Πολύ μικροί και όμως επικίνδυνοι
του Γιώργου Καραμπελιά
Δύο μέρες μετά το πραξικόπημα στην ΕΡΤ, κανένας πλέον δεν πιστεύει ότι η κύρια αιτία για την εκδήλωσή του ήταν απλώς η ανάγκη να προσφερθούν οι υπάλληλοι της ΕΡΤ στον βωμό των ανθρωποθυσιών που επιτάσσει η Μέρκελ και η Τρόικα. Διότι είναι φανερό, όπως το καταδείξαμε και….
στο προηγούμενο κείμενό μας (Το Colpo Grosso του Σαμαρά, 12-6-2013), πως, αν ήταν αυτό το διακύβευμα, τότε θα είχαν επιλεγεί οι δύο χιλιάδες πιο «εύκολοι» προς απόλυση δημόσιοι υπάλληλοι και όχι ένα από τα ισχυρότερα τμήματα της ελληνικής δημόσιας μηχανής, με εθνική και παγκόσμια αναγνωρισιμότητα. Όλοι άρχισαν έτσι να αναζητούν τις αιτίες αυτής της κίνησης. Επισημάνθηκε το φιάσκο της ΔΕΠΑ, οι δύσκολες σχέσεις ανάμεσα στους τρεις κυβερνητικούς εταίρους, η θέληση για εκλογές σήμερα που, δημοσκοπικά, η Ν.Δ. εμφανίζεται ενισχυμένη, κ.λπ.
Όμως, όπως συμβαίνει πάντα σε όλες τις αποικίες, τα βασικά αίτια βρίσκονται πάντα στη σχέση της αποικίας με τους επικυρίαρχους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η βασική αιτία είναι πως το οικονομικό πρόγραμμα του επιπλέον ξεζουμίσματος των Ελλήνων δεν «βγαίνει», πως οι περιβόητες ιδιωτικοποιήσεις αποδεικνύονται φιάσκο, ενώ η φοροεισπρακτική καταιγίδα, που θα αρχίσει από το καλοκαίρι, θα οδηγήσει σε αδυναμία πληρωμής, ίσως και σε εξέγερση ένα μεγάλο κομμάτι των Ελλήνων.
Μπροστά σε αυτά τα αδιέξοδα, η κυβέρνηση είχε δύο δρόμους. Ο πρώτος, εάν διέθετε ακόμα και την παραμικρή αξιοπρέπεια και εθνική συνείδηση, θα ήταν να καλέσει το σύνολο του ελληνικού λαού –ενισχυμένη μάλιστα από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στη Συρία και την Τουρκία, καθώς από τις πρόσφατες εκθέσεις του ΔΝΤ– σε μια μετωπική αντιπαράθεση/αναδιαπραγμάτευση με την Τρόικα και τους Γερμανούς, τώρα ακριβώς που αυτοί το φοβούνται περισσότερο, τις παραμονές των εκλογών τους. Ωστόσο, η κυβέρνηση, οι κυβερνητικοί εταίροι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, που έχουν μεταβληθεί σε πειθήνια όργανα των Γερμανών –ελεγχόμενοι ποικιλοτρόπως από αυτούς– επέλεξαν τη δεύτερη λύση. Δηλαδή, τη μεταφορά της κρίσης στο εσωτερικό της Ελλάδας, την πυροδότηση ενός νέου «εμφυλίου», με κίνδυνο να ανατιναχθεί στον αέρα η ελληνική οικονομία και κοινωνία. (Ήδη, η εικόνα που εκπέμπει η Ελλάδα σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο, με την πολιτική κρίση που έχει προκληθεί, είναι μια εικόνα αναξιοπιστίας, γενικευμένου αλαλούμ και νέας πολιτικής κρίσης, η οποία βέβαια δεν οδηγεί παρά σε νέα καταστρεπτικά σενάρια). Και, αν δεν τους «βγει», να ρίξουν την πετσέτα και να προχωρήσουν σε εκλογές.
Η συνομωσία
Είναι πολύ πιθανό –το πιθανότερο– οι κυβερνητικοί εταίροι να προχώρησαν σε αυτή την κίνηση κατόπιν συνεννοήσεως, έτσι ώστε να διασώσουν ό,τι μπορούν από το κομματικό τους ακροατήριο, παριστάνοντας ότι συγκρούονται. Διότι, σε αυτές τις συνθήκες, μιας κρίσης που βαθαίνει και της αδυναμίας εξόδου από αυτήν, το μεν ΠΑΣΟΚ και η ΔΗ.ΜΑΡ οδηγούνται σε περαιτέρω συρρίκνωση, στα όρια της εξαφάνισης η Ν.Δ. κινδυνεύει να χάσει ακόμα περισσότερους προς την κατεύθυνση της Χ.Α. και εν τέλει να ηττηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς, τους επόμενους μήνες, καταιγιστική θα πέφτει η φορολογία. Επομένως, θα έπρεπε να κινηθούν άμεσα.
Γι’ αυτό, λοιπόν, τους δύο τελευταίους μήνες και την ώρα που υποτίθεται πως εμφανίζονταν ικανοποιημένοι με την πτώση των σπρεντ, τα ταξίδια στην Κίνα, και την πληρωμή της δόσης του Μαΐου, «παραδόξως», άρχισαν να ηχούν τα τύμπανα του «πολέμου». Πρώτη αφορμή αποτέλεσε, στο «ξεκάρφωτο», το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, μέσω του οποίου κατασκεύασαν μία σύγκρουση, όπου οι μεν απευθύνονταν στη λαϊκή δεξιά που αλληθωρίζει προς την Χ.Α. και οι δε στο παραδοσιακό, πολυπολιτισμικών απόψεων, ακροατήριό τους. Και αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για στημένο παιγνίδι γιατί οι πραγματικές διαφορές ανάμεσά τους ήταν ελάχιστες, και όλο το νταβαντούρι γινόταν για το θεαθήναι.
Τώρα, το ίδιο σενάριο επαναλαμβάνεται στον κύβο: το κλείσιμο της ΕΡΤ είχε ήδη συζητηθεί τουλάχιστον από την Κυριακή 9 Ιουνίου, όπου εκτιμήθηκαν και τα ήδη γνωστά νέα για την απόρριψη της αγοράς της ΔΕΠΑ – οπότε και τέθηκε σε ισχύ το δεύτερο στάδιο της συνομωσίας.
Με όλα τα ενδεχόμενα να παραμένουν ανοικτά: Είτε αναδίπλωση των Βενιζέλου –Κουβέλη αφού θα έχουν αποσπάσει κάποιες «υποχωρήσεις» του Σαμαρά, είτε αποχώρηση των ελασσόνων εταίρων από την κυβέρνηση και παροχή ψήφου ανοχής σε αυτήν, ώστε και να συνεχίσουν να συγκυβερνούν και ταυτόχρονα να έχουν «απομακρυνθεί», είτε, στον βαθμό που η πίεση των Γερμανών και της Τρόικας θα συνεχισθεί, ακόμα και σενάριο άμεσων εκλογών. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι αυτές οι συνομωσίες τινάζουν στον αέρα κάθε δυνατότητα συγκροτημένης αντιπαράθεσης με τους ξένους επικυρίαρχους και πυροδοτούν συγκρούσεις στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας.
Προφανώς δε, όπως διδάσκει η ιστορία, η ανάγκη να διογκώνονται τεχνητά οι διαφωνίες, αποτελεί την απόδειξη της ύπαρξης αυτών των διαφωνιών. Και όσο καλλιεργείται ένα κλίμα αντιπαράθεσης, αργά ή γρήγορα, αυτές θα εκραγούν και οι άσπονδοι φίλοι-εταίροι, αδυνατώντας να συμβιώσουν, θα οδηγηθούν σε διαζύγιο.
Η στρατηγική του εμφυλίου
Στη διάρκεια της επανάστασης του 1821, οι συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, για το ποια θα κυριαρχήσει στην Ελλάδα, τροφοδότησαν και χρηματοδότησαν τον εμφύλιο πόλεμο (το μεγαλύτερο μέρος του δανείου της Αγγλίας θα κατευθυνθεί στις δυνάμεις του Μαυροκορδάτου και θα συμβάλει στην εξόντωση του Ανδρούτσου). Η σύγκρουση ανάμεσα στους Γερμανούς και την Αντάντ, στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, θα καταλήξει στον εθνικό διχασμό, με τις τραγικές συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στην Κατοχή και αμέσως μετά, οι Άγγλοι αρχικώς και αργότερα οι Σοβιετικοί θα μας σπρώξουν σε μια καταστροφική εμφύλια διαμάχη, το 1944-49.
Όλα αυτά, σε μια χώρα που δεν κατόρθωσε ποτέ να κερδίσει την αυτεξουσιότητά της, επαναλαμβάνονται σήμερα, σε άλλη κλίμακα και με αστειότερους πρωταγωνιστές. Ο Σαμαράς «βαράει το σαμάρι για να ακούσει το γαϊδούρι». Δηλαδή, στρέφει το ένα κομμάτι του λαού ενάντια στο άλλο, προχωρά σε μια λογική εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα –εξ ου και ο απαράδεκτος τρόπος με τον οποίο επιτίθεται στον ΣΥΡΙΖΑ– διότι, βέβαια, δεν τολμάει να αντιπαρατεθεί με τα αφεντικά του, που προωθούν την ολοκλήρωση του στραγγαλισμού της Ελλάδας. Και το 1992-1993 είχε κάνει κάτι ανάλογο. Αφού πρώτα, στην Ε.Ε., ως υπουργός Εξωτερικών, δέχτηκε το τελεσίγραφο του ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Γκένσερ, για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, μια από τις συνέπειες της οποίας ήταν η δημιουργία της ανεξάρτητης «Μακεδονίας», στη συνέχεια έριξε την μπάλα στην εσωτερική κερκίδα, «διαμαρτυρόμενος» για τις συνέπειες και τις συνεπαγωγές της δικής του πολιτικής. Αυτή είναι η λογική των «μικρών» –ολίγιστων– πολιτικών, για τους οποίους η κομματική επιβίωση (μαύρη επιβίωση, δηλαδή) προτάσσεται πάντα απέναντι στο εθνικό και λαϊκό συμφέρον.
Ώρα ευθύνης
Σήμερα, είναι μια στιγμή υψηλής ευθύνης. Αν δεν κινηθούμε άμεσα, σε μερικούς μήνες, είναι βέβαιο πως θα μας βρουν τα χειρότερα, όχι μόνο εκλογές με αβέβαιο αποτέλεσμα, αλλά και καταστροφικές εξελίξεις σε όλα τα πεδία. Δεν πρέπει λοιπόν να αφήσουμε αυτό το επικίνδυνο τρίο να παίζει με την τύχη του τόπου!
Δεν πρέπει να τους αφήσουμε ανενόχλητους να εκτελέσουν τα σχέδιά τους. Πρέπει να αποκαλύψουμε τη συνομωσία που έχουν εξυφάνει και να αντισταθούμε, όχι μόνο στο πραξικοπηματικό κλείσιμο της ΕΡΤ, αλλά κυρίως στην πολιτική του στραγγαλισμού μας, που επιτάσσουν οι Γερμανοευρωπαίοι. Εδώ και τώρα, πρέπει να υψωθεί η λαϊκή απαίτηση για την επιστροφή των κατοχικών δανείων και την καταβολή των πολεμικών αποζημιώσεων, και να γίνει κυρίαρχο αίτημα και μέσα στη Βουλή εδώ και τώρα, πρέπει να απαιτήσουμε την κατάργηση ενός μεγάλου μέρους των δανείων που με δόλιο τρόπο επιβλήθηκαν στην Ελλάδα – όπως αναγνωρίζει και το ΔΝΤ. Και, βεβαίως, είναι η καλύτερη στιγμή, το momentum, όπως λένε και τα κυβερνητικά παπαγαλάκια, διότι σήμερα μπορούμε να πλήξουμε την κυρία Μέρκελ και όχι βέβαια «αύριο», όταν θα έχουν γίνει οι εκλογές στη Γερμανία και θα μπορεί να μας εκβιάζει ακόμα πιο χυδαία.
Ένας δόλιος βλαξ, ο Γ. Παπανδρέου, μας οδήγησε πρώτος στη μεγάλη καταστροφή. Το γεγονός ότι οι κυβερνητικοί εταίροι είναι ολίγιστοι, δεν πρέπει να μας κάνει να υποτιμούμε την επικινδυνότητά τους. Πρόκειται για πολύ επικίνδυνους ανθρώπους.