Ο Χρήστος Χωμενίδης γράφει για «το γέλιο που θα θάψει τους Χρυσαυγίτες»
Με άρθρο του στο protagon.gr, ο Χρήστος Χωμενίδης αναλύει τη δική του πρόταση για
την αντιμετώπιση των Χρυσαυγιτών. Ακολουθεί το κείμενό τουμε τίτλο «Ένα γέλιο θα τους θάψει»:
«Πώς θα θελα να ξεριζώσω τις γλώσσες και τα αρ…ια αυτών των πιθήκων!», έγραψε ένας παλιός μου φίλος στο facebook, κάτω από μια φωτογραφία των βουλευτών της Χρυσής Αυγής. Η υποδοχή της φαντασίωσής του ήταν θριαμβευτική: Διακόσια likes πήρε μέσα σε μία ώρα. «Κατήντησες ανεπαισθήτως σαν κι εκείνους;», τον ρώτησα.
Όχι μονάχα διέγραψε αυθωρεί το σχόλιό μου, αλλά με πέταξε και στο πυρ το εξώτερον. «Δεν θέλω να έχω πλέον καμιά σχέση μαζί σου!», μου ανακοίνωσε. Θα με θεώρησε φαίνεται μαλθακό, φλώρο. Μπορεί -ποιος ξέρει;- και να με υποπτεύθηκε ακόμα ως κρυφοσυμπαθούντα τα ναζιστικά καθάρματα…
Ο αντιφασισμός στις μέρες μας δεν σηκώνει ενστάσεις. Όσο ενισχύεται δημοσκοπικά η Χρυσή Αυγή, τόσο πρέπει εμείς να ανεβάζουμε τους τόνους. Συγκροτούμε έτσι ένα μαχητικό και αρραγές δημοκρατικό μέτωπο, που οι μπροστάρηδές του μπορεί να κάνουν τηλεοπτική ή ακόμα και κοινοβουλευτική καριέρα.
Στους κόλπους μας, η μόνη διαφωνία που νοείται είναι ανάμεσα στους οπαδούς της θεωρίας των δύο άκρων -του «φαιοκόκκινου μετώπου»- και σε εκείνους που πιστεύουν ότι οι ναζί δρουν πάντα και παντού ως το μακρύ χέρι του καπιταλισμού. Ενώπιον ωστόσο του κοινού κινδύνου, και οι μεν και οι δε τραγουδάνε στη διαπασών το «Ακορντεόν» του Λοΐζου και επαναλαμβάνουν σαν ξόρκι την περίφημη φράση που αποδίδεται στον Μπρεχτ ενώ ανήκει σε έναν Γερμανό πάστορα: «Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής… Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου». Στο μεταξύ, η Χρυσή Αυγή ακάθεκτη καλπάζει…
Αν θέλουμε να ’μαστε ειλικρινείς, πρέπει καταρχάς να παραδεχθούμε ότι το πνεύμα του Μιχαλολιάκου είχε διαποτίσει ένα κρίσιμο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες: Χρυσαυγίτικης έμπνευσης δεν ήταν το σύνθημα «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ»; Χρυσαυγίτικης νοοτροπίας δεν ήταν οι λαοσυνάξεις, με τους παπάδες να ανεμίζουν λάβαρα και να καλούν το ποίμνιο να πάρει την Πόλη και την Αγιά Σοφιά;
Χρυσαυγίτικης αισθητικής δεν ήταν οι μποντιμπιλντεράδες με το μυαλό πτηνού, που θριάμβευαν στα ριάλιτι τηλεπαιχνίδια, Big Brother και δεν συμμαζεύεται; Απλώς όλοι οι παραπάνω, που δονούνταν από τα «ελληνόψυχα ιδανικά», όποτε ερχόταν η ώρα της κάλπης, εξαγοράζονταν με ρουσφέτια και πύκνωναν τις γραμμές των κομμάτων εξουσίας. Με το που χρεοκόπησε το κράτος και οι πολιτικοί στερήθηκαν τη δυνατότητα να «εξυπηρετούν» τον κάθε ψηφοφόρο και το σόι του, η οργή ξεχείλισε και οι μάσκες έπεσαν.
Η συντεταγμένη δημοκρατική μας πολιτεία άργησε -όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει- να αντιληφθεί και να αντιδράσει στην απειλή. Εάν η Χρυσή Αυγή είχε τεθεί εκτός νόμου όσο βρισκόταν στο 0,3%, ενδεχομένως οι σημερινοί της ψηφοφόροι να είχαν πυκνώσει τις τάξεις ενός λιγότερο επιθετικού, πιο «εξευγενισμένου» μορφώματος σαν εκείνο το ΛΑΟΣ, το οποίο επεδίωκε να μπει στα μουλωχτά στο σύστημα κι όχι να το ανατρέψει.
Εάν κάποιος με την αποφασιστικότητα του Γιώργου Καμίνη είχε συλλάβει τον Ηλία Κασιδιάρη μόλις άστραψε τα τηλεοπτικά χαστούκια του, ίσως και να δινόταν εγκαίρως το μήνυμα του νόμου και της τάξης. Το λυσσασμένο ροντβάιλερ αν δεν μπορείς να το θεραπεύσεις, τουλάχιστον ας του φορέσεις φίμωτρο. Πολύ φοβάμαι, ωστόσο, ότι σύντομα και το ανθεκτικότερο φίμωτρο θα αποδειχθεί ανεπαρκές…
Δεν είναι η εξηνταπεντάχρονη κυρία, η οποία αντιλαμβάνεται τη Χρυσή Αυγή σαν ασπίδα εναντίον των «κακών ξένων». Δεν είναι καν ο σαραντάρης άνεργος που θέλει να τιμωρήσει το κατεστημένο. Είναι ο πιτσιρίκας εκείνος που κυρίως με τρομάζει. Μια ένταση της αστυνόμευσης στις γειτονιές, θα φέρει πιθανότατα την κυρία στα συγκαλά της.
Ένα σταδιακό άνοιγμα της πιάτσας και της αγοράς θα επανεντάξει πολλούς άνεργους στην πραγματική οικονομία, έστω και από ασθενέστερη θέση, θα τους δώσει την ευκαιρία να ξανασταθούν κάπως στα πόδια τους. Για τα παιδιά όμως που γεννήθηκαν στο γύρισμα της χιλιετίας, η κρίση αποτελεί απλώς την αφορμή. Και το τυχόν αργό ξεπέρασμά της δεν θα τους συγκινήσει στο ελάχιστο.
Δεν ξέρω εάν το έχουν αντιληφθεί οι επαγγελματίες παρατηρητές και οι επίδοξοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, αλλά η Χρυσή Αυγή είναι στις νεαρότερες ηλικίες πολύ «της μόδας». Είναι trendy, όπως θα λέγαμε τον καιρό του life-style. Μυριάδες πιτσιρίκια, αμφοτέρων των φύλων, θέλγονται από τα κουρέματα και τα καμώματα των αγοριών με τις μαύρες μπλούζες. Ενθουσιάζονται με τις επιδείξεις δύναμης και αρρενωπότητας, με το «δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου», με το «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος».
Δεν είναι δα παράξενο: Όταν ο δημόσιος λόγος ηχεί τόσο ξύλινος, το γνήσιο ξύλο από φρικιαστικό γίνεται ελκυστικό. Όταν οι μεγάλοι μπερδεύουν διαρκώς τα λόγια και τα βήματά τους, βουλιάζουν στο έλος των αντιφάσεών τους, δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται παρά για τα προσχήματα, τότε οι μικροί ενδίδουν στη γοητεία των «καθαρών μηνυμάτων». Εντάσσονται στις παραστρατιωτικές ομάδες της Χρυσής Αυγής και νιώθουν καταλύτες και κληρονόμοι του μέλλοντος. «Tommorrow belongs to me», έψαλλε ο κατάξανθος εκπρόσωπος της ναζιστικής νεολαίας στην ανατριχιαστικότερη ίσως σκηνή του «Cabaret».
Το αυτί αυτών των παιδιών δεν ιδρώνει με «Ακορντεόν», Μπρεχτ και Ρίτσους. Τους θεωρούν φλύαρους και παρωχημένους. Οι δε εξάρσεις του αντιφασιστικού μετώπου τούς φαίνονται απλώς υστερικές. «Για να έχουν πάθει όλοι ετούτοι πανικό, κάτι θα παίζει με τη Χρυσή Αυγή», σκέφτονται. Όπως περίπου σκεφτόμασταν κι εμείς στην ηλικία τους όταν οι μαμάδες μας μάς απαγόρευαν να καπνίζουμε και να τρώμε τζανκ-φουντ. Όποιος γνωρίζει στοιχειώδη παιδαγωγική, γνωρίζει το μηδενικό -ή και αντίθετο του επιθυμητού- αποτέλεσμα που φέρνουν οι απαγορεύσεις γενικά. Ο γονιός ή κηδεμόνας που εμμένει σε αυτές είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένας αφελής και στη χειρότερη ένας οκνηρός με μόνη του έννοια να μην έχει το κρίμα στο λαιμό του…
Τι προτείνω; – θα ρωτήσετε. Να περιμένουμε απ’ τους πιτσιρικάδες να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν; Να επενδύσουμε σε μια εκ βάθρων εκπαιδευτική μεταρρύθμιση -όχι από το πανεπιστήμιο και το λύκειο, αλλά από το νηπιαγωγείο- η οποία, φευ!, και αύριο να ξεκινούσε, θα απέδιδε καρπούς μετά από μια δεκαετία; Ή μήπως να συμφιλιωθούμε με το ενδεχόμενο να γίνει η Χρυσή Αυγή δεύτερη δύναμη; Θεός φυλάξοι!
Εάν είχα την οικονομική δυνατότητα, θα απευθυνόμουν στην καλύτερη διαφημιστική εταιρεία, στους πιο δαιμόνιους κειμενογράφους και γραφίστες. Θα τους παράγγελνα μιαν εκστρατεία όχι με αντιναζιστικά συνθήματα και εικόνες από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε εκείνα οι έφηβοι έχουν δυστυχώς αποκτήσει ανοσία, ας όψονται οι βαρετοί τους δάσκαλοι. Χωρίς επικολυρικές εξάρσεις – με «ύπουλα», καυστικά αστεία. Με ευρήματα τα οποία δεν θα προβάλλουν τον κίνδυνο, αλλά τη γελοιότητα της Χρυσής Αυγής. Που θα περνούν το μήνυμα ότι ο Χρυσαυγίτης είναι ένας τζάμπα μάγκας, ένα στερημένο μαμόθρεφτο, ένας μπουχέσας καλυπτόμενος πίσω από τα καδρόνια και τις μπότες. Θα διοχέτευα στην κοινωνία ανέκδοτα -όπως εκείνα που αδίκως φορτώθηκαν οι Πόντιοι- με ήρωες Χρυσαυγίτες. Θα κατεδείκνυα ότι τα ξυρισμένα τους κρανία είναι ακατοίκητα, πως κάτω απ’ τα στρατιωτικά τους παντελόνια συνήθως κρύβεται ένα μικρούτσικο πουλάκι… Όταν η λέξη Χρυσαυγίτης γίνει στη γειτονιά και στο σχολείο συνώνυμο του σούργελου, ο εφιάλτης θα έχει λάβει τέλος.
Κοντολογής, μονάχα ένα γέλιο θα τους θάψει.
Πηγή: protagon.gr
|