Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Ο Νάρκισσος, ο όμορφος νέος από την Βοιωτία, είναι ένα χαρακτηριστικό πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκαν διάφορες παραδόσεις. Η πιο διαδεδομένη θέλει τον ωραίο νεαρό να….
θέλγεται τόσο πολύ από την θέα του προσώπου του στα νερά μιας πηγής, την οποία χρησιμοποιούσε σαν κάτοπτρο, που θέλησε να την αγγίξει βυθίζοντας το χέρι του σ’ αυτή. Αφού επανέλαβε την ίδια προσπάθεια πολλάκις επί ματαίω απογοητεύτηκε και παρέμεινε καθήμενος να αυτοθαυμάζεται μέχρι που υπέστη μαρασμό και πέθανε.
Σήμερα ο Νάρκισσος έγινε ένας χαρακτηριστικός τύπος της κοινωνικής μας ζωής, ο οποίος ευδοκιμεί, κυρίως, στο ρεπερτόριο της πολιτικής μας μυθολογίας, με τη διαφορά ότι οι σημερινοί νάρκισσοι νομίζουν ότι είναι σπουδαίοι ή επιθυμούν να φαίνονται ωραίοι, σε αντίθεση με τον Νάρκισσο που ήταν ωραίος. Και αν στην περίπτωση της ελληνικής μυθολογίας ο Νάρκισσος ήταν ένας, στις μέρες μας οι νάρκισσοι αυξάνονται και πληθύνονται και το χειρότερο…γίνονται πρότυπα για πολλούς, οι οποίοι οπτασιάζονται το μέλλον τους με φόντο τη ματαιοδοξία της μεγάλης,πλούσιας και επώνυμης ζωής, μη μπορώντας να καταλάβουν ότι από αυτή τη ζωή είμαστε περαστικοί και ότι αυτή η ζωή δεν είναι προορισμός αλλά ένα ταξίδι. Έτσι, στην κοινωνία μας, όπου αυτοκρατορεύει η εικόνα, ο ναρκισσισμός έγινε ιδεολογία που καθορίζει τους κανόνες συμπεριφοράς ενός συγκεκριμένου lifestyle.Τους ξεχωρίζεις εύκολα από την εξόφθαλμη μεταρσίωση που τους προκαλεί ο ήχος του αργυρίου και η αύρα της δόξας, έστω και εφήμερης. Αργοπεθαίνουν βέβαια στη δυστυχία γιατί ενδιαφέρονται για το πως να φαίνονται…και να φαίνονται πιο ωραίοι και δεν τους απασχολεί το πως να είναι.
Επιδιώκουν να συναναστρέφονται με ανθρώπους της «υψηλής κοινωνίας», λες και το ύψος μετριέται με τον πλούτο και τη θέση που κατέχει κάποιος, μόνο και μόνο για να νιώθουν και οι ίδιοι σημαντικοί. Γι’ αυτό πολλές φορές μας σοκάρουν άνθρωποι οι οποίοι φαίνονται ευγενικοί και φιλικοί αλλά μας εκπέμπουν μία αντίστροφη εικόνα όταν ξαφνικά τους παρατηρήσουμε να συμπεριφέρονται σε ανθρώπους από τους οποίους δεν έχουν τίποτα να πάρουν.
Ποιοί μπορεί να είναι οι σημερινοί νάρκισσοι; Είναι η σιλικονάτη τηλεπαρουσιάστρια που επιδεικνύει τα κάλλη της στην οθόνη με αντάλλαγμα την εφήμερη επωνυμία. Είναι ο επιστήμονας που διαβάζει τα συγγράμματά του και αναφωνεί: «Τι σπουδαίος που είμαι!». Είναι ο καλλιτέχνης που δεν έχει καλό λόγο να πει για τα έργα άλλων και όταν ξυπνά το πρωί κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη και ευχαριστεί τους γονείς του που έφεραν στον κόσμο τέτοιο σπουδαίο άνθρωπο. Είναι ο δημόσιος υπάλληλος που αναρριχήθηκε στην ιεραρχία έρποντας και λείχοντας με τις πλάτες ισχυρών αλλά πιστεύει ότι είναι μοναδικός στο χώρο του και όταν μιλά για ρουσφέτι εννοεί όλους τους άλλους εκτός από τον ίδιο. Είναι ο νεόπλουτος επιδειξιμανής που απέκτησε ξαφνικά λεφτά, πατώντας επί πτωμάτων, και θέλει να ξεχωρίζει αρχίζοντας πρώτα με την αγορά τεράστιας κατοικίας, χωρίς όμως να μπορεί να αγοράσει «σπίτι»,περικυκλωμένης με φραγμούς και συστήματα συναγερμού για να έχει απόσταση από τους ούτως ή άλλως υποδεέστερους γείτονές του. Το φαινόμενο όμως αυτό, όμως,ευδοκιμεί ιδιαιτέρως στην πολιτική, διότι ανέκαθεν η εξουσία προσήλκυε και άτομα χαμηλής ηθικής, με όλους αυτούς που θεωρούν την πολιτική κονίστρα ως το πεδίο που τους εξασφαλίζει δόξα και πλούτο και την κοινωνία ως το πεδίο που ασκούν εξουσία.
Το φαινόμενο του ναρκισσισμού στην πολιτική μπορεί να εξελιχθεί σε επικίνδυνη κατάσταση για την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας γιατί ενίοτε, με την πάροδο κάποιου χρονικού διαστήματος μετά την ανάληψη ηγετικών πολιτικών θέσεων, εξελίσσεται σε«σύνδρομο της ύβρεως», δηλαδή η μέθη της εξουσίας τους μετατρέπει σε αυθάδεις και περιφρονητικούς, με αποκορύφωμα να εκλαμβάνουν εαυτούς υπεράνω ανθρωπίνων ορίων.
Τους βλέπουμε να παρελαύνουν καθημερινά στις τηλεοράσεις, αφού άλλωστε είναι η αγαπημένη τους πασαρέλα. Ιδιαιτέρως, όταν υπάρχει προεκλογική περίοδος, οι τηλεοπτικές μπουγάδες στις οποίες διαλέγονται με τη γλώσσα του ουρλιαχτού λειτουργούν γι’αυτούς ως υποκατάστατο των καρναβαλιών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που πολλοί πολιτικοί δαπανούν μεγάλα ποσά σε επικοινωνιολόγους για να ασχολούνται με την εμφάνισή τους, τον τρόπο ομιλίας τους, τη γλώσσα του σώματός τους και γενικά με την εικόνα που θα πρέπει να εκπέμπουν στους κοινούς θνητούς. Πρέπει να μάθουν πως να γίνουν καλοί ηθοποιοί.
Μονίμως ερωτευμένοι με τον εαυτό τους, άρα αδύναμοι να δημιουργήσουν γνήσιες σχέσεις με τους άλλους. Κατά βάθος μόνοι, φλερτάροντας που και που με την κατάθλιψη. Επειδή δεν μπορούν να αγαπήσουν χρησιμοποιούν ακόμη και το σύντροφο ως μέσο υπηρεσίας της εικόνας που επιδιώκουν να εκπέμπουν ή ως μέσο ανέλιξης. Γι’ αυτό και απαραίτητη προϋπόθεση είναι ο σύντροφος τους να τους θαυμάζει.
Μιλούν μονίμως με ύφος μεσσιανικό, επιδαψιλευμένο με ψευδαίσθηση παντοδυναμίας και με υπέρμετρη αυτοπεποίθηση, για όσα έκαναν αλλά περισσότερο γι’ αυτά που θα κάνουν, υπερτονίζοντας τα επιτεύγματά τους αδιαφορώντας αν γίνονται παρορμητικοί και απερίσκεπτοι με αποτέλεσμα να χάνουν επαφή με την πραγματικότητα. Θυμάμαι χαρακτηριστική περίπτωση όπου μετά από μία τηλεοπτική συζήτηση με ρώτησε συνομιλητής μου που ετύγχανε να είναι πολιτικός περιωπής: «Ήμουν καλός στην συζήτηση;» για να του απαντήσω αμήχανα: «Ναι!». Φαίνεται ότι δεν αρκούσε η απάντηση και με ξαναρώτησε: «Ήμουν πολύ καλός;» και του απαντώ πάλι, αλλά με περιέργεια για να καταλάβω που το πήγαινε: «Ναι!». Τότε έσκασε ένα αυτάρεσκο χαμόγελο λέγοντάς μου: «Άρα ήσουν και εσύ καλός!» Τον παρακολουθούσα ενεός, χωρίς να ξέρω τι να πρωτοθαυμάσω, την οίηση ή την βλακεία του.
Οι νάρκισσοι-υβριστές της πολιτικής υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν ενόσω θα υπάρχουν και οι σφουγγοκωλάριοι που τους ακολουθούν και τους επιβεβαιώνουν. Οι τελευταίοι είναι ο καθρέφτης των πρώτων. Η κριτική, όμως, είναι ο φόβος τους, γιατί τους αποκαλύπτει και χάνουν ότι κέρδισαν μέσα από το θέατρο.
http://omirosalexandrou.blogspot.com
Use Facebook to Comment on this Post