Γράφει ο Χρήστος Μπουσιούτας
Είμαστε μια κοινωνία που ποτέ δεν έμαθε να λέει αλήθειες, μόνο να χαϊδεύουμε τα αυτιά, με υπερβολική απλοποίηση και αθώες γενικεύσεις.
Κάποτε θα πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους σε αυτή την χώρα.
Ποια διαπραγμάτευση; Αυτή την στιγμή δεν γίνεται διαπραγμάτευση.Μια λυσσαλέα αντιπαράθεση και σύγκρουση γίνεται.Ένα ιδιότυπο μπρα-ντε-φερ μεταξύ του Σόιμπε και του Βαρουφάκη παρακολουθούμε.
Άλλωστε τι διαπραγμάτευση να κάνουν άνθρωποι που δεν μιλούν μεταξύ τους, που ο ένας όχι μόνο δεν συμπαθεί τον άλλον, αλλά οι 18 μισούν τον έναν και ο ένας τους 18 και η μόνη τους επιθυμία είναι ο ένας να ξεσκίσει τις σάρκες του άλλου, αδιαφορώντας για την ΑΠΑΙΤΗΣΗ όλων των λαών για έναν ΕΝΤΙΜΟ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟ. Για ποια διαπραγμάτευση μιλάμε.
Η λέξη συμβιβασμός και αμοιβαίες υποχωρήσεις, δεν υπάρχουν πια στο λεξιλόγιο τους.
Απλά υπάρχουν δύο πλευρές που προσπαθούν να επιβάλουν τους όρους τους.
Διαπραγμάτευση σημαίνει, να κάθονται στο ίδιο τραπέζι άνθρωποι που μιλούν την «ίδια» γλώσσα, που τους χωρίζει κάτι αλλά προσέρχονται με διάθεση να τα βρουν, που αγωνίζονται για τον ίδιο σκοπό, που κάτι τους δένει και επιθυμούν να παραμείνουν στην ίδια πλευρά της όχθης.
Αντί αυτού, τι έχουμε;
Από την μια πλευρά, τον Σόιμπλε και τα τσιράκια του, που ουσιαστικά το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να δουν γονατιστό και ακυρωμένο τον Έλληνα υπουργό οικονομικών Βαρουφάκη, που σαν αγκάθι τους έχει μπει στα πλευρά και από την άλλη τον υπερόπτη και ξερόλα Βαρουφάκη που θέλει να αποδείξει με τις κουραστικές «δημιουργικές ασάφειες» του, ότι όλοι μπροστά του δεν αξίζουν τίποτα, ότι κατέχει την μόνη αλήθεια, ξεχνώντας ότι: «Η ανάγκη να έχεις πάντα δίκιο, σφραγίδα ενός χυδαίου πνεύματος» όπως έλεγε ο Καμύ.
Πρέπει να μάθουν οι δύο πλευρές ότι: ο καλύτερος τρόπος να εξασφαλίσεις μια σταθερή σχέση και συμφωνία, είναι να αποφεύγεις να χρησιμοποιείς την δύναμη σου για να αδικείς τον άλλον, αλλά και ο άλλος να μην επικαλείται την απόφαση του να «πεθάνει» για να εκβιάζει.
Αυτά συμβαίνουν σε επίπεδο Γιούρογκρουπ, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σε επίπεδο Κυβερνήσεων.
Εκείνο που ενδιαφέρει περισσότερο την Μέρκελ δεν είναι η διαπραγμάτευση, αλλά να σύρει σε ένα νέο μνημόνιο την Ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθώντας να την αποδομήσει στα μάτια των Ελλήνων ψηφοφόρων της και να προλάβει τις πολιτικές εξελίξεις σε Ισπανία – Πορτογαλία, στέλνοντας ένα μήνυμα στους λαούς της Ισπανίας και Πορτογαλίας, στηρίζοντας τον Ραχόι στην μάχη του με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας και τον Αντόνιο Κόστα στην Πορτογαλία.
Από την άλλη πλευρά ο Αλέξης, με «Μπαρουφάκειες» ασάφειες, προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, παραμένοντας στις σκληρές του θέσεις, περί «θεσμών» και «τεχνικών κλιμακίων», ευελπιστώντας ότι οι εκλογές του Σεπτεμβρίου σε Ισπανία και Πορτογαλία θα φέρουν στην εξουσία τους «Podemos» και το σοσιαλιστικό κόμμα στην Πορτογαλία, δημιουργώντας έτσι συμμαχίες για να μην νοιώθει μόνος απέναντι στα «σκυλιά».
Και ο Ελληνικός λαός να παρακολουθεί με ανάμικτα συναισθήματα αυτό το πολιτικό παιχνίδι.
Άλλοι μένουν άφωνοι με αυτό το παιχνίδι και δεν το επιθυμούν , η πλειοψηφία να νοιώθει ότι η Κυβέρνηση ανθίσταται σθεναρά και νοιώθουν περήφανοι γιαυτό και κάποιοι αμετανόητοι νοσταλγοί των προηγούμενων κυβερνήσεων, προσδοκούν την ταπείνωση του Αλέξη, για να δικαιωθούν οι δικές τους εγκληματικές επιλογές, ξεχνώντας ότι πρέπει να είσαι πολύ ηλίθιος, για να εύχεσαι το καράβι που είσαι συνεπιβάτης να πέσει στα βράχια.