Οι παλιότεροι θα θυμούνται τον εκ Γιουγκοσλαβίας ορμώμενο βιρτουόζο μπασκεμπωλίστα τού ΠΑΟΚ Μπάνε Πρέλεβιτς. Κι αν ανάμεσά τους υπάρχουν κάποιοι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ, σίγουρα θα….
Φυσικά, ο Βενιζέλος δεν περιορίστηκε σε…μια -έτσι κι αλλιώς αμφισβητούμενη- γνωμάτευση αλλά κινητοποίησε τον κομματικό μηχανισμό προκειμένου να ικανοποιηθούν οι εν δυνάμει ψηφοφόροι του. Ο Μπένυ ήξερε πάντα το μεγάλο “ειδικό βάρος” του ως έγκριτου συνταγματολόγου και αποδείχτηκε μανούλα στο να το εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Άλλωστε, την αρχή με τις “έγκριτες” γνωματεύσεις την είχε κάνει πολύ νωρίτερα, στις 29 Μαρτίου 1985.
Το 1985 ήταν χρονιά εκλογής προέδρου δημοκρατίας από την βουλή. Ενώ ο Ανδρέας Παπανδρέου άφηνε επί χρόνια να εννοηθεί ότι το ΠαΣοΚ αντιμετώπιζε θετικά την επανεκλογή Καραμανλή στον προεδρικό θώκο, λίγες μέρες πριν την σχετική ψηφοφορία στην βουλή πέταξε σαν οβίδα το όνομα του Χρήστου Σαρτζετάκη, του ανακριτή στην υπόθεση της δολοφονίας Λαμπράκη, συνοδεύοντας την επιλογή του με την αποστροφή “έχει δικαίωμα η αριστερά να εκλέξει τον δικό της πρόεδρο”. Ο Ανδρέας έχει μετρημένα τα κουκιά: δεν του φτάνουν για τις δυο πρώτες ψηφοφορίες όπου θέλει 200 αλλά αρκούν για την τρίτη όπου χρειάζεται μόνο 180.
Δυστυχώς για τον Ανδρέα, στην πρώτη ψηφοφορία παρουσιάζονται διαρροές στην κυβερνητική πλειοψηφία. Βρέθηκαν στην κάλπη δυο λευκά ψηφοδέλτια, τα οποία ανήκαν σίγουρα σε βουλευτές τού ΠαΣοΚ εφ’ όσον η Νέα Δημοκρατία απείχε από την ψηφοφορία. Ο Ανδρέας θορυβήθηκε. Αν οι “αντάρτες” επέμεναν, δεν θα μαζεύονταν 180 ψήφοι στην τρίτη ψηφοφορία και η βουλή θα διαλυόταν. Τότε ο Βενιζέλος επενέβη και έριξε την ιδέα των χρωματιστών ψηφοδελτίων. Η ιδέα του ήταν απλή: το χρωματιστό ψηφοδέλτιο, σε συνδυασμό με τον φτιαγμένο από λεπτό χαρτί φάκελλο, θα επέτρεπε στην εφορευτική επιτροπή να ελέγχει τι ψηφίζει ο κάθε βουλευτής, οπότε οι αντάρτες θα λούφαζαν. Η Νέα Δημοκρατία εξανέστη, υποστηρίζοντας -σωστά- ότι έτσι καταστρατηγείται η μυστικότητα της ψηφοφορίας. Τότε επενέβη ο Βενιζέλος και με την “εγκυρότητά” του νομιμοποίησε ως απολύτως νόμιμη την χρήση χρωματιστών ψηφοδελτίων. Ο Ανδρέας φρόντισε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την γνωμάτευση Βενιζέλου, διατάζοντας να τοποθετηθεί επί πλέον λάμπα πάνω από την κάλπη.
Έχοντας ανεβεί στην εκτίμηση του Ανδρέα, ο Βαγγέλας άρχισε να χτίζει μεθοδικά την πολιτική του καρριέρα. Κάθε φορά που η κυβέρνηση επιχειρούσε να περάσει από την βουλή κάποιο νομοσχέδιο αμφισβητούμενης νομιμότητας, ο Βενιζέλος ήταν εκεί για να γνωματεύσει υπέρ των κυβερνητικών επιλογών. Αποκορύφωμα της περιόδου αυτής ήταν η γνωμάτευσή του υπέρ της αθωότητας του Ανδρέα όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά και τέθηκε το ζήτημα παραπομπής τού πρωθυπουργού στο ειδικό δικαστήριο. Όταν ο Παπανδρέου παραπέμφθηκε (παρά την γνωμάτευση Βενιζέλου ότι δεν έπρεπε να παραπεμφθεί), ο Μπένυ του έστειλε επιστολή όπου δήλωνε ότι θέτει τις νομικές υπηρεσίες του στην διάθεσή του.
Ο Ανδρέας δεν ξέχασε τον αυτόκλητο υπερασπιστή του. Όταν το ΠαΣοΚ επανήλθε στην εξουσία το 1993, ο Βενιζέλος θα ορκιζόταν υπουργός δικαιοσύνης. Αυτή η επιλογή Παπανδρέου απετέλεσε γερό χαστούκι για έναν άλλον Βαγγέλη, τον Γιαννόπουλο, ο οποίος θεωρούσε ότι δικαιούταν την θέση του υπουργού δικαιοσύνης αφού είχε αποδειχτεί ο φανατικώτερος και μαχητικώτερος υπερασπιστής τόσο του Ανδρέα όσο και των άλλων -μεγάλων και μικρών- στελεχών τού κόμματος που βρέθηκαν κατηγορούμενοι σ’ εκείνες τις δίκες τού “βρόμικου ’89”. Κι ενώ ο φουκαράς ο Γιαννόπουλος κατάπινε το φαρμάκι του αλλά παρέμενε “πιστός στρατιώτης τού κινήματος”, ο Βενιζέλος άδραχνε την ευκαιρία να αποδείξει την άνεσή του στο να κόβει και να ράβει τους νόμους κατά την θέλησή του προκειμένου να πετυχαίνει τον σκοπό του. Χαρακτηριστικά είναι όσα έγιναν σε μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις πλαστογραφίας στην ελληνική ιστορία:
Την περίοδο 1989-1991, επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη, τα παιδιά των “καλών οικογενειών” της Θεσσαλονίκης χτυπήθηκαν από μια παράξενη επιδημία. Καμιά τετρακοσαριά από δαύτα βρέθηκαν να πάσχουν από διάφορους καρκίνους και άλλες σοβαρές αρρώστιες. Συμπτωματικά, όλα αυτά τα παιδιά είχαν εγγραφεί σε πανεπιστήμια του εξωτερικού (κυρίως ανατολικών χωρών) και λόγω των ασθενειών τους έπαιρναν μεταγραφή για το πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Δυστυχώς γι’ αυτούς και επειδή ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον, η υπόθεση βγήκε στο φως και απεδείχθη ότι οι εν λόγω σοβαρές ασθένειες υπήρχαν μόνο στα πλαστά πιστοποιητικά που χρησιμοποιήθηκαν. Δυο ανακριτές ερεύνησαν επί δυο χρόνια, σχημάτισαν μια δικογραφία χιλιάδων σελίδων και άσκησαν διώξεις σε 400 άτομα περίπου.
Η δικαιοσύνη ήταν έτοιμη να μιλήσει αλλά είχε λογαριάσει δίχως τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Ο υπουργός δικαιοσύνης έφερε επειγόντως προς ψήφιση στην βουλή νομοσχέδιο το οποίο τροποποιούσε τον ποινικό κώδικα ως προς τα άρθρα σύμφωνα με τα οποία κατηγορούνταν τα “καλόπαιδα” της συμπρωτεύουσας (άρθρο 216 περί πλαστογραφίας και άρθρο 242 περί ψευδούς βεβαιώσεως). Με την τροποποίηση αυτή, τα κακουργήματα γίνονται πλημμελήματα, αν η ζημιά που προκαλείται δεν υπερβαίνει τα 25 εκατομμύρια δρχ. Τόσο απλό! Αυτομάτως, οι διώξεις σταμάτησαν, οι φάκελλοι έκλεισαν και οι ευγενείς απατεώνες αποδόθηκαν πεντακάθαροι στην κοινωνία για να την υπηρετήσουν ακόμη και ως πολιτικοί!
Να σημειωθεί ότι η εν λόγω νομοθετική παρέμβαση έγινε δίχως να έχει προηγηθεί επεξεργασία της από νομοπαρασκευαστική επιτροπή (σιγά μην έχει ανάγκη ο Βενιζέλος από τέτοιες χαζοεπιτροπές!). Όσο για αυθαίρετα οριζόμενο ποσό των 25 εκατομμυρίων, πρέπει να πω ότι εκείνη την εποχή ένα νεόδμητο διαμέρισμα 80 τετραγωνικών πουλιόταν αντί 12 εκατομμυρίων δραχμών. Δηλαδή, σύμφωνα με τον Βενιζέλο, για να είναι κακουργηματικού χαρακτήρα μια πλαστογραφία, πρέπει να προσπορίζει στον παραβάτη δυο διαμερίσματα τουλάχιστον.
Μ’ εκείνο το “Ω! Μπένυ, Μπένυ” οι οπαδοί τού ΠΑΟΚ έδειξαν την ευγνωμοσύνη τους στον Βαγγέλη Βενιζέλο. Δεν μπορούσαν, όμως, να υποψιαστούν ότι ταυτόχρονα του έδειχναν πως στον χώρο τού αθλητισμού υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή ψήφων, η οποία θα επέτρεπε στον φιλόδοξο καθηγητή να υπερκεράσει τον παραδοσιακό Θεσσαλονικάρχη τού ΠαΣοΚ Άκη Τσοχατζόπουλο και να γίνει αυτός χαλίφης στην θέση τού χαλίφη.
Πάμε στο 1999, τότε που ο Βαγγέλας ήταν υπουργός πολιτισμού. Στο κέντρο τής Αθήνας, απέναντι από το Μουσείο (Πατησίων-Αβέρωφ-Μάρνη), βρίσκεται το πανέμορφο νεοκλασσικό κτήριο που είχε χτιστεί το 1925 πάνω σε σχέδια του μεγάλου Σωτήρη Μαγιάση και στο οποίο στεγαζόταν από το 1928 το διάσημο ξενοδοχείο Ακροπόλ. Να σημειώσουμε ότι αυτό το κτήριο χαρακτηρίστηκε διατηρητέο από το υπουργείο πολιτισμού το 1991 και ότι από την ταράτσα του κινηματογραφήθηκε η εισβολή τού άρματος στο Πολυτεχνείο τον Νοέμβριο του 1973.
Φεβρουάριος 1999: Ο Βενιζέλος παραλαμβάνει
από τον Μπατατούδη το κλειδί τού “Ακροπόλ”
Φεβρουάριος 1999: Ο Βενιζέλος παραλαμβάνει από τον Μπατατούδη το κλειδί τού “Ακροπόλ”.
Στο υπουργείο πολιτισμού διατυπώνονται σκέψεις περί αγοράς τού κτηρίου από την αυστριακή εταιρεία στην οποία ανήκει, προκειμένου να ανακαινισθεί (*). Στο μεταξύ, όμως, προλαβαίνει και το αγοράζει ο τότε πρόεδρος του ΠΑΟΚ Γιώργος Μπατατούδης. Ευτυχώς για τον πολιτισμό μας, ο δαιμόνιος Βαγγέλας “πείθει” τον μεγαλοαπατεώνα πρόεδρο να πουλήσει το ακίνητο στο υπουργείο πολιτισμού “στην εντυπωσιακά συμφέρουσα τιμή των 4,5 δισ. δραχμών” (όπως δήλωσε ο ίδιος ο Βενιζέλος), με το 40% του ποσού να δίδεται ως προκαταβολή (μη και παρουσιαστεί άλλος αγοραστής και το χάσουμε!). Απώτερος στόχος τού Βαγγέλα ήταν να μεταστεγάσει το υπουργείο σ’ αυτό το κτήριο αλλά λίγες μέρες αργότερα (στις 19 του μηνός) απομακρύνθηκε από την θέση του. Τελικά, η υπόθεση Ακροπόλ προκάλεσε κυβερνητικούς τριγμούς, με τον Πάγκαλο να αφήνει σαφείς αιχμές κατά του Βενιζέλου, τόσο για τον τρόπο με τον οποίο την χειρίστηκε όσο και για το ποσό που πλήρωσε.
Στην συμφωνία που κλείστηκε, περιλαμβανόταν ο όρος τής παράδοσης εντός 22 μηνών, διάστημα κατά το οποίο ο πωλητής ήταν υποχρεωμένος να αποκαταστήσει το κτήριο. Όμως, έναν χρόνο αργότερα, το υπουργείο κατήγγειλε την σύμβαση διότι ο πωλητής δεν αποκαθιστούσε το κτήριο κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο και, συγκεκριμένα, δεν το ενίσχυε στατικά παρ’ όλο που είχε υποστεί σοβαρές ζημιές από τον σεισμό τού 1981. Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια, τα οποία το 2003 έριξαν την σύμβαση σε βάρος του πωλητή και απέδωσαν το ακίνητο στο δημόσιο. Φυσικά, η προκαταβολή των 1,8 δισ. έκανε φτερά.
Τον Νοέμβριο του 2000, ο Βενιζέλος επιστρέφει στο υπουργείο πολιτισμού. Έχει στο μυαλό του μια καλή ιδέα, την οποία υλοποιεί τον Οκτώβριο της επόμενης χρονιάς. Στο υπουργείο περιβάλλοντος, χωροταξίας και δημοσίων έργων βρίσκεται ο Κώστας Λαλιώτης, ο οποίος -εν όψει των ολυμπιακών αγώνων τού 2004- περνάει τον νόμο 2947/8-10-2001 “Θέματα Ολυμπιακής Φιλοξενείας, Έργων Ολυμπιακής Υποδομής και άλλες διατάξεις”. Σ’ αυτές τις “άλλες διατάξεις” και, συγκεκριμένα, στο άρθρο 17 (“Πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού θέματα Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού”), ο Βενιζέλος προσθέτει μια άσχετη με τον τίτλο τού άρθρου παράγραφο. Είναι η περίφημη παράγραφος 5, η οποία ορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα γίνονται οι εκκαθαρίσεις των αθλητικών εταιρειών.
Η διάταξη Βενιζέλου ίσχυσε για τρεις μήνες (μέχρι την 31/12/2001) και προωθήθηκε με πρόσχημα την σωτηρία των αθλητικών εταιρειών αλλά στην ουσία βοήθησε πολλούς μπαταχτσήδες παράγοντες να γλιτώσουν πάνω από 50 εκατ. ευρώ χρεών προς το δημόσιο. Μεταξύ αυτών που σπεύδουν να εκμεταλλευτούν το “δώρο” Βενιζέλου είναι οι ΠΑΕ Πανιώνιος, ΑΕΛ, Καβάλα, Νάουσα και Πιερικός αλλά και οι ΚΑΕ ΠΑΟΚ, Άρης, Ηρακλής, Πανιώνιος, Νήαρ Ηστ και ΓΣ Λάρισας. Συμπτωματικά, στις τρεις πρώτες ΠΑΕ έχει ανάμειξη ο Γιώργος Μπατατούδης, μέσω της εταιρείας Intersat. Μπορεί να είναι και ιδέα μου αλλά φαίνεται πως Βενιζέλος και Μπατατούδης δεν είχαν και κακή σχέση.
Παρένθεση. Για την ιστορία, ας προσθέσουμε ότι στις 24 Μαρτίου 2009 ο Γιώργος Μπατατούδης καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη από το τριμελές εφετείο κακουργημάτων Θεσσαλονίκης για υπεξαίρεση 7,3 εκατ. ευρώ από τα ταμεία της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, καθώς και για μη καταβολή εισφορών προς το ελληνικό δημόσιο. Στις 8 Ιουνίου 2010 συνελήφθη από τις αστυνομικές αρχές της Λιβύης μετά από διεθνές ένταλμα σύλληψης που εξέδωσαν σε βάρος του οι δικαστικές αρχές της Θεσσαλονίκης. Κλείνει η παρένθεση.
Δεν ξέρω τι θα απαντούσατε αν κάποιος σας ρωτούσε ποιο είναι το πλέον πολύπαθο υπουργείο αλλά όσο σκέφτομαι από τη μια ότι υπουργείο πολιτισμού πρωτοφτιάχτηκε επί χούντας κι από την άλλη ποιοι έχουν διατελέσει υπουργοί πολιτισμού κατά την μεταπολίτευση, τόσο σιγουρεύομαι για την απάντηση που θα έδινα εγώ. Ορίστε μερικά ονόματα: Πλυτάς (ο προχουντικός δήμαρχος Αθηναίων), Νιάνιας, Ανδριανόπουλος, Ψαρούδα-Μπενάκη, Κούβελας (αυτός που αποκάλεσε τους ποιητές “λαπάδες”), Μπακογιάννη, Πάγκαλος, Καραμανλής, Βουλγαράκης (ο “νόμιμος ίσον ηθικός”), Λιάπης (ο φτωχοσυνταξιούχος βουλευτής με τις πλαστές πινακίδες), Σαμαράς, Παναγιωτόπουλος (ο “κόκκινος Πάνος”), Γερουλάνος… Και, βέβαια, ο Μπένυ, περί των “επιτυχιών” του οποίου (είτε στο υπουργείο πολιτισμού είτε σε άλλα πόστα) θα συνεχίσουμε.
Ω! Μπένυ, Μπένυ…
(*) Εδώ, το ρήμα “ανακαινίζω” χρησιμοποιείται με την έννοια του βλακωδώς χρησιμοποιούμενου στην καθημερινή γλώσσα ρήματος “αναπαλαιώνω”. Όταν επεμβαίνεις σε ένα εγκαταλειμμένο κτήριο για να το φτιάξεις, δεν το αναπαλαιώνεις, δεν το ξανακάνεις παλιό γιατί είναι ήδη παλιό. Το ανακαινίζεις, το κάνεις και πάλι καινούργιο.
Όπως έχει αποδειχτεί κατ’ επανάληψη, ο Βενιζέλος δεν ορρωδεί προ ουδενός (δεν κωλώνει πουθενά, όπως λέει ο λαός) προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα που θέλει να εξυπηρετήσει. Όλα είναι θεμιτά γι’ αυτόν, από μια άσχετη παράγραφο σε μια άσχετη τροποποίηση ενός άσχετου νόμου μέχρι ολόκληρο νόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τού “πελάτη”. Κι αν πεις για τις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδει παρά πάσαν έννοιαν νομιμότητος, εκεί είναι μανούλα. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η ιστορία με την Αλλατίνη στην Θεσσαλονίκη.
Αλλατίνη: Το εργοστάσιο στις αρχές τού 20ου αιώνα
Στο έκτασης 26.010 τ.μ. οικοδομικό τετράγωνο 130 τής συμπρωτεύουσας, βρίσκονται οι εγκαταστάσεις τής αλευροβιομηχανίας που ιδρύθηκε από την γαλλοϊσραηλιτική οικογένεια των Allatini. Στον χώρο δεσπόζει το ογκωδέστατο εργοστάσιο, το οποίο χτίστηκε το 1883, με σχέδιο του φημισμένου αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλλι, όπως και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις. Κάποια στιγμή, στο διάβα των χρόνων, η βιομηχανία κληρονομήθηκε (ένα μέρος των μετοχών της) στον γνωστό πρύτανη του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα Στέφανο Μάνο.
Το 1991 βρίσκει τον Μάνο στην θέση τού υπουργού περιβάλλοντος, χωροταξίας και δημοσίων έργων. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο που τότε ο Μάνος βρίσκει την ευκαιρία και χαρακτηρίζει τις εγκαταστάσεις τής Αλλατίνη ως Ιστορικά Διατηρητέα Βιομηχανικά Μνημεία. Αμέσως μετά, οι ιδιοκτήτες (δηλαδή, ο Μάνος) εγείρουν διεκδικήσεις για μεταφορά συντελεστή δόμησης, όπως έχει δικαίωμα να κάνει όποιος κατέχει διατηρητέο ακίνητο. Με πρόσχημα το ότι στην περιοχή δεν προβλεπόταν οικοδομικός συντελεστής, το σχετικό προεδρικό διάταγμα που εκδόθηκε για την Αλλατίνη, όρισε ως συντελεστή το αυθαίρετο 4,2. Αυτό σήμαινε ότι οι ιδιοκτήτες τής Αλλατίνη αποκτούσαν δικαίωμα να χτίσουν 110.000 τετραγωνικά!
Φτάνουμε στο 2003, χρονιά που βρίσκει τον Ευάγγελο Βενιζέλο στο υπουργείο πολιτισμού. Τον Απρίλιο, ο Βενιζέλος εκδίδει υπουργικές αποφάσεις με τις οποίες αποχαρακτηρίζονται από Ιστορικά Διατηρητέα Βιομηχανικά Μνημεία η Αλλατίνη και η Φιξ (*). Έτσι, οι ιδιοκτήτες της Αλλατίνη αποκτούν και πάλι την απόλυτη και δίχως καμιά υποχρέωση νομή και χρήση του χώρου, με μια σημαντική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν: τώρα έχουν δικαίωμα να οικοδομήσουν 110.000 τετραγωνικά μέτρα. Το σκάνδαλο είναι τόσο καραμπινάτο ώστε το Ε’ τμήμα τού Συμβουλίου Επικρατείας έκρινε το 2005 ότι οι αποχαρακτηρισμοί είναι παράνομοι. Μάλιστα δε, στήριξε την απόφασή του στο άρθρο 24 του συντάγματος και χαρακτήρισε τον συντελεστή 4,2 πέρα από κάθε έννοια ισότητας, μιας και στην περιοχή ο πραγματικός συντελεστής ήταν μόλις 2,2.
Την ίδια χρονιά, ο Βενιζέλος φροντίζει να τακτοποιήσει και “το μεγαλύτερο αυθαίρετο της Ευρώπης”, το γνωστό μας Mall. Το Mall δεν είναι άλλο παρά το Χωριό Τύπου των Ολυμπιακών Αγώνων τής Αθήνας. Αξίζει να πούμε δυο λόγια γι’ αυτό το αμαρτωλό κτήριο:
Εν όψει των ολυμπιακών, το δημόσιο αναθέτει στην Lamda Development (εταιρεία συμφερόντων Λάτση) την κατασκευή κατοικιών τις οποίες θα νοίκιαζε ο “Αθήνα 2004” (όπου προήδρευε η Γιάννα Αγγελοπούλου) για να στεγάσει 1.600 ξένους δημοσιογράφους κατά την διάρκεια των αγώνων. Σε αντάλλαγμα, το κράτος θα φρόντιζε ώστε η Lamda να ανεγείρει ένα κτήριο 75.000 τ.μ. σε χώρο 43.000 τ.μ., ο οποίος ανήκε στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας. Παράλληλα, ο Λαλιώτης (τότε υπουργός ΠεΧωΔΕ) προωθεί τον Ν.2947/2001, ο οποίος αλλάζει την χρήση γης προς συμφέρον τής Lamda. Δυστυχώς γι’ αυτόν, το Συμβούλιο Επικρατείας κρίνει τον νόμο αντισυνταγματικό με την 1528/2003 απόφασή του και εντέλλεται την διακοπή των εργασιών.
Μπροστά στο αδιέξοδο έρχεται να λάμψει το άστρο τού Ευάγγελου Βενιζέλου, για τον οποίο δεν υπάρχουν ούτε άλυτα προβλήματα ούτε νομικά κωλύματα. Ο Βενιζέλος στήνει ολόκληρο νόμο (3207/2003 “Ρύθμιση Θεμάτων Ολυμπιακής Προετοιμασίας και άλλες διατάξεις”) και καταφέρνει να νομιμοποιήσει το αυθαίρετο, τροποποιώντας μέσω του άρθρου 6 τα όσα προέβλεπε ο νόμος 2947 του Λαλιώτη: μειώνει τον συντελεστή δόμησης από 2 σε 1,9 αλλά επεκτείνει την χρήση γης και σε άλλο οικοδομικό τετράγωνο, επιτρέποντας έτσι το χτίσιμο 121.000 τετραγωνικών!
Πού έγκειται το μεγάλο κόλπο τού Βενιζέλου; Ο νόμος “περιέχει” την οικοδομική άδεια που χρειάζεται το Mall και επομένως δεν απαιτείται οποιαδήποτε υπουργική απόφαση για την εφαρμογή του. Έτσι, ο μέγας συνταγματολόγος δένει τα χέρια τής δικαιοσύνης: το Συμβούλιο Επικρατείας μπορεί να ακυρώσει κάθε υπουργική απόφαση (όπως και κάθε διοικητική πράξη) αλλά δεν έχει δικαίωμα να ακυρώσει νόμο. Κι αφού η άδεια του Mall περιέχεται στον νόμο, δεν μπορεί να ακυρωθεί.
Ω! Μπένυ, Μπένυ…
(*) Η περίπτωση Φιξ είναι πανομοιότυπη με την περίπτωση Αλλατίνη.
Στις 17 Ιουνίου 2011, ο Γιωργάκης απομακρύνει εσπευσμένα από το υπουργείο οικονομικών τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου -που τά ‘χε κάνει ρόιδο- και στέλνει στην θέση του τον Βενιζέλο -για να φτιάξει τα πράγματα, προφανώς. Πριν καλά-καλά συμπληρώσει έναν μήνα στην καινούργια του καρέκλα, ο Βαγγέλας καταλύει κάθε έννοια λογικής και νομιμότητας προκειμένου να βοηθήσει την Proton, την κλυδωνιζόμενη τράπεζα του μεγαλοαπατεώνα Λαυρέντη Λαυρεντιάδη. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Το 1995 και καθώς το σκάνδαλο Κοσκωτά και τα όσα έγιναν με την Τράπεζα Κρήτης ήσαν πρόσφατα, η βουλή ψήφισε τον νόμο 2362, ο οποίος θα εμπόδιζε την επανεμφάνιση φαινομένων τέτοιου τύπου. Όμως, όπως έχουμε πει κατ’ επανάληψη, ο Βαγγέλας δεν κωλώνει σε νόμους και αηδίες. Έτσι, ο επί των οικονομικών υπουργός, παραβιάζοντας ευθέως τις διατάξεις τού Ν.2362/1995, μεταφέρει στις 14 Ιουλίου 2011 ποσό 100 εκατ. ευρώ από τα διαθέσιμα του ελληνικού δημοσίου σε προθεσμιακή κατάθεση στην Proton, βοηθώντας την τράπεζα να “μπαλώσει” την τρύπα των διαθεσίμων της. Εντελώς συμπτωματικά, εκείνες τις ημέρες διεξάγονταν στην Proton έλεγχοι από την Τράπεζα της Ελλάδος και την Αρχής κατά του μαύρου χρήματος, οι οποίοι αποκάλυψαν υπεξαίρεση 51 εκατ. ευρώ και σειρά κανονιστικών παραβάσεων.
Την παράνομη αυτή υπουργική απόφαση επεσήμαναν με επιστολή τους στον υπουργό οι υπάλληλοι του Γενικού Λογιστηρίου τού Κράτους Σ. Μαραβελάκης και Κ. Αναγνωστόπουλος, αρνούμενοι να συμπράξουν στην παρανομία. Ο Βαγγέλας τούς κατακεραύνωσε, λέγοντάς τους ότι έχουν άγνοια του συστημικού κινδύνου και της τραπεζικής πίστης.
Λεπτομέρεια: Η Proton είχε διαπιστωμένο έλλειμμα κεφαλαίου. Για τον λόγο αυτό, στις 23/5/2011 η Γενική Συνέλευσή της ενέκρινε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου κατά 100 εκατ., τα μισά με μετρητά και τα άλλα μισά με ομολογιακό δάνειο. Πενήντα μέρες αργότερα, τίποτε απ’ αυτά δεν είχε γίνει. Τα 100 εκατομμύρια του Βενιζέλου μπάλωσαν αυτήν ακριβώς την τρύπα. Λεπτομέρεια της λεπτομέρειας: ο διοικητής τής Τράπεζας της Ελλάδος, ο πολύς Γιώργος Προβόπουλος, ήταν απολύτως ενήμερος για την ενέργεια Βενιζέλου και δεν διαφώνησε.
Τώρα αρχίζουν οι βενιζέλειες “ομορφιές”. Στις 4 Αυγούστου, στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία, η δημοσιογράφος Αριστέα Μπουγάτσου ετοιμάζεται να βγάλει στον αέρα την παραπάνω ιστορία. Την προηγούμενη μέρα ακριβώς, στις 3 Αυγούστου, ο Βενιζέλος προσθέτει εκτάκτως σε άσχετο νομοσχέδιο (περί συνταξιοδοτικής νομοθεσίας) που συζητείται στην βουλή, μια τροποποίηση που λέει πως, κατά παρέκκλιση των κείμενων περιορισμών, μπορούν να τοποθετούνται σε εμπορικές τράπεζες κρατικά διαθέσιμα, αν συντρέχουν λόγοι απειλής τού τραπεζικού συστήματος!
Ωραίο; Περιμένετε γιατί έχει και καλύτερο. Ο Βενιζέλος (γάτα ο Μπένυ!) δεν άφησε ξεκάρφωτη αυτή την τροποποίηση αλλά την “κόλλησε” ως συμπληρωματική παράγραφο σε μια υπουργική απόφαση του 1997. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι η εν λόγω προσθήκη αποκτά αναδρομική ισχύ από το 1997. Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: και την Proton βολεύουμε “νόμιμα και ηθικά” και με την πλάτη μας καλυμμένη αλλά και απαλλάσσουμε όλους τους υπουργούς οικονομικών για οποιαδήποτε σχετική πουστιά έκαναν τα τελευταία 14 χρόνια. Ω! Μπένυ, Μπένυ…
Και τώρα το κερασάκι. Στις 17 Οκτωβρίου, κατά την διάρκεια της εκπομπής “Ενώπιος ενωπίω” του Νίκου Χατζηνικολάου στο Άλτερ, ο Βενιζέλος παρεμβαίνει τηλεφωνικά για να απαντήσει σε όσα λεγόντουσαν περί του “πόθεν έσχες” των πολιτικών. Κι επειδή αφ’ ενός μεν ο Βαγγέλας πάσχει από μόνιμη ακατάσχετη λογοδιάρροια αφ’ ετέρου δε η μια κουβέντα φέρνει την άλλη, κάποια στιγμή η εκ των συμμετεχόντων στην εκπομπή δημοσιογράφος Χριστίνα Κοραή ανέφερε στον Βενιζέλο το δημοσίευμα της Αριστέας Μπουγάτσου στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω. Τότε, όλη η Ελλάδα άκουσε έκπληκτη τον Βαγγέλα να χαρακτηρίζει την απόφαση των δυο υπαλλήλων του Γενικού Λογιστηρίου να μη συμφωνήσουν με την κατάθεση στην Proton ως…παράνομη! Και ο υπουργός έσπευσε να εξηγήσει: “είναι παράνομη επειδή δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία αν και πρόκειται για απόρρητο έγγραφο” (!!) Γεια σου ρε Μπένυ, με τα ωραία σου!
Άσκηση για προχωρημένους συνωμοσιολόγους και διεστραμμένα μυαλά: Γιατί ο Βενιζέλος προτίμησε μια υπουργική απόφαση του 1997 για να κολλήσει την προσθήκη του και δεν διάλεξε κάτι πιο πρόσφατο; (συμπληρωματική ερώτηση-βοήθεια για αρχαρίους: πότε άρχισαν τα “παιχνίδια” της κυβέρνησης με το χρηματιστήριο, τα οποία βόηθησαν στην διόγκωση της φούσκας που έσκασε το 1999;)
Θα μπορούσα να γράψω σημειώματα επί σημειωμάτων για τις ανεπανάληπτες “επιτυχίες” τού Μπένυ. Επειδή, όμως, όσο ασχολούμαι μαζί του τόσο σιχαίνομαι και “μένα ακόμα που σας ιστορώ” (για να χρησιμοποιήσω έναν στίχο από την Διαθήκη τού μεγάλου Μιχάλη Κατσαρού), θα ολοκληρώσω σήμερα με μια αναφορά στα τρία μεγαλύτερα βενιζέλεια επιτεύγματα: (α) τον νόμο 2328/1995, που πέρασε στην ιστορία ως τυποκτόνος νόμος, (β) τον νόμο 3126/2003, γνωστό σε όλους μας ως νόμος περί ποινικής ευθύνης των υπουργών και (γ) τον νόμο 3885/2010, με τον οποίο “τακτοποιήθηκε” η υπόθεση των ναυπηγείων Σκαραμαγκά και τα υποβρύχια που παραγγείλαμε στους γερμανούς και είτε δεν τα παραλάβαμε ποτέ είτε τα παραλάβαμε αλλά έγερναν.
(α) Υποθέτω πως γνωρίζετε ότι όλοι -κι όταν λέμε όλοι εννοούμε όλοι- οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί λειτουργούν χωρίς άδεια. Δεν ξέρω αν τέτοιο φαινόμενο εμφανίζεται πουθενά αλλού στον πολιτισμένο μας κόσμο αλλά αυτό που συμβαίνει στον τόπο μας οφείλεται στον μεγάλο νομομαθή αρχηγό τού σημερινού ΠαΣοΚ. Αυτός ήταν που το 1995 προώθησε τον νόμο 2328, σύμφωνα με τον οποίο οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί τής χώρας μπορούν να λειτουργήσουν με προσωρινή άδεια. Βλέπετε, εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν οι fast-track διαδικασίες, τις οποίες εφηύρε ο Γιωργάκης και καθιέρωσε ο Αντωνάκης πολλά χρόνια αργότερα. Έτσι, ο Βενιζέλος βρήκε την πατέντα της “προσωρινής άδειας” για να βολέψει τους καναλάρχες, γλιτώνοντάς τους από όλους εκείνους τους ελέγχους που θα απαιτούνταν για να πάρουν κανονική άδεια.
Κι ενώ μ’ αυτόν τον τρόπο βολεύονταν οι βαρώνοι των ΜΜΕ, ταυτόχρονα βολευόταν και η εξουσία. Πώς; Μα ποιος καναλάρχης θα τολμούσε ποτέ να στενοχωρήσει την κυβέρνηση, όταν ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε ο κάθε υπουργός συγκοινωνιών-επικοινωνιών να θέσει θέμα αδειοδότησης του σταθμού του και να τον κλείσει; Τελικά, ο νόμος 2328 οδήγησε στην σημερινή αηδιαστική κατάσταση όπου κυβέρνηση και μηντιάρχες αλληλοεκβιάζονται και αλληλοεξυπηρετούνται εις βάρος του απλού πολίτη και της σωστής ενημέρωσής του.
Γιατί, όμως, ο νόμος 2328/1995 απέκτησε το προσωνύμιο “τυποκτόνος”; Επειδή στο άρθρο 4 ορίζει ότι σε περίπτωση που υπάρξει καταδίκη μέσου ή δημοσιογράφου για συκοφαντία, δυσφήμηση ή απλή προσβολή, οι κατώτατες επιβαλλόμενες χρηματικές ποινές είναι 100.000.000 δραχμές (κάπου 300.000 ευρώ) για τηλεοπτικό μέσο πανελλήνιας εμβέλειας και 50.000.000 δραχμές (σχεδόν 150.000 ευρώ) για ραδιοφωνικό μέσο με δίκτυο πανελλήνιας μετάδοσης.
Εξυπακούεται ότι, με τέτοιες εξοντωτικές ποινές, δύσκολα θα βρισκόταν δημοσιογράφος που θα τολμούσε να θίξει κακώς κείμενα ή να προβεί σε συνταρακτικές αποκαλύψεις. Για παράδειγμα, ποιος θα τολμούσε ποτέ να γράψει ότι ο Άκης χρηματιζόταν; Θα αρκούσε μια δικαστική απόφαση που θα καταδίκαζε έστω μια φράση τού δημοσιεύματος ή και μια μόνο λέξη του για να υποχρεωθεί ο συντάκτης να καταβάλει στον “θιγόμενο” αποζημίωση τουλάχιστον τριακόσια χιλιάρικα.
Επί 16 ολόκληρα χρόνια πάλευαν οι δημοσιογράφοι για να ακυρωθεί η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία σ’ αυτό το διάστημα γέννησε ολόκληρη βιομηχανία αγωγών. Έπρεπε να φτάσει το καλοκαίρι τού 2011 για να αποφασίσει ο Άρειος Πάγος ότι η διάταξη περί κατώτατων ορίων χρηματικής ικανοποίησης για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης προσώπου, του οποίου εθίγη η τιμή και η υπόληψη από δημοσίευμα και τηλεοπτική ή ραδιοφωνική εκπομπή, είναι αντισυνταγματική.
(β) Ο νόμος 3126/2003 συνιστά την απόλυτη ειρωνεία για τον Βενιζέλο: τον τιτλοφόρησε “νόμο ποινικής ευθύνης των υπουργών” αλλά έμεινε στην γλώσσα μας ως “νόμος μη ευθύνης υπουργών”.
Είναι σαφές ότι ο εν λόγω νόμος, τον οποίο πολλοί νομομαθείς χαρακτηρίζουν ως “ανήθικο προνόμιο των υπουργών”, φτιάχτηκε από τον Βαγγέλα με σκοπό να εξασφαλιστεί η ατιμωρησία των υπουργών. Σ’ αυτόν τον κατάπτυστο νόμο ορίζεται ότι (Ι) η άδεια για την έναρξη διαδικασίας δίωξης -ή ακόμη και απλής ανάκρισης- υπουργού δίνεται μόνο από την βουλή και (ΙΙ) η περίοδος της παραγραφής όλων των αδικημάτων των υπουργών δεν είναι ημερολογιακή αλλά διαρκεί δύο βουλευτικές συνόδους, όσο κι αν διαρκέσουν αυτές.
Τι μας λέει μ’ αυτό το τερατούργημα ο Βενιζέλος; Μας λέει ότι εκεί όπου για το αδίκημα ενός απλού πολίτη ισχύει παραγραφή μετά από δέκα χρόνια, για έναν υπουργό μπορεί να ισχύσει παραγραφή μέσα σε έξι μήνες, αν στο χρονικό αυτό διάστημα προκηρυχθούν δυο φορές εκλογές. Ερωτώ, για παράδειγμα: θυμάστε πού κατέληξε η περίπτωση των υπουργών Δούκα, Κοντού και Μπασιάκου, για τους οποίους η ανάκριση είχε συγκεντρώσει επαρκή στοιχεία στοιχειοθέτησης αδικημάτων στην περίφημη υπόθεση του Βατοπεδίου; Πουθενά. Γιατί; Επειδή η ιστορία άρχισε το 2003 και το 2007 είχαμε εκλογές, όταν ο Καραμανλής έκλεισε εσπευσμένα την βουλή το καλοκαίρι του 2009 για να ξαναπάμε σε εκλογές συμπληρώθηκαν δυο βουλευτικές σύνοδοι και η υπόθεση παραγράφηκε.
Η πλάκα είναι ότι η παραγραφή ισχύει μόνο για τους υπουργούς και όχι για τους συνεργάτες τους, όπως έχει αποφανθεί και ο εισαγγελέας Σανιδάς. Έτσι, αν ένας υπουργός μοιραστεί μια μίζα με τον γραμματέα του και η υπόθεση αποκαλυφθεί μετά από δυο βουλευτικές συνόδους, ο μεν γραμματέας πάει κατηγορούμενος ο δε υπουργός πάει για καφέ.
Και μια λεπτομέρεια, για όσους δεν την γνωρίζουν. Ο Άκης δεν πήγε φυλακή κατηγορούμενος για όσα έκανε ως υπουργός, επειδή ό,τι κι αν είχε κάνει είχε παραγραφεί. Πήγε για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, αδίκημα που είναι διαρκές και δεν υπόκειται σε παραγραφή.
Για τον νόμο 3885/2010 και όλη την σπαρταριστή ιστορία με τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και τα υποβρύχια που χρυσοπληρώσαμε αλλά δεν είδαμε ποτέ, σας παραπέμπω στην σειρά κειμένων που δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Οκτώβριο σε τούτη την γωνιά με τον γενικό τίτλο “Το μουσούδι”. Ο Βενιζέλος (αυτός είναι το μουσούδι) εμφανίζεται από το τέταρτο κείμενο της σειράς (“Το υποβρύχιο που γέρνει“) και μετά. Ανατρέξτε, διαβάστε, απολαύστε και αναφωνήστε όλοι μαζί:
Ω! Μπένυ, Μπένυ…
γράφει ο Θοδωρής Αθανασιάδης
apneagr.blogspot.com