Σχολιασμὸς στό ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη για τή συμπροσευχή μὲ αἱρετικοὺς
Δημοσιεύθηκε στίς 13.2.2013 ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη μὲ τίτλο «Ἡ Πατερικὴ παράδοση περὶ «Ἑνότητας» καὶ «Συμπροσευχῆς» τῶν Χριστιανῶν, Σκέψεις περὶ τὸν ἑορτασμὸ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στόν Ἄθωνα»1.
Νομίζω ὅτι ὀφείλουμε χάριτας στόν κ. Πανώτη, διότι εἶναι ὁ μόνος ἐκ τῶν…..
ὑποστηρικτῶν τῆς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συμπροσευχῆς πού προσπαθώντας νά τὴν θεμελιώσει στήν «πατερικὴ παράδοση» ἀπέδειξε περίτρανα τὸ ἀντιπατερικὸν της ! Ἂς μοῦ ἐπιτραποῦν κάποιες ἐπισημάνσεις :
Ὁ συντάκτης τοῦ ἄρθρου φαίνεται νά θλίβεται βαθύτατα, διότι διαπιστώνει ὅτι στόν «ξέφραγο ἀμπελῶνα «ἐλεύθερης βοσκῆς», δηλαδὴ στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, «ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα πολλὲς φορὲς διατάραξαν τὴν ἁρμονία στό ἐκκλησιαστικὸ σῶμα γιά νά φυγαδεύσουν ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα τὴν θεοφόρο ἀγάπη μεταξὺ τῶν βαπτισμένων στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος !». Συμφωνοῦμε ἐν μέρει (ἀσφαλῶς ὄχι μὲ τὸν ἀπρεπή χαρακτηρισμὸ τῆς Ἐκκλησίας μας), ἀλλὰ παράλληλα δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε πῶς συμβιβάζεται ἀπὸ τὴν ἴδια τεθλιμμένη γιά τή φυγάδευση «τῆς θεοφόρου ἀγάπης μεταξὺ τῶν βαπτισμένων στο ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!» καρδία, νά ἐξέρχονται καὶ νά καταγράφονται στό ἴδιο κείμενο ἐναντίον ἀδελφῶν, ἁπλῶν πιστῶν, κληρικῶν, ἀκόμα καὶ Ἀρχιερέων «βαπτισμένων στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!», οἱ κάτωθι περιφρονητικοὶ καὶ ὑβριστικοὶ χαρακτηρισμοὶ τοῦ συγγραφέως : «ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση καὶ συγχρόνων ἀρχιερέων ἀκόμη οἰστρηλατεῖται ἀπὸ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ «ὁμολογιακοῦ νεοζηλωτισμοῦ» πού ἄτεγκτος ἐπιμένει στό ἀρχαῖο ἐριστικὸ σύνδρομο … θεωρεῖται ἀπό τούς ἀκριβολάτρες ὡς παγίδα «ἵνα μιανθῶσιν» ἀπὸ τὴν δῆθεν «παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ … ἀμπελῶνας «ἐλεύθερης βοσκῆς» κάθε λογῆς αὐτοκλήτων «σωτήρων» … ἡ ἐν Ἑλλάδι «ὁμολογιακὴ» συντεχνία πού … ἀδιόρθωτα παρελθοντολογεῖ καὶ ὑβρίζει ἐξ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δικῆς της “Ὀρθοδοξίας”, Πανορθοδόξους θεσμοὺς καὶ τὶς ἀποφάσεις τους … Ὁ κρετινισμὸς τοῦ σοφιστικοῦ λογισμοῦ τους ὑποτιμᾶ μὲ ἐμπάθεια … Ἡ στάση αὐτὴ δέν εἶναι νεοφανής, ἔχει ῥίζες στήν ἐγωπάθεια καὶ στήν ἀδιακρισία ὅσων δοκησισοφοῦν … ἰδεολογοῦνται μέ ἀναίδεια καί θρασύτητα ἀπὸ τὰ ἐν Ἑλλάδι ἀπομεινάρια τῶν ζηλωτικῶν συνασπισμῶν, … ἀκρότητες τοῦ ἀμαθοῦς ζήλου καὶ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ εὐσεβισμοῦ πού ἐξωθοῦν τούς ἀνίδεους πιστούς σὲ διασπαστικὲς ἐνέργειες … Ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα … στήν θρασύτητα ἐντείνουν κάποιοι πού τεθλασμένα μὲ ἀναίδεια προκάθονται σὲ θώκους»…
Σταματῶ τὴν ἀντιγραφή, διότι «ἐπιλείψει γὰρ μὲ διηγούμενον» ὁ χῶρος … Τὸ λυπηρὸ εἶναι ὅτι οἱ χαρακτηρισμοὶ αὐτοὶ ἀπευθύνονται ὄχι σὲ «διαφόρους κορύβαντες [ὅλων τῶν τάσεων πού δυστυχῶς κρύβονται] ὄπισθεν τῆς ἁμαρτωλῆς ἀνωνυμίας τῶν ἱστότοπων», ἀλλὰ σωρηδὸν καὶ συλλήβδην ἐναντίον ἁπλῶν πιστῶν, πρεσβυτέρων, ἡγουμένων ἱστορικῶν ἀδελφοτήτων μὲ πανορθόδοξη προσφορά, ἀκόμα καὶ ἀρχιερέων, ἐπειδὴ τολμοῦν νά ἔχουν διαφορετικὴ θεολογικὴ προσέγγιση, ἀναμφίβολα πιὸ παραδοσιακὴ ἀπὸ αὐτὴ τοῦ συντάκτη τοῦ ἄρθρου. Ἐξίσου λυπηρὸ εἶναι καὶ τὸ ὅτι δέν προέρχονται ἀπὸ τὴν πένα ἀνωνύμου τινὸς καὶ ἀπαιδεύτου «κορύβαντος», ἀλλὰ πολιοῦ στήν ἡλικία, μὲ ἀξιοζήλευτους, ἀπὸ κοσμικῆς ἀπόψεως, ἐκκλησιαστικοὺς τίτλους, ποὺ ἐπαγγέλλεται καὶ διακονεῖ τὸ θεολογικὸ λόγο καὶ διάλογο. Ἀσφαλῶς στό συγκεκριμένο σημεῖο ὁ συντάκτης δέν πρωτοτυπεῖ. Εἶναι λυπηρὸ ὡς ἐνδεικτικὸ παρακμῆς, ὅτι οἱ περισσότεροι θερμοὶ ὑποστηρικτὲς τῶν ἀκρίτων οἰκουμενιστικῶν τολμημάτων τῆς ἐποχῆς μας προσπαθοῦν νά καλύψουν τή σοβαρότατη ἀδυναμία ἀρθρώσεως ἀντιρρητικοῦ λόγου στά ἐπιχειρήματα τοῦ ἄλλου, μὲ ἀπαξίωση τοῦ προσώπου του . τὴν πενία ἐπιχειρημάτων νομίζουν πώς τή χορταίνουν μὲ πληθώρα ἀφοριστικοῦ λόγου ! Τὰ ἀνωτέρω προδίδουν προφανῶς ἀπώλεια ψυχραιμίας λόγῳ τῆς κατάρρευσης τοῦ οἰκουμενιστικοῦ τους οἰκοδομήματος. Προσπαθοῦν μὲ κάθε τρόπο νά πείσουν ὅτι καὶ οἱ ἴδιοι πιστεύουν ἀκόμα στίς οἰκουμενιστικὲς ἰδεοληψίες, περὶ δῆθεν «παγχριστιανικῆς οἰκογενείας [πού] ὑψώνει τίς καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες τή τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιά νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ» ! Αὐτὰ τὰ λίγα γιά τὸ ὕφος τοῦ ἄρθρου.
Ἂς ἔλθουμε ὅμως στήν οὐσία τῆς «ἐπιχειρηματολογίας» τοῦ κ. Πανώτη :
Μὲ ποιά ἐπιχειρήματα, λοιπόν, ἀντιμετωπίζει ὁ συντάκτης τίς 16 ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων (ἱεροὺς κανόνες), οἱ ὁποῖες ὁμοφώνως καί κατηγορηματικῶς ἀπαγορεύουν τίς μετὰ τῶν αἱρετικῶν συμπροσευχὲς ; Πολὺ ἁπλὰ . χωρὶς ἐπιχειρήματα, ἀλλὰ ἀφοριστικῷ τῷ λόγῳ ! Γράφει : «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου» ! Ἒλεος… Ἐντελῶς αὐθαίρετος καί ἀνακριβής ὁ ἰσχυρισμός τοῦ ἀρθρογράφου ! Οὐδεὶς καί ποτέ σοβαρός ὀρθόδοξος κανονολόγος ἀμφισβήτησε ὅτι «ἡ σύνταξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου» ! Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, κανονολόγοι καὶ μή, ἀποδεχόμαστε τὰ ὑπὸ τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς ὁρισθέντα «ὥστε μένειν καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν βεβαίους καὶ ἀσφαλεῖς, πρὸς ψυχῶν θεραπείαν καὶ ἰατρείαν παθῶν, τοὺς ὑπὸ τῶν πρὸ ἡμῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων δεχθέντας καὶ κυρωθέντας, … κανόνας» καὶ ὅσα ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεοπνεύστως ἀπεφάνθη : «ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος … Ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα». Αὐτὴ τὴν ὁμόφωνη πατερικὴ παράδοση ἀκολούθησαν ὃλες οἱ «γενεὲς κανονολόγων», πάλαι τε καὶ νῦν. Ἐνδεικτικὰ (ἀπὸ τὸν 6ο-20ο αἰ.) : Διονύσιος Μικρός, Ἰωάννης Σχολαστικός, Μ. Φώτιος, Βαλσαμών, Ζωναράς, Ἀριστηνός, Βλάσταρης, Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης, Ἅγ. Ἰουστίνος Πόποβιτς, οἱ συνοδικῶς καὶ Πανορθοδόξως ἀποφανθέντες Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων – 1848) ! Ἀκόμα καὶ αὐτὴ ἡ ἐπὶ Ἀθηναγόρα Πατριαρχικὴ Σύνοδος συνοδικῶς ὅρισε (1952) : «Δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ (=διστακτικοὶ) ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων»2. Καὶ αὐτὴ τὴν Πατριαρχική καί Συνοδική κατεύθυνση ἐπαναλαμβάνει καὶ ἀξιοποιεῖ ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος στὴν ἀπὸ 3.7.1999 ἐπιστολὴ του πρὸς τὴν Ἱ. Κοινότητα τοῦ Ἁγ. Ὅρους στήν ὁποία μεταξὺ ἄλλων ἐπισημαίνει τὰ ἑξῆς ἐπὶ λέξει :
«Περὶ τῶν συμπροσευχῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων ὑπενθυμίζομεν ὑμῖν ὅτι ἤδη ἀπὸ τοῦ ἔτους 1952 τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον … φρονεῖ ὅτι “ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὴν παγχριστιανικὴν κίνησιν δέον ἵνα γίγνηται ὑπὸ τοὺς ἀκολούθους ὅρους : α)…β)… γ)Δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ [διστακτικοὶ] ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων”. Συνεπῶς, συνεχίζει ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, εἶναι ἄδικον νὰ ἀποδίδονται εὐθύναι εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον διά, τυχόν, παραβιάσεις τῆς συστάσεως αὐτοῦ ὑπὸ διαφόρων κληρικῶν καὶ δὴ κατὰ τὸ πλεῖστον ἀνηκόντων εἰς ἄλλας Ἐκκλησίας. Σημειωτέον ὅτι, ὡς γνωστὸν κατὰ τὴν Διορθόδοξον Συνάντησιν τῆς Θεσ/νίκης (29/4-2/5/1998) ἀπεφασίσθη, κατόπιν πρωτοβουλίας τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Πατριαρχείου, … ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι Σύνεδροι, οἱ μέλλοντες νὰ συμμετάσχουν εἰς τὴν ἐν Χαράρε Η΄ Γενικὴν Συνέλευσιν τοῦ Π.Σ.Ε., μὴ συμμετάσχουν εἰς οἰκουμενικὰς λατρευτικὰς συνάξεις, κοινὰς προσευχάς, λατρείας καὶ ἄλλας θρησκευτικὰς τελετὰς διαρκούσης τῆς Συνελεύσεως, τοῦτο δὲ ἀποτελεῖ ἐκδήλωσιν τῆς ἰσχῦος τῆς σταθερᾶς γραμμῆς τῆς ὡς ἄνω Ἐγκυκλίου τοῦ 1952, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἀνεκλήθη, ἔστω καὶ ἄν, ἄνευ συναινέσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, παρεβιάσθη ἐνίοτε, ἢ ἡρμηνεύθη ἄλλοτε συσταλτικῶς ὡς ἀφορῶσα μόνον εἰς τὴν μὴ συμμετοχὴν εἰς τὴν ἐν στενῇ ἐννοίᾳ λατρείαν (Θείαν Λειτουργίαν). Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὴν συμπροσευχὴν μετὰ τῶν ἑτεροθρήσκων, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον θεωρεῖ αὐτονόητον τὴν κανονικὴν ἀπαγόρευσιν αὐτῆς καὶ τὴν ἀποχὴν ἀπ’ αὐτῆς, χωρὶς τοῦτο νὰ σημαίνη ὅτι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς συμπροσευχῆς συμπαρασύρει εἰς ἀπαγόρευσιν καὶ τὸν διαθρησκειακὸν διάλογον»3. Αὐτὰ τὰ σαφῆ γράφει ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καὶ θὰ ἢμασταν ἰδιαίτερα εὐτυχεῖς ἂν ἐφαρμόζονταν μὲ συνέπεια ἀπὸ τὰ στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου σὲ ὁλόκληρη τή δικαιοδοσία Του.
Βέβαια πάντα ὑπάρχουν καί ὃσοι μέ περισσή «ἀναίδεια» καί «θρασύτητα» – ὃπως γράφει ὁ Ἃγ. Γρηγόριος Ναζιανζηνός – αὐθαιρετοῦν καί ἀρνοῦνται ὃτι οἱ Πατέρες συντάσσοντας τούς κανόνες «ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα». Γι’ αὐτούς προστάζει ἡ Στ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος : «μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ἢ ἀθετεῖν … Εἰ δέ τις ἁλῶ κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων καινοτομῶν, ἢ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον κανόνα». Συνεπῶς, πῶς τολμᾶ νά ἰσχυρίζεται ὁ ὁποιοσδήποτε ὃτι «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου» !
Στό ἄρθρο γίνεται χρήση δύο χωρίων τοῦ Μ. Βασιλείου, ἀλλὰ ἀποκομμένα ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα, ἔτσι πού μπορεῖ νά βγάλει ἕκαστος τὰ συμπεράσματα πού τὸν βολεύουν. Ὁ συγγραφέας τὰ χρησιμοποιεῖ γιά να ἀποδείξει «τὴν εὑρύτητα τῶν θέσεων τῶν Πατέρων γιά τὴν «ἑνότητα» καὶ τὴν «συμπροσευχὴ» τῶν χριστιανῶν». Λέει ὅμως κάτι τέτοιο ὁ Οὐρανοφάντωρ ; Μᾶλλον … ὄχι !
α) Στο πρῶτο χωρίο ὁ Μ. Βασίλειος ὁμιλεῖ γιά «τὸ ἐπαναγαγεῖν πρὸς ἕνωσιν τάς Ἐκκλησίας, τάς πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως ἀπ’ ἀλλήλων διατμηθείσας». Ὁ κ. Πανώτης ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι ἀναφέρεται σὲ αἱρετικὲς Ἐκκλησίες, τὶς ὁποῖες ὁ Ἅγιος κάλεσε διὰ τῆς «εὑρύτητας τοῦ πνεύματός του» σὲ «ἑνότητα καὶ συμπροσευχή» ! Ὅμως τὸ χωρίο δέν ἀναφέρεται οὔτε σὲ συμπροσευχή, οὔτε σὲ αἱρετικοὺς ! Ἂς τὸ δοῦμε στή συνάφειά του : Εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἁγίου «τοῖς ἐν Ταρσῷ περὶ Κυριακόν» 4, στήν ὁποία ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ μία ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς συγχύσεως πού ἐπικρατοῦσε τότε, δέν ἦταν σὲ κοινωνία μὲ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες. Ὁ Μ. Βασίλειος πλέκει ἐγκώμια γιά τὴν πίστη καὶ τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, ἐγγυᾶται προσωπικὰ ὁ ἴδιος γιά τὴν ὀρθόδοξη πίστη της καὶ παρακαλεῖ τοὺς ἐν Ταρσῷ νά τοὺς δεχθοῦν σὲ πλήρη κοινωνία «ἠνωμένους γνησίως, καὶ πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος κοινωνούς5. Ἀλήθεια, μπορεῖ νά ὑπονοήσει κάποιος ὅτι ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σὲ αἱρετικοὺς καί σέ συμπροσευχὴ μαζί τους ; ἢ ποία σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ περίπτωση ποὺ ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος, μὲ τή σημερινή πραγματικότητα τῶν ἑτεροδόξων ;
β) Τὸ δεύτερο χωρίο, σύμφωνα μὲ τὸν κ. Πανώτη, ἀναφέρει ὅτι «μὲ τὴν «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ τὴν ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» καὶ μὲ ὅτι ἄλλο ἐπὶ πλέον δώσει ὁ Κύριος θὰ προέλθει ἡ πολυπόθητη ἑνότητα (Migne P.G.32,528,525)». Ἂς τὸ δοῦμε ὅμως μὲ τή δέουσα προσοχὴ : ὁ Ἅγιος σὲ ἐπιστολὴ του «τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις» 6 ἀναφέρεται στή φοβερὴ σύγχυση πού ὑπῆρχε καὶ στή διάσπαση τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία λόγῳ τῶν αἱρέσεων (Ἀρειανῶν πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ Κυρίου καὶ Πνευματομάχων πού κήρυτταν ὅτι τὸ Ἅγ. Πνεῦμα εἶναι κτίσμα). Ἔλεγε, λοιπόν, ὅτι αὐτὸ τὸν καιρὸ μεγάλη εὐεργεσία γιά τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν πεπλανημένων στήν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα7. Ἀκολούθως ἐξηγεῖ ὅτι θέλει οἱ ἀποκομμένοι ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα λόγῳ τῆς αἱρέσεως, ἂν ἔχουν ἀρνηθεῖ τὴν τότε πλάνη, νά γίνουν δεκτοὶ εἰς κοινωνίαν, νά ἑνωθοῦν πάλι στήν Ἐκκλησία . «Ἀξιοῦμεν ὑμᾶς», γράφει, «τοὺς μὴ λέγοντας κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν». Καθορίζει μάλιστα τή διαδικασία θέτοντας δύο προϋποθέσεις πίστεως καὶ μία κανονικῆς τάξεως σέ ὅσους θέλουν νά εἶναι σὲ κοινωνία μαζὶ του καὶ μὲ τὴν ἐκκλησία : Ἀπαιτεῖ α) νά ὁμολογοῦν τὴν πίστη τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Νικαίας), β) νά ὁμολογοῦν τὴν πίστη ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι κτίσμα καὶ γ) νά μὴ δέχονται σὲ κοινωνία ὅσους τὸ θεωροῦν κτίσμα8. Μὲ αὐτές τίς προϋποθέσεις πίστεως καὶ τάξεως ἐπιτυγχάνεται ἡ πλήρης κοινωνία : «ἀξιοῦμεν ὑμᾶς … δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν» καὶ τότε, ἀφοῦ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἑνότητα-κοινωνία πίστεως, τότε «τῇ χρονιωτέρᾳ συνδιαγωγῇ καὶ τῇ ἀφιλονείκω συγγυμνασία, καὶ εἰ τὶ δέοι πλέον προστεθῆναι εἰς τράνωσιν, δώσει Κύριος ὁ πάντα συνεργῶν εἰς ἀγαθὸν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Δηλαδή, ἡ «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ ἡ ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» ὑφίστανται ἐφ’ ὅσον ἔχει ἤδη ὁμολογηθεῖ ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία . δέν εἶναι προϋπόθεση, ἀλλὰ ἕπεται τῆς ὁμολογίας τῆς κοινῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Βοηθᾶ ὅμως «εἰς τὴν τράνωσιν», στήν ἐνίσχυση, τῆς ἤδη ὑφισταμένης ἑνότητος, τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας πιστῶν9 !
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Ἅγιος στα ἀνωτέρω χωρία του δέν ἀναφέρεται σὲ συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικοὺς . καὶ ἂν ἀκόμα στή «χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» ἐντάξουμε τή συμπροσευχή, αὐτή δέν ἀφορᾷ σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ σὲ κανονικὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχουν ἤδη ὁμολογήσει τὴν κοινὴ πιστὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχουν διακόψει κάθε ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού ἔλεγαν κτίσμα τὸ Ἅγ. Πνεῦμα !
Ἡ παντελὴς ἔλλειψη πατερικῶν μαρτυριῶν ὑπὲρ τῶν συμπροσευχῶν μὲ αἱρετικούς, εἶναι ἐμφανέστατη στό ἄρθρο. Ἡ ἀδυναμία δικαιολογήσεως τῶν συμπροσευχῶν μὲ βάση τὴν «πατερικὴ παράδοση», ἀνάγκασε τὸν κ. Πανώτη μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ νά ἐπικαλεσθεῖ κείμενο ἀπὸ τὸν πραγματικὰ ἔχοντα «ἀναμφισβήτητο κῦρος ὀρθόδοξο κληρικὸ καὶ θεολόγο» καὶ «ἀκραιφνῆ τῆς ὀρθοδοξίας μύστην» μακαριστόν Κων. Οἰκονόμου ἐξ Οἰκονόμων ! Ἀλλά, μᾶλλον, … ἄνθρακες ὁ θησαυρὸς :
α) Ἐν πρώτοις, ἀγαπητὲ κ. Πανώτη, δηλώνω κατηγορηματικὰ ὅτι συμφωνῶ καὶ προσυπογράφω πλήρως καὶ ὁλόκληρο τὸ κείμενο τοῦ ἀοιδίμου πρωθιερέως Κων. Οἰκονόμου – καὶ νομίζω ὅτι καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν διαφωνούντων μὲ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα – διότι πράγματι ὁ μακαριστός «συνόψισε παραστατικὰ τὴν πατερικὴ παράδοση» ! Ἐσεῖς, κ. Πανώτη, μπορεῖτε νά πεῖτε τὸ ἴδιο ; Μπορεῖτε π.χ. νά προσυπογράψετε μὲ ἄνεση ὅτι οἱ Ἀρμένιοι, οἱ Κόπτες καὶ οἱ Δυτικοὶ εἶναι «αἱρετικοί», καὶ μάλιστα ὅτι «μὴ μεθ’ ὑγιοῦς φρονήματος» προσκυνοῦν καὶ «κηρύττουσι … μὴ ὑγιῶς» τὸν Χριστό, ὅπως ρητὰ γράφει ὁ «ἀναμφισβήτητου κύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος» πρωθιερεὺς Κων. Οἰκονόμου ; Ἂν ἡ ἀπάντησή σας εἶναι καταφατική, εἰλικρινὰ χαίρομαι ! Ἀλλὰ τότε δέν εἶναι δυνατὸν νά γράφετε «μέσα στήν Μία Ἐκκλησία πού κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα», ἀναφερόμενος στούς «αἱρετικούς», κατὰ Κωνσταντίνο Οἰκονόμου, Δυτικοὺς ! Αἵρεση καὶ Ἐκκλησία εἶναι μεγέθη παντελῶς ἀσυμβίβαστα καὶ ἀλληλοαναιρούμενα !
β) Στό κείμενο πού παρατίθεται, ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου δέν μιλᾶ πουθενὰ γιά «συμπροσευχή», τὴν ὁποία μάλιστα καὶ δικαιολογεῖ ! Ἀναφέρεται στὸ καθεστὼς λατρείας στά Πανάγια Προσκυνήματα τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τή χρήση τους ἀπὸ τοὺς «αἱρετικοὺς» Ἀρμενίους, Κόπτες καὶ Δυτικοὺς ὅτι «τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ καὶ τάξῃ» «προσευχέσθωσαν, ἕκαστοι καθ’ἑαυτοὺς και κατ’ ἰδίαν, ἐν τοῖς ὡρισμένοις αὐτῶν τόποις καὶ καιροῖς» ! Ὁ καθένας προσεύχεται, λέει ὁ μακαριστός Οἰκονόμου, «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», «καθ’ ἑαυτόν», «κατ’ ἰδίαν», σὲ δικὸ του «ὁρισμένο τόπο» καὶ σὲ δικὸ του «ὁρισμένο χρόνο» ! Διερωτῶμαι, ποῦ ἡ συμπροσευχὴ ; ποῦ βρίσκεται τὸ «κοινὸν» γιά νά ἔχουμε συμπροσευχὴ ; Ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς συμπροσευχῆς εἶναι ὁ κοινὸς τόπος, ἡ χρονικὴ σύμπτωση, τὸ κοινὸ τελετουργικὸ τυπικό, τὸ κοινὸ περιεχόμενο προσευχῆς καὶ προπαντὸς ἡ βούληση γιά κοινὴ προσευχὴ . ὄχι «καθ’ ἑαυτὸν» καὶ «κατ’ ἰδίαν» καὶ «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», ἀλλὰ μαζί, σὲ κοινὸ πρόγραμμα καὶ περιεχόμενο λατρείας ! Ὑπάρχουν τέτοια στοιχεῖα στόν Πανάγιο Τάφο ; Ἀσφαλῶς ὄχι ! οὔτε ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου ἀναφέρει, οὔτε ὃποιος ἔχει βρεθεῖ ἐκεῖ ἔχει ζήσει κάτι τέτοιο ! Τελικά, οὔτε καὶ «ὁ ἀκραιφνής τῆς ὀρθοδοξίας μύστης» ἀοίδιμος Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου δικαιολογεῖ τίς κανονικὲς ἀσχήμιες τῶν συμπροσευχῶν ! Ὅμως, ὅταν ἀναφερόμαστε γιά τὸ θέμα αὐτὸ στά Ἱεροσόλυμα, δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε καὶ τὴν παρέμβαση τοῦ οὐρανοῦ : τὸ ὅτι στά Πανάγια Προσκυνήματα δὲ συντελεῖται συμπροσευχὴ μὲ τοὺς «αἱρετικοὺς» τὸ διαλαλεῖ στούς αἰῶνες ἡ σχισμένη κολώνα, ὁ βουβὸς καὶ ταυτόχρονα διαπρύσιος κήρυκας καὶ μάρτυρας στήν ἀριστερὴ εἴσοδο τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως !
Ἄλλωστε, μὴ λησμονοῦμε σὲ ποιούς δύστηνους καιροὺς καὶ μὲ ποιούς δολίους καὶ ἀπαραδέκτους τρόπους ἀπέκτησαν καὶ κατέχουν μέχρι σήμερα οἱ «αἱρετικοὶ» Ἀρμένιοι, Κόπτες καὶ Δυτικοὶ «δικαιώματα» στό κανονικὸ ἔδαφος τῆς μητρὸς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας. Ἂν ὑπῆρχε στοιχειώδης ἔστω σεβασμὸς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκ μέρους τους θὰ ἔπρεπε να ζητήσουν συγγνώμη καὶ να παραιτηθοῦν ἄμεσα ἀπὸ τὰ «δικαιώματα» αὐτὰ …
Στο ἄρθρο γίνεται παραπομπὴ σὲ διδακτικὸ κείμενο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ. Πραγματικὰ ὠφέλιμο κυρίως γιά ἐμᾶς τοὺς κληρικούς πού εἴμαστε ἀναγκασμένοι – ὡς πνευματικοί, κήρυκες κλπ – νά ἀσχολούμαστε καὶ μὲ τὰ κακῶς κείμενα, τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Γιατί, δυστυχῶς, στά πνευματικά, λίγο ἂν δέν προσέξουμε ὁ ἐκτροχιασμὸς εἶναι δεδομένος. Ἰδιαίτερα μάλιστα ὅσοι καθ’ οἱονδήποτε τρόπο ἀσχολούμαστε μὲ τίς διαχριστιανικὲς σχέσεις, δέν ὑπάρχει ἀσφαλέστερος τρόπος γιά νά μὴν καταντήσουμε ὡς ὁ «πρῶτος τυχών [πού] νομίζει ὃτι κατέχει τήν γνώσιν καί τά βάθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τοῦ Θεοῦ» καί ξεπέσουμε στήν «ἀναίδεια» καὶ τή «θρασύτητα», ποὺ ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, ἀπὸ τὸ νά μὴν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό δικὸ μας λογισμό, ἢ στίς δικὲς μας ἑρμηνεῖες, ἀλλὰ νά βρισκόμαστε πάντοτε «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι». Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως μία ἐρώτηση στόν κ. Πανώτη : διαβάζοντας τὸ ἄρθρο του μήπως διαβλέπει ὅτι ὁ συντάκτης του ἐπιβεβαιώνει ἐπακριβῶς τόν τοῦ Καππαδόκου λόγον ;
Θὰ ἤθελα να τελειώσω τὸ σχολιασμὸ μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἄρθρου, ὅπου ὁ κ. Πανώτης ἀναφέρεται στήν «ἑβδομάδα γιά τή Χριστιανική Ἑνότητα». Γράφει μὲ ἐμφανῆ τὸν ἐνθουσιασμὸ του : «Ἡ παγχριστιανικὴ οἰκογένεια ὑψώνει τίς καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες τη τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιά νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ να «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἓν» μέσα στήν Μία Ἐκκλησία πού κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα» !
Γιά νά θεολογοῦμε ὅσον τὸ καθ’ ἡμᾶς καὶ να μὴ «θολολογοῦμε» – ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος κατηχητής μου Γεώργιος Οἰκονόμου (αἰωνία του ἡ μνήμη!) – ἂς ὑπενθυμίσουμε μερικὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιά νά μπορέσουμε νά προσδώσουμε τίς πραγματικὲς διαστάσεις στά σήμερον συμβαίνοντα, νά τὰ ἑρμηνεύσουμε καὶ νά τὰ ἐντάξουμε στό ἀκριβὲς πνευματικὸ τους περιβάλλον. Ἔτσι θὰ εἴμαστε προσγειωμένοι στήν πραγματικότητα καὶ δέν θὰ περπατᾶμε στίς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ» μὲ τὸν κίνδυνο «να ἀνοίξουν» …
Τὸ «Ὀκταήμερο Χριστιανικῆς ἑνότητος, 18-25 Ἰανουαρίου», ἦταν ἀρχικὰ ἰδέα τοῦ ἀγγλικανο-παπικοῦ Paul Watson τὸ 1908 καὶ σημαντικὴ ὢθηση τοῦ ἔδωσε ὁ Γάλλος παπικὸς ἀββᾶς Paul Couturier. Ἀργότερα ἔγινε ἀποδεκτὸ καὶ ἀπὸ τὸ ΠΣΕ καὶ ἀπὸ τὸ 1968 διοργανώνεται ἀπὸ κοινοῦ ἀπὸ τὸ Ποντιφικὸ Συμβούλιο γιά τή Χριστιανική Ἑνότητα (Βατικανὸ) σὲ συνεργασία μὲ τή Γραμματεία Πίστης καὶ Τάξης (ΠΣΕ-Γενεύη).
Σταθμὸς για τὴν ἑδραίωση τῆς ἑβδομάδος ἦταν ἡ B΄ Βατικανὴ Σύνοδος («οἰκουμενικὴ» κατὰ τοὺς παπικούς), ὅπου στό «Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοὺ» (Unitatis Redintegratio, κεφ. ΙΙ – Πρακτικὴ τοῦ Οἰκουμενισμού, § 8) γίνεται ρητὴ ἀναφορὰ στήν προσευχὴ γιά τὴν ἑνότητα. Παρόμοια ἀναφορὰ ἔχουμε καὶ στήν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Ἰωάννη–Παύλου Β΄, «Ut unum sint» (25.5.1995) στίς §§ 23-24.
Τὰ δύο αὐτὰ παπικὰ κείμενα νοηματοδότησαν θεολογικὰ καὶ δικαιολόγησαν ἀπὸ κανονικῆς ἀπόψεως ἀπὸ πλευρᾶς τῶν Ῥωμαιοκαθολικῶν τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν καὶ τῆς ἑβδομάδος προσευχῆς. Στά παπικὰ αὐτὰ κείμενα γίνεται μία – ἀδιανόητη για τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία καὶ τὴν Ὀρθοδοξία – διάκριση μεταξὺ τῆς «communication in spiritualibus» καὶ τῆς «communicatio in sacris» (κυρίως Θ. Εὐχαριστία). Στήν «communication in spiritualibus» ἐντάσσεται καὶ ἡ προσευχὴ μὲ τοὺς «διισταμένους»10 καὶ βέβαια «ἡ ἑβδομάδα κοινῆς προσευχῆς γιά τή χριστιανική ἑνότητα». Γιά τοὺς Ῥωμαιοκαθολικοὺς ἡ προσευχὴ γιά τὴν ἑνότητα στά πλαίσια τῆς σχετικῆς ἑβδομάδος ὑλοποιεῖ καὶ καθιστᾶ ἐμφανὲς τὸ πῶς ἐννοεῖ ἡ Ῥώμη τὸν «πνευματικὸ οἰκουμενισμό», ἤ τὴν πνευματικότητα ἐν τῷ οἰκουμενισμῷ.
Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Ῥωμαιοκαθολικοὶ συμμετέχοντες ὄχι μόνο δέν ἔχουν κανένα πρόβλημα, ἀλλὰ ἀντιθέτως εἶναι ἀπολύτως συνεπεῖς μὲ τὴν πίστη τους, διότι ἡ «οἰκουμενικὴ» – γι’αὐτοὺς – Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς καινοφανὴς ἐκκλησιολογία («subsistit in») τοὺς προτρέπει καὶ ὑποχρεώνει στήν οἰκουμενιστικὴ συμπροσευχή. Ποῦ ὅμως βρίσκεται ἡ στοιχειώδης συνέπεια γιά μᾶς τούς ὀρθοδόξους, πού καὶ ἡ Θεολογία μας καὶ οἱ Οἰκουμενικὲς μας Σύνοδοι τίς ἀπαγορεύουν ῥητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ; Ἐκτὸς καὶ ἂν κάποιοι «Ὀρθόδοξοι» ἔχουν ἀναγνωρίσει σιωπηλὰ «οἰκουμενικότητα» στήν Β΄ Βατικανή καὶ ὑπακούουν μέ συνέπεια καί προθυμία στά κελεύσματά της . ἀλλὰ τότε ἂς μᾶς τὸ ποῦν καὶ ρητῶς !
Ἂς ἀφήσουμε ὅμως καλύτερα νά μᾶς σχολιάσει τὰ περὶ τῆς «ἑβδομάδος προσευχῆς γιά τὴν χριστιανικὴ ἑνότητα» ὁ Ἅγ. Ἰουστίνος (Πόποβιτς), ὁ ἐπίσης «ἀναμφισβήτητου κύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος», «ἀκραιφνής τῆς ὀρθοδοξίας μύστης» καί πάνω ἀπό ὃλα Ἃγιος τῆς Ἐκκλησίας μας (ἐλπίζω πώς συμφωνεῖ μέ τούς χαρακτηρισμούς γιά τόν Ἅγιο καί ὁ κ. Πανώτης) ἀπαντῶντας σὲ σχετικὸ ἐρώτημα τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας (1975) γιά τὸ ἂν μπορεῖ καὶ πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά συμμετέχει. Προλογίζοντας τή δημοσίευση τῆς γνωμοδοτήσεως στήν ἑλληνικὴ ἔγραφε ὁ τότε ἀρχιμανδρίτης, καὶ νῦν Ἐπίσκοπος Μπάτσκας, Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς) : «Τονίζει ὁ π. Ἰουστίνος τὸ παρὰ τισιν ὀρθοδόξοις τόσον παραθεωρούμενον γεγονός, ὅτι ἡ Δύσις συνηθίζει νά ἐπιβάλῃ ἐντέχνως καὶ ἐπιδεξίως ἓν ἴδιον αὐτῆς «πρόγραμμα», ἓν «ἰδιάζον πλαίσιον», τὸ ὁποῖον ἐπιβάλλεται διὰ τῆς νοοτροπίας αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν προτέρων προσδιορίζει τοὺς ὅρους διὰ τὴν συμμετοχὴν ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ συνεργασίᾳ» καὶ ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ κοινῇ προσευχῇ». Τυπικὸν παράδειγμα τούτου εἶναι τὸ προαναφερθὲν πρόγραμμα συμπροσευχῶν καὶ «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας». Εἶναι ἐξώφθαλμον, ὅτι τὸ ὑπόβαθρον αὐτοῦ ἀποτελεῖ ἡ δυτικὴ ἐκκλησιολογία μετὰ τῆς ἐξ αὐτῆς προκυπτούσης θεωρίας περὶ τῶν «κλάδων», ἤτοι περὶ «διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας», μετὰ τοῦ δογματικοῦ minimum καὶ τῶν δογματικῶν ὑποχωρήσεων μεταξὺ Ῥώμης καὶ Γενεύης. Ὅτι δὲ ταῦτα πάντα εἶναι ἀπαράδεκτα διὰ τὸν π. Ἰουστίνον, [γράφει ὁ Ἐπίσκοπος Μπάτσκας Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς)], ὡς καὶ διὰ πάντα ὀρθόδοξον, εἶναι περιττὸν καὶ νά λεχθεῖ. Διὰ τοῦτο σχολιάζει ὁ π. Ἰουστίνος ἕκαστον σημεῖον τοῦ προγράμματος τῆς «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας», χαριτολογῶν μέν, ἀλλὰ μετὰ λύπης, ὅπως φανερώση τὸ ἀσυμβίβαστον τοῦ ἐν λόγῳ προγράμματος καὶ τῶν στοιχειωδῶν ὀρθοδόξων προϋποθέσεων … καὶ συνελόντ’ εἰπεῖν, διὰ τὸν π. Ἰουστίνον, τυγχάνει ἀδύνατος πᾶσα συμπροσευχὴ ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων, ἐφ’ ὅσον οὔτοι διαφοροτρόπως πιστεύουν εἰς τὸν Θεόν»11.
Ὅποιος παρακολουθεῖ τὰ συμβαίνοντα κατ’ ἔτος στήν ἐν λόγῳ «ἑβδομάδα προσευχῆς» δέν ἔχει παρὰ νά ἐπιβεβαιώσει τὰ ὑπὸ τοῦ Ἁγ. Ἰουστίνου λεγχθέντα καὶ ἔτι πλέον. Πραγματικὰ τὸν πρῶτο καὶ βασικὸ ρόλο τὸν ἔχουν οἱ παπικοὶ . σὲ δεύτερο ρόλο εἶναι κάποιες προτεσταντικὲς ὁμάδες . καὶ ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ; ὁ ρόλος μας εἶναι καθαρὰ διακοσμητικός, ἢ καλύτερα ρόλος πρώτου κομπάρσου ! Ναί, δυστυχῶς ὁ οἰκουμενισμὸς κατόρθωσε νά μᾶς καταντήσει κομπάρσους τοῦ Βατικανοῦ ! Καί, τὸ πλέον τραγικό, ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι πού χαίρονται μὲ αὐτὸ τὸ κατάντημα … Ἂς σκεφτοῦν ὅμως γιατί, ἄραγε, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲ συμμετέχει προσωπικὰ στίς φαιδρότητες τῆς «ἑβδομάδος» ; Διότι προφανῶς ἀρνεῖται τὸ ρόλο τοῦ κομπάρσου στίς ρωμαϊκὲς φιέστες, κηδόμενος τῆς ἀξιοπρέπειας τῆς Ἀρχιερωσύνης Του καὶ τοῦ κύρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ! Εἶναι μήπως τυχαῖο – γιά νά μείνουμε στόν εὐρωπαϊκό, ἑτερόδοξο χῶρο – ὅτι σὲ αὐτές τίς γελοιότητες δὲ συμμετέχει ἡ Ἱ. Μητρόπολη Σουηδίας καὶ Νορβηγίας ; ὁ ἐκεῖ Μητροπολίτης Παῦλος (Μενεβίσογλου) εἶναι ἐγκρατὴς περὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες, μὲ σπουδαῖες μελέτες πάνω στήν κανονική ἐκκλησιαστική παράδοση καί γνωρίζει καλά τί αὐτή ἐπιτρέπει καί τί ἀπαγορεύει ! Καὶ -δόξα τῷ Θεῷ- καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, σεβόμενη τὸν ἑαυτὸ της ἀπέχει παντελῶς ! Ἡ παρουσία στή φιέστα τῆς Θεσσαλονίκης δύο Ὀρθοδόξων λαϊκῶν καθηγητῶν, ὅταν ἡ οἰκεία ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ ἀρνεῖται γιά θεολογικοὺς-ἐκκλησιολογικοὺς λόγους νά συμμετάσχει, φανερώνει ἀσφαλῶς τὸ βαθμὸ ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης καὶ συνέπειας τῶν ἰδίων. Τὶ καὶ ἂν εἶναι καθηγητὲς Θεολογικῆς Σχολῆς; «μέγας» καθηγητὴς Θεολογικῆς καὶ δάσκαλός τους, δέν ἦταν καὶ ὁ ἐκ τῶν συντακτῶν τοῦ “εὐαγγελίου” τοῦ ψευτομεσσία Σὰν Μύουνγκ Μούν ;
Ἂς ἐπανέλθουμε στόν Ἅγ. Ἰουστίνο . σκεφτεῖτε τί θὰ ἔγραφε σήμερα ἂν ζοῦσε καὶ ἔβλεπε σὲ πλήρη ἀναπτυξη τὸ τσίρκο τῶν συμπροσευχῶν γιά τὴ χριστιανικὴ ἑνότητά πού συντελεῖται μὲ σκοπὸ «νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ να «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἕν», ὅπως γράφει ὁ κ. Πανώτης !
Καὶ μὴ μὲ καταδικάσετε, ἀγαπητοί μου, ὡς ἀσεβή καί φονταμενταλιστή, ἐπειδὴ χαρακτήρισα τὰ συμβαίνοντα στήν «ἑβδομάδα προσευχῆς» ὡς «τσίρκο» ! Δέν εἶναι ρητορικὸ σχῆμα λόγου, οὔτε ἀποκύημα τῆς φαντασίας μου ! Εἶναι τὸ φαιδρὸ καὶ συνάμα τραγικὸ κατάντημα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει κάθε ποιητικὴ φαντασία. Ναὶ ! τὰ τελευταῖα 12 χρόνια στό Μονακὸ ἡ «κοινὴ προσευχὴ στήν ἑβδομάδα γιά τή χριστιανική ἑνότητα» ἔχει καθιερωθεῖ νά διεξάγεται – ο! tempora o! mores – στά πλαίσια τοῦ Διεθνοὺς Φεστιβὰλ Τσίρκου !
Παρακαλῶ ἀφιερῶστε λίγο χρόνο καὶ ἐξαντλεῖστε τὴν ὑπομονὴ σας βλέποντας τὸ σχετικὸ video12 ἀπὸ τὸ τσίρκο. Θαυμάστε τήν “ἐντυπωσιακὴ” εἴσοδο τοῦ Ἱ. Εὐαγγελίου μὲ τοὺς παπικοὺς δύο φορὲς νά τὸ εἰσοδεύουν φορώντας πάνω ἀπὸ τὰ λευκὰ ἀμφιά τους “ὀράρια” ἢ “πετραχήλια” μὲ παραστάσεις κλόουν καὶ ἀστείων σκίτσων13 ! Θὰ ἀπολαύσετε, διαρκούσης τῆς «κοινῆς προσευχῆς», ἐνδιαφέρουσες παραστάσεις μὲ ἀκροβατικὰ νούμερα, κλόουν καὶ μουσικὰ σύνολα πού μᾶς μεταφέρουν στίς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», σέ μία … ἀξιοζήλευτη οἰκουμενικὴ ἀτμόσφαιρα ὑψηλῆς πνευματικότητος – πραγματικὰ «communication in spiritualibus» !
Τέλος, θὰ συγκινηθεῖτε ἀπό τήν ἐντονότατη “ὀρθόδοξη μαρτυρία” στό χῶρο τῶν ἑτεροδόξων, ὃταν δεῖτε στά τελευταῖα λεπτὰ τῆς παραστάσεως τὸν ἀξιολύπητο Ἓλληνα κληρικό, ἐκπρόσωπο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γαλλίας (Οἰκουμ. Πατριαρχεῖο), τὸ Ρουμάνο Ὀρθόδοξο κληρικὸ καὶ τὸν Ἀρμένιο, οἱ ὁποῖοι ἐπί μία ὣρα ὑπομονετικά στέκονταν σὲ ρόλο “χειροκροτητή” καί “γλάστρας” γύρω-γύρω στό τηλεοπτικὸ πλάνο, λίγο πρὶν τό τέλος τῆς φιέστας, μετά ἀπό μία καταπληκτική παρουσίαση δύο κλόουν14, τῇ ὑποδείξει τοῦ παπικοῦ τυπικάρη, νά μπαίνουν σὲ πρῶτο πλάνο καὶ … νά εὐλογοῦν τὴν ὁμήγυρη15 ! Ὅλοι οἱ παπικοὶ φοροῦν λευκὰ ἄμφια καὶ ἔτσι τὸ contrast μὲ τὰ μαῦρα ράσα τῶν Ἀνατολικῶν εἶναι ἔντονο και σκηνοθετικά λίαν ἐπιτυχές !
Ἀγαπητοί, τὶ θὰ μπορούσαμε νά ποῦμε ; Ὅταν συστηματικά περιφρονοῦμε τήν ἐκκλησιαστική παράδοση φυγαδεύουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τότε, δυστυχῶς, ἡ φαντασία ἀδυνατεῖ νά περιγράψει τὸν ξεπεσμὸ καὶ τὴν κατάντια ! Εἶμαι ὅμως βέβαιος ὅτι ἐλλείψει μετανοίας καὶ «μείζων τούτων ὀψόμεθα» ! Καί μάλιστα θά βρεθοῦν «θολολόγοι» νά τά δικαιολογήσουν “θεολογικά”16, γιά νά ἐπιβεβαιώσουν τό λεχθέν γιά ἂλλη περίπτωση ὑπό τοῦ Κυρίου «ἀλλ’ ἒρχεται ὣρα ἳνα πᾶς [ἀσεβής καί θρασύς, στήν περίπτωσή μας,] δόξη λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ» ! Πραγματικὰ μόνο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν ἀφήνει «νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», διότι, ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει, ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀναιδεῖς ποῦ φύγωμεν !
Ἂς τελειώσουμε ἀφήνοντας τὸν Ἅγ. Ἰουστίνο νά ἐρωτήσει καὶ γιά λογαριασμὸ μας : «ἕως πότε θὰ ἐξευτελίζωμεν δουλικῶς τὴν Ἁγίαν μας Ὀρθόδοξον Ἁγιοπατερικὴν καὶ Ἁγιοσαββιτικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς οἰκτρῶς καὶ φρικωδῶς ἀντιαγιοπαραδοσιακῆς στάσεως μας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ; … ἐντροπὴ καταλαμβάνει πάντα εἰλικρινῆ ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπὸ τὴν καθοδήγησιν τῶν ἁγίων Πατέρων … εἶναι κατὰ τὴν ἀνορθοδοξία καὶ ἀντιορθοδοξία της ἀποκαλυπτικῶς φρικαλέα. Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτὸ τὸ πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς ;»
π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος
Πρεσβύτερος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
Use Facebook to Comment on this Post