Όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ο νεαρός τότε Επαμεινώνδας…
Καμαριάρης ξεκίνησε να πειραματίζεται με τα αρωματικά φυτά στα καπνοχώραφα της οικογένειας στο Αγρίνιο αναζητώντας μια ρεαλιστική διέξοδο μπροστά στο διαφαινόμενο ναυάγιο του καπνού, πολλοί αγρότες της περιοχής τον αντιμετώπισαν με δυσπιστία.
Σήμερα θα πρέπει να αισθάνεται μάλλον δικαιωμένος για την απόφασή του. Επειτα από συνεχή ταξίδια σε εκθέσεις του εξωτερικού, επαφές με ινστιτούτα και πανεπιστήμια, και χρόνια πειραματικών καλλιεργειών μικρής έκτασης, διαφόρων αρωματικών φυτών (φασκόμηλο, δενδρολίβανο, χαμομήλι κ.ά.) στα καπνοχώραφα του Αγρινίου), ο κ. Καμαριάρης προχώρησε το 2006 μαζί με άλλους αγρότες στη δημιουργία του πρώτου συνεταιρισμού του είδους στη Δυτική Ελλάδα και το 2009 στη σύσταση της εταιρείας Αθήρ.
Μιας σύγχρονης επιχείρησης μεταποίησης και επεξεργασίας ξηράς δρόγης – όπως ονομάζονται τα αποξηραμένα αρωματικά φυτά – με παραγωγή 17-18 τόνων καθαρού προϊόντος πέρυσι, εκ των οποίων το 90% εξάγεται σε χύμα μορφή σε Γερμανία, Ιταλία και Ελβετία.
Πού βασίζεται, όμως, η παραγωγή; Σε 12 από τα πιο δημοφιλή ελληνικά αρωματικά φυτά που καλλιεργούνται στα 340 συνολικά στρέμματα του συνεταιρισμού, και συγκεκριμένα δενδρολίβανο, φασκόμηλο, χαμομήλι, Αχιλλέα, άψινθος, δύο είδη ρίγανης, μαντζουράνα, σατουρέγια, μελισσόχορτο, βασιλικός και arctium lappa (κολλητσίδα).
Επόμενο μεγάλο στοίχημα για τον κ. Καμαριάρη και τους συνεργάτες του είναι τώρα να πολλαπλασιάσουν την καλλιεργούμενη έκταση και να τη φτάσουν σταδιακά στα 3.000 στρέμματα μέσα στην επόμενη τριετία. Απαραίτητη προϋπόθεση η ύπαρξη μιας μεταποιητικής μονάδας, αφενός για να απορροφά τις επιπλέον ποσότητες και, αφετέρου, για να παράγει και αιθέρια έλαια με στόχο την πώλησή τους σε φαρμακευτικές καθώς και σε εταιρείες καλλυντικών και τροφίμων του εξωτερικού.
Τα καλά νέα για την Ανθήρ είναι ότι ο πρώτος από τους δύο στόχους βρίσκεται πολύ κοντά στη φάση υλοποίησής του καθώς η εν λόγω μονάδα έχει κατασκευαστεί κατά 85%.
Τα κακά νέα είναι ότι, για την ώρα, μπαίνουν στον πάγο τα φιλόδοξα σχέδια παραγωγής αιθέριων ελαίων και διάθεσής τους στην ευρωπαϊκή φαρμακοβιομηχανία έπειτα από την απόρριψη αιτήματος ένταξης της επένδυσης στο αγροτικό ΕΣΠΑ.
Στα καπνοχώραφα.
«Τα πάντα ξεκίνησαν προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90, όταν κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στην Αγγλία ήρθα σε επαφή με ανθρώπους από τον χώρο της παραγωγής φαρμάκων και καλλυντικών, οι οποίοι και μου έριξαν την ιδέα να ασχοληθώ με το αντικείμενο», λέει ο 40χρονος επικεφαλής της Ανθήρ.
