Κάποιοι θα το αποκαλούσαν σατανικό ή μακιαβελικό. Εμείς απλώς
θεωρούμε ότι είναι εκρηκτικό…
Πρόκειται για το κοκτέϊλ που η παρούσα
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προσφέρει στον ελληνικό λαό και το οποίο είναι ένα
μείγμα θεωρίας των παιγνίων και λενινιστικής πρακτικής, εμπλουτισμένης με
ψήγματα γκαιμπελικής μεθόδου..
Με αφετηρία τις εργασίες των Τζων φον Νόϊμαν και Όσκαρ
Μόργκενστερν, το 1928 και το 1944 αντιστοίχως, η θεωρία των παιγνίων,
που εφαρμόζεται από τον υπουργό Οικονομίας, είναι ένα σύνολο εργαλείων
που χρησιμοποιούνται για να αναλυθούν καταστάσεις στις οποίες η
μεγιστοποιημένη δράση ενός «παίκτη» εξαρτάται από τις εκτιμήσεις που κάνει
ως προς τις αποφάσεις-προβλέψεις του άλλου «παίκτη» –είτε αυτός είναι
φυσικό πρόσωπο, είτε επιχείρηση, είτε κυβέρνηση. Στο πλαίσιο αυτό, όπως
υποστηρίζει ο Γάλλος νομπελίστας οικονομολόγος (2014) καθηγητής Ζαν
Τιρόλ, ο «παίκτης» που αναλαμβάνει την πρωτοβουλία προσφεύγει, όχι λίγες
φορές, και στην τακτική της «αγοράς κύρους ή εντυπώσεων», με στόχο να
επηρεάσει την άλλη πλευρά ή για να «πουλήσει» στο κοινό του.
Αυτή η τακτική ερμηνεύει τις επιλογές του κ.Γ.Βαρουφάκη τόσο από
ενδυματολογικής πλευράς όσο και στο επίπεδο του στυλ. Προσβάλλοντας
ενδυματολογικά τους Ευρωπαίους θεσμικούς συνομιλητές του και εταίρους
μας, ο υπουργός Οικονομικών στην ουσία δεν ενδιαφέρεται για τίποτε
παραπάνω από το να πουλήσει «φιγούρα» στο εσωτερικό. Αυτή δε η
πώληση «κολλάει» περίφημα με την λενινιστική τακτική της κυβερνήσεως
να δημιουργεί «εχθρούς» κατά των οποίων «ξεσηκώνεται» ή «ανθίσταται» ο
λαός.
Με υπόβαθρο τις θεωρίες του Γουσταύου Λε Μπον στο περίφημο
έργο του «Η Ψυχολογία Των Όχλων», ο Λένιν, στηριζόμενος στην
περί «ταξικής πάλης» ανάλυση του Καρόλου Μαρξ, ανέπτυξε και εφάρμοσε
την αντίληψη περί «πρωτοπορίας» του κόμματος στην προσπάθεια
εκμηδενισμού των «εχθρών». Μικρογραφία της αντιλήψεως αυτής ήταν
το θέαμα κάποιων «πολιτών» που διαμαρτύρονταν στο Σύνταγμα για
τους «εκβιασμούς» των δανειστών που μάς έσωσαν από την χρεωκοπία και
μάς ζητούν να μάθουν αν και πότε θα μπορέσουμε να εισέλθουμε σε φάση
πληρωμής των τόκων του χρέους μας.
Ακόμα χειρότερα, το παρελθόν Σάββατο, ο υπουργός Υγείας κ. Π.
Κουρουμπλής, σε τηλεοπτική συνέντευξή του, πλειοδοτώντας, κατηγόρησε
τους δανειστές-εταίρους μας ότι προκάλεσαν αποβιομηχάνιση στην χώρα
και γι αυτό η τελευταία δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Είναι προφανές ότι ο
κύριος υπουργός παρέκαμπτε την λεηλασία 260 δισεκατ. ευρώ κοινοτικών
επιδοτήσεων –που δόθηκαν από το 1986 έως το 2000 για σύγκλιση της
οικονομίας μας– και την αποδίδει στους εταίρους μας υπό τα χάχανα
γελωτοποιού δημοσιογράφου με τον οποίο συνομιλούσε.
