Η μεγαλύτερη χρεοκοπία αυτής της χώρας είναι – πως έφτασε στο σημείο – μια χούφτα βουλευτές (και μάλιστα του θερινού τμήματος), οι οποίοι στην πλειοψηφία τους, δεν γνωρίζουν στο κατ’ ελάχιστο αυτά που ψηφίζουν, να βάζουν μέσα σε μια μέρα με την ψήφο τους, ταφόπλακα στο μέλλον των επόμενων γενεών Ελλήνων…
Είναι σαφές πως η κοινή γνώμη δεν γνωρίζει «τι εστί ΔΕΗ»… Ούτε καν οι βουλευτές που θα ψηφίσουν για να ιδιωτικοποιηθεί, δεν….
έχουν αντιληφθεί «τι πάνε να πουλήσουν»…
Παραθέτουμε παρακάτω μια ομιλία του πρώην Γενικού Διευθυντή Παραγωγής της ΔΕΗ κ. Αβραάμ Μιζάν στο ΙΕΝΕ το 2012 για τον ρόλο των λιγνιτικών Μονάδων στην περαιτέρω ανάπτυξη του ηλεκτρικού συστήματος στη χώρα μας.
Αν διαβάσει κάποιος προσεκτικά την ανάλυση του κ. Μιζάν θα διαπιστώσει, πως η Ελλάδα έχει επαρκέστατα αποθέματα μαύρου θησαυρού (λιγνίτη), ωστόσο η ΔΕΗ είναι μια γερασμένη εταιρία με λιγνιτικές μονάδες λίγο πριν την «σύνταξη».. Για να είμαστε ακριβείς… Μετά τον ακρωτηριασμό του 30% της ηλεκτροπαραγωγής και την ιδιωτικοποίηση του, η οποία περιέχει την πιο καινούργια λιγνιτική μονάδα (Μελίτη Φλώρινα), η ΔΕΗ από ηλικιωμένη, γίνεται «παλιόγρια»… Στην λόγω ποιοτικών χαρακτηριστικών των μονάδων που δίνονται, ο ακρωτηριασμός ξεπερνάει κατά πολύ το 50%!!!
Ποιος φταίει γι’ αυτό; Σίγουρα ΟΧΙ η ίδια η ΔΕΗ… Ούτε καν οι παρωχημένοι συνδικαλησταράδες της ΓΕΝΟΠ tours και τα προνόμια τους… Όταν η ΔΕΗ στο όνομα της ελεύθερης αγοράς, δεν της επιτρεπόταν για πάρα πολλά χρόνια να εκσυγχρονίσει τις μονάδες της, έφτασε στην κατάντια που έφτασε… Και μιας και μιλάμε για ιδιωτικοποίηση και ελεύθερη αγορά, θα πρέπει να σημειώσουμε, πως αυτοί που έχουν οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν την «μικρή ΔΕΗ», δεν είναι ιδιώτες… Ειδικά Έλληνες… Οι Έλληνες «επενδυτές» στην ουσία είναι κάτι κρατικοδίαιτα λιγούρια, που το παίζουν μεγαλοκαρχαρίες με τα λεφτά του Ελληνικού λαού… Τη «μικρή ΔΕΗ» έχουν τη δυνατότητα να την αγοράσουν οι κρατικές εταιρείες ενέργειας, ευρωπαϊκών κρατών… Δηλαδή από το Ελληνικό μονοπώλιο, πάμε σε ευρωπαϊκό κρατικό μονοπώλιο… Για την ακρίβεια στη δημιουργία αποικιοκρατικών μονοπωλίων, με το «γοητευτικό» περίβλημα της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας…
Ακολουθεί η ομιλία τουΓενικού Διευθυντή Παραγωγής της ΔΕΗ κ. Αβραάμ Μιζάν
Ο Ρόλος των λιγνιτικών Μονάδων στην
περαιτέρω ανάπτυξη του ηλεκτρικού συστήματος
στη χώρα μας
Κυρίες και Κύριοι,
Ξεκινώντας θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το ΙΕΝΕ που μου έδωσε την ευκαιρία να μπορέσω να μοιρασθώ μαζί σας μια σειρά από προβληματισμούς για το ρόλο του λιγνίτη και των λιγνιτικών Μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στην περαιτέρω ανάπτυξη του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας μας.
Προβληματισμούς που πηγάζουν από μία σειρά παραγόντων όπως είναι για παράδειγμα:
Η ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας μας σε ηλεκτρική ενέργεια, σε συνδυασμό και με την υφιστάμενη οικονομική κρίση που μας πλήττει τα τελευταία χρόνια.
Η στοχαστικότητα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και η αδυναμία τους να καλύψουν τις ανάγκες μας 24 ώρες το 24ωρο 7 ημέρες την εβδομάδα.
Η μεγάλη ρευστότητα τιμών ανταγωνιστικών καυσίμων ηλεκτροπαραγωγής όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και ο λιθάνθρακας, που υπόκεινται σε κανόνες αγοράς, κανόνες δηλαδή προσφοράς και ζήτησης, σε αντίθεση με το λιγνίτη που εκ της φύσεως του (δηλαδή χαμηλή θερμογόνος δύναμη, υψηλή υγρασία και τέφρα), δεν συμφέρει να μεταφέρεται σε ακτίνα μεγάλων αποστάσεων.