Ερχόμενος στην Ελλάδα και μπροστά στο διαφαινόμενο ναυάγιο του καπνού, συνέχισε να αναζητά εναλλακτικές λύσεις κι έτσι προσέγγισε το Εθνικό Ιδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) όπου και ενημερώθηκε για τις καινοτόμους καλλιέργειες.
Επί οκτώ χρόνια, από το 2001 έως και το 2009, μαζί με άλλους αγρότες της περιοχής του Αγρινίου πειραματίζονταν σε καλλιέργειες μικρής έκτασης με διάφορα αρωματικά ελληνικά φυτά, όπως φασκόμηλο, ρίγανη, μαντζουράνα, και χαμομήλι.
Στη διάρκεια των πειραμάτων δοκιμάστηκαν 15-17 ελληνικά είδη σε πεδινά και ορεινά εδάφη, πρώην καπνοχώραφα, και το 2006 συστάθηκε ο συνεταιρισμός Καλλιεργητών Αρωματικών και Φαρμακευτικών Φυτών που σήμερα αριθμεί γύρω στα 17 μέλη.
Αλλά γρήγορα ο πρώην καπνοπαραγωγός συνειδητοποίησε ότι για να κερδίσει την υπεραξία που συνεπάγεται η καλλιέργεια των φυτών αυτών πρέπει να περάσει από το στάδιο της παραγωγής στο στάδιο της μεταποίησής τους, τομέας που κυριαρχείται σήμερα από πολυεθνικές.
Ετσι, το 2009, δημιουργήθηκε η Ανθήρ που στην ουσία είναι μονάδα επεξεργασίας και παραγωγής συσκευασμένων φυτών, με δυναμικότητα συσκευασίας 300-400 τόνων ετησίως, επένδυση που όταν ολοκληρωθεί, μαζί με τον εξοπλισμό χημικού εργαστηρίου και αποστακτηρίου για την παρασκευή αιθέριων ελαίων θα έχει κοστίσει συνολικά 4 εκατ. ευρώ.
Αναξιοποίητος πλούτος.
Εχει πράγματι δυνατότητες η χώρα στον τομέα των αρωματικών φυτών; Τεράστιες, απαντά ο ίδιος.
Η Ελλάδα είναι από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη αλλά και του κόσμου σε βιοποικιλότητα.
Τα αυτοφυή φυτά της είναι περίπου 6.000 και αποτελούν το 50% των αυτοφυών της Ευρώπης!
Από αυτά, 700 είδη είναι ενδημικά, δηλαδή δεν τα βρίσκουμε πουθενά αλλού στον κόσμο στην ίδια ποικιλία, ενώ περίπου το 20% είναι αρωματικά ή φαρμακευτικά.
Να σκεφτεί κανείς ότι στην Αγγλία ευδοκιμούν μόλις 800 είδη φυτών, και η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα διεθνώς στην παγκόσμια κατάταξη, δεδομένου του αριθμού ενδημικών φυτών, ανάλογα πάντα με το γεωγραφικό της μέγεθος.
Παρ’ ότι κατέχουμε την τρίτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη, μόλις τα τελευταία χρόνια η βιομηχανία φυσικών καλλυντικών άρχισε να αναπτύσσεται.
Αν και η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι παγκόσμια δύναμη στη βιομηχανία φυσικών καλλυντικών, μόλις τις τελευταίες δεκαετίες άρχισαν δειλά – δειλά κάποιοι παραγωγοί, συνεταιρισμοί και επιχειρηματίες (Κορρές, Apivita) να ασχολούνται με το αντικείμενο.
Για να καταλάβει κανείς τι πραγματικά συμβαίνει, εταιρείες όπως η Ανθήρ θα μπορούσαν να πωλούν όχι μόνο 12 αλλά χιλιάδες τέτοια είδη, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό, όπου υπάρχουν επιχειρήσεις που εμπορεύονται 2.500 – 3.000 είδη.
Use Facebook to Comment on this Post