Σε διευκρινίσεις προχώρησε το υπουργείο Οικονομικών για τις βουλευτικές συντάξεις, μετά από δημοσιεύματα του Τύπου που έκανα λόγο πως στις περικοπές συντάξεων που έγιναν στις 31 Ιανουαρίου δεν…
περιλαμβάνονται οι συντάξεις βουλευτών, δημάρχων, νομαρχών, περιφερειαρχών και πρώην κοινοταρχών.
Στην ανακοίνωση του υπουργείου αναφέρεται πως οι βουλευτικές συντάξεις έχουν μειωθεί από το έτος 2010 μέχρι σήμερα με βάση όσα ισχύουν και για όλες τις άλλες συντάξεις του Δημοσίου. Ειδικότερα, σημειώνεται στην ανακοίνωση, οι μειώσεις κατά 5%, 10%, 15% και 20% (ανάλογα με το ποσό της σύνταξης ή το άθροισμα των συντάξεων) έχουν ήδη εφαρμοσθεί και για τις βουλευτικές συντάξεις, από 01.02.2013, όπως και για όλες τις συντάξεις του Δημοσίου.
Ενδεικτικά αναφέρεται στην ανακοίνωση η μείωση της πρωθυπουργικής σύνταξης, όπως και της βουλευτικής. Συγκεκριμένα η σύνταξη πρωθυπουργού τον Δεκέμβριο του 2009 ήταν 4.679,48 ευρώ, ενώ τον Φεβρουάριο του 2013 στα 2.561,26 ευρώ, μείωση της τάξεως του 54,73%. Επίσης η βουλευτική σύνταξη υπέστη μείωση της τάξης του 51,11% (3.866,16 ευρώ, τον Δεκέμβρη του 2009 και 1.975,96 ευρώ τον Φεβρουάριο του 2013).
Επιπρόσθετα τα δημοσιεύματα υποστήριζαν πως το «κόλπο» αυτό με τις συντάξεις γινόταν σύμφωνα με ειδική διάταξη του ν. 4093/12, κατά την οποία ίσχυε μείωση 20% ή 30%, όταν τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνουν δεύτερη ή τρίτη κύρια σύνταξη.
Το υπουργείο Οικονομικών ξεκαθαρίζει πως «δεν έχουν εφαρμοσθεί και θα εφαρμοσθούν από 01.04.2013 (πληρωμή 31.03.2013), αναδρομικά από 01.01.2013, οι μειώσεις των Βουλευτικών συντάξεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 4093/2012, κατά 20% εφόσον λαμβάνουν και δεύτερη σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα ή κατά 30% εφόσον λαμβάνουν και τρίτη σύνταξη. Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι το μηχανογραφικό αρχείο δεν είναι ενημερωμένο για το εάν ο οποιοσδήποτε συνταξιούχος του Δημοσίου, και φυσικά και ο Βουλευτής, λαμβάνει και άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα. Άλλωστε για το λόγο αυτό δεν έχουν εφαρμοσθεί μέχρι σήμερα, για κανένα συνταξιούχο είτε του Δημοσίου είτε άλλου ασφαλιστικού φορέα, οι σχετικές διατάξεις του ν. 3865/2010 και του ν. 4051/2012, με βάση τις οποίες οι προβλεπόμενες από αυτές μειώσεις θα υπολογίζονταν επί του αθροίσματος των συντάξεων (περισσότερες από μία) που τυχόν λαμβάνει ο συνταξιούχος. Η ανωτέρω μείωση αποφασίσθηκε προκειμένου να περικοπούν οι Βουλευτικές συντάξεις όπως και οι συντάξεις που υπολογίζονται με βάση τα ειδικά μισθολόγια (δικαστικοί λειτουργοί, μέλη ΔΕΠ των Πανεπιστημίων, στρατιωτικοί κλπ), οι οποίες και μειώθηκαν εξαιτίας των περικοπών στα μισθολόγια αυτά. Για το λόγο αυτό, ο υπολογισμός της μείωσης στις Βουλευτικές συντάξεις (κατά 20% ή 30% κατά περίπτωση) θα γίνει πριν από την παρακράτηση των εισφορών και των μειώσεων που έχουν επιβληθεί στις συντάξεις, αφού κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο έγινε η μείωση και των συντάξεων που υπολογίζονται βάσει των ειδικών μισθολογίων, δηλαδή προηγήθηκε η μείωση από την περικοπή των ειδικών μισθολογίων και επί του μειωμένου αυτού ποσού σύνταξης υπολογίστηκαν όλες οι άλλες μειώσεις. Μετά τη διενέργεια και της ανωτέρω ειδικής μείωσης, η συνολική μείωση της σύνταξης των Βουλευτών υπολογίζεται ότι θα υπερβεί το 60%».
«Από 01.01.2013 ότι ισχύει για όλους τους συνταξιούχους του Δημοσίου και αφορά στην περικοπή της σύνταξης (κατά 70%) εφόσον ο συνταξιούχος εργάζεται ή την αναστολή καταβολής της, έχει εφαρμογή και για τους συνταξιούχους Βουλευτές. Δηλαδή εάν ο συνταξιούχος Βουλευτής εργάζεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα η σύνταξή του θα περικοπεί κατά 70% ή εάν συνταξιούχος (π.χ. μέλος ΔΕΠ) εκλεγεί Βουλευτής, προκειμένου ο χρόνος θητείας του ως Βουλευτής να είναι συντάξιμος και να λάβει Βουλευτική σύνταξη, θα πρέπει να ανασταλεί η σύνταξη που λαμβάνει από το Δημόσιο ως μέλος ΔΕΠ. Η σύνταξη Βουλευτή ο οποίος μετά τη συνταξιοδότησή του επανεκλέγεται, αναστέλλεται. Επίσης προβλέπεται η κατάργηση του δικαιώματος Βουλευτικής σύνταξης για όσους εκλεγούν από τούδε και στο εξής. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού», καταλήγει το υπουργείο.