Οι χρονικές αβεβαιότητες των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα καύσης του λιγνίτη, αλλά και στον τομέα συλλογής και αποθήκευσης του CO2 για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Οι αβεβαιότητες του τρόπου εφαρμογής της τρίτης φάσης του συστήματος εμπορίας εκπομπών CO2 στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την αποδειχθείσα και στη δεύτερη φάση αδυναμία της τιμής των
δικαιωμάτων εκπομπών να σηματοδοτεί με συνέπεια την εφαρμοζόμενη από την Ε.Ε. πολιτική στον τομέα καταπολέμησης του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Οι αναμενόμενες αλλαγές του τρόπου λειτουργίας της αγοράς του ηλεκτρισμού στη χώρα μας
Πριν 1,5 μήνα θα είχα συμπεριλάβει στους προβληματισμούς το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος Ορυχείων και Λιγνιτικών Μονάδων της ΔΕΗ Α.Ε.
Με πρόλαβε η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που απέρριψε τις αιτιάσεις της Ε.Ε. για δήθεν χειραγώγηση της αγοράς του ηλεκτρισμού από τη ΔΕΗ και κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της, λόγω χορήγησης αποκλειστικών δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης του λιγνίτη.
Ευελπιστώ ότι η απόφαση αυτή απαλλάσσει τη ΔΕΗ από υλοποίηση δεσμεύσεων που είχαν επιβληθεί από την Επιτροπή και αναμένω η Πολιτεία να προχωρήσει, όταν το κρίνει σκόπιμο, τις διαδικασίες δημοπράτησης των παραχωρήσεων για το λιγνίτη της Βεύης, της Ελασσόνας και της Δράμας χωρίς να αποκλείει τη ΔΕΗ Α.Ε. από τις διαδικασίες αυτές.
Ας δούμε σύντομα και περιληπτικά από πού ξεκινήσαμε και πού φθάσαμε στον τομέα εξόρυξης του λιγνίτη και εκμετάλλευσης αυτού για παραγωγή Η.Ε. Ξεκινήσαμε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 με το υπόγειο Ορυχείο Αλιβερίου που τροφοδοτούσε τρεις Μονάδες συνολικής ισχύος 230 MW. Ο
καλής ποιότητας λιγνίτης εξαντλήθηκε το 1980 και όλες οι Μονάδες μετασκευάσθηκαν για καύση μαζούτ.
Το 1955 συστάθηκε η ΛΙΠΤΟΛ για την ανάπτυξη των επιφανειακών Ορυχείων Λιγντίτη της περιοχής Πτολεμαΐδας. Σκοπός της η παραγωγή μπρικέτας λιγνίτη, η χρήση του λιγνίτη για παραγωγή λιπασμάτων και για ηλεκτροπαραγωγή.
Η ΛΙΠΤΟΛ για την εξυπηρέτηση των αναγκών της εγκατέστησε 2 λιγνιτικές Μονάδες ισχύος 10 και 33 MW.
Τα έτη 1959, 1962 και 1965 άρχισαν να λειτουργούν η πρώτη, η δεύτερη και η τρίτη Μονάδα του ΑΗΣ Πτολεμαΐδας της ΔΕΗ ισχύος 70, 125 και 125 MW, αντίστοιχα. Από την έναρξη της λειτουργίας του ΑΗΣ Πτολεμαΐδας το 90% της ΛΙΠΤΟΛ εξαγοράσθηκε από τη ΔΕΗ. Η ενοποίηση των δύο εταιρειών επήλθε με συγχώνευση που έλαβε χώρα το 1975.
Παράλληλα με την ανάπτυξη των ορυχείων και μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στην περιοχή της Πτολεμαΐδας ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και η ανάπτυξη των Ορυχείων και μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στη Μεγαλόπολη της Πελοποννήσου, και το έτος 1970 τέθηκαν σε λειτουργία στον ΑΗΣ Μεγαλόπολης δύο Μονάδες των 125 MW η κάθε μία.
Έτσι η δεκαετία του 1970 ξεκινάει με λιγνιτικό παραγωγικό δυναμικό ισχύος 843MW (Αλιβέρι 230 MW, Μεγαλόπολη 250 MW, Πτολεμαΐδα 363 MW), σε σύνολο 2.600 MW στο ηπειρωτικό σύστημα.
Το 1981 το λιγνιτικό ηλεκτροπαραγωγικό δυναμικό ανέρχεται σε 2.413 MW σε σύνολο 5.500 MW στο ηπειρωτικό σύστημα. Έχει ολοκληρωθεί ο ΑΗΣ Καρδιάς με τέσσερες Μονάδες των 300 MW η κάθε μία και λειτουργούν επίσης η τρίτη Μονάδα της Μεγαλόπολης και η τέταρτη της Πτολεμαΐδας,
ισχύος 300 MW η κάθε μία. Τα 230 MW του Αλιβερίου καίνε πλέον μαζούτ.
Η ένταξή μας στην ΕΟΚ σηματοδοτεί μια ιστορική απόφαση του Δ.Σ. της ΔΕΗ υπό την ηγεσία του αγαπητού κ. Μωυσή. Αποφασίζεται η περαιτέρω ανάπτυξη Ορυχείων και ηλεκτροπαραγωγικών Μονάδων και συμβολαιοποιείται η κατασκευή των ενεργειακών κέντρων Αγίου Δημητρίου Κοζάνης και Αμυνταίου. Προστίθενται 6 Μονάδες συνολικής ισχύος 1.820 MW που τέθηκαν σε λειτουργία τα έτη 1984 ÷ 1987. Το 1991 τέθηκε επίσης σε λειτουργία η τέταρτη Μονάδα της Μεγαλόπολης ισχύος 300 MW. Η ΔΕΗ διαθέτει πλέον 4.533 MW λιγνιτικής παραγωγής και το 1995 η εξόρυξη λιγνίτη από τις λιγντιτοφόρες περιοχές Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης ανέρχεται σε 55 εκατομμύρια τόνους.
Τα επόμενα χρόνια μόνο δύο νέες λιγνιτικές Μονάδες εντάχθηκαν στο σύστημα το έτος 1997 στον ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου ισχύος 375 MW και το έτος 2003 στον ΑΗΣ Φλώρινας ισχύος 330 MW, αναβιβάζοντας το λιγνιτικό παραγωγικό δυναμικό της χώρας σε 5.236 ΜW. Η παραγωγή λιγνίτη το έτος 2004 έφθασε τους 71,9 εκατομμύρια τόνους κατανεμημένους σε σχέση 4:1 μεταξύ Δυτικής Μακεδονίας και Μεγαλόπολης.
Η ΔΕΗ επικεντρώθηκε περισσότερο σε περιβαλλοντικές αναβαθμίσεις των λιγνιτικών παραγωγικών της Μονάδων αντικαθιστώντας τα Η/Σ Φίλτρα τέφρας στον ΑΗΣ Πτολεμαΐδας, ΑΗΣ Καρδιάς, ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου (πλην της πέμπτης Μονάδας) τα Η/Σ Φίλτρα λιγνίτη και τέφρας στον ΑΗΣ
Μεγαλόπολης και εγκαθιστώντας συστήματα αποθείωσης στις Μονάδες των 300 MW του ΑΗΣ Μεγαλόπολης. Εξασφάλισε δηλαδή τη συμβατότητα των Μονάδων της σε σχέση με τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς που ίσχυαν.
Ταυτόχρονα αναβάθμισε μία σειρά Μονάδων για την παροχή θερμικής ενέργειας Τηλεθέρμανσης στις πόλεις της Κοζάνης, της Πτολεμαΐδας του Αμυνταίου και της Μεγαλόπολης. Τέλος με επεμβάσεις στους ατμοστροβίλους των Μονάδων ΙΙΙ & IV του ΑΗΣ Καρδιάς και των αντιστοίχων του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου επιτεύχθηκε μια αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος κατά 50 ΜW περίπου και μια οριακή αύξηση του βαθμού απόδοσης των Μονάδων.
Η βελτίωση του περιβάλλοντος από τις αναβαθμίσεις υπήρξε σημαντική. Σημαντικά ήταν βέβαια και τα ποσά που δαπανήθηκαν για αυτές και τα έσοδα που χάθηκαν από τις αναγκαστικές κρατήσεις των Μονάδων για την υλοποίηση των αναβαθμίσεων.
Παρόλα αυτά, η παλαιότητα σχεδιασμού των περισσοτέρων Μονάδων δεν επέτρεπε οποιαδήποτε ουσιαστική βελτίωση της απόδοσής τους έτσι ώστε να υπάρξει ουσιαστικός περιορισμός των εκπομπών CO2. Αποτέλεσμα αυτού τα μεγάλα μας λιγνιτικά κέντρα του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου και του ΑΗΣ Καρδιάς να φιγουράρουν μεταξύ των πρώτων παγκοσμίως σε εκπομπές αερίων του
θερμοκηπίου. Τα ΜΜΕ πρόβαλαν έντονα το θέμα, οι ΜΗΚΥΟ ακόμα εντονότερα με αποτέλεσμα να εδραιωθεί στον κοινό πολίτη, η πεποίθηση ότι ο λιγνίτης βλάπτει και η παραγωγή Η.Ε. από λιγνίτη πρέπει να εξοστρακισθεί, αφού μεταξύ άλλων επιβαρύνει το λογαριασμό τους ρεύματος και με τα
χρήματα που διατίθενται για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών CO2.
Φθάσαμε έτσι σήμερα, με τη ΔΕΗ Α.Ε. να διαθέτει μετά και την πρόσφατη πολιτική απόφαση για απόσυρση της πρώτης Μονάδας του ΑΗΣ Πτολεμαΐδας, παραγωγικό δυναμικό από λιγνίτη εγκατεστημένης ισχύος 5.200MW, σημαντικό όμως μέρος του οποίου (περίπου 2.000 MW) είναι
πεπαλαιωμένο έχοντας εξαντλήσει ή πλησιάζοντας να εξαντλήσει την οικονομική διάρκεια ζωής του.
Φθάσαμε επίσης η παραγωγή λιγνίτη το έτος 2010 να έχει περιορισθεί σε 56,4 εκατομμύρια τόνους και το έτος 2011 σε 56,8 εκατομμύρια τόνους από τα 71,9 εκατομμύρια τόνους που είχε ανέλθει το έτος 2004 (δηλαδή μείωση πάνω από 20%), χωρίς τούτο να οφείλεται σε μείωση της ζήτησης, λόγω
οικονομικής κρίσης, ούτε σε υψηλές τιμές δικαιωμάτων CO2, ούτε σε χαμηλές τιμές ανταγωνιστικών καυσίμων. Η χώρα μας έχασε, για πρώτη φορά, τη δεύτερη θέση παραγωγού λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27, μετά τη Γερμανία, υποσκελιζόμενη από την Πολωνία που η παραγωγή της αυξάνει
χάριν της εξασφάλισης δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών CO2 για το 70% της ηλεκτροπαραγωγής της μέχρι το 2019.
Η χώρας μας επίσης διαθέτει περίπου 2,7 δισεκατομμύρια εκμεταλλεύσιμου για ηλεκτροπαραγωγή λιγνίτη κατανεμημένου περίπου ως εξής :
150 εκατομμύρια τόνους στη Μεγαλόπολη
1.500 εκατομμύρια τόνους στη Δυτική Μακεδονία (Πτολεμαΐδα, Αμύνταιο, Φλώρινα
170 εκατομμύρια τόνους στην Ελασσόνα
900 εκατομμύρια τόνους στη Δράμα
Στα αποθέματα αυτά θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλα 4 δισεκατομμύρια κ.μ. τύρφης της περιοχής των Φιλίππων που ισοδυναμούν με 1.700 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη.
Τι ρόλο μπορούν λοιπόν να παίξουν τα υφιστάμενα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής από λιγντίτη και ενδεχομένως τα νέα που θα μπορούσαν να κατασκευασθούν εκμεταλλευόμενα τα διαθέσιμα για ηλεκτροπαραγωγή αποθέματα μας;
Μπορεί ο λινγίτης να ανακτήσει το ρόλο που έπαιξε τα τελευταία πενήντα χρόνια; Μπορεί να συντελέσει στην ανάπτυξη;
Ας τα εξετάσουμε με τη σειρά τους.
ΑΗΣ Μεγαλόπολης
Οι δύο πρώτες Μονάδες ισχύος 125 MW η κάθε μία ηλικίας 42 ετών βρίσκονται ήδη από το 2008 σε καθεστώς περιορισμένης λειτουργίας που λήγει στις 31.12.2012 οπότε και θα πρέπει να αποσυρθούν. Ενδεχόμενη κατ’ εξαίρεση συνέχιση της λειτουργίας τους για την κάλυψη μόνο εκτάκτων αναγκών της Πελοποννήσου μέχρι να τεθεί σε λειτουργία ή υπό κατασκευή Μ.Σ.Κ. με φυσικό αέριο, αποστερεί καύσιμο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αποδοτικότερα στις δύο Μονάδες των 300 MW.
Η τρίτη Μονάδα, ηλικίας ήδη 37 ετών, έχει τη δυνατότητα λειτουργίας για 8 επιπλέον έτη (2013-2020) και στη συνέχεια να αποσυρθεί, ή να τεθεί σε ψυχρή εφεδρεία, ενώ η τέταρτη να συνεχίσει να λειτουργεί για τα επόμενα 20 έτη (2013-2032). Υπολογίζοντας μια μέση παραγωγή ανά Μονάδα της τάξεως των 1,6 TWh/έτος και μία μέση κατανάλωση λιγνίτη 2,8 t/MWh η κατανάλωση λιγνίτη θα ανέλθει σε 125 εκατομμύρια τόνους, εξαντλώντας ουσιαστικά το διαθέσιμο απόθεμα του ορυχείου.
ΑΗΣ Πτολεμαΐδας (παλαιός)
Η ηλικία των Μονάδων 2, 3 και 4 είναι αντιστοίχως 50, 47 και 39 έτη. Η λειτουργία της δεύτερης Μονάδας, ισχύος 125 MW, θα μπορούσε να διακοπεί τιθέμενη άμεσα σε ψυχρή εφεδρεία, ενώ η λειτουργία της τρίτης Μονάδας να συνεχισθεί λόγω της παρεχόμενης στην πόλη της Πτολεμαΐδας ενέργειας τηλεθέρμανσης, τουλάχιστον κατά τους χειμερινούς μήνες. Η τέταρτη Μονάδα μπορεί να συνεχίσει την παραγωγή της μέχρι τη λήξη του έτους 2015.
Δεδομένης της ηλικίας των υπόψη Μονάδων δεν φαίνεται να δικαιολογείται οποιαδήποτε επένδυση για να καταστούν συμβατές με τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς της νέας Οδηγίας IED για βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
Επομένως για το χρονικό διάστημα μετά την 01.01.2016 οι Μονάδες μπορούν να τεθούν σε καθεστώς περιορισμένης λειτουργίας και να λειτουργήσουν εξαντλώντας το όριο των 17.500 ωρών πριν από την ένταξη της υπό συμβολαιοποίηση νέας Μονάδας (Μονάδας V) που υπολογίζεται να τεθεί σε λειτουργία το έτος 2020.
Για το διάστημα της τριετίας 2012-2015 η παραγωγή της τρίτης Μονάδας υπολογίζεται να ανέλθει σε 0,63 TWh/έτος και της τέταρτης Μονάδας σε 1,88 GWh/έτος, ενώ για το διάστημα περιορισμένης λειτουργίας 2016-2019 η παραγωγή της τρίτης Μονάδας περιορίζεται σε 0,55 TWh/έτος και της
τετάρτης σε 1,3 TWh/έτος.
Η ανάλωση αποθεμάτων λιγνίτη για τα εν λόγω χρονικά διαστήματα υπολογίζεται σε 5,4 εκατομμύρια/έτος τα έτη 2012-2015 και 4 τόνους εκατομμύρια/έτος για τα έτη 2016-2019.
ΑΗΣ Πτολεμαΐδας (νέος)
Η υπό συμβολαιοποίηση νέα Μονάδα του νέου ΑΗΣ Πτολεμαΐδας (Μονάδα 5) είναι ισχύος 660 MW και έχει τη δυνατότητα παροχής θερμικής ενέργειας 140 MWth. Το κόστος κατασκευής της σε τιμές προσφοράς του 2011 ανέρχεται σε 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς η Μονάδα θα πρέπει να κατασκευασθεί “CCS ready” να διαθέτει δηλαδή τους απαιτούμενους χώρους για την εγκατάσταση σε μελλοντική φάση του απαραίτητου εξοπλισμού για τη συλλογή του CO2 από τα καυσαέρια και τη διοχέτευση αυτού μέσω δικτύου μεταφοράς σε υπόγειες στεγανές αποθήκες.
Επομένως, κατά τα πρώτα έτη λειτουργίας της η Μονάδα αναμένεται ότι θα αξιοποιεί το λιγνίτη ιδιαίτερα αποδοτικά σε σχέση με τις υφιστάμενες Μονάδες του παλαιού ΑΗΣ Πτολεμαΐδας (βελτίωση απόδοσης κατά 30% περίπου). Το πλεονέκτημα αυτό θα περιορισθεί όταν χρειασθεί να
εγκατασταθεί και να λειτουργήσει ο εξοπλισμός CCS, λόγω των πρόσθετων ηλεκτρικών καταναλώσεων που απαιτούνται για τη συλλογή και διοχέτευση του CO2 προς της στεγανή αποθήκη. Το θέμα είναι αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο δεδομένου ότι στη χώρα μας δεν έχουν ακόμα εντοπισθεί κατάλληλοι χώροι αποθήκευσης του CO2 και ενδεχομένως χρειασθεί η μεταφορά του CO2 σε αποθήκες εκτός των συνόρων μας.
Ας σημειωθεί επίσης ότι η εν λόγω Μονάδα δεν έχει ενσωματώσει την τελευταία εξέλιξη της τεχνολογίας καύσης λιγνίτη δηλαδή την προξήρανση του λιγνίτη που εφαρμόσθηκε από την RWE μερικώς στις κατασκευασμένες και ήδη λειτουργούσες Μονάδες του Neurath (ΒοΑ 2 & ΒοΑ 3) ισχύος 1.100 MW η κάθε μία.
Ως εκ τούτου, λαμβανομένων επίσης των τελευταίων εκτιμήσεων για την ανάπτυξη τεχνολογιών CCS σε εμπορική κλίμακα, και με την προϋπόθεση ότι η απαιτούμενη για την κατασκευή του Έργου χρηματοδότηση του θα εξευρεθεί από τη ΔΕΗ Α.Ε. εντός του έτους 2013, είναι εύλογο να
εκτιμήσουμε ότι η Μονάδα του νέου ΑΗΣ Πτολεμαΐδας θα αρχίσει να λειτουργεί το έτος 2020 και ότι θα συμπληρωθεί με εγκαταστάσεις CCS κατά το έτος 2035.
Με τα εν λόγω δεδομένα η υπόψη Μονάδα αναμένεται να παράγει 4 TWh/έτος αναλίσκοντας περίπου 6 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη ανά έτος μέχρι το έτος 2035 και εν συνεχεία 6,6 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη, ανά έτος.
ΑΗΣ Καρδιάς
Η ηλικία των τεσσάρων Μονάδων του ΑΗΣ Καρδιάς ανέρχεται σε 36 έτη για τις δύο πρώτες 31 έτη για την τρίτη και 30 για την τέταρτη. Δεδομένου ότι στο υπέδαφος του χώρου ανάπτυξης του Σταθμού υπάρχουν ικανοποιητικά αποθέματα λιγνίτη και οι Μονάδες του είναι μεγαλυτέρας ηλικίας αυτών του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου, η ΔΕΗ προσανατολίζεται να μη προβεί σε περιβαλλοντική αναβάθμιση του Σταθμού και να συνεχίσει τη λειτουργία του σε καθεστώς opt-out από την 01.01.2016 και μέχρι εξάντλησης του ορίου των 17.500 ωρών.
Εναλλακτικά, σε περίπτωση αποτυχίας στην επίτευξη χρηματοδότησης για τη νέα Μονάδα Πτολεμαΐδας, ενδέχεται το opt-out να εφαρμοσθεί για τις πρώτες 2 Μονάδες και να γίνουν περιβαλλοντικές αναβαθμίσεις στις Μονάδες 3 και 4, ώστε να αντισταθμισθεί η μη ένταξη των 660 ΜW της νέας Μονάδας.
Η εναλλακτική αυτή λύση, θεωρείται μάλλον θεωρητική, και δεν εξετάζεται.
Με βάση την επιλογή opt-out για το σύνολο του Σταθμού τα έτη 2012-2015 η παραγωγή του Σταθμού υπολογίζεται σε 6,7 TWh/έτος και συνολικά 15,8 TWh για το χρονικό διάστημα της περιόδου opt-out ισοκατανεμημένα στα έτη 2016 έως και 2019 (3,95 TWh/έτος).
Η υπολογιζόμενη ανάλωση λιγνίτη ανέρχεται σε 14,6 εκατομμύρια τόνους/έτος τα τρία πρώτα χρόνια και 8,6 εκατομμύρια τόνους/έτος τα επόμενα τέσσερα, σύνολο δηλαδή 78 εκατομμύρια τόνοι περίπου.
ΑΗΣ Αμυνταίου
Αν και η ηλικία των Μονάδων του Σταθμού είναι 25 χρόνια, οι Μονάδες θεωρούνται οι πλέον ταλαιπωρημένες λιγνιτικές Μονάδες του δικτύου. Αιτία η υψηλή περιεκτικότητα του καυσίμου σε πυριτικά που από τις πρώτες φάσεις λειτουργίας του εργοστασίου οδήγησε σε φθορές των υπό πίεση στοιχείων στους λέβητες καθώς και στους αγωγούς καυσίμου των μύλων και τους
αγωγούς καυσαερίων.
Η υψηλή επίσης περιεκτικότητα σε θείο των καυσαερίων, αν και βοηθά ιδιαίτερα στον περιορισμό των εκπομπών σωματιδίων στην ατμόσφαιρα (το Αμύνταιο ήταν ο μόνος Σταθμός που δεν έγινε αντικατάσταση ή προσθήκη νέων Η/Σ Φίλτρων), απαιτεί την εγκατάσταση συστήματος αποθείωσης για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των Κανονισμών. Το σύστημα όμως αυτό όπως και οποιαδήποτε άλλη περιβαλλοντική αναβάθμιση των Μονάδων, θα πρέπει να αποσβεσθεί με παραγωγή που δεν θα υπερέβαινε τις 35 TWh, δεδομένου ότι αυτό αποτελεί το όριο ηλεκτροπαραγωγής μέχρι εξάντλησης των αποθεμάτων λιγνίτη του Ορυχείου Αμυνταίου Αγίων Αναργύρων, από τα οποία τροφοδοτείται η Μονάδα.
Εξ αιτίας των ανωτέρω, αναμένεται ότι ο Σταθμός θα συνεχίσει να λειτουργεί μέχρι το τέλος του 2015 αλλά στη συνέχεια θα τεθεί υπό καθεστώς περιορισμένης λειτουργίας 17.500 ωρών τις οποίες θα εξαντλήσει με λειτουργία κατά τους χειμερινούς μήνες για την κάλυψη των αναγκών του
συστήματος Τηλεθέρμανσης της ομώνυμης πόλης που τροφοδοτεί.
Με βάση τα ανωτέρω η ηλεκτροπαραγωγή του Σταθμού τα τέσσερα πρώτα έτη (2012 έως και τέλος 2015) αναμένεται να ανέλθει σε 3 TWh ανά έτος, ενώ κατά το επόμενο χρονικό διάστημα των 17.500 ωρών σε 1,8 TWh ανά έτος μέχρι το τέλος του 2019.
Η ανάλωση καυσίμου την πρώτη τριετία υπολογίζεται σε 6,4 εκατομμύρια τόνους ανά έτος και τα υπόλοιπα σε 4 εκατομμύρια τόνους ανά έτος, ήτοι σε 35 εκατομμύρια τόνους συνολικά εξαντλώντας πρακτικά το ήμισυ του υπολειπομένου καυσίμου του ορυχείου.
Μία άλλη εναλλακτική λύση για τις Μονάδες που θα πρέπει να μελετηθεί είναι η δυνατότητα αναβάθμισης και μετατροπής τους για την καύση βιομάζας, μία λύση που ήδη ανακοίνωσε ότι προωθεί η DONG της Δανίας για δύο Σταθμούς συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας συνολικής ισχύος 1.550 MW που χρησιμοποιούσαν λιθάνθρακα, στους Σταθμούς Avedore και
Studrup.
ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου
Η ηλικία των δύο πρώτων Μονάδων του Σταθμού είναι 27 έτη της τρίτης και τέταρτης Μονάδας 26 έτη και της πέμπτης 14 έτη. Η ΔΕΗ Α.Ε. έχει ήδη προκηρύξει διαγωνισμό για την εγκατάσταση
συστήματος υγρής αποθείωσης στην νεώτερη των Μονάδων και μελετά την προσθήκη εγκαταστάσεων ξηρής αποθείωσης και βελτιώσεων των καυστήρων στις υπόλοιπες 4 Μονάδες για τη συμμόρφωση αυτών με τον Κανονισμό IED, αποβλέποντας στη διατήρηση αυτών για τουλάχιστον 17 έτη. Εφόσον τα ανωτέρω ολοκληρωθούν ο Σταθμός θα μπορεί να συνεχίσει να παράγει ηλεκτρική ενέργεια 8,3 TWh ανά έτος τα επόμενα 17 έτη καταναλώνοντας λιγνίτη 17 εκατομμύρια τόνους ανά έτος, ή συνολικά περί τα 290 εκατομμύρια τόνους την δεκαεπταετία.
Στην συνέχεια και για τα επόμενα 10 χρόνια θα είναι δυνατόν να παραμείνει σε λειτουργία η Πέμπτη Μονάδα του Σταθμού με παραγωγή 2,5 TWh/έτος και κατανάλωση λιγνίτη 5,2 εκατομμύρια τόνους ανά έτος.
ΑΗΣ Φλώρινας
Αποτελεί τη νεώτερη λιγνιτική Μονάδα της ΔΕΗ ηλικίας 9 ετών. Σχεδιάσθηκε και κατασκευάστηκε για την καύση ξυλίτη των Ορυχείων Βεύης και Αχλάδας του νομού Φλώρινας. Ο ξυλίτης είναι καύσιμο παραπλήσιο του λιγνίτη με υψηλή σχετικά θερμογόνο δύναμη και διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά (υφή). Το Ορυχείο της Βεύης ανήκει εν μέρει στο Δημόσιο και εν μέρει έχει παραχωρηθεί στη ΔΕΗ Α.Ε. Η κωλυσιεργία ή η αδυναμία του Δημοσίου στη λήψη αποφάσεων για την παραχώρηση του τμήματος που διαθέτει για εκμετάλλευση δεν έχει επιτρέψει τη δραστηριοποίηση της ΔΕΗ Α.Ε. στην εκμετάλλευση του παραχωρημένου σε αυτή τμήματος. Τούτο, σε συνδυασμό με οικονομικά προβλήματα, που αντιμετωπίζει ο ιδιοκτήτης του Ορυχείου της Αχλάδας, έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα τροφοδοσίας του ΑΗΣ με ξυλίτη τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα τον περιορισμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Υπό την προϋπόθεση ότι μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το πρόβλημα τροφοδοσίας του Σταθμού θα
λυθεί η υφιστάμενη Μονάδα που πληροί τις απαιτήσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας μπορεί να παράγει 1,8 TWh ανά έτος για τα επόμενα 35 χρόνια με ανάλωση 2,5 εκατομμύρια τόνων ξυλίτη ανά έτος.
Δεδομένου μάλιστα ότι οι εγκαταστάσεις του ΑΗΣ Φλώρινας επιτρέπουν την ανάπτυξη μιας ακόμη λιγνιτικής Μονάδας CCS ready στο χώρο του Σταθμού, η ΔΕΗ Α.Ε. έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει το παραγωγικό της δυναμικό από λιγνίτη με μία ακόμη Μονάδα ισχύος 450 MW ικανή να παράγει από τη στιγμή ένταξής της στο δίκτυο (όχι νωρίτερα από το 2019) ενέργεια 2,4 TWh/έτος με ανάλωση καυσίμου 2,9 εκατομμύρια τόνων/έτος.
Λιγνιτικό Κέντρο Ελασσόνας
Τα λιγνιτικά αποθέματα της Ελασσόνας προσομοιάζουν σε αυτά της Φλώρινας από πλευράς θερμογόνου δύναμης, και έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίξουν μια λιγνιτική Μονάδα ισχύος περίπου 500 MW υψηλής απόδοσης με διάρκεια ζωής μεγαλύτερη από 35 χρόνια. Δεδομένου ότι μια διαγωνιστική διαδικασία παραχώρησης θα μπορούσε να ευδοκιμήσει μέσα σε μία διετία από την έναρξή της και ότι μία οκταετία είναι ένας εύλογος χρόνος για την ανάπτυξη ορυχείων και Σταθμών ηλεκτροπαραγωγής το έτος 2023 θα μπορούσε να θεωρηθεί ως έτος ένταξης της υπόψη Μονάδας που θα είχε δυνατότητα παραγωγής 2,7 TWh/έτος με ανάλωση καυσίμου 3 εκατομμύρια τόνους ανά
έτος. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει έγκριση εκ μέρους των κατοίκων της περιοχής το νωρίτερο το έτος 2015 πράγμα που δεν κρίνεται πιθανό.
Λιγνιτικό Κέντρο Δράμας
Τα αποθέματα της Δράμας προσομοιάζουν αυτά της Μεγαλόπολης ως προς τη θερμογόνο δύναμη που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ένα λιγνιτικόενεργειακό κέντρο συνολικής ισχύος 2.000 MW. Λαμβανομένης υπόψη της υψηλής υγρασίας που περιέχουν (55% περίπου) η εφαρμοσθείσα από την
RWE μέθοδος προξήρανσης του λιγνίτη WTA σε ρευστοποιημένη κλίνη με διαχωρισμό της υγρασίας και την εν συνεχεία κονιοποίηση του καυσίμου παρέχει τη δυνατότητα εξασφάλισης βαθμού απόδοσης έως και 45% σε μία Μονάδα μεγάλης ισχύος (1.000 MW) ανάλογη του Neurath αλλά ταυτόχρονα και τη δυνατότητα αυξημένης ευελιξίας στη Μονάδα αφού το κονιοποιημένο ξηρό καύσιμο έχει τη δυνατότητα στήριξης της καύσης και σε χαμηλά φορτία χωρίς τη χρήση πετρελαίου.
Η ανάπτυξη ενός Σταθμού με δύο Μονάδες των 1.000 MW στη λιγνιτοφόρα περιοχή της Δράμας πλήρους με CCS παρέχει τη δυνατότητα αύξησης της λιγνιτικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 11,6 TWh ανά έτος μετά το 2030 με ανάλωση καυσίμου περίπου 23 εκατομμύρια τόνων ανά έτος και διάρκεια ζωής 40 ετών.
Συμπεράσματα
Με βάση όσα προαναφέρθηκαν και με την υπόθεση ότι η μόνη νέα Μονάδα που θα κατασκευασθεί είναι αυτή του νέου ΑΗΣ Πτολεμαΐδας, η ηλεκτρική ενέργεια που μπορεί να παράγεται από λιγνίτη στη χώρα μας από το 2012-2050 και η απαιτούμενη κατανάλωση λιγνίτη έχουν ως εξής :
Έτη TWh/έτος Μt/έτος
2012-2015 25-27,5 50-55
2016-2019 20-21 40-42
2020-2028 15-17 28-31
2029-2038 8-10 14-17
2039-2046 6 9
2046-2050 4 6-7
Στα τέλη του 2050 τα αποθέματα της Μεγαλόπολης θα έχουν εξαντληθεί, τα αποθέματα της λεκάνης της Φλώρινας θα έχουν περιορισθεί σε 120 εκατομμύρια τόνους ξυλίτη και τα αποθέματα της λεκάνης Πτολεμαΐδας Αμυνταίου θα έχουν περιορισθεί σε 630 εκατομμύρια τόνους. Τα αποθέματα
Ελασσόνας και Δράμας θα παραμένουν ακέραια 170 και 900 εκατομμύρια τόνοι για χρήση (;) από τις επόμενες γενιές.
Συνολικά, δηλαδή, ως χώρα θα διαθέτουμε 1,82 δισεκατομμύρια τόνους εκμεταλλεύσιμου για ηλεκτροπαραγωγή λιγνίτη που θα παραμένει όμως ανεκμετάλλευτος.
Το σενάριο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ρεαλιστικό αν οι τιμές των ανταγωνιστικών καυσίμων όπως το πετρέλαιο και ο λιθάνθρακας υποστούν καθίζηση στα επίπεδα του 2005-2006, ή αν η τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αποδεσμευθεί από τη ρήτρα πετρελαίου και κατρακυλήσει, όπως
πρόσφατα συνέβη στις Η.Π.Α., λόγω της εφαρμογής νέων μεθόδων εξόρυξης φυσικού αερίου. Η μείωση αυτή των τιμών ανάγκασε το Υπουργείο Ενέργειας των Η.Π.Α. να αναθεωρήσει το 2012 τις προβλέψεις του για την απόσυρση μονάδων στερεών καυσίμων ανεβάζοντας την εκτίμησή του σε 70 GW, έναντι προβλέψεων 50 GW του περασμένου χρόνου.
Θα μπορούσε ακόμη να θεωρηθεί ρεαλιστικό, αν πέραν των ανωτέρω η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας την αδυναμία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών CO2, επενέβαινε καθορίζοντας ελάχιστη τιμή δικαιώματος τα 25€, το ποσό δηλαδή που έχει εκτιμηθεί ότι θα επέτρεπε τη συλλογή κεφαλαίων για την ταχύτερη προώθηση τεχνολογιών CCS.
Το σενάριο όμως αυτό οδηγεί τη χώρα μας σε μία πλήρη εξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα και αγνοεί τις ανάγκες ασφάλειας εφοδιασμού αξιοποίησης εγχωρίων πόρων για την εξασφάλιση απασχόλησης και αξιοποίηση της διαθέσιμης στον τόπο μας τεχνογνωσίας.
Για αυτό, λαμβάνοντας υπόψη και την αποδοχή εκ μέρους των κατοίκων της Φλώρινας, θεωρώ ρεαλιστικότερη την εξέλιξη που περιλαμβάνει πέραν του προηγούμενου σεναρίου την ένταξη λιγνιτικής Μονάδας 450 MW στη Φλώρινα με έναρξη λειτουργίας το έτος 2022 το αργότερο. Μία σύγχρονη τέτοια Μονάδα θα βελτιώσει κατά 2,4 TWh/έτος την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνοντας παράλληλα και την παραγωγή λιγνίτη κατά 3 εκατομμύρια τόνους ανά έτος.
Το κυριότερο όμως θα είναι ότι αν η Μονάδα μελετηθεί, κατασκευαστεί και λειτουργεί με υπευθυνότητα θα είναι σε θέση να καταδείξει μαζί με τη Μονάδα του νέου ΑΗΣ Πτολεμαΐδας ότι ο λιγνίτης μπορεί να εξορύσσεται και να καίγεται για την παραγωγή ενέργειας με φιλικό στο περιβάλλον τρόπο. Τούτο, ενδεχομένως, να πείσει τους κατοίκους των περιοχών Ελασσόνας και
Δράμας ότι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη όχι μόνο μπορεί να μη ρυπαίνει αλλά μπορεί και να βελτιώνει το βιοτικό τους επίπεδο παρέχοντας εργασία όχι μόνο σε όσους εργάζονται στα ορυχεία και τα εργοστάσια, αλλά σε τετραπλάσια άτομα, όπως μια μελέτη που εκπονήθηκε
πρόσφατα στις Η.Π.Α. απέδειξε για τη λιγνιτοφόρα περιοχή της Βόρειας Ντακότα.
Εντάσσοντας μία Μονάδα 500 MW στην Ελασσόνα το έτος 2029 και δύο Μονάδες στη Δράμα ισχύος 1.000 MW η κάθε μία τα έτη 2030 και 2031 σε συνδυασμό με τη δεύτερη Μονάδα της Φλώρινας οδηγεί στο ακόλουθο ισοζύγιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και λιγνίτη.
Έτη TWh/έτος Mt/έτος
2012-2015 25-27,5 50-55
2016-2019 20-21 40-42
2020-2022 15-17 28-31
2023-2029 17,5-20,5 31,5-34,5
2030-2031 21-27 35-45
2032-2046 22,5-25 38-43
2047-2050 21 36
Το ευνοϊκό για το λιγνίτη και τη λιγνιτική παραγωγή σενάριο οδηγεί μέχρι το 2050 σε ανάλωση του 60% των σήμερα εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων και τη χώρα στην ημερομηνία αυτή να διαθέτει εγκατεστημένο ηλεκτροπαραγωγικό δυναμικό από λιγνίτη στη Δράμα (2.000 MW ηλικίας 19-20 ετών) στην Ελασσόνα (500 MW) ηλικίας 20 ετών, στη Φλώρινα (450 MW) ηλικίας 28 ετών και στην Πτολεμαΐδα (660 MW) ηλικίας 30 ετών. Το παραγωγικό αυτό δυναμικό των 3.600 MW θα έχει κατασκευασθεί κατά το ήμισυ με μηδενικό ίχνος CO2 ενώ το υπόλοιπο ήμισυ θα έχει ήδη αποκτήσει από το 2036 παρόμοια συμπεριφορά δεδομένου ότι κατασκευάσθηκε CCS ready και μέχρι το 2035 εξοπλίσθηκε με τον απαιτούμενο εξοπλισμό CCS. Θα έχουμε δηλαδή 3.600 MW καθαρού λιγνίτη, με πολλά περιθώρια οικονομική ζωής για την αξιοποίηση των αποθεμάτων που θα έχουν παραμείνει.