Γράφει: Μαρία Δεναξά
Kι ενώ ετοιμαζόμουν να αφιερώσω αυτό το άρθρο στην επέτειο της υπογραφής της συνθήκης των Ηλυσίων και να θέσω στο δημοσιογραφικό μικροσκόπιο τα ….
πενήντα χρόνια «φαγούρας» του αποπροσανατολισμένου σήμερα γαλλογερμανικού άξονα, τα φώτα της δημοσιότητας (όπως και το ενδιαφέρον μου) στράφηκαν στις δηλώσεις του Βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον περί διεξαγωγής Δημοψηφίσματος με θέμα την παραμονή της Μεγάλης Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πριν απο δύο χρόνια, η λέξη Δημοψήφισμα με θέμα την παραμονή στην Ευρώπη εκλαμβανόταν ως υπέρτατη βλασφημία από τη Γερμανία, τη Γαλλία και τους υποστηρικτές τους, ιδίως όταν εκστομιζόταν απο απελπισμένους ή ανεπαρκείς ηγέτες μικρών και αποδυναμωμένων χωρών όπως η Ελλάδα…
Αυτομάτως ενεργοποιείτο ένας ευρωπαϊκός πολιτικο -μιντιακός μηχανισμός για να πνίξουν το φίδι στο αυγό του.
Τότε… Γιατί την περασμένη Τετάρτη, πέρα απο την 24ωρη αναστάτωση που προκλήθηκε και τις οργισμένες δηλώσεις του Ολάντ ότι ο Κάμερον δεν μπορεί να διαπραγματεύεται την Ευρώπη, δεν άνοιξε μύτη!
Αλλά ποιος ακούει τον Ολάντ σήμερα; Σίγουρα όχι η Μέρκελ, που με τις δηλώσεις της ότι είναι έτοιμη να συζητήσει τις βρετανικές επιθυμίες με στόχο την επίτευξη ενός δίκαιου συμβιβασμού με τον Κάμερον, απέδειξε για άλλη μια φορά ότι το γαλλογερμανικό ζεύγος έχει πρό πολλού πάρει διαζύγιο αλλά είναι υποχρεωμένο να παραμένει μαζί κάτω απο την ίδια στέγη!
Όμως, τι επιδιώκει στ’ αλήθεια η Βρετανία και ποιο το όφελος της Γερμανίας για να φθάσει, ίσως, στο σημείο να πάρει αποστάσεις απο τη Γαλλία;
Ο Κάμερον, στις ομιλίες του σε Λονδίνο και στο Νταβός, κατά τη διάρκεια του παγκόσμιου οικονομικού φόρουμ, απέφυγε να εκθέσει αναλυτικά τους όρους του για την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πολλά δημοσιεύματα αναφέρουν ότι τάραξε τα ήδη θολά νερά της ΕΕ μόνο και μόνο για να κολακεύσει τους ευρωσκεπτικιστές της χώρας του, στοχεύοντας σε μια δεύτερη εκλογική θητεία.
Οι υποθέσεις αυτές δεν είναι αβάσιμες, όταν δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι σχεδόν 40% των Βρετανών επιθυμεί έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Βρετανία είναι, βέβαια, αποδυναμωμένη. Οι δορυφόροι της, δηλαδή η Αυστραλία και ο Καναδάς, έχουν στραφεί προς την Ασία και τις ΗΠΑ, ενώ οι σχέσεις της με την Ινδία έχουν αλλοιωθεί. Εδώ και αρκετό καιρό και η σχέση της με την Αμερική δεν είναι αυτή που ήταν. Επίσης, μια σχέση της με την ΕΕ, παρόμοια με εκείνη της Ελβετίας ή της Δανίας, ενδέχεται να κοστίσει περισσότερο στη χώρα, καθώς δεν θα μπορεί πλέον να επηρεάσει τη λήψη αποφάσεων στις Βρυξέλλες -γεγονός που θα αποθαρρύνει τους επενδυτές και θα υποβαθμίσει τη σημασία του Σίτυ.
Επομένως, ο Κάμερον γνωρίζει πολύ καλά ότι μόνο η παραμονή στην ΕΕ θα επιτρέψει στη χώρα του να διαδραματίσει κάποιο ρόλο στη διεθνή σκηνή και απλά «κάνει παιχνίδι» για να μπορέσει να αποκομίσει όσο το δυνατόν περισσότερα οφέλη από την Ευρώπη του αύριο, που σχεδιάζει σχεδόν μόνη της, η Γερμανία.
Πίσω, λοιπόν, από το Δημοψήφισμα διαφαίνεται η επιθυμία των Βρετανών για έναν επανασχεδιασμό της Ευρώπης ο οποίος συγκλίνει με τις γερμανικές απόψεις πάνω σε κρίσιμα ζητήματα, όπως το ζήτημα της ψήφισης του προυπολογισμού ή της φορολόγησης των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε αυτό θα λειτουργούσε ως ένα μέσο αντιστάθμισης των πιέσεων για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση που προβάλλουν το Παρίσι, η Μαδρίτη, η Ρώμη και οι Βρυξέλλες απέναντι στις χώρες του Βορρά.
· Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στο θέμα του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού η Μέρκελ έχει βρει στις Βρετανικές θέσεις για μείωση των πόρων, ένα πολύτιμο στήριγμα απέναντι στις αντιδράσεις που έχουν εκφράσει η Γαλλία και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
· Κάμερον και Μέρκελ αντιτίθεται σε ζητήματα όπως αυτό της κοινωνικοποίησης των χρεών που επιθυμεί ο Ολάντ.
· Πάνω στο θέμα της Τραπεζικής Ένωσης το Βερολίνο δεν επιθυμεί να τεθεί σε λειτουργία πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2013 και θα μπορούσε να υπολογίζει στο Λονδίνο που είναι κι αυτό αντίθετο, για να φρενάρει τη διαδικασία.
Συνεπώς, η Μέρκελ θα μπορούσε απο δώ και στο εξής να στηριχθεί στον Ντέιβιντ Κάμερον στην προσπάθεια της να χτίσει μια πιο φιλελεύθερη Ευρώπη, που ευνοεί περισσότερο την ανταγωνιστικότητα και λιγότερο την αλληλεγγύη, όπως ονειρεύεται η πλειοψηφία Βρετανών και Γερμανών.
Ήδη, τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε σύσφιξη των δεσμών του Βερολίνου με τις πιο φιλελεύθερες χώρες της Ευρωζώνης, όπως η Ολλανδία και η Φινλανδία, και τώρα ενδεχομένως και με την Βρετανία.
Άρα, δεν αποκλείεται ο Κάμερον να καταλήξει σε συμφωνία με τη Μέρκελ για τη μελλοντική αρχιτεκτονική της Ευρώπης, έτσι όπως την οραματίζονται οι ίδιοι. Μια συμφωνία η οποία θα λειτουργήσει ως πειστήριο για τους Βρετανούς ψηφοφόρους ώστε να θελήσουν να παραμείνουν στην ΕΕ με ή χωρίς Δημοψήφισμα.
Το ενδιαφέρον στην όλη υπόθεση έχει να κάνει με τη διαπίστωση ότι η Γερμανία -τη στιγμή που εορτάζει τη γαλλογερμανική φιλία- δείχνει φανερά πως θέλει να οικοδομήσει ένα νέο μέτωπο στην Ευρώπη, στο οποίο δεν φαίνεται να λογαριάζει τη Γαλλία. Γεγονός που κατατάσσει τη χώρα του Ολάντ στο κλαμπ των χωρών του Νότου, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό…