xOrisOria News

Ο ελληνικός μας ταυτοτικός αυτοπροσδιορισμός και η των συστημάτων φύσις

Νηπίοισιν ου λόγος, αλλά ξυμφορή γίνεται διδάσκαλος
(Διδάσκαλος των ανοήτων γίνεται όχι ο λόγος, αλλά η συμφορά)
Δημόκριτος (Β´ 76)

Είναι ζώα! Διαπράττουν ένα δόλιο έγκλημα, όσες και όσοι μιλούν γιά οικονομική ανάπτυξι στην Ελλάδα και την Κύπρον, τώρα.

Η οικονομία των 2 (δύο) αυτών πατρίδων του ελληνικού μας έθους και….
έθνους χρειάζεται κοινωνική, οικονομική και πολιτική αναγέννησι, αξιοποίησι και ανέλιξι, όχι οικονομική ανάπτυξι. Η προπαγάνδα γιά οικονομική ανάπτυξι είναι του έξωθεν επιβεβλημένου και άρδην τυραννικού καθεστώτος της κομματοκρατίας.

Η δική μας, η των Ελληνίδων και Ελλήνων προπαγάνδα, πρέπει να προωθεί την αναγέννησι, αξιοποίησι και ανέλιξι της ελληνικής μας κοινωνίας, οικονομίας και πολιτείας. Εάν φυσικά θέλουμε να βελτιώσουμε ριζικά την συλλογική ποιότητα ζωής του ελληνικού μας κόσμου στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Το σημαντικό είναι να ξεκινήσει άμεσα η διαδικασία μεταρρύθμισης των ελληνικών μας πολιτικών θεσμών. Αυτά που προτάσσω εδώ σήμερα έχουν την θέσι ένος τονωτικού προλόγου, γιά όλα εκείνα που πρέπει να ακολουθήσουν.

Ο ελληνικός μας ταυτοτικός αυτοπροσδιορισμός

Το «Να υπάρχεις Ελληνικός», διδάσκει μας ο Δημήτρης Λιαντίνης, «δηλώνει 4 (τέσσερις) τρόπους συμπεριφοράς:
α) ΄Οτι δεχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από την Φύσι».
β) ΄Οτι δεν δέχεσαι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων.
γ) ΄Οτι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσης, όχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προλήψεων.
δ) ΄Οτι αποθεώνεις την εμορφιά, γιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν την σάρκα σου».

Ηράκλειτος, Λεύκιππος, Εμπεδοκλής, Δημόκριτος, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης και Ισοκράτης, όλοι συμφωνούν με τον Δημήτρη Λιαντίνη. ΄Οπως επίσης συμφωνούν μαζί του και πολλοί άλλοι στοχαστές της κλασικής Ελλάδος.

Π.χ., ο Αριστοτέλης αναφέρεται πολλές φορές στις απόψεις του Δημοκρίτου, όπως παρατηρεί και ο Διογένης Λαέρτιος (LXXX, 3). Ίσως διότι, όπως ακριβώς ο Αριστοτέλης, έτσι και ο Δημόκριτος ακολουθεί την εμπειρική μέθοδο, όχι μόνον γιά την επιβεβαίωσι των συμπερασμάτων του, αλλά κυρίως γιά την ανάπτυξι των θεωριών του.

Ο Αβδηρίτης ανέλυσε αντικειμενικά και υποκειμενικά φαινόμενα, ακολουθώντας 2 (δύο) αρχές. Η πρώτη αρχή δηλώνει πως δεν γνωρίζουμε τίποτε, διότι η Αλήθεια βρίσκεται πάντοτε στο βάθος της πραγματικότητας (απόσπασμα Β 117). ΄Αρα, γιά να αποκαλυφθεί, απαιτεί ένα συνεχή πόλεμο από τον εραστή ή ερευνητή της· ο Ηράκλειτος συμφωνεί απολύτως, καθόσον: «Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ’ αυτό μένειν» και «αρμονίη αφανής φανερής κρείττων».

Σε ό,τι αφορά στη θέση του Ηρακλείτου, ως προς τις φαινομενικά αντίθετες έννοιες, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το απόφθεγμά του 45 (126): «Τα ψυχρά θέρεται, θερμόν ψύχεται, υγρόν αυαίνεται, καρφαλέον νοτίζεται», δηλαδή: τα ψυχρά θερμαίνονται, το θερμό ψύχεται, το υγρό ξεραίνεται, το στεγνό δροσίζεται. Υποδεικνύει έτσι ο Ηράκλειτος, ότι οι φαινομενικά αντίθετες δυνάμεις, καταστάσεις και τάσεις συνδέονται μέσω της συνεκτικής αντιρρόπου αρμονίας: «ΠΑΛΙΝΤΟΝΟΣ ΑΡΜΟΝΙΗ ΟΚΩΣΠΕΡ ΤΟΞΟΥ ΚΑΙ ΛΥΡΗΣ» (απόσπασμα Β´ 51).

Η συνεκτική αντίρροπος αρμονία του Ηρακλείτου δεν εκφράζεται μόνον μέσω του κοινού λόγου, αλλά και ως ένας «πόλεμος». Αυτή είναι μία άλλη όψη της συνεκτικής αντιρρόπου αρμονίας, μιας κοσμικής σταθεράς, τεντωμένης εξ ίσου προς πολικές κατευθύνσεις: «ΟΚΩΣΠΕΡ ΤΟΞΟΥ ΚΑΙ ΛΥΡΗΣ».

Είναι δηλαδή η συνεκτική αντίρροπος αρμονία του Ηρακλείτου, ένα σύστημα αντιρρόπων δυνάμεων, που δομεί το σύμπαν, το οποίον διέπει και παράγει διαρκώς, οδηγώντας το σε νέες ισορροπίες, μέσω των συγκρούσεων των πολλαπλών συνεκτικών του πόλων. Η χρήσι του όρου «πόλεμος», σε ένα επίσης από τα γνωστά ρητά του: «πόλεμος πατήρ πάντων», ουσιαστικά συνδέεται με το «τα πάντα ρει», καθώς τα πάντα στον κόσμο είναι σε συνεχή κίνηση και διεργασία, δηλαδή σε ένα πόλεμο.

Στην έμμετρη φιλοσοφία του, ο Ακραγαντίνος φιλόσοφος Εμπεδοκλής, επίσης χρησιμοποιεί την λέξι «Αρμονία», ως ένα κύριο όνομα, με το οποίο αντικαθιστά την «Φιλότητα». Στην ησιόδειο δε «Θεογονία» (937), η Αρμονία είναι θεά, την οποία οι αρχές της ελληνικής πολιτείας επικαλούνται γιά έναν εύνομο κοινωνικο-πολιτικό βίο.

Η δευτέρα αρχή του Δημοκρίτου δηλώνει πως όλα τα πράγματα εξαρτώνται από μια ανάγκη ή αιτιότητα. Εδώ, ο Αβδηρίτης στοχαστής δείχνει την αιτιατή σχέσι μεταξύ της πραγματικότητας και των εξωτερικών μορφών του κόσμου, τις οποίες γνωρίζουμε μέσα από τις 5 (πέντε) μας αισθήσεις: ακοή, αφή, γεύση, όρασι και όσφρησι.

Ο Δημόκριτος, γιά να απαντήσει στην απορία του κατά πόσον οι αισθήσεις ή ο νους μας συμβάλλουν στην αποκάλυψι της Αληθείας, διατύπωσε ένα φανταστικό διάλογο, όπου έβαλε τις αισθήσεις να λένε προς τον νου: «τάλαινα φρήν παρ’ ημών τας πύστεις…» (όχι ‘πίστεις’ με ‘ί’, αλλά ‘πύστεις’ με ‘ύ’, από το ρήμα πυνθάνομαι: πληροφορούμαι), δηλαδή: «ταλαίπωρη, αφού πήρες από μας τις πληροφορίες γιά την πραγματικότητα που σε περιβάλλει, προσπαθείς να αρνηθείς την συμβολή μας; Εάν επιμείνεις σε αυτήν την αλαζονική άποψι, εσύ είσαι που θα ξεπέσεις σε γνωσιακή φτώχεια, αφού δεν θα έχεις πληροφόρησι από εμάς γιά την πραγματικότητα» (απόσπασμα Β 125).

Γιά την αρχή αυτή της αιτιότητας, ο Δημόκριτος υιοθετεί την άποψι του δασκάλου του, Λευκίππου, ο οποίος υποστηρίζει πως κανένα πράγμα δεν γεννιέται χωρίς αιτία, αλλά τα πάντα γεννιούνται γιά κάποιον λόγο, από αναγκαιότητα. Ο Δημόκριτος φρονεί πως τα πάντα συντελούνται με αναγκαίο τρόπο, ενώ η αιτία της γένεσης όλων των πραγμάτων είναι η των απειροελαχίστων σωματιδίων δίνη, που την ονομάζουμε «ανάγκη».

Χρησιμοποιεί δε ο Δημόκριτος την έννοια της ανάγκης, γιά να επισημάνει τα δεσμά του ευθύνειν και ελέγχειν σε προσωπικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, που πάντοτε υπάρχουν στην ελεύθερη βούλησι των ανθρώπων. Η δημοκρίτια έννοια της ανάγκης συμπεριλαμβάνει και την οικονομία, όπου υπάρχουν άπειρες ανάγκες, ενώ ταυτόχρονα είναι ανεπαρκή τα μέσα γιά την ικανοποίησί τους.

Η ύπαρξι της διμερούς σχέσης μεταξύ της αιτίας και της ανάγκης οφείλεται στην συνεχή κίνησι των απειροελαχίστων σωματιδίων της ύλης, των ατόμων, από τα οποία αποτελείται κάθε υλική και πνευματική υπόστασι. Η δυναμική αυτή κίνησι των ατόμων δημιουργεί μία επίσης δυναμική κίνησι στο ανθρώπινο πνεύμα, που επίσης αποτελείται από ύλη, δηλαδή ενέργεια, της οποίας τα άτομα είναι τα ελαφρύτερα και τα πλέον κινητά στην Φύσι (βλέπε, π.χ., την κλίμακα του σύμπαντος ή The Scale of the Universe: http://htwins.net/scale2/).

Παρομοίως, κατά τον Δημόκριτο, η δυναμική κίνησι των ατόμων δημιουργεί μία επίσης δυναμική κίνησι στις κοινωνίες των ανθρώπων, οι οποίες βρίσκονται συνεχώς σε μεταβολή. Κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη, ο Δημόκριτος στηρίζει την ανέλιξι της κοινωνίας στην ανάγκη της εκπληρώσεως των οικονομικών αγαθών, καθόσον η ανάγκη είναι τελικά η δασκάλα των ανθρώπων, επί παντός επωφελούς.

Ο αναδυόμενος ορισμός του πολιτικού θεσμού

Η κοσμοθεωρία των ανθρώπων επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε ένα θεσμό. Η οπτική μας αυτή αποτελείται από τις πιό βαθιές, θεμελιώδεις υποθέσεις που κάνουμε γιά την φύσι της πραγματικότητος, όπως και από το πώς την γνωρίζουμε και την κατανοούμε.

Σήμερα στη Δύση, η επικρατούσα οπτική του κόσμου επηρεάζεται σημαντικά από δύο χαρακτηριστικά του περιβάλλοντός μας: από τον επιταχυνόμενο ρυθμό των αλλαγών του, όπως και από τις επίσης αυξανόμενες στατική του πολυποικιλία και δυναμική του πολυπλοκότητα. Ένα περιβάλλον, που ταυτόχρονα υποβάλλεται σε ένα επιταχυνόμενο ρυθμό αλλαγών και γίνεται πιό σύνθετο διαχρονικώς, λέγεται ότι είναι ταραχώδες ή χαοτικό, δηλαδή παρουσιάζει δυναμικές αλλαγές, που είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθούν επακριβώς.

Η πρόκλησι δηλαδή που αντιμετωπίζουμε, ως δυνητικοί εντολείς και διαχειριστές των πολιτικών θεσμών της ελληνικής μας πολιτείας, είναι το πώς αυτοί θα επιβιώσουν και πόσον μάλλον θα ευδοκιμήσουν, μέσα σε ένα όλο και πιό ταραχώδες ή χαοτικό περιβάλλον, και πώς θα προετοιμαστούν γιά ένα μέλλον, που είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθεί επακριβώς.

΄Εχει ήδη εξελιχθεί από την Αναγέννηση, η έννοια του τι είναι ένας πολιτικός θεσμός: από το να βλέπει ο κόσμος κάθε πολιτικό θεσμό πρώτα ως μία μηχανή ή ένα μηχανισμό, στην συνέχεια ως ένα οργανισμό, και τώρα ως ένα συμβιωτικό κοινωνικό υπο-σύστημα. Η εξέλιξι τούτη αντανακλά την κοσμοθεωρία που έχει επικρατήσει στη Δύση, την έννοια δηλαδή που εκλαμβάνουμε γιά την φύσι της πραγματικότητος.

Είναι ζωτικής σημασίας, σε αυτή την εξέλιξι, ο κεντρικός ρόλος που παίζει ο όρος «σύστημα». Επομένως, η έννοιά του, όπως και η σημασία της γιά την αναδυομένη έννοια του θεσμού, πρέπει να αναπτυχθούν σε βάθος.

Τρεις διαφορετικές οπτικές επιτρέπουν την εξέτασι ενός θεσμού κοινωνικο-πολιτικο-συστηματικά: από μέσα προς τα έξω, από έξω προς τα μέσα, όπως επίσης και ενδοσκοπικά. Αυτές οι οπτικές αναγνωρίζουν πόσο σημαντικές είναι όλες οι ομάδες ενδιαφερομένων ενός πολιτικού θεσμού, δηλαδή όλες και όλοι εκείνοι που επηρεάζονται άμεσα από το κάθε τι που πράττει ένας πολιτικός θεσμός.

Κάθε πολίτευμα ή πολιτικό σύστημα, ικανό να υποβαστάζει την ελληνική μας πολιτεία ως μία υψηλή τεχνολογία, δεν παύει να είναι ένα «σύστημα», το οποίο ορίζεται ως: μία ολότης μερών, που μέσω της αμοιβαίας αλληλεπιδράσεώς των λειτουργούν συλλογικά προς το γενικό, κοινό τους συμφέρον (Forrester JW. Principles of Systems. Productivity Press: Cambridge, MA, 1971, σ. 1-1). Κάθε σύστημα είναι μία ολότης μερών, η οποία διατηρεί την ύπαρξί της μέσω της αμοιβαίας αλληλεπιδράσεως των μερών της.

Η βασική έμφασι εδώ είναι στην «αμοιβαία αλληλεπίδρασι». Με την πάροδο του χρόνου, κάτι συμβαίνει μεταξύ των μερών ενός συστήματος, που διατηρεί το σύστημα.

΄Ενα σύστημα είναι διαφορετικό από ένα σωρό ή μια συλλογή μερών. Αντιθέτως όμως, ένα καθεστώς, που μόνον ένα της πολιτείας υποκατάστατο είναι ικανό να υποβαστάζει, αποβλέπει όχι στο γενικό, κοινό συμφέρον μιας κοινωνίας ανθρώπων, αλλά στο προσωπικό συμφέρον του μονάρχη ή των τυράννων (Κοντογιώργης ΓΔ. Η Θεωρία των Επαναστάσεων στον Αριστοτέλη. Εκδόσεις Λιβάνη: Αθήναι, Ελλάς, 1982, σ. 20), όπως π.χ., η έξωθεν επιβεβλημένη και στυγνά τυραννική κομματοκρατία στην Ελλάδα και την Κύπρον.

Η των συστημάτων φύσις

Η κοινωνικο-οικονομικο-πολιτική συστηματο-σκέψι απαιτεί θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο ο πολιτικός σχεδιασμός έχει καταστρωθεί και οργανωθεί, όπως επίσης και στον τρόπο που γίνεται η διαχείριση των θεσμών, οι οποίοι προκύπτουν μέσα από ένα πραγματικό πολίτευμα ή πολιτικό σύστημα. Η γνώσι επί των αλλαγών που απαιτούνται, όπως και του λόγου που απαιτούνται, με τη σειρά τους απαιτούν την κατανόησι της φύσεως των συστημάτων γενικά, αλλά και του χαρακτήρα των κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικών συστημάτων ειδικότερα.

Μόνον έτσι μπορεί να ξεκινήσει τώρα η διαδικασία μεταρρυθμίσεως των ελληνικών μας πολιτικών θεσμών. ΄Ωστε να γίνει μία σχετικά ομαλή μετάβασι, από το παρόν ξενόφερτο, ανθελληνικό και ελληνοφοβικό καθεστώς, σε ένα πραγματικά ελληνικό πολίτευμα ή πολιτικό σύστημα, ικανό να υποβαστάζει την ελληνική μας πολιτεία ως μία υψηλή τεχνολογία.

Είναι λοιπόν ένα σύστημα, μία ολότης μερών, που μέσω της αμοιβαίας αλληλεπιδράσεώς των λειτουργούν συλλογικά προς το γενικό, κοινό τους συμφέρον. Κάθε σύστημα περιέχει τουλάχιστον 2 (δύο) ή περισσότερα μέρη, τα οποία πληρούν τις ακόλουθες 5 (πέντε) προϋποθέσεις (Ackoff RL. The Democratic Corporation: A Radical Prescription for Recreating Corporate America and Rediscovering Success. Oxford University Press: New York, NY, 1994.):

α) Η ολότης των μερών ενός συστήματος έχει τουλάχιστον 1α (μία) ή περισσότερες καθοριστικές λειτουργίες.

Π.χ., μία καθοριστική λειτουργία ενός αυτοκινήτου είναι να μεταφέρει ανθρώπους. Κάπως έτσι λοιπόν, μία πιθανή καθοριστική λειτουργία ενός θεσμού μπορεί να είναι η παραγωγή και διανομή πλούτου.

Αξίζει να σημειωθεί πως, όταν ένα σύστημα έχει μία καθοριστική λειτουργία, αυτό σημαίνει πως είναι μέρος ενός ευρυτέρου συστήματος. Η καθοριστική του λειτουργία είναι ο ρόλος που παίζει μέσα σε αυτό το ευρύτερο σύστημα.

β) Κάθε μέρος ενός συστήματος μπορεί να επηρεάζει την συμπεριφορά ή και τις ιδιότητες της ολότητος του συστήματος.

Μία μικρή αλλαγή στην συμπεριφορά, γιά παράδειγμα, των οργάνων του ανθρώπινου σώματος, όπως είναι ο εγκέφαλος, τα δόντια, η καρδιά, οι πνεύμονες και το στομάχι, μπορεί να επηρεάσει τόσον την απόδοσι όσον και τις ιδιότητες όλου του οργανισμού μας. Ομοίως, η κάθε δραστηριότης (operation) της διαδικασίας (process) παρασκευής ζύθου, δηλαδή, η ζύμωσι, η παστερίωσι, το φιλτράρισμα και η συσκευασία, επηρεάζει την ικανότητα μιας εταιρείας ζυθοποιίας, γιά την διάθεσι της μπίρας της στην αγορά.

γ) Ενίοτε, ένα υποσύνολο των μερών ενός συστήματος επαρκεί μέσα σε ένα ή περισσότερα περιβάλλοντα, γιά την εκτέλεσι της καθοριστικής λειτουργίας της ολότητος του συστήματος· κάθε ένα από αυτά τα μέρη είναι ξεχωριστά αναγκαίο αλλά ανεπαρκές, γιά την εκτέλεσι της καθοριστικής λειτουργίας της ολότητος του συστήματος.

Αυτά τα μέρη είναι απαραίτητα στο σύστημα· χωρίς ένα από αυτά, το σύστημα δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την καθοριστική του λειτουργία. Π.χ., ο κινητήρας ενός αυτοκινήτου, το μπεκ ψεκασμού καυσίμου, το τιμόνι και ο συσσωρευτής του, του είναι απολύτως απαραίτητα: χωρίς ένα από αυτά, το αυτοκίνητο δεν μπορεί να μεταφέρει ανθρώπους.

Ένας πολιτικός θεσμός, επίσης μπορεί να έχει μία ή περισσότερες προσαρτήσεις όπως, π.χ., ένα ίδρυμα ή κάποιον ενοικιαστή στο κτίριό του. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι οι ‘προμηθευτές’, ‘χονδρέμποροι’, ‘λιανοπωλητές’ και ‘πελάτες’, οι οποίοι αποτελούν μέρη του περιβάλλοντος ενός θεσμού, μπορεί επίσης να είναι απαραίτητοι σε αυτόν.

Ένα σύστημα που, γιά τη εκτέλεσι της καθοριστικής του λειτουργίας, απαιτεί ορισμένες περιβαλλοντικές συνθήκες είναι ένα ανοικτό σύστημα. Αυτό εξηγεί γιατί το σύνολο των μερών, τα οποία σχηματίζουν ένα ανοικτό σύστημα, ποτέ δεν μπορεί να είναι επαρκή γιά τη εκτέλεσι, σε κάθε περιβάλλον, της καθοριστικής του λειτουργίας.

Θεωρητικά, ένα σύστημα θα μπορούσε να σχεδιασθεί ώστε να εκτελεί την καθοριστική του λειτουργία σε κάθε περιβάλλον, αλλά τότε θα ήταν εντελώς ανεξάρτητο από το περιβάλλον του. Ως εκ τούτου, αυτό θα ήταν ένα κλειστό σύστημα.

Το περιβάλλον ενός πολιτικού θεσμού καθορίζεται από όλα εκείνα τα πράγματα, που μπορούν να επηρεάζουν την απόδοσί του, όπως επίσης ακόμη και τις ιδιότητες του θεσμού, αλλά επί των οποίων ο θεσμός δεν ασκεί έλεγχο. Εκείνο το τμήμα του περιβάλλοντος, το οποίο ένας θεσμός μπορεί μεν να επηρεάζει, αλλά όχι και να ελέγχει πλήρως, αποτελεί το περιβάλλον συναλλαγών του εν λόγω θεσμού.

Το τμήμα του περιβάλλοντος ενός πολιτικού θεσμού, το οποίο ο θεσμός δεν μπορεί ούτε να επηρεάζει αλλά ούτε και να ελέγχει, είναι το παρακείμενο ή μακρο-περιβάλλον του θεσμού. Παραδείγματα του παρακειμένου ή μακρο-περιβάλλοντος ενός θεσμού είναι: ο καιρός, οι πλημμύρες, οι σεισμοί και άλλα φυσικά φαινόμενα, όπως επίσης και η συμπεριφορά κάποιων τουλάχιστον πολιτικών του ανταγωνιστών.

δ) Ο τρόπος, με τον οποίο η συμπεριφορά ή οι ιδιότητες κάθε μέρους ενός συστήματος επηρεάζουν την συμπεριφορά ή τις ιδιότητες της ολότητος του συστήματος, εξαρτάται από την συμπεριφορά ή τις ιδιότητες ενός τουλάχιστον άλλου μέρους του συστήματος.

Με άλλα λόγια, κανένα μέρος ενός πολιτικού θεσμού δεν μπορεί να έχει μία ανεξάρτητο επίδρασι στην ολότητα του θεσμού, του οποίου αποτελεί ένα μέρος. Π.χ., ο τρόπος που η καρδιά επηρεάζει το σώμα μας εξαρτάται από την λειτουργία των πνευμόνων μας, και ο τρόπος που οι πνεύμονές μας επηρεάζουν τον οργανισμό μας, εξαρτάται από την ταυτόχρονο λειτουργία του εγκεφάλου, της καρδιάς και άλλων οργάνων του σώματός μας.

Παρομοίως, ο τρόπος που το τμήμα παραγωγής μιας εταιρείας επηρεάζει την συνολική απόδοσι της εταιρείας, επίσης εξαρτάται από την συμπεριφορά του τμήματος πωλήσεών της. Παράλληλα, ωστόσο, η συμπεριφορά και οι ιδιότητες του τμήματος πωλήσεων επηρεάζονται από την συμπεριφορά και τις ιδιότητες των τμημάτων παραγωγής και στρατηγικού σχεδιασμού της εταιρείας και ούτω καθεξής.

Eίτε άμεσα ή έμμεσα, τα μέρη ενός συστήματος κατ’ ανάγκην αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Προσοχή όμως: μια συλλογή από αυτοκίνητα, ακόμη και αν ανήκουν στον ίδιο άνθρωπο, δεν αποτελούν ένα σύστημα, διότι τα αυτοκίνητα αυτά δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.

Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, τα δύο ή περισσότερα ηχεία ενός στερεοφωνικού συστήματος, καθώς και ο δέκτης και ο ενισχυτής του, αποτελούν μέρη του συστήματος. Τα μέρη αυτά του συστήματος αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, ώστε να παράγουν ένα ποιοτικό ήχο, ο οποίος δεν εντάσσεται σε, αλλά ούτε μπορεί να παράγεται ανεξάρτητα από, ένα μόνον μέρος του στερεοφωνικού συστήματος.

ε) Η επίδρασι ενός υποσυνόλου των μερών ενός συστήματος, στην συμπεριφορά ολοκλήρου του συστήματος, εξαρτάται από την συμπεριφορά τουλάχιστον ενός άλλου υποσυνόλου των μερών του συστήματος.

΄Οπως τα μεμονωμένα μέρη ενός συστήματος, έτσι ακριβώς και ένα υποσύνολο των μερών ενός συστήματος, δεν έχει καμμία ανεξάρτητο επίδρασι στην συμπεριφορά ολοκλήρου του συστήματος. Π.χ., η επίδρασι του μεταβολικού υπο-συστήματος στο ανθρώπινο σώμα μας εξαρτάται από τη συμπεριφορά του νευρικού μας υπο-συστήματος, ενώ με την σειρά της, η επίδρασι του νευρικού μας υπο-συστήματος εξαρτάται από την συμπεριφορά του κινητικού μας υπο-συστήματος κ.ο.κ.

Εάν τα τμήματα ενός πολιτικού θεσμού δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, τότε αποτελούν μια συσσωμάτωσι, αλλά όχι ένα σύστημα. ΄Ολοι οι καθεστωτικοί θεσμοί και όλα τα καθεστωτικά πολιτικά μορφώματα σήμερα είναι παρόμοιες συσσωματώσεις, αλλά όχι συστήματα· το μόνο κοινό που έχουν τα μέρη τους είναι το ανήκειν τους, δεν αλληλεπιδρούν όμως αυτά αμοιβαία μεταξύ τους, προς το γενικό, κοινό ή συλλογικό τους συμφέρον.

Συμπεράσματα

Ίσως η πιο σημαντική, από τις επιπτώσεις των ως άνω συνθηκών, είναι ότι η ολική απόδοσι του συστήματος δεν είναι το άθροισμα των αποδόσεων των μερών του, όταν αυτά εκλαμβάνονται ξεχωριστά. Η ολική απόδοσι του συστήματος είναι το προϊόν των αλληλεπιδράσεων των μερών του.

Επί του παρόντος, οι πολιτικοί θεσμοί δεν είναι οργανωμένοι έτσι ώστε να βοηθούν τους διαχειριστές τους να εστιάζουν σε αλληλεπιδράσεις, αλλά τους επιτρέπουν να εστιάζουν μόνον στις πράξεις των μερών ξεχωριστά. Οι διαχειριστές δε των θεσμών ανταμοίβονται γιά την βελτίωσι των μεμονομένων δράσεων των μερών, αλλά όχι, ποτέ γιά την βελτίωσι των αλληλεπιδράσεων.

Η βελτίωσι της αποδόσεως των μερών ενός συστήματος, που λαμβάνονται ξεχωριστά, δεν οδηγεί στην βελτίωσι της συνολικής αποδόσεως του συστήματος. ΄Ομως, κατά την διαδικασία του σχεδιασμού ενός συστήματος, οι ιδιότητες των μερών πρέπει να προέρχονται από τις ιδιότητες που έχουν σχεδιαστεί γιά όλο το σύστημα.

Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ιδιότητες ενός πολιτικού θεσμού έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να προέρχονται από τις ιδιότητες των μερών του. Πρέπει όμως, τους πολιτικούς μας θεσμούς να τους βλέπουμε, σχεδιάζουμε και διαχειριζόμαστε ως κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικά συστήματα, ώστε να επιβιώνουν, πόσον μάλλον να ευδοκιμούν, με γνώμονα την συλλογική μας ευδαιμονία και την συλλογική μας οικονομική ευμάρεια!

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, διά την προσοχήν σας, όπως και διά τον τρισδιάστατον χρόνον σας!

Νίκος Γεωργαντζάς
Συνδήκτωρ, ΕΙ·ΕΝD

Use Facebook to Comment on this Post