Αν και η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ φαίνεται να παρέχει πολλά οφέλη στην υγεία, οι μεγαλύτερες ποσότητες μπορεί να ακυρώσουν κάθε πιθανό όφελος, σύμφωνα με ειδικούς…
Ωστόσο, δεν αρκεί το να ακολουθεί κανείς τα προαναφερθέντα όρια για να είναι ασφαλής. Και αυτό, διότι αρκετοί είναι οι παράγοντες που καθορίζουν το αν θα πρέπει κανείς να πίνει έστω και αυτές τις ποσότητες, ενώ πολλά εξαρτώνται και από το τι εννοεί κανείς «ένα ποτό» αλλά και τη συχνότητα της κατανάλωσής του.
Όπως εξηγούν οι ειδικοί, σε μετρημένες ποσότητες και εφ’ όσον δεν υπάρχουν αντενδείξεις, το αλκοόλ μπορεί να προσφέρει πολλά στην υγεία. Το πιο γνωστό όφελός του είναι η μείωση του κινδύνου αναπτύξεως στεφανιαίας νόσου, περιφερειακής αγγειοπάθειας και της διαλείπουσας χωλότητας που αυτή προκαλεί (διαλείπουσα χωλότητα είναι ο πόνος που αναπτύσσεται στα πόδια έπειτα από το περπάτημα και η οποία εκδηλώνεται ολοένα πιο γρήγορα, όσο αυξάνεται η αγγειοπάθεια στα πόδια).
Η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ μειώνει επίσης τον κίνδυνο θανάτου από έμφραγμα, ενδεχομένως και τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου (ιδίως ισχαιμικού, που οφείλεται στην διακοπή της παροχής αίματος στον εγκέφαλο). Ορισμένες μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι λίγο αλκοόλ την ημέρα μειώνει και τον κίνδυνο αναπτύξεως χολολιθίασης και ίσως τον κίνδυνο διαβήτη.
Τι σημαίνει «ένα ποτό»
Όταν, όμως, οι ειδικοί συνιστούν «ένα ή δύο ποτά» την ημέρα, εννοούν πολύ συγκεκριμένες ποσότητες από κάθε οινοπνευματώδες ποτό. Ένα ποτό ισούται με ένα ουίσκι ή άλλο «δυνατό» ποτό των 30 ml ή ένα ποτηράκι κρασί των 70 έως 90 ml ή ένα «σφηνάκι» των 15 ml ή ένα ποτήρι κοινή μπύρα των 300 ml.
Το γεγονός, όμως, ότι ένας άνθρωπος μπορεί να πίνει ένα ή δύο τέτοια ποτά την ημέρα, δεν σημαίνει ότι θα απέχει του αλκοόλ όλη την εβδομάδα για να πιει τα ποτά «μια κι έξω» το Σαββατόβραδο. Και αυτό, διότι όσο περνούν τα χρόνια, ο οργανισμός μεταβολίζει με πιο αργό ρυθμό το αλκοόλ, γεγονός που σημαίνει ότι η μέθη έρχεται πιο γρήγορα και αυξάνονται οι βλαβερές επιδράσεις του αλκοόλ.
Πότε απαγορεύεται
Σημαντικό ρόλο στο πόσο μπορεί κανείς να πίνει παίζει επίσης η κατάσταση της υγείας κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Υπάρχουν ορισμένες ιατρικές καταστάσεις που καθιστούν απαγορευτική την κατανάλωση αλκοόλ, διότι ακόμα και σε μικρές ποσότητες μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα.
Εάν έχει κανείς προσωπικό ιστορικό αιμορραγικού εγκεφαλικού επεισοδίου, δεν πρέπει να καταναλώνει οινοπνευματώδη ποτά. Το ίδιο και εάν πάσχει από κάποια ασθένεια του ήπατος, διότι το αλκοόλ μεταβολίζεται στο ήπαρ, καθώς και εάν πάσχει από νόσο του παγκρέατος. Το αλκοόλ πρέπει να αποφεύγεται και όταν έχει κανείς προκαρκινικές αλλοιώσεις στον οισοφάγο, στον λάρυγγα, στον φάρυγγα ή στο στόμα.
Εκτός από τα νοσήματα, όμως, ρόλο παίζει και η κληρονομικότητα: εάν έχετε οικογενειακό ιστορικό αλκοολισμού, πρέπει να είστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί στο θέμα του ποτού, διότι διατρέχετε αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσετε κι εσείς αλκοολισμό. Και εάν είστε έγκυος, πρέπει να αποφεύγετε εντελώς το αλκοόλ, διότι βλάπτει το αγέννητο μωρό σας.
Αλληλεπίδραση με φάρμακα
Ακόμα και τα φάρμακα που παίρνει κανείς μπορεί να αποτελούν αντένδειξη για την κατανάλωση αλκοόλ – και αυτό ισχύει είτε είναι συνταγογραφούμενα φάρμακα είτε όχι.
Εάν παίρνετε αντιβιοτικά, αντιπηκτικά, αντικαταθλιπτικά, αντιδιαβητικά, αντισταμινικά ή αντιεπιληπτικά φάρμακα, ρωτήστε τον γιατρό σας εάν και πόσο αλκοόλ μπορείτε να πιείτε (το πιθανότερο είναι πως η απάντησή του θα είναι αρνητική). Το ίδιο και εάν παίρνετε φάρμακα για την στηθάγχη, όπως οι βήτα αναστολείς, και εάν παίρνετε παυσίπονα ή υπνωτικά φάρμακα.
Ο λόγος που οι γιατροί εφιστούν ιδιαιτέρως την προσοχή στην ταυτόχρονη λήψη φαρμάκων και αλκοόλ είναι ο κίνδυνος αλληλεπιδράσεως: εάν συνδυάσει κανείς την ασπιρίνη με αλκοόλ διατρέχει αυξημένο κίνδυνο γαστρεντερικής αιμορραγίας, ενώ ο συνδυασμός του αλκοόλ με το παυσίπονο ακεταμινοφαίνη αυξάνει τον κίνδυνο ηπατικής βλάβης. Γι’ αυτό τον λόγο πολλά φάρμακα φέρουν σχετική προειδοποίηση στο φύλλο οδηγιών χρήσεως.
Η υπερκατανάλωση
Η αλήθεια είναι ότι οι βλαβερές επιδράσεις του αλκοόλ στην υγεία εξαρτώνται από την ποσότητά του που καταναλώνει κανείς και είναι ως επί το πλείστον μακροπρόθεσμες.
Η πιο γνωστή μακροπρόθεσμη συνέπεια της χρόνιας υπερκατανάλωσης αλκοόλ είναι η κίρρωση του ήπατος, αλλά υπάρχουν και πολλές ακόμα όπως διάφορες μορφές καρκίνου (του παγκρέατος, του στόματος, του φάρυγγα, του λάρυγγα, του οισοφάγου, του μαστού) και οι βλάβες στον καρδιακό μυ (η κατάσταση αυτή λέγεται αλκοολική καρδιομυοπάθεια) που οδηγούν στην καρδιακή ανεπάρκεια.
Ακόμα και ατροφία (συρρίκνωση) του εγκεφάλου μπορεί να προκαλέσει, ενώ οι έγκυοι που καταναλώνουν αλκοόλ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο αποβολής ενώ το έμβρυο κινδυνεύει να υποστεί διαταραχές στην ανάπτυξή του, κυρίως στο νευρικό σύστημα.
Βραχυπρόθεσμες συνέπειες
Υπάρχουν, όμως, και ορισμένες βραχυπρόθεσμες συνέπειες, όπως η παγκρεατίτιδα (ιδίως σε άτομα με υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων στο αίμα), ο αιφνίδιος θάνατος σε άτομα που πάσχουν από καρδιαγγειακή νόσο και πίνουν πολύ και, βεβαίως, ο ιδιαίτερα αυξημένος κίνδυνος τροχαίου ατυχήματος, λόγω μείωσης των αντανακλαστικών.
Όλ’ αυτά τα στοιχεία πρακτικά σημαίνουν ότι πρέπει να ζυγίζει κανείς προσεκτικά τα υπέρ και τα κατά πριν αποφασίσει ότι μπορεί άνετα να πίνει αλκοόλ – και σε περίπτωση αμφιβολίας, βεβαίως, να συμβουλεύεται τον γιατρό του.
Και όσοι δεν πίνουν, δεν χρειάζεται να νιώθουν ότι πρέπει πάση θυσία να βάλουν το αλκοόλ στη ζωή τους, διότι λίγοι ειδικοί θα συνιστούσαν σε έναν άνθρωπο που δεν πίνει να αρχίσει το ποτό. Όσον αφορά εκείνους που πίνουν, δεν υπάρχει λόγος να σταματήσουν, αρκεί να αποφεύγουν τις υπερβολές.
ΠΗΓΗ: TA NEA
Use Facebook to Comment on this Post