Η ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ -ΣΚΥΛΛΑ, ΛΑΜΙΑ, ΕΜΠΟΥΣΑ, ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ

Η Εκάτη είχε μερίδιο στον Ουρανό στην Γη και στην θαλασσα και δεν έγινε ποτέ Ολύμπια θεά, συνδεόταν έτσι με την ζωή των θεών και επομένως μ’ εμάς τους ανθρώπους.
Γι’ αυτό εμφανιζόταν μικρότερη απο τις άλλες θυγατέρες του Διός, αλλά το βασιλειό της η θάλασσα, δηλαδή, όπου…
διαδραματίστηκαν οι παμπάλαιες περιπετειές της ήταν τόσο μεγάλο, ώστε και ο Όλυμπος δεν μπορούσε να το χωρέσει. Όταν δεν γύριζε στους δρόμους έμενε στην σπηλιά της. Αυτό έκανε και η κόρη της η Σκύλλα ένα θαλάσσιο τέρας. Έτσι εμφανίζεται στις ιστορίες των ναυτικών, οι οποίοι θέλανε να τρομάξουν τους στεριανούς, γιατί μόνο οι ίδιοι ξέρανε καλά τις φυσικές ιδιότητες και των πιό επικίνδυνων θέσεων και δεν συνδέανε τη μεγάλη θεά, που μπορούσε να εμφανίζεται με διάφορες μορφές μ’ ένα μονάχα μέρος. Λέγανε οι θαλασσινοί ότι υπήρχαν δύο βράχοι, ο ένας τους τόσο ψηλός που χάνεται στον ουρανό και η κορφή του είναι αόρατη, στην μέση αυτού του βράχου βρίσκεται η σπηλιά της Σκύλλας. Δυτικά η σπηλιά τούτη άνοιγε προς τη μεριά του αδιαπέραστου σκοταδιού του Έρεβους, μέσα εδώ κατοικούσε η Σκύλλα γαβγίζοντας φοβερά σαν σκυλί.

Τα δώδεκα πόδια της ήταν υπανάπτυκτα, τα έξι τρομερά κεφάλια βρίσκονταν το καθένα πάνω σε ένα μακρύ λαιμό, στα στόματα φύτρωναν τα θανατηφόρα δόντια σε τρείς σειρές, έτσι ψάρευε βγάζοντας τα κεφάλια απο το σπήλαιο και αναζητούσε ανάμεσα στους βράχους δελφίνια, φώκιες ή μεγαλύτερα θαλάσσια τέρατα. Όταν το πλοίο του Οδυσσέα πέρασε απο εκεί και ο ήρως, σύμφωνα με την συμβουλή της Κίρκης, αποφάσισε να αποφύγη τον άλλο βράχο, ή Σκύλλα άρπαξε έξι απο το πλήρωμα και τους έφαγε. Κάτω απο τον άλλον βράχο ζούσε η Χάρυβδις. Αυτή ανήκει πρό παντός στις ιστορίες των ναυτικών και πολύ λίγο στη μυθολογία, αν και ο Όμηρος την οναμάζει <<θείαν Χάρυβδιν>> και την συνοδεύει με την ίδια λέξη (δία) με την οποία χαρακτηρίζει την όμορφη νύμφη των σπηλαίων Καλυψώ. Τρείς φορές την ημέρα ρούφαγε η Χάρυβδις το νερό της θάλασσας και τρείς φορές το ξανάβγαζε απο μέσα της. Στην κορυφή του βράχου που δεν ήταν τόσο ψηλός όσο ο απέναντι βράχος της Σκύλλας, βρισκόταν μια αγριοσυκιά, η ίδια η Χάρυβδις ήταν αόρατη. Θα μας πούνε αργότερα, πως ήταν κόρη της Γαίας και του Ποσειδώνος. Ένα τέρας που καταβρόχθιζε τα πάντα αφού άρπαξε και τα βόδια του Ηρακλή, γι’ αυτό ρίχτηκε απο τον κεραυνό του Διός στα βάθη της θάλασσας.

Παρόμοια διηγούνται για την Σκύλλα, το ίδιο και αυτή η άγρια Σκύλλα άρπαξε τα βόδια του Ηρακλή και γι’ αυτό εκείνος την σκότωσε. Ό πατέρας της ο Φόρκυς της ξαναέδωσε τη ζωή. Έκαψε πρώτα με δάδες το λείψανο της κόρης του και κατόπιν το έβρασε, γι’ αυτό η Σκύλλα δεν φοβόταν την θεά του κάτω κόσμου, την Περσεφόνη. Στην Σκύλλα πρέπει να αναγνωρίσουμε μια μεγάλη θεά όμοια με την μητέρα της Εκάτη που πλανιόταν με την μορφή σκύλας ή με την συνοδεία αλυχτισμάτων σκυλιών. Ίσως η Σκύλλα έχει αποδοθεί σύμφωνα με την φύση της πιο σωστά σε εκείνες τις παραστάσεις που την δείχνουν με ωραία γυναικεία μορφή ως την μέση, στα ισχύα ως σκύλα, και απο εκεί και κάτω ψάρι. Οί διηγήσεις που την παρουσιάζουν με φτερά είναι επίσης σύμφωνες με την φύση στο ότι, αντίθετα με την Χάρυβδι, αυτή βασιλεύει όχι μόνο στα βάθη αλλά και στα πλάτη του κόσμου, και απο επάνω και απο κάτω. Ίσως το βασίλειό της να το έχει περισσότερο ανάμεσα σε εμάς, αν έτσι συνέβαινε αυτός είναι ο λόγος που ονομάζεται Τυρρηνίς, δηλαδή Ετρούσκα. Η μητέρας της θεάς αυτής που δεν πρέπει να την συγχέουμε με την άλλη Σκύλλα, την κόρη του Νίσου, που είχε μορφή ανθρώπου δεν ονομάζονταν μόνο Εκάτη, αλλά και Λάμια.

Στο σημείο αυτό οι ιστορίες αυτές γίνονται παραμύθια που δεν ανήκαν πιά στους μύθους των ναυτικών, και περισσότερο βρίσκονται στα κράσπεδα της μυθολογίας. Έγιναν παραμύθια που λέγανε οι παραμάνες στα παιδιά για να τα φοβερίσουν και να τα διασκεδάζουν σύμφωνα με τα λεγόμενα κάποιων…Το όνομα Λάμια ή Λαμώ σημαίνει: καταβροχθίζω (<< λαιμός >> σημαίνει φάρυγξ). Οι παραμάνες την επικαλούνταν με το συγκεκομένο τύπο Λαμώ, όπως και Ακκώ, Αλφίτω, Γελλώ, Καρκώ και Μορμώ, αντί Μορμολύκη. Η Λάμια έλεγαν ήταν μια βασίλισσα και βασίλευε στη Λιβύη. Εκεί μάλιστα δείχνανε και την σπηλιά της, Ο Δίας την αγαπούσε γιατί ήταν ωραία και έτσι έκανε παιδιά μαζί της, που πέσανε θύματα της ζήλειας της Ήρας. Απο τότε απο την στεναχώρια της είναι άσχημη και αρπάζει απο φθόνο τα παιδιά των άλλων μανάδων. Έχει την ικανότητα να βγάζει τα μάτια της για να είναι έτσι πάντοτε ξύπνια και όταν ακόμα κοιμόταν, μπορούσε να παίρνει όλες τις μορφές, αν κατόρθωναν να την πιάσουν τότε θα βγάζαν απο την κοιλιά της ζωντανά τα παιδιά που είχε αυτη αρπάξει απο τους γονείς. Έτσι διαβάσαμε μια ιστορία Τιτάνων για παιδιά όμοια μ’ εκείνη του Κρόνου. Η Λάμια κάτεχε απίσης έναν πύργο όπως ο Κρόνος, δεν μπορεί να ξέρει κανείς αν στην πραγματικότητα ήταν θεά ή θεός, ή τελικά και τα δύο.

Ό κωμωδοποιός Αριστοφάνης που διασώζει τον μύθο, τον παραλλάσσει και τον διακωμωδεί, μιλάγια τα μέλη του σώματος της Λάμιας, τα οποία δεν ήταν καθόλου θηλυκά( όμοια και η Γοργώ έχει κάποτε φαλλό). Άλλωστε ήταν γνωστή για τις σφορδές ερωτικές επιθυμίες της, και πολλές εταίρες τις φώναζαν Λάμιες. Ή ικανότητα της να αλλάζει μορφή μας θυμίζει την τριμορφία της Εκάτης και την περίεργη σωματική κατασκεύη της Σκύλλας. Ή Λάμια είχε αυτό το χάρισμα όπως και άλλες θεότητες της θάλασσας, καθώς και μιά άλλη τερατώδης μορφή ή Εμπούσα. Αυτό το όνομα είναι κάποτε απλώς μια άλλη ονομασία της Εκάτης, κάποτε όμως εμφανίζεται και ως ανεξάρτητη θεότητα. Ό κόσμος μιλούσε για Λάμιες και Εμπούσες στον πληθυντικό αριθμό, πράγμα που σήμαινε πως τα δύο ονόματα έλεγαν το ίδιο πράγμα. Άν συναντούσε κάπου κανείς την Εμπούσα στην είσοδο του κάτω κοσμου αυτή η τερατώδης μορφή δειχνόταν άλλοτε σαν αγελάδα, άλλοτε σαν μουλάρι, άλλοτε σαν ωραία γυναίκα και άλλοτε σαν σκύλα.

Το προσωπό της έλαμπε σαν φωτιά, το ένα της πόδι ήταν χάλκινο, άσφαλώς όμως υπάρχει περίπτωση ο ποιητής να υπαρβάλλει. Άλλοι μιλούν απλός για τα χάλκινα σανδάλια που η Εκάτη φορούσε ως <<ταρταρούχος>>, δηλαδή ως εξουσιάστρια στα Τάρταρα, άλλοτε όταν εμφανίζεται σαν εύθυμη θεά, φοράει χρυσά σανδάλια. Το άλλο πόδι της Έμπουσας ήταν τόσο λερωμένο απο την κοπριά του ζώου, που δεν έμοιαζε πια σαν πόδι ζώου, αλλά σαν πόδι απο κοπριά. Στο σημείο αυτό η μυθολογία παραχωρεί την θέση της στην αστειολογία.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΕΟΕ ΙΟΥΛΙΟΣ ΒΕΡΝ

eoellas.org

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *