xOrisOria News

Τι είναι η παράνοια; ” Απομνημονεύματα ενός νευρασθενούς”

Ο Daniel Paul Schreber υπηρξε ενας διακεκριμενος δικαστικος στη Λειψια του 19ου αιωνα. Απο τα 51 του και μετα εζησε τα 13 απο τα 18 χρονια μεχρι τον θανατο του….

σε ψυχιατρικα ασυλα. Σε ενα απο αυτα το 1903 εγραψε ενα αυτοβιογραφικο βιβλιο με τον τιτλο “Απομνημονευματα ενος νευρασθενους” [“Denkwürdigkeiten eines Nervenkranken”]. Τουτο, χαρη στην καθαροτητα της γραφης, την περιγραφικη ακριβεια και γλαφυροτητα, και την αφοπλιστικη του ειλικρινεια, υπηρξε αντικειμενο πολυαριθμων ψυχιατρικων, ψυχαναλυτικων και αλλων μελετων.

Στο κεφαλαιο “Προσωπικα βιωματα της πρωτης και στην αρχη της δευτερης ψυχασθενειας” ο Schreber αναφερει μια φαντασιωση καθως αργοξυπνουσε: “Ηταν η σκεψη πως βασικα θα ηταν πολυ ωραιο να εισαι γυναικα που υποκειται σε συνουσια.” Γρηγορα η σκεψη δεν εμεινε σκεψη. Εξελιχθηκε κατα το ‘πες το κι εγινε’. Ο Schreber αρχισε να ζει αυτο που ο ιδιος ονομαζει “Entmannung” – σε κυριολεκτικη μεταφραση “απανδρισμο”, τον οποιο επανειλημμενα προσδιοριζει ως “μεταμορφωση σε θηλυ”.

Γράφει ο ψυχοθεραπευτής Κωνσταντίνος Γεμενετζής

“Εδω ανηκουν καθε λογης αλλαγες στα γεννητικα μου οργανα, οι οποιες καποιες φορες (και μαλιστα στο κρεβατι) εμφανιζονταν ως εντονα σημαδια μιας πραγματικης υποστροφης του ανδρικου μοριου, και συχνοτερα (…) ως μαλακυνση του που εφτανε ως το σημειο της πληρους τηξης του (…) τελικα μια αλλαγη του συνολικου σωματικου μεγεθους (σμικρυνση) (…) ειχα την αισθηση οτι το σωμα μου ειχε γινει μικροτερο κατα 6-8 εκατοστα, κι ετσι ειχε προσεγγισει το σωματικο μεγεθος του θηλεος.” Η μεταμορφωση γινεται προοδευτικα ολο και συχνοτερη. “Η ψυχικη ηδονη ειχε γινει τοσο δυνατη που πρωτα στους βραχιονες και στα χερια, κατοπιν στα ποδια, στο στηθος, στους γλουτους και σ’ ολα τα αλλα μερη του σωματος ειχα την αισθηση ενος γυναικειου σωματος.” Αισθανεται κατω απο το δερμα του “οργανα”, ιδιαιτερα στο στηθος, “και με ελαφρα πιεση, μαλιστα οταν σκεφτομαι κατι θηλυκο, μπορω να μου δημιουργησω μια αισθηση ηδονης αναλογη με αυτην του θηλεος. Ειρησθω εν παροδω, το κανω αυτο οχι καπου απο φιληδονια, αλλα καποιες φορες ειμαι σχεδον εξαναγκασμενος, οταν θελω να μου προκαλεσω υπνο, η προστασια απο σχεδον αφορητους πονους.”

Ποια ειναι τωρα στα ματια του Schreber η εικονα του αντρα; Ποια ειναι η εικονα της γυναικας; Ισως η αποφασιστικοτερη διαφορα των φυλων εγκειται στο οτι η γυναικεια ευτυχια “μοιαζει να συνισταται σε ενα αδιαπτωτο συναισθημα ηδονης”, ενω ο αντρας χαρακτηριζεται απο το “λογικο”, το οποιο κατα τις καθημερινες καταστασεις “απανδρισμου” “εκμηδενιζεται”, “καταστρεφεται”, και σε παρενθεση προσθετει: “αποβλακωση”. Αλλου μιλαει για “ανδρικο θαρρος” και “γυναικεια αγχωτικοτητα”. Το δερμα του θηλεος εχει μια “ιδιαιτερη μαλακοτητα”. Ο Schreber ασχολειται πολυ με “ιδεες που αφορουν τη σχεση των δυο φυλων”. Θεωρει λοιπον γυναικεια το κρεβατι, το καθρεφτακι και την τσουγκρανα, αντρικα την ψαθινη πολυθρονα και το φτυαρι· απο τα παιχνιδια το σκακι ανδρικο, την νταμα γυναικειο.

Για τον Schreber οι εικονες αντρα και γυναικας ειναι ασυμβατες μεταξυ τους. Γι’ αυτο και, μετα την περιγραφη της πρωτης του εμπειριας απανδρισμου, συνεχιζει: “Για τη νοοτροπια μου, αυτη η ιδεα ηταν τοσο ξενη, που αν ημουν σε πληρη εγρηγορση θα την ειχα απορριψει με βδελυγμια …” Και αλλου: “Θα υπαρχουν λιγοι ανθρωποι που να μεγαλωσαν με τοσο αυστηρες, ηθικες αρχες οπως εγω, και που σ’ ολη τους τη ζωη, ιδιως σε θεματα φυλων, να επεβαλαν στον εαυτο τους εναν συγκρατημο αντιστοιχο με αυτες τις αρχες σε τετοιον βαθμο οσον εγω μπορω να ισχυριστω για μενα.”

Θυμιζω τα λογια του Schreber απο την πρωτη του εμπειρια απανδρισμου: “Για τη νοοτροπια μου αυτη η ιδεα ηταν τοσο ξενη …” Για τη “νοοτροπια” του το γυναικειο, που θα πει το φιληδονο, το μαλακο, κλπ. ειναι “τοσο ξενο” – και μαλιστα ενα ξενο που εχει διαρρηξει τον κοσμο του. Η διαρρηξη δεν περιοριζεται στην εισβολη του θηλυκου αλλα αφορα το συναπαντημα καθε ξενου. Στο βιβλιο αναφερει ενα “περιεργο συμβαν”: “Πολλες νυχτες, στις οποιες δεν ειχα υπνο, ακουγονταν στην κρεββατοκαμαρα μας στον τοιχο ενα τριξιμο που επανερχονταν σε μικρα η μεγαλυτερα διαστηματα και που, καθε φορα που πηγαινε να με παρει ο υπνος, με ξυπνουσε και παλι. Τοτε φυσικα σκεφτηκαμε ενα ποντικι, αν και θα ηταν οπωσδηποτε εντυπωσιακο να ειχε τρυπωσει ενα ποντικι στον πρωτο οροφο ενος σπιτιου χτισμενου με τελειως συμπαγη υλικα.” Και απο την πρωτη του νοσηλεια (6 Απριλιου 1885) διαβαζουμε στον φακελλο του: “Ταραζεται απο τον παραμικρο θορυβο”.

Ο Schreber ενδεχομενως ταραζεται με καθε τι που εισβαλλει στο σπιτι του – και σπιτι δεν ειναι μονο η διευθυνση της κατοικιας του αλλα ολα οσα του ειναι οικεια, ολα οσα απαρτιζουν τον οικο του. Σε τουτα ανηκει και η αντρικη του ταυτοτητα. Ο οικος του Schreber δεν ειναι φιλοξενος. Το ξενο ειναι μολυσματικο, και απειλει να τον μολυνει ολοκληρο. Καποτε το εκφραζει παραθετοντας τη γνωστη φραση του Αμλετ: “Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.” Υπαρξιακα ο Schreber σαπιζει κυριολεκτικα οντας αναγκασμενος να ζει με το ξενο. Η φραση του Αμλετ θα μπορουσε να ειναι το μοττο της βασανισμενης ζωης του.

Απεναντι στο ξενο που εισβαλλει ο Schreber επιστρατευει το οπλο της γνωσης: Επιζητει να απαντησει στο “γιατι” της εισβολης. Στην πρωτη εμπειρια απανδρισμου, η φραση που ξεκινα με τα λογια “Για τη νοοτροπια μου αυτη η ιδεα ηταν τοσο ξενη, που αν ημουν σε πληρη εγρηγορση θα την ειχα απορριψει με βδελυγμια …” συνεχιζει: “καθως, μετα απο οσα βιωσα στο μεταξυ, δεν μπορω παντως να απορριψω τη δυνατοτητα οτι συμμετειχαν καποιες εξωτερικες επιρροες, που μου εβαλαν αυτην την ιδεα.” Η εξηγηση, δηλαδη η μεταθεση της εμπειριας απο τον τοπο του απλου συμβαντος σ’ αυτον της γνωσης, εχει παρει τον δρομο της. Αυτες οι “εξωτερικες επιρροες” προοδευτικα γιγαντωνονται και διαφοροποιουνται σε ενα απιθανο συστημα ακτινων που τον διαπερνουν, καλων και κακων θεων και γιατρων που τις κατευθυνουν καταπανω του. Στον θορυβο στον τοιχο της κρεβατοκαμαρας αναγνωριζει “περαν πασης αμφιβολιας ενα θειο θαυμα”. Το θαυμα, ως το ανεξηγητο, βρισκεται και αυτο σε αναφορα προς την εξηγηση και την γνωση.

Γνωση ειναι εκεινη η σχεση με τα πραγματα η οποια τα κρινει, τα διακρινει και τα συνδεει μεταξυ τους. Η γνωση ξεκινα με το “πως” και με το “γιατι;”. Αποβλεπει στην κατανοηση. Ο Freud εγραψε μια πραγματεια επανω στην περιπτωση του Schreber. Εκει λεει: “Το ενδιαφερον του πρακτικου ψυχιατρου για τετοιες παραληρητικες ιδεες κατα κανονα εξαντλειται οταν διαπιστωσει τη λειτουργια του παραληρηματος και κρινει την επιδραση του στη ζωη του ασθενους· η εκπληξη του, η απορια του δεν ειναι η απαρχη της κατανοησης του.” (VIII, 250)

Ισως δεν ειναι τυχαιο οτι ρωταμε “Γιατι;” ακριβως εκει που προκειται για μια συναντηση με το ξενο – το ανοικειο, το απροβλεπτο, το εχθρικο, το απαραδεκτο. Θα ρωτησουμε καποιον “Γιατι το εκανες αυτο;” οταν προκειται για μια πραξη του που δεν μας ειναι αποδεκτη, που δεν μας ειναι οικεια, που δεν εχει θεση στον οικο μας. Ισως η σχεδον καθολικη πλεον κυριαρχια της επιστημης να σημαινει πως σημερα ο κοσμος εχει γινει αποκοσμος – ξενος δηλαδη, και πως τα πραγματα, ετσι οπως ειναι, φανταζουν απειλητικα.

Ο εγκλωβισμενος στην αναγκη της γνωσης ειναι δυσανεκτικος απεναντι σε καθε τι που εχει γνωστικα στερητικο χαρακτηρα: το περιπου, την αμφιβολια, την παλινωδια, το διλημμα, το αδιεξοδο, το λαθος. Μια απαντηση πρεπει να υπαρχει για ολα, παντα και αμεσως. Κατι που δεν εχει εξηγηση, ειναι ενα ξενο που εισβαλλει στο σπιτι του και του ρουφαει το οξυγονο και το αιμα του.

Στην γνωση ο κοσμος παρασταινεται εξαρχης, αυτην τη φορα μεσα απο μοντελα, σεναρια, προσομοιωσεις, ερμηνειες. Ο καθιερωμενος λατινικος ορος για τη διαδικασια της αναπαραστασης του κοσμου σε ορους γνωσης ειναι η “repraesentatio”, κατα λεξη ανα-παρουσιαση. Το παραληρημα του Schreber με τις ακτινες, με τα “θηλυκα νευρα” που εχουν πλημμυρισει το σωμα του, με τους θεους και τους ανθρωπους που τα κατευθυνουν, συνιστα μια αναπαρασταση των εμπειριων του μεσα απο τη γνωση. Την αναπαρασταση των εμπειριων μας στον χωρο της γνωσης, την κανουμε ομως παντα, ακομα και εκτος της αυστηρης επιστημης, οταν μιλουμε π.χ. για το “DNA” και για το “ασυνειδητο”, για την “αδρεναλινη” που καποτε ανεβαινει, για τη “χημεια” μεταξυ δυο προσωπων, για τη “θετικη / αρνητικη ενεργεια” τοπων και ανθρωπων, και για τοσα αλλα παρομοια. Αυτο συμβαινει και οταν π.χ. ο Freud, αντι για “ονειρο” μιλα για “διεργασια του ονειρου” και με την ερμηνεια αναπαριστα το “λανθανον ονειρο”.

