Παρατηρήσεις στo Σάββα Ρομπόλη
Οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα του Σάββα Ρομπόλη, που βασίζονται στην τελευταία…
Ωστόσο, λυπάμαι να πω ότι τα ορθά αυτά συμπεράσματα του παλιού μου φοιτητή Σάββα, ουδόλως αντιμετωπίζουν το ελληνικό αδιέξοδο, το οποίο οδεύει προς τρίτο και, ενδεχόμενα τέταρτο μνημόνιο, και το οποίο δεν υπόσχεται καλύτερες ημέρες πριν ίσως από μια ….πεντηκονταετία. Είναι γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έχει, δυστυχώς, εισέλθει βαθιά στη φιλοσοφία της καταστροφής της, την οποία και αποδέχεται, αρκούμενη σε μικρές και ουτοπικές διακοπές της συνεχούς επιδείνωσης της κατάστασής της, που φέρουν επιγραφές όπως «success story»,, «επιβραβεύσεις έξωθεν, επειδή έχουμε επιταχύνει το ρυθμό εξαθλίωσής μας», «μαζικές απολύσεις, που δήθεν είναι εξυγιαντικές», «ψευδαισθήσεις ότι…..πάμε καλά», «υποσχέσεις που ουδέποτε πραγματοποιούνται» κ.ο.κ.
Γι αυτό, και δυστυχώς, όλες οι σωστές αναλύσεις παραμένουν «ασκήσεις επί χάρτου», από τη στιγμή που αρκούμαστε σε διαπιστώσεις και δεν προχωρούμε σε λύσεις, ή οι λύσεις που προτείνουμε είναι εντελώς οριακές, εντελώς βραχυχρόνιες και δεν αναχαιτίζουν την πορεία της χώρας προς τον γκρεμό ή ακόμη και κυρίως πρόκειται για λύσεις αδύνατης εφαρμογής σε καθεστώς σκληρής λιτότητας και δανειζόμενης, με το σταγονόμετρο, ρευστότητας .
Υπάρχει, σαφώς, ένας απέραντος πανικός- που συνεχώς καλλιεργείται από τα ΜΜΕ- απέναντι στην πρόταση λύσεων, που να αποτελούν ρήξη με την παρούσα εγκληματική πολιτική που μας επιβάλλουν οι εταίροι μας, όχι βέβαια για να μας σώσουν. Πως, αλήθεια να υποστηριχθεί σοβαρά ότι «θέλουν να μας σώσουν», όταν το πρόγραμμα που μας σχεδίασαν αποδείχθηκε τραγικά λανθασμένο, προκαλώντας μέχρι και 200% μεγαλύτερη ύφεση από την επιθυμητή, αλλά όμως οι εταίροι μας αρνούνται να το μεταβάλλουν, αρνούνται και να το συζητήσουν ακόμη, αλλά αντίθετα με απάνθρωπη ψυχρότητα μας διατάζουν να…. «συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις», δηλαδή, να συνεχίσουμε απτόητοι την κάθοδο προς τον Άδη; Από που να αντλήσουμε ελπίδα όταν ολόκληρη η Ελλάδα ξεπουλιέται, και η όποια προσπάθεια ανασυγκρότησής της, έστω και μετά από δεκαετίες, θα βρει καμένη γη; Πώς να πειστούμε ότι τα εγκληματικά μέτρα που μας αναγκάζουν να εφαρμόζουμε, οι εταίροι μας, και που καταλήγουν στη διάλυση του κοινωνικού κράτους, ζουγκλοποιούν την αγορά εργασίας, κορυφώνουν την ανεργία και εξαθλιώνουν ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού λαού είναι για το καλό μας; Πώς να δεχθούμε ότι «πάμε καλύτερα», όταν όλοι μα όλοι οι δείκτες καταποντίζονται και η μοναδική ελπίδα σωτηρίας μας έχει γαντζωθεί στο «πρωτογενές πλεόνασμα», το οποίο είναι μια …..μεγάλη σαπουνόφουσκα για τους λόγους που έχω αναλύσει σε άρθρο μου στο Διαδίκτυο της 25.08.2013 με τίτλο “Το υπέρογκο τίμημα του πρωτογενούς πλεονάσματος»; Σε τι να ελπίζουμε όταν η καταστροφή της παραγωγικής βάσης της οικονομίας μας είναι συντριπτική και για δεκαετίες ανεπανόρθωτη, και όμως οι «σωτήρες μας» επιμένουν ότι πρέπει να χαιρόμαστε με υποσχέσεις ανάκαμψης που δεν διακρίνονται χωρίς μικροσκόπιο;
Θα ήταν ασύγγνωστα επιπόλαιο το επιχείρημα ότι μια διαφορετική πολιτική της παρούσας είναι εύκολη ή και σίγουρα εφικτή. Αντιθέτως, πρόκειται για πολύ δύσκολο εγχείρημα, με σημαντικές πιθανότητες αποτυχίας. Ωστόσο, αν πειστούμε ότι ακολουθώντας μνημόνια, εγκληματικές μεταρρυθμίσεις και μέτρα καταστροφής που μας επιβάλλονται, είμαστε σίγουρα χαμένοι: εμείς, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας, τα δισέγγονά μας κλπ, αλλά είναι χαμένη και ολόκληρη η Ελλάδα, τότε οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα, που τώρα μας συγκαλύπτεται. Πρέπει, πια, να δούμε την κατάστασή μας χωρίς φακούς που την ωραιοποιούν και που της δίνουν ανύπαρκτες ελπίδες. Με τα μνημόνια και την υπακοή σ’αυτά δεν υπάρχει ελπίδα….υπάρχει μόνο εξαφάνισή μας από το πρόσωπο της Γης. Αν αυτό το συνειδητοποιήσουμε, τότε, όσο κι αν είναι δύσκολη, επικίνδυνη, αβέβαιη κάποια άλλη λύση, έξω από την παρούσα γενοκτονική, το βασικό ένστικτο αυτοσυντήρησης θα μας οδηγήσει υποχρεωτικά σ’αυτήν. Γιατί με μια άλλη πολιτική, υπάρχει ελπίδα και γιατί με μια άλλη πολιτική η έκβαση θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από δικές μας προσπάθειες, ενώ τώρα είμαστε εκτελεστικά όργανα της αυτοκαταστροφής μας. Τελικά, όμως, ίσως-ίσως, η αδυναμία μας να διακόψουμε την πορεία θανάτου μας, να οφείλεται στην πολύ αποτελεσματική πλύση εγκεφάλου που μας έγινε και που μας έπεισε ότι είμαστε ανίκανοι για οτιδήποτε και πριν απ’ όλα για αναπτυξιακή προσπάθεια, έτσι που το μόνο που μας απομένει είναι η πολιτική συρρίκνωσης, που μας επιβάλλεται έξωθεν και που αγογγύστως υλοποιούμε εντός….λησμονώντας εντελώς ότι ζούμε σε πολύ πλούσια χώρα!
Εξυπακούεται ότι η όποια απόφαση διακοπής αυτής της αθλιότητας και επιλογής μιας άλλης κατεύθυνσης προϋποθέτει σοβαρή και ενδελεχή μελέτη των κινδύνων και, ιδίως, του τρόπου ελαχιστοποίησής τους. Στα 4 περίπου χρόνια του ελληνικού μαρτυρίου δεν έγινε, από όσο γνωρίζω, καμιά επίσημη μελέτη για άλλη λύση. Και όχι μόνο δεν έγινε, αλλά επιπλέον, οι ολίγοι μεμονωμένοι ερευνητές που τόλμησαν σ’αυτά τα 4 χρόνια, να υποστηρίξουν αντιμνημονιακές οδούς, είτε αγνοήθηκαν επιδεικτικά, είτε κατηγορήθηκαν ως λαϊκιστές ή ακόμη και ως υπηρέτες σκοτεινών, και πάντως, ανθελληνικών συμφερόντων, περίπου δηλαδή ως προδότες. Με άλλα λόγια η αδιέξοδη οδός των μνημονίων επιβλήθηκε ως μονόδρομος. Και ερωτάται: είναι σοβαρό το επιχείρημα της ύπαρξης μονοδρόμων στο πλαίσιο κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων, που όπως είναι γνωστό διαθέτουν άπειρες λύσεις; Και είναι άραγε δημοκρατικός ο αποκλεισμός, ακόμη και της συζήτησης, για αναζήτηση άλλων λύσεων από αυτήν που σίγουρα μας δολοφονεί; Εδώ, ωστόσο, που φθάσαμε, είναι πολύ δυσκολότερη η αναζήτηση άλλης λύσης, από όσο ήταν στην αρχή του ελληνικού ολοκαυτώματος. Και τούτο, γιατί μας προέκυψε και ένας αποτρόπαιος πόλεμος των μεν εναντίον των δε. Δηλαδή, μας προέκυψε βάσει σχεδιασμού φυσικά, έτσι ώστε το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων –ίσως με ελάχιστες εξαιρέσεις- να εμφανίζονται ως επίορκοι, ως κοπανατζήδες κλπ., ώστε το άλλο μισό των Ελλήνων «δικαιολογημένα» να ψηφίζει με απέραντο μίσος υπέρ των απολύσεων, χωρίς και να εξετάζει σε τι θα βοηθήσουν αυτές οι τραγικές απολύσεις! Χωρίς, κυρίως, να συνειδητοποιεί ότι είναι ζήτημα χρόνου και η δική του σειρά. Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι η όποια ελπίδα για καλύτερη λύση της παρούσας αυτοκτονικής, θα πρέπει να περάσει μέσα από τη συμφιλίωση των Ελλήνων. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Πρόεδρος του Ιδρύματος Δελιβάνη 15.09.2013