Ωστόσο, η γκαιμπελική αυτή τακτική έχει αντίκρισμα για τον απλό λόγο
ότι ουδείς θυμάται ή γνωρίζει τί έγινε με το άφθονο χρήμα που εισέρρευσε
στην χώρα από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στηρίξεως. Το ευρύ κοινό σήμερα
συγκρατεί τον όρο «αποβιομηχάνιση» πίσω από τον οποίο κρύβεται
το αυριανό δράμα της Ελλάδος. Χρησιμοποιώντας τον διόλου τυχαίο
όρο «αποβιομηχάνιση» είναι σαφές ότι η κυβέρνηση θα αρχίσει να αποδίδει
την τραγική ανεπάρκεια της παραγωγής μας στους Ευρωπαίους «εχθρούς»
και, μέσω της τακτικής αυτής, θα προχωρήσει στην επανακρατικοποίηση της
οικονομίας υπό συνθήκες «λιτού βίου». Με άλλα λόγια, ο στόχος είναι να γίνει
η σοβιετικού τύπου οικονομία μας περισσότερο …σοβιετική –και αυτό την
ώρα που ακόμα και η Βόρειος Κορέα σκέπτεται να κάνει κάποια ανοίγματα.
Στο πλαίσιο αυτό, έτσι, ενώ η κυβέρνηση υπόσχεται παροχές
με χρήματα των δανειστών μας, στην ουσία πλήττει την παραγωγική
ανάκαμψη της οικονομίας, ανακαλώντας επίπονες διαρθρωτικές αλλαγές
και παγώνοντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Την ίδια στιγμή, από πλευράς
διαπραγματεύσεων, η κυβέρνηση ρίχνει το βάρος της στο χρέος για
να συσκοτίσει το πραγματικό πρόβλημα, που είναι οι μνημονιακές
μεταρρυθμίσεις και η συμβολή τους στην ανάπτυξη.
Επισημαίνουμε ότι, αν τα τρία τελευταία χρόνια είχαν πραγματοποιηθεί
κατά 50% οι ιδιωτικοποιήσεις που προβλέπονταν από τα «καταραμενα»
μνημόνια, θα είχαν εισρεύσει στην εθνική οικονομία περί τα 19 δισεκατ. ευρώ,
θα είχαν προκύψει 65.000 θέσεις εργασίας και η Ελλάδα θα μπορούσε να
προβλέπει ρυθμό αναπτύξεως 3,6% για το 2016. Αν δε την ίδια περίοδο δεν
είχαν υπονομευθεί και κάποιες σημαντικές, τουριστικές κυρίως, επενδύσεις,
είναι πολύ πιθανόν η χώρα σήμερα να ήταν ελκυστικός προορισμός και για
νέους επενδυτές, δεδομένου ότι η τουριστική της θέση έχει αναβαθμιστεί.
Όλες, όμως, οι παραπάνω θετικές εξελίξεις ακυρώθηκαν από τα
διαπλεκόμενα συμφέροντα, αφ’ ενός, και από τις τότε «αντιμνημονιακές»
δυνάμεις, αφ’ ετέρου, οι οποίες θέλουν την Ελλάδα στο περιθώριο του 21ου
αιώνα, ώστε να χειραγωγείται πιο εύκολα από κατεστημένα συμφέροντα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η θεατρική παράσταση που λαμβάνει χώρα
τις τελευταίες ημέρες δεν έχει άλλο σοβαρό διακύβευμα παρά την ταχύτερη
επιστροφή στο …χθες, δαπάναις των εταίρων-δανειστών μας. Αυτούς
που υπουργός της κυβερνήσεως αποκαλεί «τοκογλύφους», χωρίς να μάς
πληροφορεί με ποια επιτόκια, παραδείγματος χάριν, θα μάς έδινε 280
δισεκατ. ευρώ μία ρωσική τράπεζα –αν, βεβαίως, είχε διαθέσιμο παρόμοιο
αστρονομικό ποσό για 30 με 40 χρόνια!
Κατά τα λοιπά, θέλουμε να ελπίζουμε ότι οι «μαιτρ» της θεωρίας των
παιγνίων έχουν μελετήσει επαρκώς το συναφές περίφημο «δίλημμα του
φυλακισμένου» και τις παραμέτρους που το οριοθετούν.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου