“Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη- το φάντασμα του κομμουνισμού”, είχε γράψει ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, το 1847. Δεν θα μπορούσε μάλλον να προφητέψει ότι το φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη του 2013 θα είχε πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά…
Η δογματική πίστη της Θάτσερ στην ελεύθερη αγορά, στην ελαχιστοποίηση της παρουσίας του κράτους, ήταν το βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής της αντίληψης. Αναρωτιέται κανείς για πιο λόγο η “Σιδηρά Κυρία” είχε σιγήσει μπροστά στα τεκταινόμενα την τελευταία δεκαετία και κυρίως μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Άραγε λόγω προχωρημένης ηλικίας; Μήπως πίστευε στο αναμασημένο σλόγκαν ότι “πρόκειται για άλλον ένα κύκλο του καπιταλισμού που σύντομα θα ανακάμψει”; Ή μήπως τελικά κατάλαβε, έστω και αργά, ότι αυτό που συνέβαινε δεν ήταν ένα ιδανικό μοντέλο της ελεύθερης αγοράς αλλά η επιβολή μιας ιδιότυπης τραπεζοχρεοκρατίας;
Η Μάργκαρετ Θάτσερ αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση ενός πολιτικού, του οποίου η φανατική πίστη σε μια συγκεκριμένη αντίληψη, δεν τον άφηνε να δει την πραγματική εικόνα, το τι πραγματικά πρέσβευε, τι κυοφορούσε για το μέλλον η αντίληψη αυτή. Αποτελεί το τέλειο παράδειγμα σχετικά με το πως είναι δυνατόν να συνδυαστεί η υποτίθεται μοντέρνα αντίληψη της οικονομίας και της ατομικής ελευθερίας με τον συντηρητισμό.
Η Θάτσερ είχε στην ουσία ένα βαθύτερο όραμα μιας Μεγάλης Βρετανίας με την αίγλη του παρελθόντος και πίστευε ότι μπορούσε εν μέρει να γίνει πραγματικότητα και μέσω της οικονομικής ισχύος. Ο πόλεμος για τα νησιά Φώκλαντ ήταν απλά μια ένδειξη αυτής της επιθυμίας. Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη ζημιά της Θάτσερ απέναντι στην Αργεντινή δεν ήταν ο πόλεμος των Φώκλαντς, αλλά η συνεισφορά της στην επέκταση του νεοφιλελευθερισμού που οδήγησε και την Αργεντινή στην χρεοκοπία. Δεν θα μπορούσε μάλλον να φανταστεί, ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μια μέρα στην ίδια την Ευρώπη.
Και αν μπορούμε να δικαιολογήσουμε τη Μάγκυ, επειδή ίσως ήταν πολύ νωρίς για να προβλέψει τις εξελίξεις και επειδή στηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε συμβούλους που εξυπηρετούσαν συγκεκριμένα συμφέροντα, δεν μπορούμε να βρούμε καμία δικαιολογία για τους βουλευτές που θέλουν να λένε ότι ανήκουν στο χώρο της πατριωτικής Δεξιάς, καθώς αυτοί σήμερα μπορούν να δουν ξεκάθαρα που οδηγούνται τα πράγματα.
Η αποδόμηση του έθνους-κράτους και η έλευση του αναρχοκαπιταλισμού
Βρισκόμαστε στη φάση που το έθνος-κράτος αυτοαποδομείται. Δηλαδή χρησιμοποιεί την ίδια την νομοθετική και ότι απέμεινε από την δημοκρατική του ισχύ, με απώτερο σκοπό να αυτοκαταργηθεί. Είναι γεγονός ότι όσο περισσότερο συρρικνώνεται η δημοκρατία, όσο ελαχιστοποιούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα σε διάφορα επίπεδα (εργασιακά δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες, προσωπικά δεδομένα κ.λ.π.), τόσο περισσότερο περνάμε σε έναν φαύλο κύκλο, μια μη αντιστρεπτή κατάσταση που κατατρώει την ίδια τη δημοκρατία και τους θεσμούς. Ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί ένα μεταβατικό στάδιο προς αυτό που ονειρεύονται οι οικονομικές ελίτ: τον αναρχοκαπιταλισμό.
Ένα πρόσφατο, χαρακτηριστικό παράδειγμα αναρχοκαπιταλισμού, είναι η πληροφορία με βάση την οποία, διάφορα funds-“κοράκια” σπεύδουν να αγοράσουν τα κόκκινα δάνεια των Ελληνικών νοικοκυριών από τις Ελληνικές τράπεζες, σε πολύ χαμηλές τιμές. Το κράτος σ’αυτή την περίπτωση δεν φαίνεται να μπορεί να κάνει πολλά για να παρέμβει ως ρυθμιστής των κόκκινων δανείων. Μάλλον κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει τα “κοράκια” να αποκτήσουν τα στεγαστικά δάνεια και άρα τα αντίστοιχα ακίνητα σε εξευτελιστικές τιμές.
Ακόμα πιο εκπληκτικό όμως είναι το γεγονός ότι, τα φερέφωνα του νεοφιλελευθερισμού, διαδίδουν ασύστολα ότι, το κοινωνικό κράτος και οι κοινωνικές παροχές, αλλά και η κρατική παρεμβολή στην οικονομία, ακόμα και στην ίδια τη διάσωση των τραπεζών, που τα ίδια τα φερέφωνα πρεσβεύουν, είναι απόδειξη της Σοβιετικής λειτουργίας, ακόμα και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης! Η Μάγκυ θα συμφωνούσε απόλυτα, όπως συμφωνούν άλλωστε και πολλοί άνθρωποι που παρασύρονται από εφευρήματα τέτοιου τύπου, και λόγω κομμουνιστοφοβίας και κεκτημένης ταχύτητας, συνδράμουν στην προπαγάνδα των φερέφωνων.
Η αλήθεια είναι όμως ότι αυτού του τύπου η παρεμβολή, έχει ακριβώς σαν στόχο τη δημιουργία των κατάλληλων εκείνων συνθηκών, που θα ευνοούν απόλυτα το μεγάλο κεφάλαιο – και θα οδηγήσουν τελικά στην αυτοαποδόμηση του ίδιου του έθνους-κράτους – έτσι ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί απόλυτα τα συμφέροντά του σε συνθήκες πλήρους απορρύθμισης, πράγμα που απέχει πολύ από τα βασικά χαρακτηριστικά ενός κράτους Σοβιετικού τύπου.
Η νεοφιλελεύθερη δικτατορία καταφέρνει μέσα από αυτό το μέγα παράδοξο, να επιταχύνει την κυριαρχία της. Ποιο είναι αυτό το παράδοξο; Το γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που άθελα τους συνδράμουν σ’αυτή την προπαγάνδα, ανήκουν στο χώρο της πατριωτικής ή συντηρητικής Δεξιάς – όπως άλλωστε και η Μάγκυ – και δεν θα ήθελαν ποτέ και με κανένα τρόπο να έβλεπαν το έθνος τους να αποδομείται! Πραγματικά μεγάλο τίμημα απέναντι στην μηδαμινή πιθανότητα επανόδου του Σοβιετικού Κομμουνισμού!
Οι “απολιτίκ” γενιές και η συμβολή τους στην ιδεολογική πολτοποίηση
Ανήκω σε μια γενιά που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως φανατικά “απολιτίκ”. Διαμορφώθηκε στην ουσία από μια εκτρωματική ιδεολογία που υιοθέτησε αποσπασματικά στοιχεία, ενίοτε διαστρεβλωμένα, από μια φιλοσοφία που κυριάρχησε ολοκληρωτικά στην Δύση από την εποχή του Νίτσε και έπειτα. Η κορυφαία νίκη αυτής της ιδεολογίας είναι ότι κατάφερε να πείσει πολλές γενιές ότι η “απολιτίκ” στάση αποτελεί πρόοδο και εξέλιξη, ότι με λίγα λόγια ο “απολιτίκ” είναι ο πιο έξυπνος γιατί ξεφεύγει από την πολιτικοποίηση, φεύγει από το όποιο ιδεολογικό μαντρί, παύει να είναι πρόβατο και είναι ελεύθερος γιατί δρα ανεξάρτητα.
Όμως η πορεία των πραγμάτων κατά την πάροδο των δεκαετιών, έδειξε ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το γιγάντωμα της “απολιτίκ” στάσης, ειδικότερα από την δεκαετία του 90 και έπειτα, κατέληξε σήμερα στην δημιουργία ενός πολιτισμικού ολοκληρωτισμού, ο οποίος χρησιμοποιώντας την παγκοσμιοποιημένη τεχνολογία, εξαπλώνεται παντού, πολύ γρήγορα και εξαλείφει κάθε άλλη εναλλακτική δυνατότητα.
Μέσα σ’αυτόν τον πολιτισμικό ολοκληρωτισμό οι έννοιες παραποιήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε σήμερα στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύουν σχεδόν αντίθετα πράγματα από αυτά που πρέσβευαν κάποτε. Ο νεοφιλελευθερισμός οικειοποιήθηκε ουσιαστικά τις έννοιες του “νέου” και της “ελευθερίας”. Τα αποτελέσματα σήμερα είναι ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που υποτίθεται ότι πρέσβευαν κάποτε οι έννοιες αυτές. Η έννοια της ελευθερίας τείνει στο να σημαίνει την δυνατότητα της οικονομικής δραστηριότητας μέσα σε μια παγκόσμια αρένα λυσσαλέου ανταγωνισμού και τίποτα περισσότερο. Προκειμένου να επικρατήσει αυτό το μοντέλο προσομοίωσης της πρωτόγονης κοινωνίας – η επιβολή, η επιβίωση του ισχυρού – διαλύονται κεκτημένα αιώνων και αυτό διατυμπανίζεται ως το “νέο”. Η οπισθοδρόμηση και ο αγώνας για την επιβίωση θεωρούνται πρόοδος.
Έτσι, οι “απολιτίκ” γενιές συνέβαλαν στο ξεθώριασμα τόσο της Αριστεράς όσο και της πατριωτικής-συντηρητικής Δεξιάς. Η Αριστερά, δεν κατάφερε να βρει μέσα στις μετέπειτα “απολιτίκ” γενιές, εκείνο το υλικό που θα μπορούσε να την αναγγενήσει και να δημιουργήσει έναν πλήρως αυτόνομο λόγο, εντελώς ανεξάρτητο από καπιταλιστικούς όρους. Η πατριωτική-συντηρητική Δεξιά σήμερα, έχει σχεδόν ταυτιστεί με το νεοφιλελέυθερο δόγμα, πλην κάποιων εξαιρέσεων.
Αλλά ακόμα και οι ακραίοι εθνικιστές στην Ελλάδα, που υποτίθεται ότι αντιστέκονται στην αποδόμηση του έθνους-κράτους, αναλώνονται αποκλειστικά σε “κυνήγια λαθρομεταναστών” και φαντάζουν εντελώς ανήμποροι να την αποτρέψουν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μοιάζουν να εξυπηρετούν τέλεια το συστημικό κατεστημένο, καθώς αποπροσανατολίζουν τους πολίτες από την πραγματική απειλή, που δεν είναι οι λαθρομετανάστες, αλλά οι τραπεζίτες και το μεγάλο κεφάλαιο. Ενώ επανειλημμένα δρουν εμπράκτως και με υπερβάλλοντα ζήλο κατά των λαθρομεταναστών, ενάντια στους τραπεζίτες περιορίζονται απλώς σε μια συγκεκριμένη ρητορική.
Το φάντασμα της Μάγκυ είναι λοιπόν αυτό που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη σήμερα, αλλά φαίνεται να είναι τόσο συγχυσμένο, όσο συγχυσμένοι είναι και οι ζωντανοί στη σημερινή εποχή, από το ξέφτισμα των ιδεολογικών γραμμών και την ανάδυση ενός ομογενοποιημένου ιδεολογικού κιμά, που προέρχεται από την σταδιακή πολτοποίηση των ιδεολογιών στη μηχανή της μετανεωτερικότητας. Έτσι, το φάντασμα της Μάγκυ, μοιάζει περισσότερο σαν να περιπλανιέται, όχι για να χαρεί την τελική του νίκη, αλλά για να βρει τον δρόμο που οδηγεί στη γαλήνη του βασιλείου των νεκρών.