Το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας (NICE) δημοσιοποίησε
στις 3 Ιουλίου 2013 τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες για την
φροντίδα των γυναικών που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση
καρκίνου του μαστού, λόγω του κληρονομικού τους ιστορικού.
Μία από τις κυριότερες αλλαγές από την αρχική οδηγία του Ινστιτούτου το
2004 είναι ότι τώρα το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας
(NICE) συστήνει φαρμακευτική θεραπεία με τη ραλοξιφαίνη, προκειμένου να
μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε συγκεκριμένη ομάδα
μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών, σε αυτές δηλαδή που βρίσκονται σε υψηλό
κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου και δεν είχαν παλιότερα εμφανίσει τη νόσο
(καρκίνο).
Η ραλοξιφαίνη ένα πολύ γνωστό φάρμακο εγκεκριμένο για την πρόληψη και
θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης κυκλοφορεί στην Ευρωπαϊκή
Ένωση και στην Ελλάδα ήδη από το 1999.
Τι είναι ο οικογενής καρκίνος του μαστού;
Ο «οικογενής» καρκίνος του μαστού είναι ο καρκίνος αυτός, όπου
παρουσιάζονται ασυνήθιστα υψηλά ποσοστά περιστατικών καρκίνου του μαστού
ή ωοθηκών ή άλλων τύπων καρκίνου μέσα σε μια οικογένεια.
Αυτό ίσως αποτελεί μια ένδειξη ότι ελαττωματικά γονίδια έχουν προκαλέσει
ή έχουν συμβάλλει στην ανάπτυξη του καρκίνου. Τρία από τα γονίδια που
είναι γνωστά ότι εμπλέκονται στην δημιουργία «συγγενικού» καρκίνου του
μαστού είναι τα: BRCA1, BRCA2 και TP53.
Εκτός των παραπάνω οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες κάνουν λόγο
και για την χειρουργική επέμβαση για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης
καρκίνου του μαστού. Τέτοιες επεμβάσεις περιλαμβάνουν τη διπλή
μαστεκτομή (αφαίρεση και των δύο μαστών) και τη χειρουργική επέμβαση για
την ανακατασκευή του στήθους. Η δεύτερη αποτελεί τον τύπο της επέμβασης
που η ηθοποιός Ατζελίνα Τζολί ανακοίνωσε πως έχει κάνει μετά από
γενετικό τεστ που έδειξε πως βρισκόταν σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης και
ανάπτυξης καρκίνου του μαστού. Σημειώνεται πάντως ότι οι κατευθυντήριες
οδηγίες του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας (NICE)
συστήνουν πως η αμφίπλευρη μαστεκτομή είναι κατάλληλη μόνο σε ένα μικρό
ποσοστό γυναικών, οι οποίες προέρχονται από οικογένειες με υψηλό
κίνδυνο.
Οι οδηγίες περιλαμβάνουν επίσης συστάσεις και για λιγότερο επεμβατικές
μεθόδους για την μείωση του κινδύνου στις γυναίκες με οικογενειακό
ιστορικό σε καρκίνο του μαστού. Αυτές περιλαμβάνουν την πληροφόρηση των
γυναικών γύρω από τους παράγοντες που θα μπορούσαν να αυξήσουν τον
κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, όπως η από του στόματος λήψη
αντισυλληπτικών χαπιών (στις γυναίκες άνω των 35 ετών) ή η λήψη
ορμονικής θεραπείας αντικατάστασης ή η κατανάλωση αλκοόλ ή η παχυσαρκία.
Πως αξιολογείται ο κίνδυνος στην γυναίκα;
Σε περιπτώσεις που ο καρκίνος του μαστού υπάρχει στην οικογένεια, οι
γιατροί μπορούν να εκτιμήσουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του
μαστού σε μία γυναίκα, βασιζόμενοι:
– στην ηλικία της
– στην ηλικία κατά την οποία οι συγγενείς της παρουσίασαν καρκίνο του μαστού
– στον αριθμό των συγγενών που ανέπτυξαν καρκίνο του μαστού ή ωοθηκών ή άλλου συγγενικού τύπου καρκίνο
– στο ακριβές περιβάλλον στο οποίο εμφανίστηκε ο καρκίνος (π.χ. ποιος προσβλήθηκε)
Οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας
της Μεγάλης Βρετανίας (NICE) δίνουν το πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να
κινηθούν οι γιατροί προκειμένου να γίνει σωστά η αξιολόγηση και η
εκτίμηση της ασθενούς που βρίσκεται σε υψηλό κίνδυνο. Συγκεκριμένα
συστήνει πως γυναίκες, οι οποίες δεν είχαν στο παρελθόν καρκίνο του
μαστού και οι οποίες πληρούν τα παρακάτω κριτήρια θα πρέπει να τους
συστήνεται να απευθυνθούν σε ειδικούς γιατρούς:
– μια πρώτου βαθμού γυναίκα συγγενή (μητέρα, κόρη ή αδερφή) διαγνωσμένη με καρκίνο του μαστού σε ηλικία μικρότερη των 40 ετών ή
– έναν πρώτου βαθμού άνδρα συγγενή (πατέρα, γιό ή αδερφό) διαγνωσμένο με καρκίνο του μαστού σε οποιαδήποτε ηλικία ή
– ένα πρώτου βαθμού συγγενή με αμφίπλευρο καρκίνο του μαστού όπου πρωτοδιαγνώστηκε όταν ήταν σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών ή
– δύο πρώτου βαθμού συγγενείς ή ένα πρώτου βαθμού και ένα δεύτερου
βαθμού (γιαγιά-παππούς, εγγόνι, θεία, θείος, ανιψιός, ανιψιά, ετεροθαλής
αδερφή/ος) διαγνωσμένοι με καρκίνο του μαστού σε οποιαδήποτε ηλικία ή
– ένα πρώτου ή δεύτερου βαθμού συγγενή όπου διαγνώστηκε με καρκίνο του
μαστού σε οποιαδήποτε ηλικία και ένα πρώτου ή δεύτερου βαθμού συγγενή
όπου διαγνώστηκε με καρκίνο των ωοθηκών σε οποιαδήποτε ηλικία (ένας τους
δύο πρέπει να είναι πρώτου βαθμού συγγενής) ή
– τρεις πρώτου βαθμού ή δεύτερου βαθμού συγγενείς όπου διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού σε οποιαδήποτε ηλικία.
Πως «ταξινομείται» ο κίνδυνος μιας γυναίκας;
Οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες οδηγίες του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας
της Μεγάλης Βρετανίας (NICE) συστήνουν στους γιατρούς για το ποια
ακριβώς προγράμματα υπολογιστών και ποιες μεθόδους θα πρέπει να
χρησιμοποιούν ώστε να υπολογίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του
μαστού σε μια γυναίκα.
Οι γυναίκες, ανάμεσα στις ηλικίες 40 και 50, των οποίων ο κίνδυνος
βρίσκεται ότι είναι μεταξύ 3-8% θεωρείται πως είναι ένας μέσος κίνδυνος
ενώ σε εκείνες των οποίων ο κίνδυνος βρίσκεται ότι είναι μεγαλύτερος του
8% θεωρείται πως βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου του
μαστού.
Ποιες αλλαγές υπάρχουν στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας (NICE) στην προληπτική φαρμακευτική αγωγή;
Η κυριότερη αλλαγή είναι ότι το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Μεγάλης
Βρετανίας (NICE) τώρα συστήνει τη χορήγηση της ραλοξιφαίνης σε
συγκεκριμένες ομάδες μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών με κίνδυνο καρκίνου του
μαστού, προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες για κάποια γυναίκα να
νοσήσει.
Το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας (NICE) συστήνει:
Οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να συζητούν με τις γυναίκες που δεν
είχαν καρκίνο του μαστού, αλλά βρίσκονται σε υψηλό ή μέτριο κίνδυνο για
την ανάπτυξή του, όλους τους κινδύνους και τα οφέλη της προληπτικής
φαρμακευτικής αγωγής με ραλοξιφαίνη. Θα πρέπει επίσης να δίνουν στις
γυναίκες και γραπτές πληροφορίες σε αυτά τα θέματα.
Ειδικότερα, στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με υψηλό κίνδυνο για
εμφάνιση καρκίνου του μαστού να χορηγείται ραλοξιφαίνη για 5 έτη, εκτός
κι αν έχουν προηγούμενο ιστορικό ή είναι σε αυξημένο κίνδυνο
θρομβοεμβολής.
Τέλος, οι γιατροί θα πρέπει να χορηγούν ραλοξιφαίνη και σε γυναίκες με μέτριο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού.