείωση των καταθετικών επιτοκίων μαζί με τη φορολογία του 30% καθιστά αδύνατη την προσέλκυση καταθέσεων. Το πρώτο βήμα θα πρέπει να είναι η μείωση του φόρου για εισοδήματα από τόκους από το 30% στο 9.5%.

H αύξηση του αριθμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιδεινώνει την κατάσταση. Δεν θα είναι υπερβολή να λεχθεί ότι αν δεν αντιμετωπισθεί αυτό το πρόβλημα ο στόχος της επανεκκίνησης της οικονομίας θα παραμείνει ανέφικτος ενώ παράλληλα θα τεθεί σε κίνδυνο και η βιωσιμότητα και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. 

Ο κίνδυνος της κατάρρευσης θα συνεχίσει να αιωρείται. H αποκοπή μισθών, οι επιπρόσθετες φορολογίες, η συνεχής απώλεια θέσεων εργασίας τρέφουν αυτό τον φαύλο κύκλο και μοιραίως επιτείνουν το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της οικονομίας γενικότερα.

Τα αυστηρά μέτρα λιτότητας έχουν τεράστιες αρνητικές προεκτάσεις στην κοινωνία. Η αυξανόμενη ανεργία, η φτωχοποίηση της χώρας, η δημογραφική αιμορραγία, το μειωμένο αίσθημα αυτοπεποίθησης και η ταπείνωση δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα. 

Το χειρότερο είναι ότι ενώ συνεχίζεται η ελεύθερη πτώση η κυβέρνηση εξακολουθεί αφ’ ενός να καθησυχάζει και αφ’ ετέρου να υπογραμμίζει τη σημασία της προσήλωσης στην Τρόικα και στην πιστή εφαρμογή του Μνημονίου. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι για την αποφυγή δυσμενέστερων εξελίξεων απαιτείται μια ευρύτερη συναίνεση για διαφορετική οικονομική πολιτική. Το ζητούμενο είναι η αναθέρμανση της οικονομίας μέσω μιας νέας προσέγγισης. Για παράδειγμα, η νέα πολιτική πρέπει να περιλαμβάνει φορολογικές μειώσεις και όχι αυξήσεις.

Προβάλλει λοιπόν επιτακτική η χαλάρωση των μνημονιακών μέτρων ώστε να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα. Για να υπάρξουν καταθέσεις θα πρέπει να επαναδραστηριοποιηθεί η οικονομία και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη προς τα τραπεζικά ιδρύματα. 

 Στα πλαίσια της αντιμετώπισης της κρίσης μέσα από την Ευρωζώνη ενδεχομένως να απαιτείται και η ενθάρρυνση έλευσης ξένων τραπεζών ούτως ώστε να συμβάλλουν στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Από την άλλη η αποκατάσταση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της εμπιστοσύνης ίσως να μπορεί να γίνει μόνο στα πλαίσια εθνικού νομίσματος.

Δυστυχώς η υφιστάμενη μνημονιακή φιλοσοφία τείνει να υποσκάπτει την εμπιστοσύνη, να επιτείνει την αβεβαιότητα και να συρρικνώνει την οικονομική δραστηριότητα. Προφανώς η όλη φιλοσοφία αντιμετώπισης του προβλήματος θα πρέπει να διαφοροποιηθεί. 

 Είναι αδιανόητο η χώρα να τελεί υπό την ομηρία της Τρόικα χωρίς να αμφισβητούνται τουλάχιστον συγκεκριμένες πτυχές της προσέγγισης της. Υπογραμμίζεται επίσης ότι η δαιμονοποίηση της εναλλακτικής επιλογής, χωρίς την απαιτούμενη μελέτη, οδηγεί στην απραξία και ίσως την απόλυτη συντριβή. Έχει σημασία ο χρόνος αντίδρασης και η προώθηση εναλλακτικής πρότασης από ένα ευρύτερο συνασπισμό δυνάμεων η οποία να κατατεθεί στην κοινωνία. 
Και είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι όσο βαθαίνει η κρίση τα εργαλεία οικονομικής πολιτικής που οδηγούν στην ανάκαμψη καθίστανται λιγότερο αποτελεσματικά. Γι’ αυτό θα πρέπει να αντιδράσουμε τώρα.

*Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Use Facebook to Comment on this Post