Π.χ., αργότερα θα μιλήσουμε για μοντέλα κατηγοριοποίησης.
Τέτοια μοντέλα μας επιτρέπουν να προβλέψουμε τον τρόπο με τον οποίο ένα νέο αντικείμενο θα κατηγοριοποιηθεί σε υπάρχουσες κατηγορίες. Π.χ., το κατά το μοντέλο ομοιότητας παραδειγμάτων, η πιθανότητα με την οποία θα κατατάξουμε ένα αντικείμενο Χ σε μια κατηγορία Α υπολογίζεται βάσει της ομοιότητας του Χ με όλα τα μέλη της Α. Για να υπολογίσουμε αυτές τις ομοιότητες, όμως χρειαζόμαστε κάποιο είδος αναπαράστασης του αντικειμένου Χ και αναπαράστασης των μελών της κατηγορίας Α. Αν δεν έχουμε κάποια ιδέα για τη μορφή του Χ και των μελών της κατηγορίας Α δεν είναι συνήθως δυνατό να προσδιορίσουμε τα μοντέλα σε κάποιο ικανοποιητικό βαθμό. Επομένως, το πρακτικό μας πρόβλημα είναι: Τι είδους αναπαραστάσεις είναι κατάλληλες για τα μοντέλα που προτείνονται στις γνωσιακές επιστήμες. 2) Έχουμε ένα θεωρητικό πρόβλημα.Τα περισσότερα μοντέλα στις γνωσιακές επιστήμες προφανώς συνήθως εξετάζονται κάτω από ιδιαίτερα εξειδικευμένες συνθήκες. Π.χ., έχουμε ένα μοντέλο για την κατηγοριοποίηση, κατά το οποίο ένα νέο στοιχείο κατατάσσεται σύμφωνα με την ομοιότητα του στοιχείου με τα υπάρχοντα στοιχεία των υποψήφιων κατηγοριών. Προφανώς, θα ήταν αδύνατο να εξετάσουμε ένα τέτοιο μοντέλο με πραγματικά αντικείμενα σε σχέση με πραγματικές κατηγορίες στην εμπειρία μας. Ο λόγος είναι ότι κάθε κατηγορία μας αποτελείται από χιλιάδες πιθανά παραδείγματα (εφ’ όσον δεχτούμε το μοντέλο). Π.χ., πόσες γάτες έχουμε δει; Επομένως, οι αναπαραστάσεις οι οποίες προτείνονται για να καλύψουν τις ανάγκες τέτοιων μοντέλων είναι, σε γενικές γραμμές, σχετικά απλές. Η θεωρία είναι ότι αυτές οι απλουστευμένες αναπαραστάσεις προσεγγίζουν ικανοποιητικά τις πραγματικές αναπαραστάσεις σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιτρέπουν ακριβείς προβλέψεις των μοντέλων. Π.χ., σε λίγο θα δούμε ότι ένα ιδιαίτερα δημοφιλές είδος αναπαραστάσεων αποτελείται από λίστες χαρακτηριστικών: |
Η αναπαράσταση για μία γάτα θα έχει τη μορφή μιας λίστας όπως ‘γούνα, τέσσερα πόδια, ευέλικτη, συνήθως φιλική με ανθρώπους, τρώει κατά βάση κρέας κτλ.’
Προφανώς, κανένας δεν υποστηρίζει ότι νοητικά μια τέτοια αναπαράσταση ρεαλιστικά ανταποκρίνεται στην ψυχολογική αναπαράσταση που έχουμε για τις γάτες. Παρ’ όλα αυτά, θεωρείται ότι είναι μια αρκετά ακριβής προσέγγιση ώστε να μπορούμε τη χρησιμοποιήσουμε στα πλαίσια κάποιου μοντέλου κατηγοριοποίησης. Ένα εύλογο ερώτημα επομένως είναι ότι τι είδους υποθέσεις έχουμε για την πραγματική μορφή των νοητικών αναπαραστάσεων. Αυτό είναι και το θεωρητικό μας πρόβλημα |
Στόχος των σχετικών μαθημάτων είναι να παρουσιάσουμε κατ’ αρχάς κάποιες προσεγγίσεις στα πλαίσια του πρακτικού προβλήματος των αναπαραστάσεων.
Γνώση αυτών των προσεγγίσεων θα αποτελέσει τη βάση και για τις δικές σας πειραματικές προσπάθειες στα πλαίσια της γνωσιακής ψυχολογίας αλλά και για την αξιολόγηση την οποία θα πρέπει να είστε σε θέση να κάνετε σε άλλες εργασίες. Πολλές φορές η εγκυρότητα μιας μελέτης μειώνεται από ακατάλληλες παραδοχές όσον αφορά τις αναπαραστάσεις που χρησιμοποιούνται. Επιπλέον, θα αναφερθούμε σε κάποιες μελέτες οι οποίες σχετίζονται με τη γενικότερη έρευνα στις αναπαραστάσεις, στον τομέα τον ‘φανταστικών αναπαραστάσεων’ (imagery) |
Το πρακτικό πρόβλημα των αναπαραστάσεων.Ένα πρόβλημα το οποίο είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο στις γνωσιακές επιστήμες είναι ο υπολογισμός της ψυχολογικής ομοιότητας μεταξύ στοιχείων στην εμπειρία μας. Π.χ., ας υποθέσουμε ότι προσπαθούμε να σχεδιάσουμε ένα απλό πείραμα κατηγοριοποίησης ή μάθησης το οποίο περιλαμβάνει κάποια απλά φρούτα και λαχανικά. (Στη Μεγάλη Βρετανία υπάρχει μια σημαντική ερευνητική προσπάθεια στην οποία χρησιμοποιούνται μοντέλα μάθησης από τις γνωσιακές επιστήμες με στόχο την προώθηση της κατανάλωσης λαχανικών από μικρά παιδιά.) Αν ξεκινήσουμε με τέσσερα απλά αντικείμενα:
Νοητικές αναπαραστάσεις | Τρέλα είναι απλά μια άλλη μορφή της συνείδησης |