Η γνωστικη αναπαρασταση των πραγματων, των ανθρωπων και του εαυτου μας ειναι μια πυρρειος νικη. Ο Wittgenstein σημειωνει πως το μονο που προσφερει μια εξηγηση ειναι να μας ησυχαζει. Θα ελεγα πως με την ζητουμενη εξηγηση προσβλεπουμε στη χιμαιρα μονο μιας ησυχιας. Διοτι η εξηγηση ησυχαζει για λιγο. Γρηγορα θα επιζητησει μια εξηγηση της εξηγησης, και ουτω καθεξης, ολο και πιο επιμονα, ολο και πιο ακαμπτα. Ο γερμανος ποιητης Rainer Maria Rilke γραφει στην 8η Ελεγεια του Duino: “Μας πλημμυριζει. Το κανονιζουμε. Σωριαζεται. Το κανονιζουμε παλι και σωριαζομαστε οι ιδιοι.”

Η γνωση ησυχαζει προσφεροντας μια αισθηση εξουσιας επανω στα πραγματα. Καταλαβαινω θα πει και καταλαμβανω. Αυτο που συνηθως ξεχναμε ειναι οτι ο εξουσιαζων, στη δυναμη του, ειναι συναμα αδυναμος. Ειναι υπο συνεχη απειλη απο τον, παραφραζω εναν λογο του Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη, “ανω και κατω βυθο των ακαταληπτων πραγματων” και πρεπει να ενισχυει το καστρο της γνωσης του διαρκως. Ομως ενα καστρο ειναι παντα συναμα φυλακη και μπουντρουμι.

Σ’ αυτο το διαλεκτικο παιχνιδι, οταν κανεις μενει στη μια πλευρα του, τοτε ειτε θα ειναι ο master of the universe ειτε θα αποδυναμωνεται και θα γινεται ανυποστατος, και τελικα παραδερνει απο το ενα στο αλλο.

Συνηθως βεβαια κραταμε διπλα βιβλια: παραδιπλα στην εικονικη πραγματικοτητα της γνωσης υπαρχει λιγοτερο η περισσοτερο και η συμπορευση με τον δρομο που παιρνουν τα ιδια πραγματα. Οταν π.χ. διαπιστωνω στον ασθενη μου ταχυπνοια, ταχυκαρδια, εφιδρωση, ξηροστομια, θα πω οτι εχει αγχος. Εδω η διαγνωση του αγχους προκυπτει μεσα απο το βιβλιο της γνωσης. Ειναι λεξη επεξηγηματικη. Στο αλλο βιβλιο, το αγχος το βλεπω, επανω στον ανθρωπο. Τωρα το αγχος ειναι λεξη ονομαζουσα. Συνηθως κινουμαστε κρατωντας και τα δυο βιβλια, της γνωσης, και της πραγματικοτητας. Ενα αλλο, εξεπιτηδες τραβηγμενο παραδειγμα: Μπορει να θελω να επαληθευσω το αν ποθω μια γυναικα εξεταζοντας τα επιπεδα της τεστοστερονης μου, και να συμπερανω οτι με ποθει εξεταζοντας τα επιπεδα των οιστρογονων της. Καπου ομως και θα νοιωσω, η και θα της πω το “σε ποθω”, και θα δω τον ποθο επανω της.

Οσο περισσοτερο εμμενουμε στο βιβλιο της γνωσης, τοσο περισσοτερο εγκλωβιζομαστε σ’ ενα μικρο και αδυναμο και τελικα τρομαγμενο εγω. Ενδεχομενως η γνωση, οταν ειναι γυμνη, ακρατη, δηλαδη αυτιστικη γνωση, καταληγει παρανοϊκο παραληρημα.

Η πραγματικοτητα βεβαια δεν μπορει να χαθει ολοτελα. Δηλωνεται τουλαχιστον ως αισθηση οτι “κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας”. Απο εδω ερχονται τα αφορητα βασανα που υποφερει ο Schreber, οι επανειλημμενες αποπειρες να βαλει τελος στη ζωη του. Απο εδω ερχεται και η αντιληψη που θελει την ειδηση, το νεο, το φλεγον να ειναι το ξενο, το απαραδεκτο, το προβλημα, και που θελει τη ζωη να ειναι αγωνας και πονος και βασανο.

Ο Αριστοτελης γραφει πως ειναι αμορφωσια να μη γνωριζεις για ποια πραγματα χρειαζεται αποδειξη και για ποια οχι. Χρειαζεται μια μορφωση για την παραιτηση απο την εμμονη στο βιβλιο της γνωσης. Χρειαζεται δηλαδη μια μεγαλυτερη ελευθερια στην σχεση μας με την γνωση. Αυτη η ελευθερια ειναι δυνατη μονο μεσα σε εναν κοσμο που ειναι φιλοξενος, που ειναι προθυμος για το ξενο, εναν κοσμο οπου η διαφορα δικου και ξενου δεν ειναι τοσο ατεγκτη, τοσο απολυτη. Τοτε το καστρο της γνωσης θα ηταν ανευ αντικειμενου, καθως το καθε τι θα εβρισκε εμπρος του ανοιχτες πορτες και παραθυρα.

Τοτε ολα θα μπορουσαν να ειναι εδω, φιλια μεταξυ τους, π.χ., οπως λεει ο Διονυσης Σαββοπουλος σ’ ενα παλιο τραγουδι, “ο φονιάς με το θύμα αγκαλιά, ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη κι η παρθένα με τον σατανά”.

Η παλι, ο Οδυσσεας Ελυτης στον Πικασσο: “Ολοενα χτιζουν μαυρες πετρες γυρω μας – αλλα συ γελας / Μαυρα τειχη γυρω μας – αλλα συ μεμιας / Ανοιγεις πανω τους μυριαδες πορτες και παραθυρα / … / Έτσι που να μη μαχεται πια κανενα το αλλο / Έτσι που να μη μαχεται πια κανεις τον αλλον / Να μην υπαρχει εχτρος / Πλαι-πλαι να βαδιζουνε το αρνι με το λεονταρι”

Η, ενα χαϊκου του Bashô: “Κοιμομασταν ολοι κατω απ’ την ιδια σκεπη: / Πορνες κι ανθοι σπαρτων, / το φεγγαρι κι εγω.”

Η ψυχοθεραπεια θα μπορουσε να εχει και την αποστολη του εγκλιματισμου σ’ αυτον τον φιλικο, φιλοξενο κοσμο.

Περίληψη

έστι γαρ απαιδευσία το μη γιγνώσκειν τίνων δει ζητείν απόδειξιν και τίνων ου δει […]

Αριστοτέλης

Το φαινόμενο της παράνοιας θα συζητηθεί στην οπτική ενός συνείναι το όποιο έχει συρρικνωθεί και εστιαστεί σχεδόν απόλυτα στο πεδίο της γνώσης.

Ο παρανοϊκός έχει απάντηση για τα πάντα. Υπάρχει δυσανεξία στην άγνοια και το λάθος, στην αμφιβολία, στο περίπου, στο αδιεξοδο.

Η παρανοϊκή σχέση με τον κόσμο γίνεται παραλήρημα εκεί που ο έλεγχος της πραγματικότητας θυσιάζεται για χάρη της απάντησης.

Με άξονα την φράση του Αριστοτέλη θα συζητηθεί τέλος το πως και το πότε η γνώση επιστρατεύεται ως άμυνα απέναντι σε έναν κόσμο που εμφανίζεται ως σαρωτική απειλή.

boro.gr

Use Facebook to Comment on this Post