Σήμερα το πρωί διάβασα ένα απολαυστικό ανέκδοτο…
Ένας οδηγός παρατήρησε στην άκρη του δρόμου έναν τύπο να παίζει τάβλι με έναν σκύλο. Έκπληκτος, σταματάει λίγο πιο κάτω, βγαίνει έξω και ρωτάει τον ταβλαδόρο: – «Καλά ρε φίλε, ξέρει ο σκύλος τάβλι;» – «Τι να ξέρει μωρέ, 5-2 χάνει.»
Κάπως έτσι νιώθω κάθε φορά που ακούω κάποιον από το μέτωπο των απεργιών των ΜΜΜ να δηλώνει «Ξέρουμε ότι ο κόσμος ταλαιπωρείται, αλλά..»
Ανεξάρτητα από το τι μπορεί να ακολουθεί τούτο το «αλλά», από το πόσο δίκαιο ή άδικο, πόσο λογικό ή παράλογο είναι, το κωμικοτραγικό στοιχείο κρύβεται πίσω από αυτή τη λιτή δήλωση επίγνωσης: «Ξέρουμε ότι ο κόσμος ταλαιπωρείται..».
Πράγματι, δεν απαιτούνται γνώσεις πυρηνικής φυσικής για να συνειδητοποιήσει κάποιος ότι το να μη λειτουργούν τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, συνεπάγεται καθυστέρηση, ταλαιπωρία, κόστος, εκνευρισμό, κόπωση, ματαίωση προγραμματισμένων εργασιών, extra περιβαλλοντική επιβάρυνση λόγω καυσαερίων, καθώς και άλλα ανάλογα καλούδια . Σε έναν αστικό χώρο κατ’ εξοχήν ζοφερής πολεοδομικής λογικής, όπως η Αθήνα, το δίκτυο των ΜΜΜ αποτελεί τα τελευταία χρόνια μια νότα ποιότητας και οργάνωσης στην καθημερινότητα 5.000.0000 κατοίκων.
Δε στέκομαι καθόλου στην αξιολόγηση των αιτημάτων των απεργών: Ο καθένας μας σήμερα μπορεί εύκολα να ενημερωθεί και να σχηματίσει τη δική του γνώμη. Μεγάλα παιδιά είμαστε. Αλήθειες, ψέμματα, υπερφίαλα λόγια μπορούν εύκολα πια να «πέσουν» στην αντίληψή μας. Και ανάλογα με το πόσο βαριά μας «πέφτουν» και στο στομάχι, τασσόμαστε υπέρ ή κατά ή παγερά αδιάφοροι.
Αυτό που με ξεπερνάει είναι η αυτοπεποίθηση της πρότασης «Ξέρουμε ότι ταλαιπωρείστε». Σύμφωνοι. Ας το ξέρουν. Όσο μπορούν. Αν μπορούν. Γιατί – μεταξύ μας -μπορεί και να μη βολεύει να το γνωρίζουν κατά βάθος: θα ήταν λίγο σαδιστικό να γίνεται χρήση της ταλαιπωρίας των πολλών ως μέσο πίεσης και μετά να ανακοινώνεται δημόσια ότι «Το Ξέρουμε, αλλά…». Οι μόνοι που ακολουθούν αυτή την επικοινωνιακή λογική είναι οι γιατροί: «θα σε πονέσω αλλά πρέπει». Ναι, εντάξει. Μόνο που εκείνοι έχουν τη σύμφωνη γνώμη του ασθενή ή – στα πολύ δύσκολα – των οικείων του.
Έστω λοιπόν πως το ξέρουν ότι μια ολόκληρη πόλη ταλαιπωρείται, για άγνωστο πόσο. Γιατί πρέπει να το ακούω ως δήλωση; Τι κερδίζει ένα απεργιακό μέτωπο από κάτι τέτοιο; Κατανόηση από τους πολλούς; Συμπάθεια; Υποστήριξη; Μα για όλα αυτά, υπάρχει το περιεχόμενο των απεργιακών αιτημάτων. Η ορθότητά τους. Η πληρότητά τους. ‘Η, έστω, η ποιότητά τους.
Άρα; Κάποιο συμπέρασμα που βγαίνει από αυτή την επικοινωνιακή έπαρση; Προσωπικά, παραιτούμαι από την προσπάθεια. Το μόνο που ψυχανεμίζομαι είναι μήπως το στοίχημα είναι αλλού: να βγει τελικά ο οδηγός από το αυτοκίνητο και να αναρωτηθεί, «μα καλά, πως γίνεται να ξέρει ο σκύλος τάβλι;»
Πιθανόν. Είναι μια εκδοχή. Ίσως τελικά το να βγούμε από το μικρόκοσμο του δικού μας κέλυφους και να αναρωτηθούμε κοιτώντας κατάματα τους άλλους, να είναι η απάντηση σε πολλά. Και μάλλον σε πολύ περισσότερα από όσα φανταζόμαστε.